Σελίδες

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Επιτρέψτε μου να ευχηθώ σε όλους με τα λόγια των Θρακιωτών

Μπερεκέτια και Γεροσύνη...

σε όλους και όλες

Ποίηση Τάκη Σινόπουλου

Ανοίξτε τώρα το σπίτι.Ανάψτε το φως
για νάμπει ο αναμενόμενος.
Από μακριά μονάχος του έρχεται.
Είναι κρύα κρύα τα χέρια του.
Είναι ήσυχος ήσυχος.
Είναι αμίλητος πολύ.
(...)

Ανάψτε τώρα το φωςς

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

Πάει ο παλιός ο χρόνος

«Πάει ο παλιός ο χρόνος».Συνηθίζεται να τραγουδιέται την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Όσο κι αν ζούμε σε μια εποχή που συνεχώς αλλάζει, σε μια ιστορική φάση που η τεχνολογία δείχνει να έχει αναπτύξει φρενήρη ρυθμό.Που η διαρκής και ευθύγραμμη εξέλιξη έχει γίνει   «ο βωμός» των νέων θεοτήτων(κατανάλωση, αχαλίνωτη ανάπτυξη, κ.λπ.).Όμως, ο άνθρωπος φυλάει καλά κρυμμένη στις πολύπτυχες φυλλωσιές της καρδιάς του την ανάγκη για ένα νέο ξεκίνημα. Την πίστη στο μηδενισμό του χιλιομετρητή και την επανεκκίνησή του από την αρχή. Ο άνθρωπος, ακόμη και εκείνος που έχει βάλει στο εικονοστάσι του την τελευταία εκδοχή του iphone και ipad, νιώθει την ανάγκη να επιστρέψει στην ασφάλεια παλιότερων αντιλήψεων για το χρόνο. Στην ιδέα δηλαδή πως όλα είναι ένας κύκλος, ένας τροχός που κάθε χρόνο τέτοιον καιρό φτάνει στο τέλος της πορείας.
       Για το λόγο αυτό ο χρόνος ο παλιός που φεύγει παριστάνεται με γέρο, με άσπρα μαλλιά. Αντίθετα, ο νέος χρόνος ταυτίζεται με μωρό που φέρνει ελπίδα, προσδοκίες για μια νέα αρχή, για ένα καλύτερα μέλλον. Δεν είναι τυχαίο που η Πρωτοχρονιά έγινε τελικά το σύμβολο για ένα νέο ξεκίνημα.Πέρα από θρησκείες και διαφορετικές μορφές μέτρησης του χρόνου , η Πρωτοχρονιά  είναι το σύμβολο της νέας εποχής, της καπιταλιστικής.Της παγκοσμιοποίησης που επεκτάθηκε σε όλη την υφήλιο. Έγινε η νέα γλώσσα του ανθρώπου. Από τη μια μεριά φορτώθηκε με τις προσδοκίες για καταναλωτική σπατάλη.Για αύξηση της παραγωγής .Για φετίχ ευημερίας και πλαστικής ευτυχίας. Από την άλλη πήρε τη θέση του υποκατάστατου για τον σύγχρονο άνθρωπο. Που έχει ανάγκη από επιστροφή.Από μια μήτρα πολιτιστικής ασφάλειας.
       «Πάει ο παλιός χρόνος» λοιπόν. Μοιραία, οι προσδοκίες από τον καινούργιο είναι πολλές.Ο παλιός αφήνει πίσω του μαυρίλα.Σύννεφα βαριά φορτωμένα. Κατάθλιψη και απελπισία. Ανθρώπους απεγνωσμένους. Μοναχικές ψυχές που πέφτουν θύματα της αναλγησίας των ισχυρών. Κάθε μέρα του 2011 και μια νέα πληγή. Τον τελευταίο καιρό αυγαταίνουν και οι απώλειες απόκληρων. Σε παγκάκια.Σε ψυγεία, σε πεζοδρόμια.Παντού. Αντιμετωπίζονται σαν τα περιττώματα των σκύλων. Χρειαζόμαστε κάποιους να τους μαζεύουν αθόρυβα, δεν «υπάρχει λόγος να χαλάσουμε τη φωτισμένη βιτρίνα της πόλης».
       Και ο καινούργιος; Μοιάζει με τους κληρονόμους που οι πρόγονοι του κληροδοτούν μόνο χρέη. Ωστόσο, η προσδοκία πάντα υπάρχει.Φτάνει να μην είναι μεταφυσική.Να μην την έχουμε εναποθέσει σε άλλους.Τότε μόνο , μπορεί το χαμόγελο του νέου  χρόνου να ζεστάνει το μέλλον μας.

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Όταν το κοριτσάκι με τα σπίρτα συνάντησε τον Αγιάννη





       Οι γιορτάρες μέρες που έρχονται είναι δεμένες με τη γέννηση, την αισιοδοξία για κάτι καλύτερο. Είναι η αισιοδοξία που όλες οι θρησκείες έχουν ενσωματώσει στο δόγμα τους. Παλιότερα, ήταν  Ήλιος, ο Μίθρα των Περσών, που πάλευε με το θεριό του σκοταδιού κι έβγαινε νικητής φέρνοντας τα μαντάτα στους ανθρώπους για τη νίκη των δυνάμεων του καλού. Αργότερα, ήρθε ο χριστιανισμός που συμπύκνωσε την αισιοδοξία για τα μελλούμενα στη φράση «Χριστός  γεννάται σήμερον.».
       Η εικόνα της φάτνης στη Βηθλεέμ με τον νεογέννητο Χριστό σπαργανωμένο ταυτίστηκε με την προσδοκία μιας καλύτερης ζωής. Αυτή η εικόνα έγινε το σύμβολο της ελπίδας που φέρνουν οι νέες γενιές, οι νεογέννητοι, αποκαθαρμένοι από τις αμαρτίες των προγόνων. Είναι αυτή η εικόνα που γεννάει αισθήματα τρυφερότητας για τους νεαρούς βλαστούς. Είναι η αθωότητα της ηλικίας που φλογίζει την οργή των ανθρώπων όταν κάποιο παιδί ταλαιπωρείται και υποφέρει από την αναλγησία των μεγαλύτερων. Αφθονούν τα παραδείγματα από την παγκόσμια λογοτεχνία. Το «κοριτσάκι με τα σπίρτα» του Άντερσεν υπενθυμίζει κάθε φορά την αδιαφορία αυτών που έχουν τα ηνία σε μια κοινωνία. Οι ανήλικοι ήρωες του Ντίκενς είναι τα αθώα θύματα μιας άδικης κοινωνίας. Αυτές οι εικόνες απέχουν πολύ από τους ήρωες του ζωγράφου Λύτρα στα «παιδικά κάλαντα» αλλά και των Γύζη και Ιακωβίδη που εικονίζουν ξέγνοιαστες στιγμές παιδιών σε ασφαλές συνήθως οικογενειακό περιβάλλον.
     Τις μέρες αυτές λοιπόν είναι πιο έντονη η θλίψη στα μάτια των παιδιών που υποφέρουν στα νοσοκομεία ή αναγκάζονται να ζουν σε φιλόξενες στέγες(Το χαμόγελο του παιδιού), μακριά από την οικογενειακή θαλπωρή. Διαπεραστικός είναι ο πόνος από το απλανές βλέμμα των υποσιτιζόμενων παιδιών της Αφρικής αλλά και των μωρών που περιφέρονται στους δρόμους των πόλεων ή ενισχύουν με την παιδική αθωότητα την προσπάθεια των γονιών τους να κερδίσουν την προσοχή των περαστικών.
       Μέρες λοιπόν που αναμετρώνται με την ανθρώπινη ευαισθησία. Τον τελευταίο προστέθηκαν στη μακριά λίστα των παιδιών που παγώνουν τα χέρια τους και εκείνα που δεν μπορούν να εξηγήσουν τη θλίψη στα μάτια των γονιών τους. Εκείνα που έβαλαν στο λεξιλόγιό τους  από την τρυφερή τους ηλικία βαριές λέξεις: ανεργία, χαράτσι, απελπισία.
       Τα Χριστούγεννα κάνουν πιο χτυπητές τις συναισθηματικές, τις ψυχολογικές , τις κοινωνικές αντιθέσεις. Στη μια μεριά είναι τα απορημένα μάτια των παιδιών που ανέλαβαν δυσβάσταχτο βάρος στους ώμους, δηλαδή να παρηγορήσουν τους άνεργους γονιούς τους που αντιμετωπίζουν το φάσμα του λιμού και της φυλακής. Στην μια  μεριά είναι αυτοί που δεν μπορούν να πληρώσουν, οι σύγχρονοι Αγιάννηδες. Στην άλλη είναι  όλοι αυτοί που «πάσχουν» και «συμπονούν» με τις δηλώσεις τους. Είναι εκείνοι που όταν σβήσουν τα φώτα της κάμερας θα πάρουν θέση στο πλούσιο τραπέζι τους που στρώθηκε με όσα «ίδρωσαν» να κερδίσουν. Είναι εκείνοι που το μέλλον είναι συνώνυμο με τη δική τους καλοπέραση. Είναι αυτοί που χρησιμοποιούν τους Αγιάννηδες για ντεκόρ της «επιλεκτικής» ευαισθησίας τους.
       Όμως, τα Χριστούγεννα, οι μέρες που έρχονται είναι μέρες περισυλλογής και εμβάπτισης στις προσδοκίες του μέλλοντος. Έρρωσθε!

Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2011

Τα αδέσποτα

Η είδηση αφορούσε τα αδέσποτα σκυλιά. Μια φιλοζωική εταιρία πρόσφερε 700 ευρώ σε όποιον προσέφερε πληροφορίες για την ταυτότητα του βασανιστή αδέσποτων σκύλων. Το σχόλιο ήταν του δημοσιογράφου. Είναι υπερβολική η ευαισθησία, έλεγε, όταν υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν να φάνε. Πολλοί θα συμφωνούσαν μ’ αυτή την παρατήρηση. Όμως, όσοι βασανίζουν σκυλιά είναι βέβαιο ότι δεν έχουν στο μυαλό τους όσους πάσχουν.
       Τα αδέσποτα, έτσι κι αλλιώς, είναι το εύκολο θύμα. Αδέσποτο είναι το σκυλί που δεν έχει τώρα αφέντη, δεσπότη. Κάποτε είχε. Το πώς λοιπόν δημιουργείται η πανστρατιά, κάποιες φορές, αδέσποτων σκυλιών δείχνει την αλαζονική αδιαφορία των ανθρώπων.Την έλλειψη υπευθυνότητας.Συνήθως, παίρνουν ένα σκυλί για συντροφιά, ειδικά στην εξοχή. Γρήγορα όμως το βαριούνται, ξέμαθαν οι άνθρωποι να φροντίζουν τους άλλους. Όταν ο σκύλος γίνεται βάρος, όταν οι διακοπές τελειώνουν, ή φεύγει ο πρώτος ενθουσιασμός, τότε το αφεντικό εγκαταλείπει το σκύλο του που προσπαθεί να επιβιώσει.Περιφέρονται στις πόλεις ψάχνοντας για συντροφιά και φαγητό. Και τότε είναι που φτιάχνονται οι πρώτες αγέλες αδέσποτων. Ωστόσο, ένα αδέσποτο γίνεται επικίνδυνο μόνο όταν ο άνθρωπος καταπατά τον χώρο του, εκεί που συχνάζει.
    Οι άνθρωποι ενοχλούνται από το θέαμα, σπάνια μπαίνουν στον κόπο να σκεφτούν πώς δημιουργείται αυτή η κατάσταση. Αποστρέφουν το πρόσωπο φοβισμένοι, αηδιασμένοι, αγαναχτισμένοι. Τα αδέσποτα(σκυλιά και άνθρωποι) όμως είναι θύματα της αλαζονείας των ισχυρών. Το βλέπουμε στους «αδέσποτους» ανθρώπους. Τους άστεγους. Ξαφνικά βρέθηκαν στο δρόμο σέρνοντας συχνά τα βήματα και την ντροπή τους στους πολύβουους δρόμους. Έπαθαν ό,τι και τα σκυλιά. Έχασαν τον δεσπότη τους, την φροντίδα. Έχασαν δουλειά και σπίτια. Οι «αδέσποτοι» άνθρωποι έπεσαν θύματα της ακηδίας των ποικιλώνυμων αφεντικών που στραγγαλίζουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια στο όνομα της λογικής των αριθμών.
   Οι «αδέσποτοι» εκβράζονται από την αλαζονική τύφλωση των αφεντικών τους. Όμως, είναι κι ένα μέτρο της ποιότητας του πολιτισμού μας. Είναι πολύ εύκολο για όσους έχουν γεμάτο το στομάχι και ελέγχουν την εξουσία να δημιουργούν «αδέσποτους». Όμως, τα αδέσποτα συχνά γίνονται και μια κινούμενη άμμος που μπορεί να υποχωρήσεις παρασύροντας δικαίους και αδίκους.

Η Σιωπή του ξερόχορτου, το νέο βιβλίο του Σωτήρη Δημητρίου

Πρόκειται για μια πολιτεία που ζει σχεδόν στον αντίποδα της δικής μας. Η ελευθερία και η γνώση είναι δύο μεγάλοι δρόμοι της. Προσκρούει, όμως, στην εγγενή ίσως ανθρώπινη κατάσταση, στην έλλειψη ευχαριστήσεως. Έτσι ανατρέπεται, ίσως όμως αφήνει λίγους τρόπους της για άλλες πολιτείες…

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Τα "γραφεία συνοικεσίων" στο ΘΥΜΩΜΕΝΟ ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ, Ιωάννινα, 14/12/2011

Την Τετάρτη , 14 Δεκεμβρίου 2011, πραγματοποιήθηκε στο ΘΥΜΩΜΕΝΟ ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ στα Ιωάννινα,μ, στις 7.30μμ, η παρουσία του βιβλίου μου «Από την προξενήτρα στα γραφεία συνοικεσίων», εκδόσεις ΠΕΔΙΟ.Το ξάφνιασμα ήταν ευχάριστο.Παρόλο που η ομίχλη θα μπορούσε να κρατήσει στο σπίτι όσους ενδιαφέρονταν, ο φιλόξενος χώρος του καφέ μπαρ γέμισε ασφυκτικά, σε σημείο που αρκετοί παρακολούθησαν την εκδήλωση όρθιοι. Ομιλητές(Α.Γκότοβος, καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Φ.Μωρόγιαννης, ψυχίατρος, Γ.Νάκος, ηθοποιός-σκηνοθέτης και Α.Μαλάμη, δημοσιογράφος-συντονίστρια) και κοινό αποτέλεσαν μια ευχάριστη παρέα καταργώντας την απόσταση που παρατηρείται στις κλασικές αίθουσες. Οι ομιλητές κράτησαν το ενδιαφέρον του κοινού αμείωτο, ο Γ.Νάκος, άνοιξε την εκδήλωση διαβάζοντας με τη ζεστή φωνή του αποσπάσματα επιστολών ενώ η Α.Μαλάμη διηύθυνε την εκδήλωση με μαεστρία. Μετά τις εισηγήσεις έγινε εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτηση, που θύμιζε περισσότερο κουβέντα παρέας.

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Συνέντευξη στην εφημερίδα των Ιωαννίνων ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ

Ο τρόπος ζωής κάνει σήμερα πολλούς να...

Αναζητούν το «έτερον ήμισυ» μέσω των Γραφείων Συνοικεσίων

O καθηγητής Λαογραφίας Ευαγγ. Αυδίκος μιλάει στον «Π.Λ.» με αφορμή το νέο βιβλίο του



Μπορεί να είμαστε πλέον στην εποχή του Facebook και των άλλων μέσων κοινωνικής δικτύωσης του Ίντερνετ που προσφέρουν σε όλους μας τεράστιες δυνατότητες και ευκαιρίες εύρεσης του… έτερον ήμισυ, όμως δεν είναι μόνον αυτά! Στην εποχή μας επιβιώνουν και οι παραδοσιακές μέθοδοι εύρεσης συντρόφου, με κυριότερα τα γραφεία συνοικεσίων. Τι ήταν όμως εκείνο που οδήγησε στην δημιουργία και την άνθησή τους; Ο ίδιος ο τρόπος ζωής μας, η κοινωνική και οικονομική εξέλιξη, που δεν αφήνει πολλά περιθώρια για γνωριμίες και αναζήτηση «αισθήματος», τονίζει στον «Π.Λ.» ο συμπατριώτης μας καθηγητής Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Ευάγγελος Γρ. Αυδίκος. Παράλληλα, σημειώνει ότι η… διαμεσολάβηση ανάμεσα σε έναν άνδρα και μία γυναίκα προκειμένου να γίνουν ζευγάρι, είναι μία διαδικασία που εκτός από παρελθόν και παρόν έχει και μέλλον! Αφορμή για την κουβέντα μας, στάθηκε το νέο βιβλίο του κ. Αυδίκου με τον εύγλωττο τίτλο «Από την προξενήτρα στα γραφεία συνοικεσίων», που παρουσιάζεται αύριο και στα Γιάννινα.

Η συνέντευξη
• Το θέμα του βιβλίου σας «Από την προξενήτρα στα γραφεία συνοικεσίων» είναι μάλλον ασυνήθιστο. Τι σας έκανε να ασχοληθείτε με τα… προξενιά;
- Η ιδέα του συγκεκριμένου βιβλίου ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ερευνητικά με ενδιέφερε τα θέμα της πόλης και ιδίως όλα εκείνα τα πολιτιστικά προϊόντα που  δημιουργήθηκαν ως απάντηση στις νέες συνθήκες. Στη δεκαετία του 1990 υπήρχε πληθώρα ειδήσεων για τα γραφεία συνοικεσίων. Οι απογευματινές εφημερίδες είχαν πολλές αγγελίες ανδρών και γυναικών που αναζητούσαν σύζυγο, το αστυνομικό δελτίο κατέγραφε περιπτώσεις κάποιων ιδιοκτητών γραφείων συνοικεσίων που κατηγορούνταν για εξαπάτηση των πελατών τους και η ιδιωτική τηλεόραση φιλοξενούσε τακτικά το θέμα της αναζήτησης συντρόφου μέσα από ένα γραφείο. Θεώρησα λοιπόν πολύ ενδιαφέρον το θέμα και άρχισα να μαζεύω πληροφορίες από εφημερίδες και περιοδικά. Η πρώτη μου κίνηση ήταν να επισκεφτώ τον Λούη στην Αθήνα που διατηρούσε πολλά χρόνια γραφείο συνοικεσίων στην Ομόνοια. Η συζήτηση μαζί του με έπεισε ώστε να ασχοληθώ συστηματικά με το θέμα.

• Πώς επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο για το βιβλίο; Τι είναι που θέλατε να υπογραμμίσετε;
- Ο τίτλος του βιβλίου επιλέχθηκε με σκοπό να δείξει τη μετεξέλιξη ενός φαινομένου από το χθες στο σήμερα. Παλιότερα, ο γάμος ενός μέλους μιας οικογένειας ήταν υπόθεση οικογενειακή και όχι προσωπική. Η προξενήτρα/προξενητής αναλάμβανε τη διαμεσολάβηση ανάμεσα στις δύο οικογένειες ώστε να γίνει η συμφωνία. Υπάρχουν πολλές τέτοιες ιστορίες, όλοι μας έχουμε ακούσει από τους οικείους μας.  Αυτή η κατάσταση άντεξε ως τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Μετά, όλα άλλαξαν. Η οικονομική και κοινωνική απελευθέρωση των γυναικών, η μετανάστευση στις πόλεις και η άνοδος του επιπέδου της εκπαίδευσης έκαναν τον γάμο προσωπική υπόθεση των ενδιαφερομένων. Χάθηκε η προξενήτρα και επικράτησαν οι προσωπικές γνωριμίες.
Το θέμα που απασχολεί το βιβλίο είναι τι συνέβη λοιπόν και εμφανίζονται τα γραφεία συνοικεσίων για τη διαμεσολάβηση ανάμεσα σε άτομα; Σε μια εποχή κοινωνικής χειραφέτησης, σε μια εποχή που τα άτομα πήραν την τύχη στα χέρια τους, γιατί επανεμφανίζεται η διαμεσολάβηση, ένας άνθρωπος δηλαδή που φέρνει σε επαφή άντρες και γυναίκες;

• Γιατί αλήθεια ένας άνθρωπος χωρίς προβλήματα να ζητήσει τη βοήθεια ενός γραφείου συνοικεσίων για να βρει ταίρι; Ακούγονται πολλά για τα συγκεκριμένα γραφεία…
- Έχετε δίκιο. Έτσι είναι. Ο ίδιος έχω έρθει αντιμέτωπος με την καχυποψία για το ρόλο των γραφείων αυτών. Η πιο πιθανή αντίδραση πολλών όταν ακούνε το θέμα του βιβλίου μου είναι να χαμογελάσουν με κατανόηση. Οι πιο πολλοί ταυτίζουν τους πελάτες ενός γραφείου συνοικεσίων με ανθρώπους με ψυχολογικά ή άλλα προβλήματα, ή θεωρούν πως είναι κατά κάποιον τρόπο «απατεώνες». Ούτε ψυχολόγος, ούτε ψυχίατρος είμαι, ούτε αστυνομικός. Δεν αποκλείεται να υπάρχουν και τέτοια περιστατικά. Όμως μια τέτοια αντίληψη αποφεύγει να μιλήσει για  την «ταμπακιέρα». Τα γραφεία συννοικεσίων είναι μια υπηρεσία που ξεκίνησε από το 1950. Σας θυμίζω τις επιτυχημένες ελληνικές ταινίες που ασχολούνται με το θέμα («Δεσποινίς ετών 39», «Ησαϊα μη χορεύεις»…). Αν περιορίσουμε το θέμα σε ψυχιατρικά και αστυνομικά πλαίσια γλιστρά από τα χέρια μας, δεν μπορούμε να δούμε τους κοινωνικούς παράγοντες.

• Τότε, τι πιστεύεται πως είναι αυτό που δημιούργησε τα γραφεία συνοικεσίων;
- Είναι η ίδια η κοινωνική και οικονομική εξέλιξη. Ο κόσμος άλλαξε, η κοινωνική συνοχή χάθηκε, οι παρέες και η γειτονιά άλλαξαν μορφή. Ακόμη, η επέκταση του ωραρίου εργασίας, η έλλειψη δικτύων επαφής, το δρομολόγιο «σπίτι – δουλειά - σπίτι» έκλεισε τον σύγχρονο άνθρωπο μέσα σε τείχη μοναξιάς. Όταν λοιπόν λείπει ο χρόνος, όταν απουσιάζει η εμπιστοσύνη, όταν η καριέρα γίνεται αυτοσκοπός, όταν το κυνήγι των αγαθών έγινε ο νέος θεός του σύγχρονου ανθρώπου, τότε για κάποιους απ’ αυτούς το να καταφύγουν σε διαμεσολάβηση, σ’ ένα γραφείο συνοικεσίων, είναι μια κάποια λύση.

• Επιγραμματικά, ποιο είναι το βασικό στοιχείο στο βιβλίο σας που παρουσιάζεται αύριο στα Γιάννινα;
- Είναι ένα βιβλίο για τη μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου. Είναι ένα βιβλίο που θέλει να δείξει ότι η παράδοση αποκτά πολλές μορφές και επανέρχεται με διαφορετικό τρόπο όταν η ανάγκη το επιβάλλει. Είναι ένα βιβλίο που ζητάει να ξαναδούμε τη σύγχρονη εποχή με πιο ψύχραιμο μάτι, μια και κοντά στην εξέλιξη έφερε και το ξεθεμελίωμα της κοινωνικής συνοχής .Είναι ένα  βιβλίο που θέλει να δείξει ότι παράδοση και νεωτερικότητα δεν είναι ασύμβατα.

• Ποιο είναι άραγε  το μέλλον των γραφείων συνοικεσίων;
- Δεν μπορώ να το προβλέψω, η τύχη τους εξαρτάται από το βαθμό προσαρμογής τους στα νέα δεδομένα της τεχνολογικής εξέλιξης. Για εκείνο που είμαι βέβαιος σχεδόν, είναι για τη συνέχιση της… διαμεσολάβησης. Αυτή θα αποκτήσει διαφορετικά χαρακτηριστικά αλλά θα υπάρχει. Το βλέπουμε με τους διάφορους ιστότοπους που δίνουν την πρωτοβουλία στα άτομα να κλείνουν ραντεβού.

• Σε ποιους απευθύνεται το συγκεκριμένο βιβλίο; Δεν αποτελεί μια αυστηρά επιστημονική μελέτη…
- Όχι, βέβαια. Απευθύνεται σε όλους, γιατί με απλό και κατανοητό τρόπο κάνει μια βαθιά τομή στον σύγχρονο πολιτισμό. Στηριγμένο σε αρχειακό υλικό (επιστολές), μπαίνει στην ψυχή των ανθρώπων, αναδεικνύει χαρακτήρες και ρίχνει φως στις αντιφατικότητες της σύγχρονης κοινωνίας.

Ο Συγγραφέας
Ο Ευάγγελος Αυδίκος γεννήθηκε στην Πρέβεζα, με καταγωγή από το Συρράκο. Υπηρετεί  ως   Καθηγητής  Λαογραφίας στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Διετέλεσε πρόεδρος του τμήματος (2006-2008) και διευθυντής του Τομέα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας. Έχει λάβει μέρος σε πολλά συνέδρια στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Άρθρα του έχουν δημοσιευτεί σε ελληνικά και ξένα περιοδικά.
 

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011

Οι ήρωες της καθημερινότητάς μας



      Η εποχή μας είναι αντι-ηρωική. Η σκιά του χεριού της νέας «οικονομικής τάξης» έχει αφαιρέσει τη μαγεία των παλιών καιρών. Αυτοί που κάποτε συνήρπαζαν τα πλήθη και φούσκωναν τις προσδοκίες αποδείχτηκαν μπαλόνια που δεν άντεξαν στο ξαφνικό μπουρίνι. Πολιτικοί, διανοούμενοι και δημοσιογράφοι, που μιλούσαν για λογαριασμό ενός άλλου κόσμου, έχασαν τη λάμψη τους. Κατάντησαν, πολλοί απ’ αυτούς, κύμβαλα αλαλάζοντα που κανείς δεν τους δίνει πλέον σημασία. Ξεθώριασε το λούστρο τους. Ο λόγος τους έχασε την αξιοπιστία του. Τη θέση τους πήραν οι οικονομολόγοι και οι οικονομολογούντες, τα προϊόντας της νέας εποχής. Το δυνατό τους χαρτί οι αριθμοί. Πού να χωρέσουν οι ήρωες μέσα σε μια αδυσώπητη πραγματικότητα!
      Η εξασθένιση της λάμψης των παλιών ηρώων της πολιτικής και της διανόησης άφησε χώρο στους λαϊκούς ήρωες. Είναι τα αστέρια του αθλητισμού, προπάντων του ποδοσφαίρου. Ασκούσαν πάντα γοητεία. Ο Σιδέρης, ο Δομάζος, ο Μίμης Παπαϊωάννου και άλλοι πολλοί γέμιζαν τις ραδιοσυχνότητες στο παρελθόν και τροφοδοτούσαν τα πρωτοσέλιδα των αθλητικών εφημερίδων συνοδεύοντας την καθημερινότητα χιλιάδων ανθρώπων. Το δυνατό σουτ του Σιδέρη, η ντρίπλα του Δομάζου και η κεφαλιά του Παπαϊωάννου  ήταν η τροφή της κουβέντας στο καφενείο, τη φάμπρικα, το γραφείο.
       Το ποδόσφαιρο υποτιμήθηκε από πολλούς. Κάποιες φορές τοποθετήθηκε στο άλλο άκρο της «κουλτούρας». Λάθος μεγάλο.Οι δεκαετίες φεύγουν και οι παλιοί άσοι αποσύρονται από τον αγωνιστικό χώρο. Όμως, έρχονται οι νέες γενιές.Οι καιροί άλλαξαν. Το ποδόσφαιρο έγινε μπίζνα. Παρόλα αυτά, δεν σταμάτησε να βγάζει ήρωες της καθημερινότητας. Το σούτ του Φετφατζίδη απογειώνει ένα μεγάλο μέρος των θεατών, ενώ το τρίποντο του μπασκετμπολίστα. Διαμαντίδη σκορπίζει άφατη ικανοποίηση, την ηδονή του ακατόρθωτου.
       Οι ήρωες της καθημερινότητας, ίσως να ακουστεί μεγαλόστομο, αγωνίζονται κόντρα στην γκρίζα ζωή.Την ώρα που παίζουν δεν είναι οι στυγνοί επαγγελματίες. Νιώθουν στην πλάτη τους την καυτή ανάσα των θεατών και των τηλεθεατών.Αφουγκράζονται τους καημούς τους. Το συνειδητοποιούν όταν η εύστοχη προσπάθειά τους ξεσηκώνει τους πάντες. Για κάποιες στιγμές-ενδεχομένως και ώρες-, η μπάλα που μπαίνει στο δίχτυ του τέρματος ή της μπασκέτας σκορπίζει τις πολλές σκουτούρες, προσφέρει χαμόγελο, δίνει κουράγιο.
    Οι μικροί ήρωες της καθημερινότητάς μας βγαίνουν από την παράδοση της αφηγηματικής μας παράδοσης. Από τα παραμύθια και τους μύθους. Μας υπόσχονται ένα αίσιο τέλος. Ακουμπάμε τις προσδοκίες μας σ’ αυτούς, όπως συμβαίνει με όλους τους ήρωες. Κι όταν οι ελπίδες παίρνουν σάρκα τότε οι ήρωές μας δικαιώνουν το ρόλο τους. Και βεβαίως τότε ακούγονται χωρίς περιεχόμενο οι απόψεις που τους δαιμονοποιούν.Στις μέρες που περνάμε όλα αυτά δεν έχουν σημασία. Και για ένα λόγο παραπάνω. Στις τελευταίες σελίδες αθλητικών εφημερίδων διάβασα μερικές από τις πιο εύστοχες αναλύσεις για την πολιτική κατάσταση της χώρας μας.

Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2011

Οι αλλαγές στη θέση των γυναικών στην Εσθονία

Βόλος 30/11/2011
1.Την Τρίτη, 29/11/2011, ώρα 15μμ, η Μεριλι Μετσηαωι, λαογράφος από την Εσθονία, θα μιλήσει στους φοιτητές που παρακολουθούν το μάθημα ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, στην αίθουσα Θ.Η είσοδος είναι εςλεύθερη σε ΄΄οποιν επιθυμεί να παρακολουθήσει το μάθημα
2.Την Τετάρτη, 30/11/2010 στις 17:00, στην αίθουσα Πολυμέσων του ΙΑΚΑ, η προσκεκλημένη προγράμματος Erasmus, Merili Metsvahi (ερευνήτρια του Ινστιτούτου Λαογραφίας του Πανεπιστήμιου Ταρτού της Εσθονίας) θα μιλήσει με θέμα "Οι αλλαγές στη θέση των γυναικών στην κοινωνία της Εσθονίας και τον λαϊκό πολιτισμό".
Περίληψη
Η παρουσίαση στηρίζεται στην υπόθεση ότι υπήρχε μια μητρογραμμική κοινωνία στην περιοχή της Εσθονίας πριν την ευρω-ποίηση αυτών των περιοχών τον 13ο αιώνα.Οι πιο σημαντικοί υποστηρικτές αυτής της υπόθεσης είναι ο σουηδός ιστορικός Nils Blomkvist και η εσθονή αρχαιολόγος Marika Mägi. Η ομλήτρια επιχειρεί να προσθέσει μαρτυρίες από τον λαϊκό πολιτισμό των Εσθονών , οι οποίες τεκμηριώνουν την προαναφερθείσα υπόθεση.

Βασίλης Καραποστόλης, Διχασμός και εξιλέωση.Περί πολιτικής ηθικής των Ελλήνων.Δοκίμιο, εκδόσεις Πατάκη

Διχασμός και εξιλέωση
Υπάρχει κάποια σκοτεινή ικανοποίηση στο να αυτοκαταστρέφεται ένα άτομο ή ένας λαός, εφόσον πιστεύει ότι δεν έχει άλλα μέσα για να αποδείξει ότι είναι κύριος της τύχης του. Μας το είπαν αυτό οι φιλόσοφοι και οι ψυχολόγοι και μας το έδειξαν επίσης συχνά με τον τρόπο τους οι νεοέλληνες. Αλλά δεν λείπουν και τα αντίβαρα στην τάση της αυτοκαταστροφής. Αυτά διερευνώνται εδώ.

Παρουσιάζονται ορισμένα ιστορικά πρόσωπα (οπλαρχηγοί του '21, εθνικοί ευεργέτες, πολιτικοί, αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης) που μπόρεσαν παρά τις πικρίες και τις αντιφάσεις τους να γίνουν για τη χώρα τους Δότες. Πώς συνέβη αυτή η αυθυπέρβαση; Ποιο πάθος ξύπνησε και ξεγέλασε ή και ανέκοψε, για λίγο έστω, εκείνο το άλλο παμπάλαιο πάθος της αρπαγής;

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

12 βιβλία αναζητούν αναγνώστες.Ψυχές, γνώσεις, πέτρινοι αετοί,από τον Βαγγέλη Μπέκα

Ευάγγελος Αυδίκος, Από την προξενήτρα στο γρα-
φείο συνοικεσίων, εκδόσεις Πεδίο, σ. 213, € 15
Ο πανεπιστηµιακός και λογοτέχνης Ευάγγελος
Αυδίκος επιχειρεί να µας παρασύρει µακριά
από το µειδίαµά που µας επισκέπτεται κάθε φορά
που διαβάζουµε µια αγγελία γραφείου συνοικε-
σίων. Επιδιώκει να µας προβληµατίσει, να δού-
µε µε κατανόηση το φαινόµενο, να αισθανθούµε
τον άνθρωπο πίσω από την αγγελία. Εστιάζει στο
γεγονός ότι η σύγχρονη κοινωνία οδηγεί χιλιάδες
συνανθρώπους µας στη µοναξιά και στην αποµό-
νωση. Ο συγγραφέας παραθέτει δεκάδες επιστο-
λές προς γραφεία συνοικεσίων, κατηγοριοποιώ-
ντας τες ανάλογα µε την ηλικία του αποστολέα,
αν είναι διαζευγµένος/η, χήρος/α ή αν η επιστολή
προέρχεται από κάποιον Eλληνα της διασποράς.
Το βιβλίο γκρεµίζει τα µιντιακά στερεότυπα δη-
µιουργώντας ρωγµές ανθρωπισµού στην αλαζο-
νική εποχή µας.

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

Η Μικρή Αντιγόνη


Μέρες Νοέμβρη. Τριάντα οχτώ χρόνια πριν. Τότε που θυμός απλώθηκε στους δρόμους της Αθήνας.Στην Πατησίων.Στο Πολυτεχνείο.Έναν από τους μαρτυρικοιύς τόπους της σύγχρονης Ελλάδας. Εκεί  που το πείσμα και η τόλμη φούσκωσαν   τα νεανικά σώματα, έτοιμα να αντιπαλέψουν την τυραννία με τις σφιγμένες γροθιές τους.
      Τριάντα χρόνια μετά η γενιά εκείνη στήθηκε στον τοίχο. Κατηγορήθηκε για τις πεταμένες στα ρείθρα των πεζοδρομίων σημαίες, για τα όνειρα που βελάζουν μέσα από τις γρίλιες των παραθυριών. Συχνά, δίκαια. Η απογοήτευση μεγάλη για εκείνους που αντάλλαξαν την περηφάνια τους με θρόνους.Για εκείνους που πλήγωσαν όσους τους πίστεψαν. Για εκείνους που άλλαξαν πεζοδρόμιο. Για τους ήρωες που χάθηκαν στο δρόμο.
       Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από ήρωες. Ενσαρκώνουν το όραμα. Δίνουν περιεχόμενο και μορφή στο στόχο. Γίνονται γκισέμια σε δρόμους απάτητους όπου χρειάζεται ο σαλός.
       Σ΄αυτούς τους καιρούς , τους στεγνούς, τους συννεφιασμένους, οι  ήρωες, το παράδειγμα , δίνουν κουράγιο , εμπνέουν. ΄Ενα τέτοιο παράδειγμα είναι μια  «μικρή» ηρωίδα των περιφερειακών «πολυτεχνείων». Είναι η Πόπη Βουτσινά, η Μικρή Αντιγόνη κατά τον Μαρωνίτη. Άγνωστη στους πολλούς. Στάθηκε συνειδητά μακριά από την αγορά της αντιχουντικής προσφοράς. Επέλεξε τον δρόμο της σιωπής. Την ακολούθησαν και άλλοι πολλοί, που παρέμειναν στη σκιά των «αστέρων» της αντιστασιακής  φοιτητικής δράσης .
    Μικροκαμωμένη, αετίσια ματιά, περπάτημα σαν  του αγέρα. Στο λιπόσαρκο κορμί της κατοικούσε μια ακατάβλητη ψυχή, μια ανθρωπιστική καρδιά . Είχε το θάρρος να πει το μεγάλο ΟΧΙ στις αρχές του πανεπιστημίου Ιωαννίνων που την έστειλαν στο πειθαρχικό.Το μεγάλο ΟΧΙ είπε και στους βασανιστές της.
       Η Πόπη Βουτσινά έφυγε αθόρυβα από τη ζωή πολύ νωρίς. Δεν εκποίησε τη ζωή της, τις ιδέες της. Για όλους όσους βρέθηκαν έξω από την κεντρική εξώπορτα του Πανεπιστημίου,το Σάββατο μετά την εισβολή του τανκ, ακούγοντας τον τότε πρύτανη να τους ανακοινώνει την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου αλλά και όλους όσους αντιστάθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στη χούντα, η  μορφή της Πόπης Βουτσινά με την αποφασιστική της ματιά έρχεται να θυμίσει τον καιρό της αθωότητας αλλά κα την ανάγκη να μην ξεχνούμε.

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Για μια νέα συλλογικότητα

Είδα τη φωτογραφία και στο σχόλιο στην εφημερίδα «Θεσσαλία», στο Βόλο. Έδειχνε κάποιον μεσήλικα να σκουπίζει το πεζοδρόμιο μπροστά στο σπίτι του. Μάζευε τα πεσμένα φθινοπωρινά φύλλα από τα δέντρα που ασφυκτιούν στα συνήθως στενά πεζοδρόμια της πόλης. Την ίδια ημέρα αλίευσα μια άλλη είδηση.Οι φοιτητές ενός τμήματος του Πολυτεχνείου στο Βόλο άσπριζαν τον εξωτερικό τοίχο του «πνευματικού τους οίκου». Ασυναίσθητα το μυαλό με πήγε μέσα από παράξενες διαδρομές σε όσα συνέβαιναν με τις αλλεπάλληλες συνεδριάσεις των πολιτικών αρχηγών  αλλά και στα προηγούμενα, αυτά που αποτελούν την πολιτισμική κρίση στην Ελλάδα. Είναι η έγνοια για το δημόσιο χώρο.Για το πεζοδρόμιο, το δρόμο, το δημόσιο χρήμα, την ομορφιά των δημόσιων κτιρίων. Η σύγκλιση ανάμεσα στο προσωπικό συμφέρον και το συλλογικό.
     Τις τελευταίες δεκαετίες μπήκε ως μέτρο το ατομικό συμφέρον. Οι άνθρωποι ξέχασαν την πολιτισμική τους κληρονομιά.Το παρελθόν. Το ταύτισαν με τη συντήρηση.Ο δρόμος και η αυλή ήταν χώρος για επαφή, για να μοιράσουν τις χαρές και τις λύπες.Να κουτσουμπολέψουν αλλά και να τσακωθούν. Στα δύσκολα όμως ο δρόμος και η αυλή τους ένωνε. Γίνονταν μέλη της γειτονιάς που μοιράζονταν τον πόνο και τη χαρά του διπλανού.
    Τα τελευταία χρόνια ο δρόμος αποξενώνει. Ακόμη και ο συνοικιακός χάνει τους συνεκτικούς του δεσμούς.Υψώθηκαν πολυκατοικίες, ύψωσαν φράχτες επικοινωνίας. Στις μεγάλες πόλεις οι τέντες που σχεδόν είναι μόνιμα κατεβασμένες προεκτείνουν την ατομικότητα, την προστατεύουν από το δημόσιο χώρο που θεωρείται επικίνδυνος.
    Έτσι, ο δρόμος και η φροντίδα του αφέθηκαν στις δημοτικές υπηρεσίες.Πλήρης επαγγελματοποίηση, με άλλα λόγια. Ο άνθρωπος έχασε την επαφή του με το χώρο του.Ό,τι ήταν έξω από τον τοίχο του σπιτιού του θεωρήθηκε ξένο.Μπορούσε να τον βρωμίσει, να πετάξει τα σκουπίδια του, αδιαφορήσει γι’ αυτόν. Μαζί μ’ αυτά όμως ήρθε και η αποξένωση.Χάθηκε ο δεσμός ανάμεσα στους ανθρώπους.
       Ενδεχομένως να φαίνεται αυθαίρετο αλλά αυτό , με μια προσεκτική ματιά, υπάρχει και στους πολιτικούς μας και τον τρόπο συμπεριφοράς τους.Συχνά, τους αντιμετωπίζουμε σαν  κάτι ξέχωρο. Κομμάτι από τη σάρκα των πολλών είναι. Εκφράζουν με ένταση ιδιότητες του πολιτισμού μας που επικράτησαν τα τελευταία χρόνια. Η αδιαφορία για τη συλλογικότητα. Το κοινό καλό γίνεται πρόφαση για αυγάτισμα του ατομικού συμφέροντος. Γνώμονας για όλα ο τύπος και όχι η ουσία. Η επίτευξη των προσωπικών μας στόχων.
     Γιατί λοιπόν να είναι οι πολιτικοί διαφορετικοί; Γιατί να μη  χρησιμοποιούν το συλλογικό καλό για να αυγατίσουν το κομματικό τους συμφέρον;
       Μπορεί να αλλάξει αυτή η κατάσταση; Το σκούπισμα του πεζόδρομου και το άσπρισμα του τοίχου είναι μια σπίθα. Τρεμουλιαστή βέβαια.Χρειάζεται χρόνο και κόπο για να αλλάξει η νοοτροπία του παρτάκια.

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2011

Συνέδριο για νέους λαογράφους στη Λιθουανία

From: Lina Sokolovaitė <linute.arch@gmail.com>
Date: November 8, 2011 10:16:34 PM GMT+02:00

Call for Papers: International Conference of Young Folklorists  "Theoretical Frames and
Empirical Research" in Vilnius, April 15-17,  2012

Place: Institute of Lithuanian Literature and Folklore. Antakalnio 6,  LT-10308 Vilnius,
Lithuania

Deadline to submit an abstract: January 20, 2012

Organizer: The Institute of Lithuanian Literature and Folklore in  Vilnius

Partner: Department of Estonian and Comparative Folklore in University  of Tartu

Department of Estonian and Comparative Folklore and Department of  Ethnology of the
University of Tartu hosted in May 2011 a symposium of  young folklorists titled "Belief,
Tradition, and Identity as  Vernacular Practices: Current Issues in Ethnology and
Folkloristics".  This forthcoming conference in Vilnius is a continuation of this idea 
and seeks to establish a tradition of organizing annual academic  meetings of young
folklorists taking place alternately in Tartu  (Estonia) and Vilnius (Lithuania).

The main goals of the International Conference of Young Folklorists in  Vilnius 2012 are:

        • Bring together students and young researchers of folklore from  different countries
and continents to present and compare different  ways of folklore research.
        • Foster academic communication between young folklorists.
        • Encourage young scholars to raise and tackle theoretical research  questions and
discussions.

The topic of this year’s conference Theoretical frames and empirical  research aims to
focus the attention of young scholars on negotiating  between two important poles of any
scientific research – theory and  practice. We use theory not only to systematize our
knowledge or to  choose methodology for empirical research, but theory defines the  goals
and objects of our discipline. Through theoretical discussions  we also enter the
interdisciplinary field of human sciences, making  our approach and methods
comprehensible for others as well as for  ourselves. While different researchers have a
different attitude  towards theory, national schools and research traditions also play an
 important role. However, it is impossible to bypass theory when we  need to locate our
research in a particular context, choose  methodology or provide arguments in support of
our thesis. Young  folklorists’ take on theory, their problems and achievements in 
negotiating between theory and empirical practice shape the future of  our discipline and
its research objects.

Practical Details:

        • Please submit an abstract (max 250 words) by January 20, 2012 by e- mail: 
linute.arch@gmail.com Please include your name, affiliation,  position and e-mail address.
                • We kindly ask expect to hear back from organizers regarding the  acceptance of your
proposal by 3rd of February.
                • The working language of the conference will be English. Each  paper will be given
20 minutes for presentation with 10 minutes for  discussion.
                • The working days of the conference are 15th - 16th of April, and  the 17th of April
is the excursion day.
                • There is no registration fee but participants are expected to  cover their travel
and living expenses
        • The conference program will include excursions to the Folklore  Archives of the
Institute of Lithuanian Literature and Folklore as  well as to Vilnius with its
surroundings.

You are welcome to download and distribute this CFP also in pdf- format:
https://webmail.uth.gr/horde/services/go.php?url=http%3A%2F%2Fwww.ut.ee%2Ffolk%2Ffiles%2FVilnius_conference_2012.pdf

Coordinator: Lina Sokolovaitė, e-mail:  linute.arch@gmail.com, phone:  +370 656 58394

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2011

Γίνε Έλληνας για μια βδομάδα



       Τη Δευτέρα, 7 Νοεμβρίου 2011, ξεκίνησε ένα τηλεπαιχνίδι, με τη μορφή του ριάλιτι, στο κανάλι 4 της Αγγλίας. Τίτλος του «Γίνε Έλληνας για μια βδομάδα»(Go Greek for a Week). Ως τώρα τουλάχιστον, δε δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στην είδηση. Πέρυσι, το πρωτοσέλιδο του γερμανικού περιοδικού Focus  προκάλεσε ιερή, «εθνική» αγανάχτηση για τους Γερμανούς που προσέβαλαν την εθνική μας κληρονομιά. Τούτη τη φορά η αντίδραση είναι χλιαρή.Υποτονική. Είναι μια θετική εξέλιξη. Δείγμα ωριμότητας.  Ίσως κάποιοι να δικαιολόγησαν τους Άγγλους. Αυτοί είμαστε. Τέτοιο κράτος είμαστε, θα σκέφτηκαν. Άρα, καλά μας κάνουν. Έχουν ακουστεί τόσα πολλά για τους σύγχρονους Έλληνες, στο τέλος έχουν πιστέψει όλοι πως είναι άχρηστοι, κηφήνες.Οι παρίες της Ευρώπης. Τα παράσιτα που ζουν ρουφώντας τους χυμούς της προκομμένης δυτικής Ευρώπης.
       «Το ριάλιτι θα είχε επιτυχία αν έπαιζαν Έλληνες που ξέρουν αλλά και έχουν ταπεραμέντο» ήταν το σχόλιο της δημοσιογράφου στο κρατικό ραδιόφωνο. Το προσπέρασε χαριτολογώντας αλλά κάνοντας και το υπαινικτικό της σχόλιο για τις διαφορές Ελλήνων και Άγγλων.
     Δεν ανήκω σ’ αυτούς που εξανίστανται. Ωστόσο, το ριάλιτι μου δίνει την αφορμή να επισημάνω τα θραύσματα στερεοτύπων που επιζούν ακόμη στη βόρεια Ευρώπη,σε κάποιους κύκλους θα έλεγα, για τους μεσογειακούς λαούς που αντανακλούν διαφορετική ταχύτητα στο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης αλλά και διαφορές στη νοοτροπία. Ιστορικά αναμενόμενα όλα αυτά. Πουθενά οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι. Όμως, η περιπέτεια της χώρας μας αλλά και των χωρών στη Μεσόγειο έδωσε την ευκαιρία να έρθει στην επικαιρότητα ένας ξεχασμένος τρόπος σκέψης. Εμφανίστηκε το 19ο αιώνα, όταν ο ευρωπαϊκός πολιτισμός ταυτίστηκε με το μοντέλο του ανθρώπινου πολιτισμού. Οι Αφρικανοί, οι Ασιάτες, οι Νοτιοαμερικανοί, οι Βαλκάνιοι ανήκαν σε κατώτερες μορφές πολιτισμού.
     Αυτή η αντίληψη αναβιώνει, με αφορμή την κρίση της ευρωζώνης,τα δυο τρία τελευταία χρόνια. P.I.G.S..Ήταν το αρκτόλεκτο για τις χώρες της Μεσογείου που ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση(Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία). Τα γουρούνια της Ευρώπης δηλαδή.Οι ανεπρόκοποι που ταλαιπωρούν τους εξελιγμένους, τους πολιτισμένους βορειοευρωπαίους. Χλευάζονται.Απαξιώνονται.
       Η ίδια νοοτροπία υπάρχει και στο αγγλικό ριάλιτι. Οι συμμετέχοντες θα προσπαθήσουν να κατανοήσουν τον πολιτισμό της Ελλάδας μέσα από διάφορες μορφές καθημερινότητας. Τι είναι επιτέλους αυτοί οι άνθρωποι που μας «στοιχίζουν» τόσο πολύ. Οι Άγγλοι λοιπόν που ανήκουν σε «μια ανώτερη βαθμίδα πολιτισμού» μετατρέπουν τον Έλληνα ριάλιτι, τηλεσκουπίδι.
       Πέρα από την οικονομική κρίση και τον τρόπο που η Ελλάδα θα την ξεπεράσει, το τηλεπαιχνίδι φέρνει στην επιφάνεια αυτό που δεν θέλουμε να παραδεχτούμε. Η χώρα, το πολιτισμικό της γόητρο έχει ρυτιδιάσει. Και γι’ αυτό η ευθύνη δεν είναι των βορειοευρωπαίων. Το τηλεπαιχνίδι απεικονίζει το στερεότυπο του Έλληνα στην ευρωπαϊκή σκηνή. Ας αρθούν οι ταγοί μας στο ύψος των περιστάσεων. Δεν αξίζει η Ελλάδα τέτοια απαξίωση.

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

28 Οκτωβρίου 2011: Η περιπέτεια των παρελάσεων

        Εβδομήντα ένα χρόνια μετά την απίστευτη υπέρβαση του ελληνικού λαού, τότε που όρθωσε το ανάστημά του στον ιταλικό και αργότερα στον γερμανικό φασισμό.Υπερασπίστηκε την τιμή και την εθνική του αξιοπρέπεια. Στην ηγεσία της χώρας ήταν τότε ο Ι.Μεταξάς,ένας σφετεριστής του δημοκρατικού πολιτεύματος. Εκείνη την ώρα όμως μετρούσε το εθνικό συμφέρον. Όλοι συστρατεύτηκαν. Έκτοτε, η επέτειος του ΟΧΙ ταυτίστηκε με την αντίσταση.Με την υποχρέωση της προάσπισης της εθνικής κυριαρχίας. Ήταν η συνέχεια του αντιστασιακού πνεύματος που σφυρηλατήθηκε στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821.Ένα πνεύμα αντίστασης που έγινε το προζύμι για την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης(1941-1944).
      Εβδομήντα ένα χρόνια μετά άστραψε και βρόντηξε ο τηλεοπτικός λόγος  για εκείνους που εευτέλισαν την εθνική μας επέτειο, που δε σεβάστηκαν τους νεκρούς της εποποιΐας 1940-41.
     Τι έγινε λοιπόν στη Θεσσαλονίκη και στην πλατεία Συντάγματος;Τι έγινε στις πλατείες και τους κεντρικούς δρόμους πολλών πόλεων της χώρας; Είναι οι ολίγιστοι, κατά την έκφραση κάποιων πολιτικών, που επέβαλαν τη θέλησή τους;Είναι η δικτατορία της μειοψηφίας, κατά τον Δήμαρχο Θεσσαλονίκης;Είναι «αποβράσματα», όπως κάποιος βουλευτής δήλωσε, όσοι πρωταγωνίστησαν στις διαδηλώσεις , τις αποδοκιμασίες, στις προσπάθειες να απομακρύνουν τους εκπροσώπους του πολιτικού συστήματος από την εξέδρα των επισήμων;Είναι ιερόσυλοι; Ασελγούν στη μνήμη των νεκρών;Έχουν ασθενή ιστορική μνήμη μη αντιλαμβανόμενοι ότι η επέτειος είναι ημέρα ενότητας του ελληνικού λαού(Άδωνις Γεωργιάδης);
      Αναπόφευκτα, σε στιγμές έντασης λέγονται υπερβολές. Ασφαλώς, ο ρόλος των τελετουργιών, των γιορτών, είναι να ανανεώσουν τους συνεκτικούς δεσμούς ανάμεσα στα μέλη μιας ομάδας φρεσκάροντας την ιστορική μνήμη. Οι ιστορικές επέτειοι, είν’ αλήθεια, έχουν ισχυρό φορτίο ιδεολογικό. Σκοπεύουν-αυτή είναι τουλάχιστον η πρόθεση- να φτιάξουν μια κοινή μνήμη, να καλλιεργήσουν την εθνική συνείδηση, την ταυτότητα μιας ομάδας.
      Για το θέμα αυτό έχουν γραφτεί πολλά. Αρκετοί όμως αμφισβητούν τη μονολιθικότητα του ιδεολογικού στίγματος των εθνικών επετείων προτείνοντας ακόμη και την κατάργηση των παρελάσεων.
       Είναι σεβαστές οι απόψεις. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που οι εθνικές γιορτές γίνονται αφορμή για διάφορες πληθυσμιακές ομάδες να εκφράσουν ένα διαφορετικό λόγο. Στο παρελθόν ήταν οι αγωνιστές της εθνικής αντίστασης που ήθελαν να παρελάσουν διεκδικώντας διεύρυνση της πολιτικής βάσης των παρελάσεων.Αργότερα, ήταν όσα έγιναν με τους σημαιοφόρους στα σχολεία που δεν είχαν ελληνική καταγωγή.
      Σ’όλες όμως τις περιπτώσεις υπήρχε ένα κοινό σημείο.Η αμφισβήτηση του νοήματος της εθνικής επετείου. Θα έλεγα, η ανανέωση του περιεχομένου της εθνικής συνείδησης, ο εμπλουτισμός της νεοελληνικής ταυτότητας.
       Εβδομήντα ένα χρόνια μετά λοιπόν χρειάζεται αυτοσυγκράτηση από τους εκπροσώπους του πολιτικού μας συστήματος. Να αναλάβουν τις ευθύνες τους.Δεν ευτελίζεται η εθνική επέτειος. Αναδεικνύεται αντίθετα η αναντιστοιχία ανάμεσα στην πολιτική ηγεσία και τους πολίτες. Ανάμεσα στους «ιεροφάντες» των τελετουργιών και στον απλό λαό που παρακολουθεί . Αυτή είναι η ουσία των διαδηλώσεων και των αποδοκιμασιών. Είναι ο μετασχηματισμός της παθητικότητας σε δράση για αλλαγή του πολιτικού περιεχομένου της εθνικής γιορτής.            Αυτό συμβαίνει με όλες τις γιορτές όταν το πολιτικό καθεστώς βρίσκεται σε κρίση.
     Ουδείς αμφισβητεί την κρίση.Βρισκόμαστε σ’ έναν οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό στροβιλισμό που δεν ξέρουμε πού θα μας βγάλει. Οι πολίτες ανησυχούν περισσότερο, γιατί δεν έχουν εμπιστοσύνη στους πολιτικούς μας ταγούς, δεν πιστεύουν στη συνέπεια λόγων και έργων τους.
      Όταν υπάρχει πολιτική και κοινωνική κρίση οι τελετουργίες μένουν μετέωρες. Δεν ολοκληρώνονται γιατί το τελετουργικό(η παρουσία δηλαδή όσων χρεώνονται την κρίση) και το νόημα που υπόρρητα αποδίδεται στην τελετουργία βρίσκεται σε δυσαρμονία με τα αισθήματα και τις απόψεις αυτών που υφίστανται την κρίση. Αυτοί θέλουν μια νέα προοπτική, την αποκατάσταση της ιστορικής συνέχειας, όχι τη συσκότισή της.Όταν οι τελετουργίες μετεωρίζονται δημιουργούν προστριβές. Αναδεικνύουν με ένταση τα στοιχεία σύγκρουσης. Το πολιτικό σύστημα τότε έχει πρόβλημα, χρειάζεται να εξαλειφθούν τα σημεία εκείνα που δημιουργούν την ένταση. Η ευθύνη του πολιτικού προσωπικού είναι να κοιτάξει κατάματα το πρόβλημα αναλαμβάνοντας τις δικές του ευθύνες. Η δαιμονοποίηση των αντιδράσεων δεν είναι δημοκρατική προσέγγιση.
     

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

Μια λοξή ματιά στην Ήπειρο του Κώστα Μπαλάφα


 







       Ένα από τα ερωτήματα που βρίσκεται συνεχώς στην επικαιρότητα είναι η σχέση της τέχνης με τη ζωή, με ό,τι συνιστά την παρουσία του ανθρώπου αλλά και το γεωγραφικό ανάγλυφο. Με την πραγματικότητα, θα μπορούσε  να προσθέσει κανείς.
       Πρόκειται για μια σχέση διαμεσολαβημένη, όπου αποτυπώνεται η επιθυμία, η οπτική δηλαδή του δημιουργού, αλλά και η ‘μεταφορά’, οι τεχνικές δηλαδή που χρησιμοποιούνται για τη μορφοποίηση της οπτικής του δημιουργού[1]. Δεν είναι στις προθέσεις μου, όμως,  να αναφερθώ στις φωτογραφικές τεχνικές του Μπαλάφα. Το πράττουν οι ειδικοί. Δικός μου στόχος είναι να ιχνηλατήσω την επιθυμία του δημιουργού και πώς αυτή αναπαριστάται στο τελικό καλλιτεχνικό προϊόν. Όλα αυτά εντάσσονται στη γενικότερη συζήτηση για το ρόλο της τεχνολογίας στην αναπαράσταση του ερεθίσματος. Αν σήμερα η απάντηση είναι εύκολη, καθώς η τεχνολογία έχει εξελιχθεί τόσο πολύ, ώστε να είναι εύκολα αναγνώσιμος ο καθοριστικός της ρόλος στη δημιουργία ενός άλλου κόσμου, ενός δικού της κόσμου που απλώς χρησιμοποιεί τη ζωή ως μοντέλο, στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, στη διάρκεια των οποίων ο Μπαλάφας ανέπτυξε την καλλιτεχνική του δραστηριότητα, η κατάσταση ήταν διαφορετική, ιδίως για την τέχνη της φωτογραφίας. Για τους πολλούς φωτογραφία σήμαινε απεικόνιση, σχεδόν νατουραλιστική. Το μόνο έργο του φωτογράφου ήταν να πατήσει το κουμπί και να πάρει τη φωτογραφία.
       Το έργο του Μπαλάφα διαψεύδει αυτή την απλουστευτική αντίληψη και ενισχύει την άποψη ότι η λαϊκή τέχνη δεν είναι μια απλή απεικόνιση, αλλά εγγράφεται στο καλλιτεχνικό δημιούργημα η ματιά του δημιουργού. Ονόμασα την τέχνη του λαϊκή, γιατί έτσι μπορεί να γίνει κατανοητό ότι ο Μπαλάφας κουβαλάει τη σοφία των μαστόρων της Ηπείρου, που χωρίς πολλά γράμματα-με λίγα κολυβογράμματα, θα προσέθετα-δημιούργησαν έργα , τα οποία θαυμάζονται για την τεχνική και μορφολογική τους αρτιότητα. Αναφέρω το παράδειγμα του Κώστα Μπέκα, του οποίου το θαυμαστό έργο, το γεφύρι της Πλάκας, υμνείται ως συμπύκνωση της λαϊκής τέχνης. Ο Μπαλάφας γνωρίζει και θεωρεί απαράμιλλη τη μαστορική των γεφυριών. «Αλλά τα ομορφότερα όσο και τα δυσκολότερα έργα, στην κατασκευή, ήταν τα πέτρινα τοξωτά γεφύρια»[2]. Στο λεύκωμά του για την Ήπειρο περιλαμβάνεται σημείωμά του, όπου κάνει αναφορά στη λαϊκή τέχνη, ιδίως στα δημιουργήματα της λαϊκής αρχιτεκτονικής. Διαβάζοντας, λοιπόν, τα σχόλιά του και εστιάζοντας στον τρόπο που βλέπει τα πράγματα, μπορώ, χωρίς κανένα δισταγμό, να πω ότι ο Μπαλάφας είναι ένας λαϊκός τεχνίτης, που διδάχτηκε από τη σοφία των σπουδαίων μαστόρων[3]. Τα έργα τους ήταν η μαθητεία του. Με όπλο τη φυσική του οξυδέρκεια και τη χαρισματική διεισδυτική σκέψη  κατάφερε να οδηγήσει τη φωτογραφική του τέχνη σε ύψη ζηλευτά, γεγονός που τον κατατάσσει στη χορεία των μεγάλων μαστόρων της Ηπείρου.
       Ο Μπαλάφας δε σπούδασε. Δεν έμαθε τεχνικές σε οργανωμένη εκπαιδευτική βαθμίδα. Η αφήγηση για το πώς συναντήθηκε με τη φωτογραφία θυμίζει ιστορίες για το πώς άλλοι τεχνίτες μυήθηκαν στην τέχνη τους. «Στο αφεντικό μου αυτό είχαν έρθει κάτι συγγενείς του από την Αμερική, ομογενείς, και θεώρησε υποχρέωσή του να τους ξεναγήσει σε διάφορα μέρη. Μια μέρα σκέφτηκαν να ανέβουν στην Πάρνηθα. είπανε, μάλιστα, να πάρουν και μιαν αναμνηστική φωτογραφία. Τότε ήταν τα κουτάκια αυτά τα Brownie της Kodak που στοίχιζαν πολύ φτηνά, ήταν εύκολα στη χρήση, γιατί είχαν aplanar φακό και δεν είχε απαιτήσεις για ειδικούς χειρισμούς. Κάποιος θα έπρεπε όμως να κρατάει αυτό το κουτί για να φωτογραφηθούν αυτοί, και αγγάρεψαν εμένα. Όταν είδα εγώ ότι αυτό που βλέπω μπροστά μου μπορώ να το αποτυπώσω στο χαρτί, με μάγεψε»[4].
       Αυτό ήταν. Μίλησε η κλίση και η μαγεία της καινούργιας τεχνολογίας. Όμως, η ενασχόλησή του με τη νέα λαϊκή τέχνη υποστηρίζεται από τις εικόνες του παρελθόντος, από το πολιτισμικό κεφάλαιο που κληρονόμησε από τους προγόνους μαστόρους. Δεν είχε επίσημη εκπαίδευση. Κουβαλούσε, όμως, τη σοφία της λαϊκής τέχνης, που του καλλιέργησε την ανθρωποκεντρικότητα στο έργο του και την αναζήτηση βαθύτερων αισθημάτων. Συχνά, η λαϊκή τέχνη αντιμετωπίζεται ως μια φωτογραφική απεικόνιση της πραγματικότητας. Αυτό είναι μέγα λάθος. Δεν συμβαίνει πουθενά. Ούτε στο δημοτικό τραγούδι ούτε στην παροιμία και το αίνιγμα ή στη λαϊκή αρχιτεκτονική. Συνήθως, οι εγγράμματοι αδυνατούν να κατανοήσουν το βάθος της λαϊκής τέχνης και το φιλοσοφικό υπόστρωμα που την υποστηρίζει. Ο Μπαλάφας είναι ένα ξεχωριστό παράδειγμα λαϊκού τεχνίτη, που ενισχύει αυτό το επιχείρημα. «Ότι θέλω να φωτογραφίσω, γίνεται στη φαντασία μου πρώτα και μετά το παίρνω. Δεν παίρνω στην τύχη φωτογραφίες, τακ, τακ τακ, ετούτο το άλλο. Παίρνω ορισμένες λειτουργικές ενότητες που με εντυπωσιάζουν , αλλά που έχουν και κάποιο βαθύτερο νόημα»[5].
       Ο Μπαλάφας μας ανοίγει την πόρτα στην κουζίνα της τέχνης του. Μας εξιστορεί τον τρόπο που δημιουργεί. Δεν είναι ένας απλός χειριστής της τεχνολογίας. Αξιοποιεί τα εργαλεία και τα εντάσσει στη λαϊκή κοσμολογία, που σμίλευσε τον τρόπο σκέψης, την αντίληψή του για τον στόχο της τέχνης.
       Παράλληλα, είναι δημιούργημα της στερημένης Ελλάδας, της άγονης γραμμής. «Γεννήθηκα σ’ ένα κακοτράχαλο ηπειρώτικο χωριό που λες πως και το ίδιο γεννήθηκε για αγώνες πρώτα με την ίδια τη φύση, για να μπορέσει να επιβιώσει στην κακοτράχαλη γη που γεννήθηκε. Και ένα μεγάλο μαράζι ήταν ο ξενιτεμός»[6]. Ο Μπαλάφας με αδρές γραμμές σκιαγραφεί το προσωπικό του κάδρο. Ο λόγος του λιτός  μα λαξεμένος σαν την πέτρα στα σπίτια, τις εκκλησιές και τα γεφύρια. Τα ίδια γνωρίσματα έχει και η φωτογραφία του: λιτή μα λαξεμένη. Είναι λιτή σαν το ηπειρωτικό τοπίο με τις λαγκαδιές και τις κορυφογραμμές, τους ανθρώπους που βρίσκονται σε διαρκή κίνηση, έτοιμοι να δώσουν τον αγώνα της επιβίωσης σ’ αυτό το τοπίο το αρμολογημένο από πέτρα και πουρνάρι. Είναι όμως και λαξεμένη, καθώς ο Μπαλάφας έχει πλήρη συνείδηση ότι το μάτι του είναι μάτι των ανθρώπων του τόπου του που διεκδικούν το δικό τους μερτικό στη ζωή, που αγωνίζονται και με τα θηρία ακόμη προκειμένου να μετατρέψουν στη στέρηση σε δύναμη. Γνωρίζει πως η οπτική του ακουμπάει στο πολιτισμικό κεφάλαιο που κληρονόμησε.
       Σ’ αυτές τις συνθήκες έμοιαζε προδιαγεγραμμένη η οπτική του Μπαλάφα. Βάδισε στα χνάρια όλων των άλλων τεχνιτών, που έθεσαν την τέχνη τους στην υπηρεσία του ανθρώπου. Ύμνησαν τη φύση και τον αγώνα του ανθρώπου. Αναμετρήθηκαν με τα ποτάμια και τις χαράδρες. Υπηρέτησαν τις μεταφυσικές τους ανάγκες με εκκλησιές και εικονίσματα που συνέδραμαν την ανάγκη να οικειοποιηθούν τον τόπο αλλά και να τον ξεπεράσουν.
       Η φωτογραφική τέχνη λοιπόν του Μπαλάφα είναι η συνέχεια του μοιρολογιού, του τραγουδιού της ξενιτιάς, των γεφυριών. Είναι ύμνος στον αγωνιζόμενο άνθρωπο που στέκει όρθιος σ’ όλες τις αντιξοότητες. Δεν έχει αφετηρία τη μιζέρια. Είναι αντίθετα δοξαστικό στη λαϊκή κοσμολογία. «Εμένα, σ’ όλη μου τη δουλειά, κεντρικός άξονας της θεματολογίας μου είναι ο άνθρωπος και οι αντιδράσεις του στη ζωή. ο αγώνας του για επιβίωση, και περισσότερο οι άνθρωποι του πόνου, γιατί έχουμε σχηματίσει κακή ιδέα για τον πόνο. Ο πόνος είναι σύμμαχός μας, είναι φίλος μας, μας ειδοποιεί πως αν το χέρι μας πονάει, κάτι συμβαίνει εκεί πέρα , και πρέπει να το δούμε. Έπειτα και στην ίδια τη ζωή, ο άξονας της ζωής κινείται μεταξύ πόνου και ανίας»[7].
       Το απόσπασμα αυτό είναι η προγραμματική διακήρυξη του καλλιτέχνη Μπαλάφα, εμπεριέχει την καλλιτεχνική του συνείδηση, η οποία ζυμώθηκε σε αντίξοες, γεωγραφικές και οικονομικές συνθήκες αλλά και φέρει τα σημάδια μιας κοινωνικής θέσης απέναντι στο φωτογραφικό του πεδίο, γεγονός που συμβάλλει στη λάξευση της λοξής του ματιάς προς ό,τι στοχεύει η φωτογραφική του μηχανή. Δεν ενδιαφέρεται να προβάλει και να αποθεώσει την ομορφιά του τοπίου ως μια αυτόνομη οντότητα. Για τον Μπαλάφα προτεραιότητα έχει ο άνθρωπος, οπότε το τοπίο αποτελεί συστατικό στοιχείο της λαϊκής κοσμολογίας. Είναι αυτό που διαμορφώνει την οικονομία, την κοινωνική και πολιτισμική συμπεριφορά. «Το ηπειρώτικο τοπίο το συνθέτουν βουνά με πανύψηλες κορφές, βαθιές χαράδρες και απότομες βουνοπλαγιές που του δίνουν μια σπάνια φυσική ομορφιά και υποβλητική στιβαρότητα» σχολιάζει ο ίδιος[8].
       Παρά την δοξολογία του φυσικού τοπίου, ούτε στα γραφτά του ούτε στις φωτογραφίες του αναδεικνύει το τοπίο ως αυτοσκοπό για περιδιάβαση στη φυσική ομορφιά. Τον ενδιαφέρει ο εσωτερικός διάλογος της φύσης με τον άνθρωπο και γι’ αυτό, συνήθως, τα τοπία χρησιμεύουν ως εισαγωγή στις ανθρώπινες δραστηριότητες. Τον απασχολεί το πώς η υποβλητική στιβαρότητα του τοπίου απεικονίζεται στα πρόσωπα και τα σώματα των ανθρώπων που φωτογραφίζει. Τα πρόσωπα(τσελιγκάδες, κτηνοτρόφοι, υλοτόμοι, ψαράδες, μεροκαματιάρηδες στα Γιάννενα,παιδιά) είναι εμποτισμένα στη στιβαρότητα του τοπίου. Δεν υπάρχει πουθενά παράπονο. Κούραση, ναι. Πολλοί αποκάμνουν στο τέλος της ημέρας. Το βασικό αίσθημα, ωστόσο, είναι μια υπόρρητη αισιοδοξία που αναδύεται από την κίνηση των σωμάτων κόντρα στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες(χιόνι) ή το στερημένο, θαμπό τοπίο της πόλης. Τα σώματα, κατά κανόνα, αντιστέκονται, έχουν την τάση να ορθώνονται, ακόμη κι όταν είναι ζαλικωμένα. Είναι πρόθεση-αλλά και η πίστη του δημιουργού-να υπογραμμίσει το διαρκή αγώνα του Ηπειρώτη. Σ’ ένα περιβάλλον που δεν ευνοεί τη ζωή του αυτός επιμένει να υπερβαίνει τις αντιξοότητες.
       Ο Μπαλάφας φωτογραφίζει εργαζόμενους, ανθρώπους δηλαδή την ώρα της δουλειάς ή του διαλείμματος. Είναι σπάνιες οι φωτογραφίες που αναφέρονται σ’ αυτό που ονομάζουμε ελεύθερο χρόνο. Ακόμη και τότε, όπως στην περίπτωση των γερόντων στην πλατεία και τους δρόμους του Μετσόβου, πρόκειται για κινήσεις ενταγμένες στην κοινωνική δομή του χώρου. Είναι οι κυριακάτικες συναντήσεις, που δίνουν τη δυνατότητα στους γερόντους να σχολιάσουν αλλά και να αναπαράξουν την κυρίαρχη θέση τους στην κοινωνική ιεραρχία του Μετσόβου.
Προβολή εικόνας πλήρους μεγέθους
       Καρτερικότητα και αποφασιστικότητα εκπέμπουν τα πρόσωπα του Μπαλάφα. Αυτό φαίνεται και στις γυναικείες φιγούρες, που έχουν σημαντικό μερίδιο στην προτίμησή του. Γράφει «Ήταν οι σταυρωμένες της ηπειρώτικης κοινωνίας, που ανδρώσαν οικογένειες με ήθος, ιδανικά και αξιοπρέπεια»[9]. Ο Μπαλάφας έχει σαφές, κοινωνικό και ιδεολογικό περίγραμμα, που  καθοδηγεί τη φωτογραφική του μηχανή. Οι «γυναίκες» του, πράγματι, εκφράζουν αυτό που γράφει, αυτό που ξέρουμε για την ηπειρώτισσα. Είναι παντού, κάθε στιγμή, σε κάθε οικογενειακή και κοινωνική δραστηριότητα. Κανακεύουν τα παιδιά, παλεύουν μαζί με το σύντροφό τους και τους συγγενείς στο  κοπάδι και το χωράφι. Πρωτοστατούν στην εκπλήρωση των μεταφυσικών αναγκών της οικογένειας και του σογιού με τα μνημόσυνα. Θα έλεγα ότι οι «γυναίκες» του Μπαλάφα είναι γήινες, απαλλαγμένες από την υπερβολή της οπτικής γωνίας. Καθημερινές γυναίκες, με εμφανή τα ίχνη του χρόνου και της ταλαιπωρίας στο κορμί τους. Γυναίκες , όμως, που ορθώνουν το κορμί τους και το προσφέρουν στήριγμα στην κοινωνία της Ηπείρου. Θυμίζουν  τα μεσιανά δοκάρια, που αναλαμβάνουν να στηρίξουν όλο το σπίτι. Κάτι τέτοιο αποπνέουν οι «γυναίκες» του Μπαλάφα. Λιπόσαρκες αλλά και με αίσθηση του ρόλου τους που τους οπλίζει με δύναμη, η οποία εκπλήσσει. Γυναίκες ζαλικωμένες με τα παιδί, με γεννήματα στην αγορά, γυναίκες στο ετήσιο ανεβοκατέβασμα στα βουνά, αρχόντισσες του Μετσόβου που φροντίζουν να δηλώσουν υπαινικτικά την κοινωνική τους θέση αλλά και γυναίκες του κάματου. Όμως, όσο κι αν η βιοτή λυγίζει το ασθενικό κορμί και οι κοινωνικές συνθήκες φορτώνουν τις πλάτες τους με ευθύνες δεν υπάρχει παράπονο στον τρόπο που κοιτάζουν. Μπορεί να βγάζει πόνο η ζαλικωμένη και διπλωμένη γερόντισσα, όμως δεν επιτρέπει τη λύπηση. Πρόκειται για αγέρωχες φιγούρες, οι οποίες δηλώνουν την αποφασιστικότητα και την καρτερικότητά τους, καθώς γυρίζουν το κεφάλι στο φακό, ενώ συνεχίζουν την πορεία τους στο χιονιά. Είναι εντυπωσιακή η φλόγα που βγάζουν τα «γυναικεία μάτια» του Μπαλάφα. Ο ίδιος αφιερώνει, σε μήνυμά του που διαβάστηκε σε τιμητική εκδήλωση στο Μουσείο Μπενάκη, όλα όσα έγιναν εκείνη την ημέρα στην ηπειρώτισσα γυναίκα. «Σε αυτές που παρ’ όλη τους τη φτώχεια και την ανέχεια είχαν τη δύναμη να ζήσουν και να δημιουργήσουν και να κρατήσουν στον τόπο τη ζωή. Σε μια γη κακοτράχαλη, ματωμένη και περήφανη που θαρρείς πως από τη φύση της γεννήθηκε για αγώνες(…)Αυτές οι γυναίκες μόνες, σε δύσκολους καιρούς, καλλιεργούσαν με το τσαπί τη στέρφα γη, θαρρείς πως στύβαν’ με τα δυο τους χέρια το λιγοστό τους χώμα και το πότιζαν με ιδρώτα για να το κάμουν να καρπίσει. Μάνες υπέροχες, μια ολάκερη ζωή να παλεύουν με την πέτρινη μοίρα τους»[10].
       Ένα άλλο πεδίο, στο οποίο εστιάζει το φακό του ο δημιουργός, είναι  η κτηνοτροφία και η  υλοτομία , δευτερευόντως, που αποτελούν συστατικά στοιχεία της Ηπείρου. της οικονομίας και της κοινωνίας της. Είναι εκεί που συγκροτείται η κοσμολογία του Ηπειρώτη, κατά τον Μπαλάφα. Ακόμη και στα πρόσωπα υπάρχει μια σαφής διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον αστικό και τον ορεινό χώρο. Στην πόλη των Ιωαννίνων, από την οποία αντλεί θέματα του αστικού χώρου(μεροκαματιάρηδες στην αγορά και στα εργαστήρια), η ομίχλη δημιουργεί μια θολή ατμόσφαιρα που συχνά τα ανθρώπινα σώματα και η ανθρώπινη βούληση εμφανίζονται παγιδευμένα. Αντίθετα προς την πόλη, τα πρόσωπα του βουνού είναι βουτηγμένα στο φως και το αγνάντιο της βουνοκορφής. Αυτό αποτυπώνεται και στην ψυχική τους διάθεση. Οι τσομπαναραίοι νιώθουν να κυριαρχούν στο χώρο τους, ενώ οι οικογένειες που ανεβοκατεβαίνουν στα χειμαδιά εκφράζουν τη συλλογική ευθύνη.
       Δεν είναι εύκολο να ολοκληρωθεί η αναφορά στο έργο του Μπαλάφα. Υπάρχουν πολλά ακόμη που μπορεί να πει κανείς. Όμως, θα έλεγα ότι ο Μπαλάφας επιχειρεί με τις φωτογραφίες του να αναπαραστήσει τη δική του Ήπειρο. Αυτή σχετίζεται με τον κόσμο του βουνού, που είναι κυρίαρχος. Είναι η καρδιά της Ηπείρου. Ακόμη, ένα άλλο σημείο της Ηπείρου του Μπαλάφα είναι τα Γιάννενα, το κατεξοχήν αστικό κέντρο που συμβολικοποίησε την υπέρβαση των αντιξοοτήτων από τους Ηπειρώτες και την ανάπτυξη ενός ενδιαφέροντα ανθρωποκεντρικού πολιτισμού. Ένα τρίτο σημείο είναι τα πρόσωπά του, οι εμβληματικές φυσιογνωμίες της φωτογραφικής του τέχνης, που λειτουργούν ως φορείς της λαϊκής κοσμολογίας. Όλα αυτά αναγορεύουν τον Μπαλάφα σε συνεχιστή και κληρονόμο των παλιών μαστόρων, που έσωσαν αλλά και αποτύπωσαν το πολιτισμικό ήθος της Ηπείρου.
     


[1] Γιώργος Χ. Παπασωτηρίου. 2008. Homo Americanus. Αθήνα : Καστανιώτης, σ.24.
[2] Κώστας Μπαλάφας. 2003. «Ήπειρος. Ο τόπος και η παράδοσή του», στο λεύκωμα: Ήπειρος. Αθήνα: Ποταμός/Μουσείον Μπενάκη, σ. 15.
[3][3][3] Σ’ αυτό συγκλίνουμε με την άποψη του      Ηρακλή Παπαϊωάννου, παρόλο που η αφετηρία είναι διαφορετική. «Ο Κώστας Μπαλάφας είναι ένας γνήσια λαϊκός καλλιτέχνης, αφενός γιατί ο λαός είναι ο βασικός πρωταγωνιστής των φωτογραφιών του, αφετέρου γιατί σ’ αυτόν κυρίως απευθύνεται αυτό το έργο». Κώστας Μπαλάφας. 2003. Φωτογραφικές μνήμες από τη σύγχρονη Ελλάδα. Αθήνα: Μουσείο Μπενάκη/Φωτογραφικό Αρχείο, σ.8.
[5] Ό.π., σ.2.
[6] Ό.π., σ.1.
[7] Ό.π., σ.2.
[8] Κώστας Μπαλάφας. 2003. «Ήπειρος. Ο τόπος και η παράδοσή του», στο λεύκωμα: Ήπειρος. Αθήνα: Ποταμός/Μουσείον Μπενάκη, ό.π., σ.10.
[9] Ό.π., σ.17.
[10] Γιώργος Καρουζάκης, «Αφιέρωσε τη δικιά του μέρα στις Ηπειρώτισσες μανάδες», εφημ. Ελευθεροτυπία, 21 Μαΐου 2008, σ.25.
Προβολή εικόνας πλήρους μεγέθους

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΠΡΕΒΕΖΑΣ 1912.Το παρελθόν στο μέλλον της πόλης μας

Στις 21 Οκτωβρίου 1912 η Πρέβεζα απλευθερώνεται και γίνεται μέρος του νεοελληνικού κράτους. 99 χρόνια μετά η δημοτική αρχή της πόλης μού εζήτησε να μιλήσω για τα γεγονότα.Το κείμενο που ακολουθεί είναι αυτό που διάβασα την περασμένη Παρασκευή(21/1/2011) στο Πολιτιστικό Κέντρο της Πρέβεζας(πρώην κινηματογράφος ΟΑΣΙΣ)

       Είμαστε ένα βήμα, ένα χρόνο πριν να φτάσουμε στα 100 χρόνια από την απελευθέρωση της πόλης μας.Νιώθω ιδιαίτερη χαρά αλλά και ευθύνη για την τιμή που μου γίνεται, μια και είναι η πρώτη εορταστική εκδήλωση που οργανώνεται από τον καποδιστριακό πλέον δήμο. Ακόμη, η τιμή και η ευθύνη αυξάνονται από το γεγονός ότι το χορό των πανηγυρικών ξεκίνησε το 1913  μια πολύ σπουδαία προσωπικότητα της εκπαιδευτικής ιστορίας αλλά και γενικότερα της τοπικής μας ιστορίας , ο Χρήστος Κοντός, φιλόλογος τότε και αργότερα γυμνασιάρχης στο εδώ γυμνάσιο(Καράμπελας,97). Ανήκει σ’ εκείνες τις σεπτές μορφές που πάντα χρειαζόμαστε, ιδιαίτερα στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε έχουμε ανάγκη από ανθρώπους που ενσάρκωσαν, έδωσαν νόημα στο αξίωμα «καλός καγαθός» του αρχαιοελληνικού πολιτισμού.
       Τα τελευταία είκοσι χρόνια  δεν είχα την ευκαιρία να βρίσκομαι αυτές τις ημέρες στην πόλη. Ωστόσο, με συνόδευαν οι γυμνασιακές μου μνήμες, η συμμετοχή δηλαδή με το γυμνάσιο στην τελετή που γινόταν στον Άη Γιάννη, στα υψώματα της Νικόπολης εκεί που έπεσε η αυλαία των στρατιωτικών επιχειρήσεων στις 20 Οκτωβρίου 1912. Εμείς, δηλαδή η εκπαιδευτική μας κοινότητα, δεν κάναμε τίποτε άλλο από το να βαδίσουμε στα ίχνη ενός άλλου σημαντικού πρεβεζάνου εκπαιδευτικού, του διευθυντή εκείνη την εποχή του ημιγυμνασίου της πόλης που στεγαζόταν στο ξενοδοχείο του Πατίκου, του Ευκλείδη Τσακαλώτου(Καράμπελας,97). «Εγώ τότε(1913) πήρα του μαθητές του ημιγυμνασίου και με τα πόδια, κρατώντας στεφάνους και την σημαία επήγαμε στην Νικόπολη, στον Αϊ-Γιάννη.Εκεί καταθέσαμε τους στεφάνους εις μνήμην των πεσόντων Ελευθερωτών και επεστρέψαμε πάλι με τα πόδια στην Πρέβεζα».Ως εκπαιδευτικός, επιτρέψτε μου, με την ευκαιρία, να αφιερώσω την αποψινή μου ομιλία, σ’ αυτούς τους δυο σπουδαίους πρεβεζάνους εκπαιδευτικούς αλλά και μέσω αυτών σ’ όλους εκείνους τους συναδέλφους που φώτισαν τα βήματα-και τα δικά μου- της πρεβεζάνικης νεολαίας όλα αυτά τα ενενήντα εννιά(99) χρόνια.
       Κάθε γιορτή  είναι ασφαλώς ευκαιρία να αποδοθούν τιμές στους πρωταγωνιστές.Κυρίως όμως είναι ένας τρόπος να θυμηθούν οι νεώτεροι, να φρεσκάρουν τη συλλογική τους μνήμη, να ανανεώσουν την τοπική τους ταυτότητα, να την εκσυγχρονίσουν προσαρμόζοντάς την στο παρόν αλλά και τις ανάγκες του μέλλοντος. Ταυτόχρονα είναι ένας τρόπος να αποκατασταθεί η επικοινωνία με το παρελθόν, χωρίς το οποίο καμιά κοινωνία δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια της.  Στις μέρες μας έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη να στρέψουμε τη μνήμη μας στο παρελθόν. Δεν πρόκειται για στρουθοκαμηλισμό, για κίνηση δηλαδή που στοχεύει να κλείσουμε τα μάτια μπρος στην οδυνηρή πραγματικότητα αλλά για μια αναγκαία προϋπόθεση ώστε να διαβάσουμε την ιστορία πιο ώριμα για  να βγούμε νικητές από το τέλμα του παρόντος και να σχεδιάσουμε το μέλλον. Όλα αυτά ακούγονται, θα σημείωνε κάποιος καλοπροαίρετος, ωραία αλλά πρόκειται για κουβέντες που ταιριάζουν σε πανηγυρικούς. Το ξέρω.Πλέον όλοι μας ακούμε με καχυποψία τα λόγια. Όμως, αυτό δε σημαίνει πως πρέπει να ρίξουμε στη λησμονιά, στον κάδο του ιστορικού περιθωρίου τα «εικονίσματα» της τοπικής μας ιστορίας. Είναι λοιπόν η ομιλία μου ένα κερί στη μνήμη, μια οφειλόμενη τιμή στους συμπατριώτες που πότισαν με αίμα και ιδρώτα αυτό τον τόπο. Ακόμη, είναι μια προσπάθεια να παραθέσω τη δική μου οπτική , τον δικό μου τρόπο ανάγνωσης της ιστορίας στηριζόμενος στο αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι κάθε εποχή διαβάζει και χρησιμοποιεί με τον δικό της τρόπο τα ιστορικά γεγονότα. Ακόμη, η ομιλία τρέφει την ελπίδα ότι μπορεί κάποια από όσα θα ειπωθούν μπορούν να αποτελέσουν αφετηρία για να προβληματιστούμε και να συζητήσουμε για τις δικές μας ευθύνες απέναντι στο μέλλον της ιστορίας του τόπου μας.
       Το 1912 είναι μια σημαντική χρονιά.Είναι η τελευταία φάση ανάπτυξης της Μεγάλης Ιδέας πριν αυτή βουλιάξει στη θάλασσα της Σμύρνης το 1922 μέσα σε σκοτωμούς, οιμωγές, κραυγές, πόνο και αίμα αλλά και κατάρες για τα συντρίμμια ενός μακραίωνα πολιτισμού. Στις 30 Σεπτεμβρίου 1912 τα Βαλκανικά κράτη(Βουλγαρία, Ελλάδα, Μαυροβούνιο και Σερβία) συμμάχησαν αποστέλλοντας τελεσίγραφο στην Τουρκία για σεβασμό  της αυτονομίας των εθνικών μειονοτήτων τους, που ζούσαν στο έδαφός της. Η Τουρκία απέρριψε το αίτημα κι έτσι μια βδομάδα μετά (9 Οκτωβρίου) τα δύο μέρη βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση. Η απελευθέρωση της Πρέβεζας γίνεται περίπου δυο βδομάδες μετά.
       Αυτό που μπορεί κάποιος να παρατηρήσει στα γεγονότα που έλαβαν χώρα είναι η παρουσία μιας ισχυρής εθνικής πολιτικής ηγεσίας που έχει τη δυνατότητα να διαβάζει το ευρωπαϊκό περιβάλλον, τους πολιτικούς συσχετισμούς  αλλά και να τους αξιοποιεί ενισχύοντας τη θέση της χώρας στην πολιτική σκακιέρα όπως αποδεικνύεται από την εδαφική επέκταση της ελληνικής επικράτειας στις επονομασθείσες νέες χώρες(Ήπειρος, Μακεδονία). Είναι ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ένας οξυδερκής πολιτικός που είχε την ικανότητα να διαβλέπει το μέλλον. Είναι αυτός που δεν έπεσε στην παγίδα των Τούρκων οι οποίοι του πρότειναν να αποσύρει την Ελλάδα από τη Βαλκανική συμμαχία με αντάλλαγμα την Κρήτη.
       Το κλίμα που έχει διαμορφωθεί στην διπλωματική σκηνή, ευνοϊκό για την Ελλάδα, εκτός των άλλων οφείλεται και στο επαναστατικό κίνημα του 1909 που  έκλεισε τον κύκλο της εσωστρέφειας και της πολιτικής και εθνικής κρίσης επισημαίνοντας την ανάγκη να ανοίξει μια νέα σελίδα. Αυτή η προοπτική ενσαρκώθηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο που αναπτέρωσε το ηθικό του ελληνικού λαού ενώ ταυτόχρονα αξιοποίησε με τον καλύτερο δυνατό  τρόπο τις πολιτικές ισορροπίες στην Ευρώπη. Επιμένω στην αλλαγή του κλίματος και της ψυχολογίας γιατί χωρίς ηγέτες εμπνευσμένους και χωρίς ανάταση ψυχική και πίστη τόσο στους ηγέτες όσο και στους στόχους δεν μπορεί να κατακτηθούν οι στόχοι, όποιοι κι αν είναι αυτοί.
      Ένα τρίτο σημείο που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας αφορά την κατάσταση στα υπολείμματα της οθωμανικής αυτοκρατορίας, η οποία είχε συρρικνωθεί αρκετά ενώ έπνεε τα λοίσθια μετά και την Επανάσταση των  Νεοτούρκων το 1908.
       Μετά λοιπόν το τελεσίγραφο των βαλκανικών κρατών αρχίζουν οι ετοιμασίες για τον πόλεμο. Έτσι, οι κινήσεις τακτικής και διαμόρφωσης ευμενών συνθηκών για την τελική επίθεση και απελευθέρωση της Πρέβεζας ξεκίνησαν στις αρχές Οκτωβρίου, πριν από την έναρξη του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση ήταν πολύτιμη η συνεισφορά του πολεμικού ναυτικού. Με την ευκαιρία οφείλω να εξάρω τη συστηματική προσέγγιση και ανάδειξη του θέματος από τον Νίκο Καράμπελα στο βιβλίο του «Η απελευθέρωση της Πρέβεζας 21 Οκτωβρίου 1912», εκδομένο το 1992.
       Κατά κανόνα, τα ονόματα που ταυτίζονται με την απελευθέρωση της πόλης μας είναι ο στρατηγός Σαπουντζάκης ως διοικητής του στρατού  της Ηπείρου, οι ταγματάρχες Σπηλιάδης και Δούλης που ήταν επικεφαλής των μάχιμων στρατιωτικών τμημάτων, ιδίως ο δεύτερος,  αλλά και ο αρχηχός του σώματος των  Κρητών οπλαρχηγός  Μάνος. Όλοι αυτοί έχουν τιμηθεί με οδούς αλλά και κάθε φορά γίνεται αναφορά στα ονόματά τους. Ωστόσο, δεν έχει αποδοθεί η δέουσα τιμή στον πλοίαρχο Ιωάννη Δαμιανό, διοικητή της μοίρας του Αμβρακικού,  πρωτίστως όμως  στον υποπλοίαρχο Νικόλαο Μακά, διοικητή των δύο κανονιοφόρων που κατάφεραν να διεισδύσουν στον Αμβρακικό κόλπο τις πρώτες  ώρες της 4ης Οκτωβρίου 1912. «Ο είσπλους ημών εν τω Αμβρακικώ κόλπω, ως και τα μέτρα άτινα εν αυτώ ελάβομεν εξησφάλισαν τελείως από πάσης εκ θαλάσσης επιθέσεως την δια ξηράς διηνεκή συγκοινωνίαν εφοδιασμού και επισιτισμού του εν Ηπείρω στρατού ενεργουμένην εκ του Κέντρου, δια της μόνης υπαρχούσης οδού της διερχομένης παραλλήλως και πλησίον της ακτής κάτωθι του Μακρυνόρους και απέτρεψαν πάσαν απόπειραν προσβολής των ανωτέρω εχθρικών σκαφών κατά των πέντε εμπορικών ατμοπλοίων, άτινα αδιακόπως περιέφερον την Ελληνικήν σημαίαν ανά τα παράλια του κόλπου»(Καράμπελας 23).
        Ο Μακάς είναι διαφωτιστικός. Χωρίς το ναυτικό θα υπήρχε πρόβλημα επισιτισμού για τις χερσαίες δυνάμεις του Σαπουντζάκη, αλλά και για τα επιβατηγά πλοία που εκτελούσαν αυτήν την αποστολή. Δεν χρειάζονται περισσότερα για να φανεί πόσο βοήθησε το ναυτικό.Ο Μακάς και ο Δαμιανός πρέπει να συμπεριληφθούν στην πινακοθήκη των στρατιωτικών-απελευθερωτών της πόλης μας. Αν δε η πόλη έχει καθυστερήσει να δώσει τα ονόματά τους σε κάποιο δρόμο οφείλει να το πράξει άμεσα, ως τον εορτασμό της εκατονταετηρίδας, αίροντας μιαν ιστορική αδικία.
       Αφού λοιπόν ο στρατός εξασφάλισε τα νοτιοδυτικά του πλευρά και διασφάλισε τον επισιτισμό του,  ήταν έτοιμος για την τελική στρατιωτική αναμέτρηση. Ήταν η 20η Οκτωβρίου 1912. Του αγίου Γερασίμου.Ο καιρός πρεβεζάνικος.  «Υπό καιρόν ακατάστατον και συνεχή βροχήν εξεκίνησεν ο Ελληνικός στρατός κατά της Πρεβέζης το παρελθόν Σάββατον περί ώραν 3ην πρωινήν» , γράφει ο απεσταλμένος της εφημερίδας ΕΣΠΕΡΙΝΗ(Καρ.83). Ο υποπλοίαρχος Μακάς περιγράφει τον ίδιο καιρό στον Αμβρακικό. «Την  5ην π.μ. της 20ης Οκτωβρίου 1912 απεπλεύσαμεν εκ Βονίτσης μετά της κανονιοφόρου ‘Δ’(…)Ο καιρός ήτο συννεφώδης, από της νυκτός δε έπνεε νότιος σφοδρός άνεμος και κατά διαλείμματα έβρεχεν»(Καράμπελας 73).
       Αυτές λοιπόν ήταν οι συνθήκες μέσα στις οποίες έγινε η μάχη της Νικόπολης. Ήταν η μέρα η κρίσιμη που σφράγισε την απελευθέρωση. Τα όσα συνέβησαν το βράδυ της ίδιας ημέρας, αλλά κυρίως την 21η Οκτωβρίου με την παράδοση της πόλης, ανήκουν στη στρατιωτική και διπλωματική ιστορία και στις κινήσεις κείνες που αποσκοπούν στο να διασφαλίσουν τόσο την ασφάλεια των παραδιδομένων όσο και την ομαλή παράδοση της εξουσίας.
       Ωστόσο, δεν θα σταθώ στα στρατιωτικά γεγονότα. Έχουν γραφτεί πολλά. Να υπογραμμίσω μόνο πως θύμα ων στρατιωτικών επιχειρήσεων ήταν ο Κώστας Μπάλκος, γόνος μιας από τις γνωστές πρεβεζάνικες οικογένειες, ενώ στις στρατιωτικές επιχειρήσεις συμμετείχε ο μετέπειτα βουλευτής Πρέβεζας Θεόδωρος Χαβίνης.
       Έχει όμως ιδιαίτερο ενδιαφέρον η ψυχολογία των αμάχων που βρίσκονται στην πόλη. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος αφηγείται πως ήταν πολύ λίγες οι πληροφορίες που αγνοούσαν τι ακριβώς συνέβαινε. Ακόμη και τον κρότο από τους βομβαρδισμούς, «ο κόσμος νόμισε ότι ήταν μπουμπουνητά γιατί η μέρα ήταν συννεφιασμένη»(Καρ 96). Ο Ιωάννης Ρέντζος δημογέροντας και μετέπειτα δήμαρχος αποδίδει συνοπτικά το συναισθηματικό φορτίο των κατοίκων. «Εορτάζομεν την μνήμην του πολιούχου της νήσου Κεφαλληνίας Αγίου Γερασίμου του θαυματουργού. Από πρωίας(τουρκική ώρα 2.30) ηκούοντο πυροβολισμοί και ολίγον κατ’ολίγον επεκτείνοντο.Οι πυροβολισμοί προήρχοντο εκ των υψωμάτων της Νικοπόλεως.Διεδόθη λοιπόν ότι ο πόλεμος ήρξατο και αστραπιαίως η αγορά ερημώθη.Οι μεν χριστιανοί κατέφευγον  εις τας οικίας των, οι δε Οθωμανοί οι δυνάμενοι να φέρωσιν όπλα έτρεχαν εις το πεδίον του πολέμου»(Καρ.94-95).Η γιορτή του αγίου Γερασίμου ήταν οικεία για την Πρέβεζα τόσο λόγω του παρεκκλησίου του όσο και της αξιοπρόσεκτης παροικίας Κεφαλλήνων που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην πόλη.
       Αντιλαμβάνεστε λοιπόν την ψυχολογία των κατοίκων. Για τους χριστιανούς ο φόβος μήπως αποτύχει η στρατιωτική επιχείρηση και υποστούν τις συνέπειες ενδεχόμενης εμπλοκής τους στα δρώμενα. «Μέσα στην Πρέβεζα οργανωμένος τουρκικός στρατός δεν υπήρχε, αλλά Αλβανοί άτακτοι, οπλισμένοι, που τρομοκρατούσαν τον κόσμο», εξιστορεί ο Τσακαλώτος. Από την άλλη ήταν και η ελπίδα που ενισχυόταν από τις φήμες και το θετικό κλίμα που υπήρχε εκείνη την εποχή.
       Πιο έντονη όμως ήταν η συναισθηματική κατάσταση των μουσουλμάνων κατοίκων. Αντιγράφω από  τον Αθανάσιο Τριγονίδη που έγραψε βιβλίο με τίτλο «Η μάχη της Νικοπόλεως και η Άλωσις της Πρεβέζης(εν Αθήναις 19`14, οίκος Γεωργίου Φέξη, αντιγραφή από Γ. Κούρτη, σελ.24-25). «Οι κάτοικοι της Πρεβέζης, ιδιαιτέρως δε οι μουσουλμάνοι από των πρώτων πρωινών ωρών οπότε είχεν αρχίσει η μάχη εις την Νικόπολιν και ηκούετο ο ζωηρός κρότος των ντουφεκιών και ο βαρύς των πυροβόλων κατείχοντο από σφοδράν αγωνίαν…Αι αφηγήσεις των Τούρκων τραυματιών της Κιάφφας, αξιωματικών και οπλιτών, έπεισαν αυτούς ότι κάθε αντίστασις εις την ορμήν της ελληνικής λόγχης ήτο μοιραία. Και εννοούντες το αποτέλεσμα της μάχης της Νικοπόλεως, ήρχισαν να ζητούν από του Τούρκου ταγματάρχου και στρατιωτικού διοικητού της Πρεβέζης την παράδοσιν της πόλεως εις τον Ελληνικόν σττρατόν.Συγχρόνως αι μουσουλμανικαί οικογένειαι κατέφευγον εις τας φιλικάς των χριστιανικάς οικογενείας και παρεκάλουν να τους σώσουν αυτοί από κάθε χειροδικίαν των Ελλήνων στρατιωτών και ιδία των κρητών ανταρτών. Αι χριστιανικαί οικογένειαι της Πρεβέζης, χωρίς να διατηρούν καμμίαν μνησικακίαν δια τα φοβερά μαρτύρια που υπέφερον οι Έλληνες….από την τουρκικήν και αλβανικήν  αγριότητα, προσέφερον το άσυλον της στέγης τους»(κούρτης 218-9).
       Το απόσπασμα αυτό από το πόνημα του Τριγονίδη είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την ψυχολογία των μουσουλμάνων. Ανησυχούν, τρομοκρατούνται, αγωνιούν για το επερχόμενο. Είναι συναισθήματα που βιώνουν όλοι όσοι ηττώνται. Η πιο αξιοπρόσεκτη διάσταση σ’αυτό  το απόσπασμα όμως είναι η σχέση χριστιανών και μουσουλμάνων και η συμπεριφορά των ελλήνων κατοίκων της πόλης. Ο Τριγονίδης πάντως δεν χρησιμοποιεί τον εθνολογικό χαρακτηρισμό Έλληνας ή Τούρκος όταν αναφέρεται στις δύο πληθυσμιακές ομάδες.Περιορίζεται στη θρησκευτική πίστη. Οι χριστιανοί της Πρέβεζας είναι γενναιόδωροι στους συμπολίτες τους μουσουλμάνους.Στους γειτόνους και τους γνωστούς τους. Δεν τους ενδιέφερε η συμπεριφορά των στρατιωτικών σωμάτων, τουρκικών και αλβανικών. Είναι και οι δυο ομάδες, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, Πρεβεζάνοι που μοιράστηκαν την καθημερινότητα για πολλά χρόνια. Έζησαν μαζί. Θεωρώ τη συμπεριφορά των χριστιανών εξόχως ανθρωπιστική αλλά και αποκαλυπτική για την ιδιότητα του Πρεβεζάνου, για την οποία πολύς λόγος έχει γίνει όλα αυτά τα χρόνια.
       Η πόλη επίσημα εντάσσεται στο νεοελληνικό κράτος στις 21    Οκτωβρίου 1912. Αμέσως αναλαμβάνει το ρόλο της πύλης εισόδου και εξόδου από τη δυτική Ελλάδα για το νεοελληνικό κράτος πλέον. Ως το 1912 το ρόλο αυτό εξυπηρετούσε το λιμάνι της Κόπραινας. Για πενήντα περίπου χρόνια η Πρέβεζα στηρίζει την οικονομική και κοινωνική της οργάνωση στο λιμάνι. Στη δεκαετία του 1960 όμως  μετατοπίζεται ο άξονας από το λιμάνι στον ελαιώνα, ο οποίος ξεριζώνεται για να τροφοδοτήσει είτε την αγορά διαμερίσματος στην Αθήνα από την παροικία Πρεβεζάνων που συγκροτείται στη μεταπολεμική Αθήνα είτε τη νέα καλλιέργεια, τα οπωροκηπευτικά που αποτέλεσαν τον νέο πυλώνα της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής  φυσιογνωμίας της πόλης για  μισό περίπου αιώνα. Στην πρώτη περίπτωση η κρίσιμη πληθυσμιακή ομάδα ήταν οι λιμενεργάτες αλλά και τα άλλα επαγγέλματα που αντλούσαν ευεξία και κύρος από το λιμάνι. Με βάση το λιμάνι διαμορφώθηκαν κοινωνικές τάξεις, επαγγέλματα, πολιτισμικές συμπεριφορές. Στην περίοδο των οπωροκηπευτικών(ως το τέλος του 20ου αιώνα) είναι οι παραγωγοί  που λειτουργούν ως το βαρόμετρο της οικονομικής δραστηριότητας.
       Και στις δυο περιπτώσεις η Πρέβεζα είχε μια συγκεκριμένη φυσιογνωμία. Ξέρουμε τα χαρακτηριστικά της. Ήταν ευδιάκριτος ο ρόλος της στον ευρύτερο εθνικό χώρο. Σήμερα, 99 χρόνια μετά, το αίτημα είναι να ξαναποκτήσει η πόλη ένα καθαρό στίγμα. Τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του παρελθόντος έχουν υποχωρήσει. Η ντάπια πλέον έχει μείνει μόνο στις αφηγήσεις των μεγαλυτέρων/. Το λιμάνι έχει χάσει τον κυριαρχικό του ρόλο στη βορειοδυτική Ελλάδα. Η θάλασσα, ο Αμβρακικός κόλπος, κινδυνεύει από ασφυξία. Εκπέμπει σήμα κινδύνου.Πιστεύω ότι η Πρέβεζα διανύει την Τρίτη περίοδο της μετα-απελευθερωτικής της ιστορίας. Η πόλη έχει αλλάξει ριζικά. Ακόμη και η δική μου «Πρέβεζα» που μελέτησα στη διδακτορική μου διατριβή απέχει πολύ από τη σημερινή. Έχει διπλασιαστεί. Αυτό δεν είναι κακό από μόνο του.Αντίθετα έφερε νέους πληθυσμούς προσδίδοντας νέο δυναμισμό στην πόλη.  Αυτό όμως που προβληματίζει είναι ότι  εκπέμπει ένα ασθενές σήμα όσον αφορά την ταυτότητά της. Τι πόλη είναι και πού πηγαίνει; Συνεχίζει-και είναι η μόνη πόλη της Ηπείρου-να βρίσκεται έξω από οδικούς άξονες. Αυτό σε πρώτη ανάγνωση μοιάζει με μειονέκτημα. Μπορεί όμως  να μετατραπεί σε συγκριτικό πλεονέκτημα. Για να γίνει αυτό, ωστόσο, χρειάζεται να μπούνε επικεφαλής οι «δημογέροντες» της πόλης και η πνευματική της ηγεσία. Το 1912 ήταν ο Ρέντζος, ο Κοντός, ο Τσακαλώτος, ο Τόλιας, ο Γερογιάννης, ο Κοντογιάννης αυτοί που παρέστησαν στη συνάντηση τουρκικής διοίκησης και χριστιανών κατοίκων της πόλης με θέμα την παράδοση της πόλης. ΄Ηταν παραμονή της 21ης , στο παλιό λιμεναρχείο, εκεί όπου έχει ανεγερθεί το Δημαρχείο της πόλης.
      Καθώς η πόλη ετοιμάζεται να εισέλθει στον δεύτερο αιώνα της ελεύθερης ζωής της  οι πάσης φύσης  ηγέτες της πόλης οφείλουν να κοιτάζουν πάντα στο παρελθόν αναζητώντας εικόνες και παραδείγματα που θα τους συνοδεύσουν στα καθήκοντά τους .Οι «δημογέροντες» του 21ου αιώνα οφείλουν να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να επιδείξουν αυταπάρνηση. Βεβαίως, υπάρχει το εθνικό πλαίσιο, το περιφερειακό, το ευρωπαϊκό, το διεθνές. Οι ηγέτες της πόλης, με μπροστάρηδες τη δημοτική αρχή και όλους τους εκπροσώπους των παραγωγικών, επιστημονικών και επαγγελματικών φορέων, καλούνται  να οραματιστούν , να σχεδιάσουν και να αγωνιστούν για την Πρεέβεζας της δεύτερης εκατονταετηρίδας.. Έχουμε χρέος να παραδώσουμε στα παιδιά μας μια νέα πόλη που θα έχει συνείδηση του παρελθόντος αλλά και σχέδιο-στο μέτρο του δυνατού-για το μέλλον.
       Η περίοδος των Βαλκανικών πολέμων –αν μη τι άλλο-, έχει να μας διηγηθεί για την αξία της συλλογικότητας και της πίστης στο στόχο. Είναι αξίες που έχουν ξεθωριάσει στην εποχή μας. Καιρός να συνομιλήσουμε και πάλι μαζί τους. Ας αφήσουμε τα βαρίδια του παρελθόντος. Η πόλη χρειάζεται καθαρό αέρα. Έχει ανάγκη από ένα νέο όραμα που θα εμπνεύσει τους πολίτες της. Ο Τριγονίδης αλλά και ο τρόπος που φέρθηκαν οι Πρεβεζάνοι στους συντοπίτες τους μουσουλμάνους δείχνει πως η πόλη μας ήταν πάντα ένα νέο χωνευτήρι νέων πληθυσμών , που ανανέωνε συνεχώς την έννοια του Πρεβεζάνου. Αυτό είναι μια σημαντική κληρονομιά που μας αφήνουν οι παλιοί Πρεβεζάνοι. Ας το αξιοποιήσουμε
       Ανήμερα της απελευθέρωσης οι Πρεβεζάνοι του 1912 βγήκαν στους δρόμους της πόλης για να προϋπαντήσουν τον απελευθερωτή ελληνικό στρατό, τον άγγελο μιας νέας εποχής. Έναν αιώνα μετά η σκέψη μας είναι κοντά τους καταθέτοντας την ευγνωμοσύνη μας για όσα έκαναν αλλά και προσδοκώντας να μας μεταγγίσουν τη ζωτικότητά τους, την πίστη τους, τη δίψα για κάτι καινούργιο.