Σελίδες

Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2025

Ευάγγελος Αυδίκος, Οι κλαπαδόρες του Καλομοίρη, EFSYN, 7 Iανουαρίου 2025



Ο Καλομοίρης είναι σεβαστός κλασικός μουσουργός που τόλμησε να εντάξει μοτίβα από το δημοτικό τραγούδι και τις λαϊκές παραδόσεις στη σύνθεση έργων της κλασικής μουσικής. Στη δεύτερη δεκαετία του εικοστού αιώνα συνέθεσε δύο όπερες (Πρωτομάστορας, Το δαχτυλίδι της μάνας).

Ο Καλομοίρης ευτύχησε να χαρακτηριστεί ιδρυτής Εθνικής Μουσικής Σχολής και αυτό χάρη στην άντληση θεματολογίας από τον χώρο του λαϊκού πολιτισμού. Ωστόσο, τα δύο πρώτα έργα του πυροδότησαν την οργή του Φώτου Πολίτη, ενός ικανότατου κριτικού, γιου του ιδρυτή της ελληνικής Λαογραφίας, του Νικολάου Πολίτη. Εγραψε ένα άρθρο στην εφημερίδα «Νέα Ελλάς» (1918), με το οποίο καταχέριαζε την επιλογή του Καλομοίρη να κάνει μούσα του το δημοτικό τραγούδι. Του κακοφάνηκε ο ενθουσιασμός του κόσμου που παρακολουθούσε κάποια εκδήλωση με κάλαντα, στην οποία μαέστρος ήταν ο μουσουργός. Εξανίσταται ο κριτικός επισημαίνοντας ότι «ο κοσμάκης ενθουσιάζεται με τα μέρη εκείνα, που συμφωνούνε τέλεια με το βάρβαρο μουσικό αίσθημά του».

Ο Καλομοίρης επικρίνεται για σύμπλευση με το βάρβαρο μουσικό αίσθημα ενός κόσμου που καλά είναι να ασχοληθεί με τα δικά του. Δεν μπορούν όλα αυτά να συγκινούν και τους υπόλοιπους, τους αστούς, που έχουν άλλα ενδιαφέροντα. Εξ αυτού οι δημιουργίες του μουσουργού χαρακτηρίζονται «κλαπαδόρες». Η λέξη προέρχεται από το ομώνυμο μουσικό όργανο σε φιλαρμονικές. Στην περίπτωση του Καλομοίρη ο Φώτος Πολίτης τού προσδίδει μειωτική διάσταση. Είναι οι ηχηρές αερολογίες, τα ταρατατζούμ που διεγείρουν τα «βάρβαρα» μουσικά αισθήματα.

Ολα αυτά συνέβησαν έναν αιώνα πριν. Με αφορμή την ταινία «Υπάρχω» για τη ζωή του Στέλιου Καζαντζίδη επανέρχεται η απαξιωτική στάση για έναν πολιτισμό που εμπεριέχεται στα λαϊκά τραγούδια. Για τον λαϊκό πολιτισμό. Δεν προτίθεμαι να αξιολογήσω την ταινία. Είναι μια μυθοπλασία και ως τέτοια κρίνεται.

Αξιοσημείωτη όμως είναι η μαζική παρακολούθησή της. Γεμίζουν οι κινηματογράφοι και οι θεατές συμμετέχουν με τον δικό τους ενεργό τρόπο (χειροκροτήματα, τραγούδι). Αυτό ξάφνιασε πολλούς/ές. Οι αναλυτές σκέφτονται ερήμην της πραγματικότητας. Είχαν πιστέψει πως ξεμπέρδεψαν με αυτόν τον πολιτισμό. Που τον ταυτίζουν άλλοτε με βάρβαρο μουσικό αίσθημα κι άλλοτε με τη ματσίλα. Σκέφτονται και γράφουν κάποιοι βουλησιαρχικά. Παίρνουν τις επιθυμίες για πραγματικότητα.

Για πολλά χρόνια ο λαϊκός πολιτισμός θεωρήθηκε μη πολιτισμός. Ο κόσμος της υπαίθρου και των εργατικών συνοικιών αντιμετωπίστηκε ως στερούμενος τη δυνατότητα να δημιουργεί αισθητικές μορφές. Το είπανε για το ρεμπέτικό. Ωσπου αποθεώθηκαν οι δημιουργοί. Το φώναξαν για το δημοτικό τραγούδι. Μέχρι που πλέον αναγνωρίζεται αυτό ως υψηλή τέχνη.

Ο Καζαντζίδης υπήρξε γέννημα αυτού του πολιτισμού. Η συρροή στις αίθουσες νέων ανθρώπων είναι κι ένας δείκτης δυσφορίας για τα αισθήματα που λείπουν στους καιρούς μας. Γυρίζουν την πλάτη στον πολιτισμό των πλαστικών δημιουργιών.