Στις μέρες μας, τα Χριστούγεννα έχουν
αλλάξει. Παλιότερα, ήταν γιορτή για τους μεγάλους, τους ενήλικες. Τα παιδιά
παρακολουθούσαν, χωρίς να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Στη Δύση, βέβαια, η
κατάσταση ήταν διαφορετική. Από πολύ νωρίς, 4ος αιώνας μ.Χ.,
εστίασαν στην παιδική περίοδο της ζωής του Χριστού, καθιστώντας τα Χριστούγεννα
παιδική γιορτή. Η γέννηση του Χριστού, οι μάγοι, οι ύμνοι και όλα τα υπόλοιπα διαμόρφωναν
μια ατμόσφαιρα που ευνοούσαν το χαρακτηρισμό των Χριστουγέννων ως γιορτή για τα
παιδιά.
Στην Ελλάδα η στροφή αυτή έγινε τα τελευταία
χρόνια, ιδίως με τον καθοριστικό ρόλο των ΜΜΕ και την ανάδειξη της παιδικής
ηλικίας σε κεντρικό ενδιαφέρον της κοινωνίας, καθώς και με την επικράτηση της
καταναλωτικής αντίληψης και με την εξωστρεφή διάθεση της ελληνικής κοινωνίας
τις τελευταίες δεκαετίες, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να υιοθετήσει γιορτές
και νοοτροπίες χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα Χριστούγεννα έχουν μετακινήσει
το επίκεντρό τους στην παιδική ηλικία, είναι πλέον μια γιορτή όπου η βασική
φροντίδα είναι για τα παιδιά.
Ωστόσο, τα Χριστούγεννα, πέρα από την
κοινωνική και λατρευτική επικέντρωση, ήταν πάντα μια γιορτή που αφορούσε τη
γέννηση του Θείου Βρέφους. Αφορούσε μια γέννηση και ο λαός χρησιμοποίησε
μεταφορές, εικόνες, τραγούδια και εθιμικές συμπεριφορές από αυτά που έβλεπε
γύρω του, από την ανθρώπινη εμπειρία του για τη γέννηση παιδιών, για να μιλήσει
για το Θείο Βρέφος.
Αυτό φαίνεται από το πλαίσιο, στο οποίο
τοποθετείται η γιορτή των Χριστουγέννων, το Δωδεκαήμερο που θεωρείται ως ένα
διάστημα μιαρότητας, καθώς τότε εμφανίζονται τα παγανά, οι καλικάντζαροι, στις
24 Δεκεμβρίου. Η περίοδος αυτή, η επικίνδυνη, κλείνει με τον αγιασμό των νερών,
τα οποία αγιάζονται και οριστικά αποτρέπουν τις εστίες μόλυνσης. Για τους
Χριστιανούς ως τα μέσα του 4ου
αι. μ.Χ. αρχή του έτους ήταν η 6η Ιανουαρίου, η ημέρα της βάφτισης
του Χριστού. Οι ορθόδοξοι μάλιστα συνέχιζαν να θεωρούν την ημέρα αυτή ως
σπουδαιότερο γεγονός από τη γέννηση, σε σημείο μάλιστα που τα Θεοφάνια να είναι
η μεγαλύτερη γιορτή του χρόνου και κάθε καινούργιο ρούχο δωριζόταν και φοριόταν
αυτήν ημέρα, για «να φωτιστεί».
Υπάρχει δηλαδή μια άμεση αντιστοίχηση της
βάφτισης του Χριστού με τις λαϊκές αντιλήψεις για το ρόλο της βάφτισης του
παιδιού. Στην πρώτη περίπτωση μέσω της βάφτισης το Θείο Βρέφος μπαίνει στην
κοινωνία των ανθρώπων, ενσωματώνεται στον κύκλο των θνητών-ενώ ακούγεται εξ
ουρανού φωνή να λέγει «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός»-,για να επιτελέσει
την αποστολή του.
Εξάλλου, η βάφτιση ήταν πολύ σημαντικό
γεγονός για τους ανθρώπους, καθώς σηματοδοτούσε την απομάκρυνση από τον κόσμο
της επικινδυνότητας, από την έκθεσή του στις διάφορες δαιμονικές δυνάμεις. Η
σχέση βάπτισης του Χριστού και παιδιών είναι διάχυτη στη γιορτή των Θεοφανίων.
Τα δώρα που προσφέρει ο νουνός στο βαφτιστικό του διατηρούν την ουσία της
γιορτής των Φώτων, όπως αναφέρθηκε πιο μπροστά, το φωτισμό του δωρολήπτη
παιδιού. Αυτό το μαρτυράει και η λέξη που χρησιμοποιούν στη Θράκη για τα δώρα
του νουνού. Είναι τα φωτίκια ή φωτοκέρια. Πιο συγκεκριμένα, στο Τσακήλι της
Θράκης ο νουνός στέλνει φωτίκι, που αποτελείται από φρούτα (πορτοκάλια, σύκα,
μήλα) και ζαχαρωτά, τα οποία περνάει σ` ένα σχοινί.
Άλλη συσχέτιση της Θείας και της ανθρώπινης
βάφτισης είναι ο διάμεσος που αναλαμβάνει να οδηγήσει και να εγγυηθεί την
είσοδο του νεοφώτιστου στο νέο κόσμο. Είναι ο κουμπάρος που θεωρείται πολύ
σημαντικό πρόσωπο για τους ανθρώπους, ισοδύναμος με τον πατέρα. Κουμπάρος,
όμως, λέγεται στο Ξυνό Νερό της Φλώρινας και το πρόσωπο που έπαιρνε στη
δημοπρασία το Σταυρό της εκκλησίας μετά τον αγιασμό του Σταυρού. Για μια μέρα
ήταν το κεντρικό πρόσωπο στο χωριό, καθώς όλοι οι κάτοικοι επισκέπτονταν το
σπίτι του και του εύχονταν.
Το Δωδεκαήμερο και η περίοδος ως τη βάφτιση
ήταν μια περίοδος απομόνωσης, που μετριαζόταν, ωστόσο, από τον ερχομό του
βρέφους-Θείου και ανθρώπινου. Στην υμνογραφία των Χριστουγέννων υπάρχουν πολλές
παρομοιώσεις, εικόνες και μεταφορές που ταυτίζουν το νεογέννητο Χριστό με τον
ήλιο. Βεβαίως, αυτό σχετίζεται και με την προγενέστερη γιορτή του περσικού
Μίθρα, θεού του ήλιου και του φωτός και αρχηγού στον αγώνα κατά του σκότους,
που εορταζόταν η γέννησή του την ίδια ημέρα, πριν να μετακινηθούν στη θέση αυτή
τα Χριστούγεννα.
Πράγματι, ο Χριστός έχει κληρονομήσει όλα
αυτά τα χαρακτηριστικά. Ωστόσο, θεωρώ ότι η παρομοίωση του Χριστού με τον ήλιο
και το φως στεγάζει και τις λαϊκές αντιλήψεις για το νεογέννητο. Τα
νανουρίσματα που είναι αραβουργήματα τρυφερότητας και ονειροφαντασίωσης των
γονέων για τα μωρά τους έχουν πολλές τέτοιες εικόνες, όπου τα νεογέννητα
παρουσιάζονται ως εκπέμποντα φωτισμό. Το φανερώνει και το πιο κάτω δίστιχο από
νανούρισμα της Θράκης.
Κοιμάτ`
αστρί, κοιμάτ` αυγή, κοιμάται νιο φεγγάρι,
κοιμάται
το πουλάκι μου σαν άξιο παλληκάρι.
Για τους γονείς
το παιδί είναι ο ήλιος, το φεγγάρι και τα άστρα, όλα τα πολύτιμα αντικείμενα
μαζί, είναι ένα πλάσμα που γεμίζει περιεχόμενο τη ζωή τους, τους δίνει τη
δυνατότητα να βλέπουν τη ζωή με πιο έντονα χρώματα, κυριαρχεί η αισιοδοξία και
αυτό το δείχνουν με παρομοιώσεις που ξεχειλίζουν από έντονα συναισθήματα.
Το ίδιο συμβαίνει και με το Χριστό, όσο κι αν
η υμνογραφία της περιόδου έχει επιδράσεις από προγενέστερες λατρείες. Οι
άνθρωποι υποδέχονται τη γέννηση του Χριστού με τον ίδιο τρόπο, γι` αυτούς είναι
ένα βρέφος που προσδοκούν ότι θα δώσει νέο περιεχόμενο στη ζωή τους, θα τους
κάνει πιο αισιόδοξους. Αυτή η αντίληψη υπάρχει και στο θρακιώτικο τραγούδι των
Χριστουγέννων.
Χριστός
γεννιέται,
σα
γήλιος φέγγει,
σα νιο
φεγγάρι
σαν
παλληκάρι
Η προσμονή, όμως,
για τη γέννηση του Θείου Βρέφους συνδέεται και με τη μητέρα του, την Παναγία. Η
αγωνία αλλά και το ενδιαφέρον γι` αυτήν είναι τα ίδια με αυτά που ένιωθε η
οικογένεια, οι συγγενείς για τη δική τους εγκυμονούσα. Στη Θράκη έφηβοι γύριζαν
το βράδυ της παραμονής από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούσαν τα κόλιαντα, που
στόχευαν να προκαλέσουν θετική εξέλιξη της γέννας.
Σαράντα
μέρες, σαράντα νύχτες
Η
Παναγιά μας κοιλοπονούσε.
Κοιλοπονούσε
και παρακαλούσε
τους
Αποστόλους, τους Αρχαγέλλους.
Και αλλού
Κυρά
Θετόκο
εκοιλοπόνα
εκοιλοπόνα
και
παρεκάλει!
-Βοηθήσετέ
με
αυτή
την ώρα
τη
βλογημένη
και
δοξασμένη,
μαμή
να πάτε,
μαμή
να φέρτε.
Στόχος για κάθε
εγκυμονούσα είναι να γεννήσει καλά και γρήγορα. Για το σκοπό αυτό είναι απαραίτητη
η μαμή, μια φιγούρα κεντρική στη γέννα. Η σημασία της μαμής στην εξέλιξη της
γέννας έχει αποκτήσει και τελετουργική μορφή, καθώς στη βόρεια Ελλάδα
γιορτάζεται στις 8 Ιανουαρίου η μέρα της μπάμπως, κατά την οποία αποδίδεται
τιμή και σεβασμός στις γυναίκες που συμβάλλουν στην αναπαραγωγή της κοινωνίας.
Είναι φυσικό, λοιπόν, να τοποθετούν τη μαμή, ένα οικείο πρόσωπο, και στα
κόλιαντα που αφορούν το Χριστό.
Πέρα απ` αυτό, η
γρήγορη και καλή γέννα επιτυγχάνεται και με τη χρήση μαγικών ενεργειών. Στο
Παγγαίο, «εν τω καιρώ των ωδίνων ρίπτεται εις αγγείον πλήρες ύδατος το λεγόμενο
της«Παναγιάς το χέρι»,και εκ του ύδατος τούτου πίνει η λεχώ, ίνα προς ευκολίαν
τέξη».Ακόμη, στο χωριό Άμφια της Ροδόπης βάζουν σ` ένα ποτήρι με νερό ένα ξερό
λουλούδι, δεμένο με κόκκινη κορδέλα και απέναντι τοποθετούν την εικόνα της
Παναγίας. Όταν το λουλούδι ανοίξει αμέσως, τότε το παιδί θα γεννηθεί εύκολα,
ενώ αν δεν ανοίξει, η γέννα θα είναι δύσκολη.
Την παραμονή,
εξάλλου, των Χριστουγέννων γίνονται προετοιμασίες που προσιδιάζουν στην
προσμονή του νεογέννητου. Θα πρέπει, κατ` αρχήν, το περιβάλλον να έχει καλή
θερμοκρασία, ώστε να ζεσταθεί το Θείο Βρέφος. Παντού σχεδόν στην Ελλάδα είναι
γνωστό το πάντρεμα της φωτιάς, η μεταφορά δηλαδή χοντρόξυλων, που τα βάζουν
σταυρωτά και τα ανάβουν, για να αποτρέψουν την είσοδο των παγανών που τότε
κάνουν την εμφάνισή του. Στα ορεινά, όμως, χωριά των Πιερίων η πράξη αυτή
εξειδικεύεται και αποσκοπεί στο «να τους βρει ο Χριστός καλούς νοικοκυραίους
και να ζεσταθεί, καθώς θα `ταν κρυωμένος».Ο καλονοικοκύρης φροντίζει να
δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για το νεογέννητο, η ίδια σκέψη τον συνοδεύει
και στις προετοιμασίες για τα Χριστούγεννα, καθώς αντιμετωπίζει το Χριστό ως
ένα ευπαθές μωρό που χρειάζεται τη στοργή του.
Έπειτα, και ό,τι άλλο γίνεται την παραμονή, ιδίως, τα
φαγητά, σχετίζεται με την αντιμετώπιση της Παναγίας ως λεχώνας, που χρειάζεται
ζέστη αλλά και μπόλικη τροφή, ώστε να αναλάβει δυνάμεις. Αμέσως μετά τη γέννα,
στις πιο πολλές περιπτώσεις γίνονται τα μπογανίκια, το τραπέζι προς τιμή των
γυναικών που έλαβαν μέρος στη διαδικασία της γέννας. Αυτό στη Σαμοθράκη
ονομάζεται της Παναγιάς το τραπέζι, στο οποίο το κύριο παρασκεύασμα ήταν η
μπογάτσα.
Παρόμοιες είναι οι
ενέργειες και τα Χριστούγεννα. Το ψωμί με διάφορες είναι κυρίαρχο. Συνήθως, λέγεται
Χριστόψωμο ή Χριστός. Άλλοτε, παίρνει το όνομα κολιαντίνες (Δυτική
Μακεδονία)-τα μικρά ψωμιά που προσφέρουν στα παιδιά που λένε τα κάλαντα. Σε
κάθε όμως περίπτωση, το ψωμί γίνεται το επίκεντρο στη γέννηση του Χριστού και
των άλλων παιδιών. Με βάση αυτό οργανώνεται η υποδοχή του νεογέννητου. Σε πολλά
μέρη, εξάλλου, της βόρειας Ελλάδας η συσχέτιση των γεννήσεων Θείου Βρέφους και
θνητών συνεχίζεται και με τις λαλαγγίτες που προσφέρουν στη λεχώνα, αλλά και
που αποτελεί βασικό γλύκισμα για τα Χριστούγεννα, υπογραμμίζοντας την
αντιμετώπιση της Παναγίας ως μιας αδύναμης λεχώνας. Σε πολλά μέρη ονομάζονται
σπάργανα της Παναγιάς και τα τρώγανε με μέλι ή με ζάχαρη, ενώ οι φτωχοί τα
περίχυναν με καρύδια κοπανισμένα με σκόρδο και αλάτι.
Πέρα απ` αυτά, και
τα φαγητά αλλά και τα γλυκά στη βόρεια Ελλάδα έχουν άμεσες αναφορές στο
Χριστό-Θείο Βρέφος. Βασικό φαγητό του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού είναι οι
σαρμάδες που τυλίγονται με λάχανο, ενώ το κύριο γλυκό είναι το σαραγλί που
είναι κι αυτό τυλιχτό, γεγονός που τα συνδέει με το σπαργάνωμα του Χριστού, με
τη βρεφική του ηλικία.
Η αντιμετώπιση της
Παναγίας ως λεχώνας φαίνεται και από πράξεις που σκόπευαν να την προστατεύσουν
από τη μιαρότητα. Στην Έδδεσα, για παράδειγμα, τις τρεις πρώτες ημέρες των
Χριστουγέννων δεν έκλειναν τις πόρτες των σπιτιών όλη τη μέρα, για να μην πάθει
κακό η Παναγία που ήταν λεχώνα. Τις έκλειναν το βράδυ, όπως έκαναν και με τις
δικές τους λεχώνες, προφανώς από ανάγκη εξαερισμού του χώρου όπου έγινε η γέννα
και καταπολέμηση των μικροβίων.
Τα Χριστούγεννα,
λοιπόν, είναι μια γιορτή που προσφέρεται για τρυφερότητα, στοργή, ελπίδα. Η
γέννηση του Χριστού δίνει την ευκαιρία στον άνθρωπο να οικειοπoιηθεί τη θεϊκή του φύση και να τον
εντάξει στην ανθρώπινη εμπειρία του, όπως προσδιορίζεται από όλα τα έθιμα που
προσδιορίζουμε. Σήμερα που κάποια έθιμα έχουν παραμεριστεί, η προσφυγή σε
μερικά απ` αυτά-ενδεχομένως τα πιο λειτουργικά, μπορεί να δημιουργήσεις
προϋποθέσεις, ώστε η κατακερματισμένη οικογένεια της εποχής μας να ενισχύσει
τους δεσμούς της. Συχνά, η ουσιαστική τρυφερότητα στην οικογένεια, στις σχέσεις
με τα παιδιά, σκεπάζεται από τα ακριβά δώρα. Τα Χριστούγεννα, όμως, μπορούν να
δώσουν διαφορετικό περιεχόμενο. Η γέννηση του Χριστού και η παρομοίωσή του με
παιδί, ενδεχομένως, μπορεί να βοηθήσουν, ώστε το παιδί να αποκτήσει ουσιαστικό
ενδιαφέρον και φροντίδα.