Σελίδες

Τρίτη 25 Απριλίου 2023

Ευάγγελος Αυδίκος, Παίζοντας με το… σίγμα της υγείας, efsyn, 25 Απριλίου 2023

 

Στην υγειά σας. Πρόποση σε κεράσματα. Συνήθως, η ευχή γίνεται συνεκτικός ιστός μιας ομάδας ανθρώπων που συμμετέχουν σε τραπέζωμα. Με την ευκαιρία γιορτής ή επετείου.

Η ευχή αυτή έγινε και τίτλος μακρόβιας μουσικής εκπομπής στον τηλεοπτικό αέρα. Κερνούσε μουσική τους ακολούθους της το Σαββατόβραδο, ένα υποκατάστατο βραδινής εξόδου σε μουσικές σκηνές, συχνά σε μπουζουκομάγαζα.

Φάτε μάτια ψάρια, δηλαδή, μια και για τους τηλεθεατές, στο τέλος της βραδιάς, η μόνη αίσθηση που συμμετείχε ήταν η όραση. Τότε που καλλίπυγες νεαρές επιδίδονταν, προς τέρψη της αδηφάγου ανδρικής όρασης, σε ηδυπαθείς χορούς, στους οποίους πρωταγωνιστούσαν οι γοφοί και η μέση. Η εν λόγω εκπομπή είναι η προμήτωρ μιας σειράς ομογάλακτων εκπομπών, που διεκδικούν πλέον την επιλογή της δικής τους συχνότητας.

Η πρόποση «στην υγειά σας» απευθυνόταν σε συγκεκριμένα άτομα. Η μουσική εκπομπή είχε αποδέκτη το ανώνυμο τηλεοπτικό κοινό. Και στις δύο περιπτώσεις η ευχή είναι δρομαία. Κι αυτό οφείλεται στο… σίγμα, που γίνεται πρόθεση προσδίνοντας κίνηση στη φράση.

Αλλοτε, το… σίγμα παραλείπεται και η ευχή γίνεται «την υγειά μας να έχουμε». Μεταμορφώνεται σ’ έναν κοινό τόπο, όπου συναντιούνται οι επιθυμίες όλων. Αναγορεύεται η υγεία -και σωστά- σε διαπίστωση. Οσο μεγαλώνουν οι άνθρωποι τόσο πιο πολύ συνειδητοποιούν πως όλα χάνονται. Γίνονται χώμα που σκεπάζει την κάθοδο στον άλλο κόσμο και τέφρα σε κάποιο αποτεφρωτήριο. Ο άνθρωπος γίνεται παρελθόν, μνήμη.

Ομως, η «άσιγμη» ευχή ακούγεται, ενίοτε, και ως παρηγορητικός απολογισμός. Ειδικά στις μέρες μας. Η ζωή φτήνυνε, οι δυσκολίες για επιβίωση ανυπέρβλητες, η αξιοπρεπής διαβίωση έπταθλος αγώνας.

Η πανδημία και η κρίση -αλλά και οι επιλογές- διάβρωσαν το αίσθημα της ασφάλειας των πολιτών. Η στοχαστική ευχή «την υγειά μας να ’χουμε» προκαλεί ανασφάλεια για την περίπτωση ασθένειας. Τα δημόσια νοσοκομεία αποψιλώνονται από προσωπικό, ιατρικό και νοσηλευτικό. Το υπάρχον προσωπικό νοιάζεται. Αναλώνει και την τελευταία ικμάδα του δίπλα από τον πάσχοντα συνάνθρωπο.

Χάθηκε το… σίγμα των προπόσεων, αναζητείται και η δημόσια υγεία. Νοσοκομεία με κλινικές κλειστές. Στην Πρέβεζα, το νοσοκομείο εφημερεύει χωρίς γιατρό χειρουργό. Οι πολίτες αγωνιούν και η ευχή γίνεται απορία. Και αγωνία. Πώς μπορεί να νιώσουν σιγουριά μέσα σε τέτοιες συνθήκες; Οταν τα δημόσια νοσοκομεία δεν μπορούν να προστατέψουν με επάρκεια τη ζωή των πολιτών. Οταν δεν υπάρχουν γιατροί ειδικοί.

Την υγειά μας να έχουμε. Ναι, αλλά πώς; Μαύρα σύννεφα μαζεύονται στον ορίζοντα. Αν η υγεία είναι ασθενής, έγνοια της πολιτείας είναι να τον θεραπεύσει. Δεν επιλέγει την ευθανασία του. Με παραλείψεις που δημιουργούν ανασφάλεια και ερωτήματα.

Να έχουμε την υγειά μας. Ολοι. Αλλά να έχουμε και τη δημόσια υγεία μας.

 

Τρίτη 18 Απριλίου 2023

Ευάγγελος Αυδίκος, Μάθε να βλέπεις, εφσυν, 18 Απριλίου 2023

 

Το μάτι φωτίζει αλλά και γίνεται φωτιά, γι’ αυτό όλοι οι πολιτισμοί έχουν τοποθετήσει στον θρόνο των αισθήσεων την όραση. Της έδωσαν θεϊκή υπόσταση που καταυγάζει. Γίνεται ήλιος που διατρέχει το σύμπαν. Παίρνει τη μορφή ενός φωτεινού δίσκου, ενός ματιού που σαρώνει.

Είναι ο οφθαλμός της δικαιοσύνης, που αποκαθιστά την αδικία (Εστι δίκης οφθαλμός, ος τα πανθ’ ορά, συνόψισε ο Μένανδρος). Βρίσκεται σε θέση πανοπτική, που επιτρέπει την επισήμανση των ανισορροπιών στο σύμπαν. Το μάτι ως σύμβολο μιας θεϊκής μορφής διατρέχει την κοσμολογία όλων των λαών. Απεικονίζει τον παντοκράτορα. Στη λαϊκή αντίληψη είναι ο εγγυητής της κοσμικής τάξης που επανέρχεται στις ράγες της, όταν οι άνθρωποι την αμφισβητούν.

Μάθε να βλέπεις, συμβούλευε ο Λαρισαίος φωτογράφος Τάκης Τλούπας την κόρη του, στα πρώτα βήματά της στην τέχνη της φωτογραφίας. Ο Τλούπας ήξερε. Ολα όσα τον περιέβαλλαν είχαν την ψυχή του δημιουργού τους, των λαϊκών τεχνιτών.

Τα ποτάμια, τα βουνά, οι πεδιάδες περικλείουν δύναμη και σοφία όπου χρειάζεται να εξασκηθεί το μάτι, για να μπορέσει να δει την ομορφιά αλλά και την αρμονία, την ηδονή και την εμπειρία ενός κόσμου που παίζει με τις σκιές και το φως, που κρύβει τα μυστικά του. Τα αποκαλύπτει σε όσους «αμαρτάνουν», που κοιτάζουν λοξά τα πράγματα, αναζητώντας τις σχισμές που θα τους επιτρέψουν να εισχωρήσουν σ’ αυτό που δεν φαίνεται.

Μάθε να βλέπεις. Ο Τλούπας δεν ήταν σπουδαγμένος. Δεν ήξερε από φιλοσοφικά συστήματα και αισθητική. Ηταν οπλισμένος με τη βιωμένη εμπειρία του τόπου του. Βαθύτατα ευαίσθητος, με ανήσυχη κοινωνική συνείδηση, δεν αρκούνταν σε ό,τι άκουγε. Ενιωθε άβολα με αυτό που φαινόταν. Ακόνιζε το βλέμμα του να απολαύσει το άρρητο.

Ο Τλούπας κατάφερε με τον φακό του αυτό που για την επιστήμη και την τέχνη είναι ένας μαραθώνιος από τα πρώτα βήματα της ύπαρξής τους. «Να σ’ αφήσω πάλι να μιλήσεις;/ Οπως παλιά που θόλωνες με τα χνώτα/ το τοπίο και χανόμουν μέσα σε υποθέσεις», αναρωτιέται ο ποιητής Γιώργος Βέης. Ο Τλούπας ενστικτωδώς θέτει τα ίδια ερωτήματα με τον ποιητή. Γνωρίζει πως οφείλει να καθαρίσει τα χνώτα που έχουν επικαθίσει στο κλείστρο της φωτογραφικής του μηχανής για να δει τον κόσμο με τα δικά του μάτια χωρίς τη σκόνη του χρόνου.

Η ίδια ανάγκη επιστρέφει στον 21ο αιώνα, που ομνύει σε μια νέα θεότητα, την τεχνολογία, που ευαγγελίζεται την απελευθέρωση του ατόμου από προλήψεις και χειραγώγηση του νου, όμως, κομίζει τα μαγικά της φίλτρα. Σαν άλλη Καλυψώ εξουδετερώνει τη βούληση των πολιτών και εκπαιδεύει τους πολίτες στη δική της όραση. Μάθε να βλέπεις. Η συμβουλή του Τλούπα απευθύνεται σε όλους/ες. Ξεθαμπώστε το βλέμμα από τον αστιγματισμό του δανεικού βλέμματος.

 

Δευτέρα 17 Απριλίου 2023

“Το φωτογραφείο του μπαμπά μου” στο Χατζηγιάννειο, προβολή ντοκιμαντέρ και συζήτηση, Χατζηγιάννειο Πνευματικό Κέντρο, Λάρισα, 19 Απριλίου, ώρα , 8.30μμμ

 


Η Αντιδημαρχία Πολιτισμού και Επιστημών Δήμου Λαρισαίων προβάλει την ταινία: “Το φωτογραφείο του μπαμπά μου” την Τετάρτη 19 Απριλίου 2023, στις 20:30 στο Χατζηγιάννειο Πνευματικό Κέντρο.

Θα παραβρεθούν και θα μιλήσουν η σκηνοθέτης Καλλιόπη Λεγάκη, η παραγωγός Μαρία Γεντέκου, η κόρη του φωτογράφου Βάνια Τλούπα και ο καθηγητής Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Ευάγγελος Αυδίκος

“Το φωτογραφείο του μπαμπά μου”

Ένα ντοκιμαντέρ για τον φωτογράφο της Θεσσαλίας Τάκη Τλούπα, έναν από τους πιο σημαντικούς Έλληνες φωτογράφους, της γενιάς (και της κλάσης) του Μελετζή και του Μπαλάφα, και γνωστό για μερικές από τις πλέον εμβληματικές φωτογραφίες της Θεσσαλίας, όπως τη θρυλική φωτογραφία του με τις αγρότισσες, τις θερίστριες με τα δικράνια στον Θεσσαλικό Κάμπο.

“Το φωτογραφείο του μπαμπά μου” στο Χατζηγιάννειο

Το ντοκιμαντέρ περιλαμβάνει ανέκδοτο κινηματογραφικό υλικό από το ’50 έως και το ’80, που ανακαλύφθηκε τυχαία, ξεχασμένο σε μία κούτα στο υπόγειο του σπιτιού του Τάκη Τλούπα από την σκηνοθέτη Καλλιόπη Λεγάκη.

“Το φωτογραφείο του μπαμπά μου” στο Χατζηγιάννειο

Εδώ θα βρείτε το τρέιλερ:

Σενάριο – Σκηνοθεσία Καλλιόπη Λεγάκη

Διεύθυνση Φωτογραφίας – Drone Οδυσσέας Παυλόπουλος

Ηχοληψία Στέλιος Μιχαηλίδης

Μοντάζ – Μιξάζ – Color Correction Ξενοφών Λατινάκης

Αφηγητής Πάνος Σκουρολιάκος

Παραγωγή ΕΡΤ Α.Ε. Portolanos Films

H ταινία πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου

2022, έγχρωμο, στέρεο, 74΄

Είσοδος ελεύθερη

“Το φωτογραφείο του μπαμπά μου” στο Χατζηγιάννειο

Με τα λόγια της Καλλιόπης Λεγάκη

«Η γνωριμία των ντοκιμαντεριστών με τις θεματικές τους και η απόφασή τους να ασχοληθούν με αυτές, για να δημιουργήσουν μια ταινία, είναι κάθε φορά μια εντυπωσιακή και ταυτόχρονα συγκινητική διαδικασία.

Στην περίπτωση του ντοκιμαντέρ για τον Τάκη Τλούπα, η «συνάντησή» μας κρατάει 20 χρόνια. Το 2003, στα γυρίσματα της ταινίας για τον Ηλία Πετρόπουλο, η σύντροφός του, η Μαίρη Κουκουλέ, με αφορμή ένα ξύλινο γλυπτό που βλέπω πάνω στο τραπέζι τους, μου μιλάει για τον δημιουργό του, τον γλύπτη Φιλόλαο Τλούπα από τη Λάρισα. 

Τέσσερα χρόνια μετά, το 2007, βρίσκομαι στο κτήμα του, σε ένα προάστιο του Παρισιού, για τα γυρίσματα μιας ταινίας γι’ αυτόν, όταν η γυναίκα του, η Μαρίνα, μου μιλάει για τη στενή σχέση του Φιλολάου με τον αδερφό του, τον Τάκη, ξεφυλλίζοντας ένα άλμπουμ με φωτογραφίες του από τον Θεσσαλικό κάμπο τη δεκαετία του ’50.

Αναζητώντας αρχειακό υλικό για τον Φιλόλαο, ταξιδεύω στη Λάρισα, γνωρίζομαι με την οικογένεια του Τάκη – ο ίδιος έχει πεθάνει – τη γυναίκα του και την κόρη του, τη Βάνια, που συνεχίζει τη δουλειά του πατέρα της, στον ίδιο χώρο, το παλιό φωτογραφείο, που λειτούργησε για πρώτη φορά το 1945.

Στη διάρκεια της κουβέντας μας, η Βάνια θυμάται ότι πέρα από τις φωτογραφίες, ο πατέρας της είχε τραβήξει ένα υλικό με την super8 κάμερά του, που βρίσκονταν στο υπόγειο του σπιτιού τους. Μου φέρνει μια κούτα με ρολά φιλμ που κανένας ως τότε δεν γνωρίζει τίποτα γι’ αυτά, και όταν αποφασίζω να τα ψηφιοποιήσω, βρίσκομαι μπροστά σε έναν πραγματικό θησαυρό, ένα υλικό διάρκειας 7 ωρών, που έχει τραβήξει ο Τάκης από τις δεκαετίες ’50, ’60 και ’70 από τα ταξίδια του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Τα φιλμ αυτά, όπως και οι αποκαλυπτικές του φωτογραφίες για έναν κόσμο, που χάθηκε στη «σκόνη του χρόνου», έγιναν η αφορμή για ένα ντοκιμαντέρ, αυτή τη φορά για τον Τάκη, που όμως έμελλε να περάσουν χρόνια για να δημιουργηθεί, συνέπεια των γνωστών προβλημάτων στη χρηματοδότηση, που αντιμετωπίζουμε όλοι οι ντοκιμαντεριστές. 

Στην ταινία, όπου έδωσα τον τίτλο «Το φωτογραφείο του μπαμπά μου» – μια «συνομιλία» ανάμεσα στον Τάκη και την κόρη του, με  μένα να παρεμβαίνω με τις δικές μου σκέψεις για τη φωτογραφία και την ανθρωπογεωγραφία της Θεσσαλίας – το κινηματογραφικό υλικό του Τάκη παρουσιάζεται για πρώτη φορά,  όπως και κάποιες φωτογραφίες του, που ψηφιοποιήθηκαν για τις ανάγκες της ταινίας από την κόρη του, η οποία έχει και την επιμέλεια του αρχείου του.

Η δουλειά του – περίπου 100.000 αρνητικά που από αυτά το μεγαλύτερο μέρος παραμένει ανεπεξέργαστο και αδημοσίευτο – καταδεικνύει έναν μεγάλο δημιουργό, αυτοδίδακτο, που κατάφερε με τον προσωπικό του αγώνα να σταδιοδρομήσει στην τέχνη της φωτογραφίας.

Και αν αναρωτιέστε πως καταφέρνουν δυο παιδιά, όπως ο Φιλόλαος και ο Τάκης, που γεννιούνται τη δεκαετία του ’30 στη Λάρισα, μια πόλη της περιφέρειας με μηδαμινές δυνατότητες για καλλιτεχνική εξέλιξη, να ξεχωρίσουν με τη δουλειά τους, η απάντηση βρίσκεται στην οικογένεια που μεγαλώνουν.

Μια οικογένεια  -ο πατέρας τους, ο Γιώργος, γνωστός ξυλουργός και από τους πρώτους σοσιαλιστές της Λάρισας- που διακρίνεται για την ελευθερία της σκέψης, το πρωτοποριακό και δημιουργικό πνεύμα, δεν θα μπορούσε παρά να τους «μεταγγίσει» την ανεξαρτησία και την ωριμότητα της σκέψης, την αγάπη για τον άνθρωπο και για την τέχνη, παρέχοντας τα εφόδια για τη μελλοντική τους πορεία.

Στην πορεία αυτή, ο Τάκης, παρά το γεγονός ότι η δουλειά του χρονικά συμπίπτει με την δουλειά των φημισμένων φωτογράφων, του Κώστα Μπαλάφα και του Σπύρου Μελετζή, με τους οποίους μάλιστα διατηρεί στενούς δεσμούς φιλίας, μένει για χρόνια άγνωστος στους πολλούς.

Και μπορεί από κάποιους μελετητές, το στοιχείο αυτό να ερμηνεύεται ως συνέπεια της απόφασής του να ζήσει ως το τέλος στα στενά όρια του Θεσσαλικού κάμπου – γεγονός που αναγκαστικά τον απομονώνει από τον καλλιτεχνικό κόσμο της πρωτεύουσας – σε μένα όμως που αναγνωρίζω τη σεμνότητά του, την «κλειστότητα» του χαρακτήρα του και την «λακωνικότητα» της καθημερινής του επικοινωνίας, δεν μπορεί παρά να αναζητηθεί στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του.

Άλλωστε για τον ίδιο, αυτό που έχει σημασία για έναν φωτογράφο δεν είναι οι «περισπούδαστες» αναλύσεις των φωτογραφιών του, αλλά τα συναισθήματα που προκαλούν στους θεατές τους. Και στις δικές του φωτογραφίες μπορεί να «εγγράφονται» κόσμοι που έχουν «αποδράσει» αμετάκλητα στο παρελθόν, είναι όμως τέτοια η δύναμη της τέχνης του, που – πέρα από τα συναισθήματα – κάθε φορά που κοιτάζουμε στα μάτια τα πρόσωπα που φωτογραφίζει, μια υποψία οικειότητας αναδύεται από τα φωτογραφικά του κάδρα, που μας επιτρέπει, έστω για μια στιγμή, να ζήσουμε μαζί τους».