Σελίδες

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2013

Του Ευάγγελου Αυδίκου*,Η εκδίκηση του «τυχαίου», Εφημερίδα των Συντακτών,12/11/13





Τον τελευταίο καιρό αρχίζει να γίνεται οικεία στους Ελληνες η έννοια του τυχαίου. Για τους ιθύνοντες και τα ΜΜΕ το τυχαίο αναγορεύεται σε τύχη αγαθή, που συνέβαλε στην ανάδειξη κακώς κειμένων στην ελληνική πολιτική και κοινωνία. Το εκλαμβάνουν ως ευκαιρία για την αντιμετώπιση αρνητικών φαινομένων, ακόμη κι όταν το τυχαίο συνδέεται με μια ανθρωποθυσία.

Είναι πρόσφατα τα δύο παραδείγματα. Το ένα αφορά τη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα. Στην αρχή επιχειρήθηκε να αποδοθεί σε μια τραγική σύμπτωση, όπου ένας φανατικός νεο-ναζιστής έβγαλε μαχαίρι πάνω στην έξαψη του καβγά. Τάχα μου! Λίγο μετά, η «τυχαία» δολοφονία θεωρήθηκε ως «τύχη» γιατί έδωσε την ευκαιρία στο πολιτικό σύστημα να αναμετρηθεί με την κτηνώδη, ναζιστική βία.

Το δεύτερο παράδειγμα είναι η ξανθιά Μαρία των Φαρσάλων, που ένα «τυχαίο» γεγονός την κατέστησε πρώτη είδηση και θέμα συζήτησης σ΄ όλο τον κόσμο, πολλώ μάλλον στην Ελλάδα. Το «τυχαίο» εδώ συνδέεται με την παρατηρητικότητα της γυναίκας εισαγγελέως που βρέθηκε στον καταυλισμό των Τσιγγάνων για αστυνομική έρευνα.

Αναμφίβολα, οι δικαστικές, αστυνομικές και πολιτικές αρχές δικαιούνται τον αναλογούντα έπαινο για τον τρόπο που χειρίστηκαν τα ζητήματα, ή κάποιες πτυχές τους. Ωστόσο, αυτό δεν εμποδίζει να θέσουμε το πρόβλημα της τυχαιότητας. «Ανευ αιτίου ουδέν εστίν», ισχυρίζεται ο Αριστοτέλης. Πρόκειται για τη βασική αρχή της αιτιοκρατίας γύρω από την οποία οργανώθηκε η νεωτερική σκέψη. Με άλλα λόγια, το τυχαίο» σ΄αυτό το πλαίσιο είναι απότοκος άγνοιας των πραγματολογικών δεδομένων. «Ανθρωποι τύχης είδωλον επλάσαντο πρόφασιν ιδίας αβουλίης», συμπληρώνει ο Δημόκριτος. Που σημαίνει ότι η τύχη είναι εφεύρεση των ανθρώπων για να δικαιολογήσουν την έλλειψη βούλησης.

Οι ρήσεις των αρχαίων φιλοσόφων ταιριάζουν γάντι στα προαναφερθέντα παραδείγματα. Υπερτονίζεται και στις δύο περιπτώσεις το αποτέλεσμα αλλά και η σύμπτωση. Το τυχαίο γεγονός που βοήθησε να αποκαλυφθεί η όζουσα πραγματικότητα. Ισως, να εμφιλοχωρεί στο οπίσθιον μέρος της κεφαλής των ιθυνόντων η ανάγκη για την προσωπική τους προβολή, απολαμβάνοντας την επικαρπία της επιτυχίας. Ενδεχομένως, η συγκεκριμένη διαχείριση να αποσκοπεί στην απομάκρυνση της συζήτησης από τα αίτια αλλά και τη μετέωρη κοινωνικά και πολιτικά όζουσα κατάσταση.

Θα ήταν αφέλεια, ωστόσο, να πιστέψει κανείς ότι οι ιθύνοντες αγνοούσαν παντελώς το τι συνέβαινε. Στην Ελλάδα ευδοκιμεί -ανάμεσα στα άλλα- και η έκπληκτη -αν όχι κλαίουσα και οδυρόμενη- ιτιά. Καθημερινά και με διθυραμβικό –κάποιες φορές που το καλεί η περίσταση με ελεγειακό- τρόπο οι υπουργοί και οι γραμματείς ανακοινώνουν τις επιτυχίες που κατήγαγαν ή εκδραματίζουν την αφοσίωσή τους στον αγώνα για την αλλαγή της χώρας. Ενάντια στους αντιμεταρρυθμιστές υπαλλήλους. Στους εργαζομένους.

Θα προσέφεραν μεγαλύτερη υπηρεσία όσοι ακκίζονται δημοσίως αν -αντί για τη φλύαρη διατυμπάνιση των επιτυχιών τους- αναρωτιούνταν τι σάπιο υπάρχει στις υπηρεσίες τους και αν οι ίδιοι έχουν τη βούληση να ασχοληθούν μ΄ αυτό πάνω στο οποίο φαίνεται να έχουν στρογγυλοκαθίσει, που επιτρέπει σε μια οικογένεια των Φαρσάλων να γελοιοποιήσει το κράτος. Ισως εξυπηρετεί να τα φορτώσουν όλα στη ραθυμία κάποιου υπαλλήλου. Ενδεχομένως να συμβαίνει κι αυτό. Ομως, οι ιθύνοντες τι πράττουν; Για την κακή οργάνωση των υπηρεσιών, για την «αβουλίη» την ευθύνη φέρει η πολιτεία με τα συντεταγμένα όργανά της.

Τα προγράμματα, για παράδειγμα, για την ένταξη των τσιγγανοπαίδων δεν έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα. Επικράτησε η λογική του φαίνεσθαι. Βραχείας διάρκειας εκπαιδευτικά προγράμματα και πάλι από την αρχή. Οσο να στρώσουν τα παιδιά και να επιτευχθεί η κοινωνική ένταξη στη μαθητική κοινότητα τελείωνε το πρόγραμμα κι επαναπροκηρυσσόταν. Ενα γεφύρι της Αρτας, με άλλα λόγια. Και η πολιτεία «μη μου τους κύκλους τάραττε». Ντόρος να γίνεται και αδιαφορία για ουσιαστική ένταξη των παιδιών, με όλα τα οφέλη που προκύπτουν από μια εκπαιδευτική διαδικασία.

Τέτοια ώρα, όμως, τέτοια λόγια. Ποιος θα μιλήσει για την απαξίωση της εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών; Ποιος να την υπερασπιστεί; Τα σχολεία μετασχηματίζονται σε χώρο φύλαξης παιδιών και αδύναμες ομάδες πλήττονται περισσότερο από μια τέτοια αντίληψη.

Η Μαρία των Φαρσάλων και ο Παύλος Φύσσας, λοιπόν, δεν είναι τυχαία γεγονότα. Είναι σχεδόν νομοτελειακή η εξέλιξη όταν οι ιθύνοντες αδιαφορούν για την πρόληψη και τη θεραπεία των κοινωνικών αιτιών. Οταν απουσιάζει ο σχεδιασμός. Οταν η πολιτική τους όραση είναι κοντόθωρη.

………………………………………………………………………………………………………………………………..

*Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου