Σελίδες

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

Σταύρος Μαλαγκονιάρης, Από το γλωσσικό ζήτημα στον γλωσσικό εμφύλιο, ΕΦΣΥΝ, 13.11.16


evangelika1901.jpg

Απεικόνιση των Ευαγγελικών- Εθνικό Ιστορικό Μουσείο ΑθηνώνΑπεικόνιση των Ευαγγελικών- Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
Μπορεί το «γλωσσικό ζήτημα» να αποτέλεσε για πολλά χρόνια αιτία φιλολογικού διχασμού ανάμεσα σε λόγιους, αλλά όταν «ανακατεύτηκε», στις αρχές του 20ού αιώνα, με την πολιτική, το αποτέλεσμα ήταν δραματικό.
Με «αφετηρία» τα αιματηρά γεγονότα του Νοέμβρη του 1901 και του ίδιου μήνα του 1903, που έχασαν τη ζωή τους συνολικά 9 άτομα και τραυματίστηκαν περισσότερα από 40, το «γλωσσικό ζήτημα» έγινε «γλωσσικός εμφύλιος» και σοβαρό εθνικό θέμα που ταλάνισε τη χώρα για περισσότερο από μισό αιώνα.
Ειδικά, τα επεισόδια του Νοέμβρη 1901, που έμειναν στην Ιστορία ως «Ευαγγελικά», καθώς αφορμή ήταν η δημοσίευση στην εφημερίδα «Ακρόπολις» της Αγίας Γραφής μεταφρασμένης στη δημοτική, φαίνεται ότι υποκινήθηκαν με στόχο (και) την πτώση της κυβέρνησης Γ. Θεοτόκη.
Ιστορικοί, όπως ο Γιάννης Κορδάτος, ο Τάσος Βουρνάς κ.ά., υποστηρίζουν, επίσης, ότι τα «Ευαγγελικά» υποκινήθηκαν από τη γερμανική διπλωματία, με την οποία συνδεόταν η Σοφία, αδελφή του Κάιζερ και σύζυγος του τότε διαδόχου Κωνσταντίνου, για να συκοφαντηθεί η ρωσική πολιτική στην Ελλάδα που εξυπηρετούσε η ρωσικής καταγωγής βασίλισσα Ολγα.
Αυτό ενισχύεται από το γεγονός ότι κάποιες εφημερίδες («Σκριπ» κ.ά.) συνδύασαν ευθέως το θέμα με τη ρωσική καταγωγή της βασίλισσας, αφήνοντας υπόνοιες για… προσπάθεια εξασθένησης της εθνικής και θρησκευτικής συνοχής του ελληνικού λαού…
ΣΚΡΙΠ 8.11.1901 Πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ για τα αιματηρά επεισόδιαΣΚΡΙΠ 8.11.1901 Πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ για τα αιματηρά επεισόδια | 
Σε αυτή τη «δαιμονολογία» είχε αναφερθεί στις 10 Νοεμβρίου 1901, στη Βουλή, και ο πρωθυπουργός Γ. Θεοτόκης λέγοντας πως είχε διαδοθεί «ότι η μετάφρασις εκείνη σκοπόν είχεν ν’ αλλάξη την θρησκείαν του Ελληνος, ν’ αφαιρέση τον Εθνισμόν ημών, να καταστήση ημάς Σλαύους» (εφημερίδα «Σκριπ» 11/11/1901).
Δύο χρόνια αργότερα, τον Νοέμβριο του 1903, με αφορμή μια παράσταση της «Ορέστειας» του Αισχύλου μεταφρασμένης στην καθαρεύουσα από το Βασιλικό (σήμερα Εθνικό) Θέατρο, ξεσπούν νέα αιματηρά επεισόδια που θα μείνουν στην Ιστορία ως «Ορεστειακά».
Στα επεισόδια, που θα κατασυκοφαντηθούν οι δημοτικιστές αποκαλούμενοι «μαλλιαροί», «άθεοι» κ.ά., είχαν ενεργό συμμετοχή πανεπιστημιακοί καθηγητές, με προεξάρχοντα τον Γ. Μιστριώτη, και φοιτητές.
Τα επόμενα χρόνια η έκδοση του περιοδικού «Νουμάς» από τον Δ. Ταγκόπουλο, που αποτέλεσε άτυπο εκφραστικό όργανο των δημοτικιστών, η ίδρυση (1908) του Ανώτερου Δημοτικού Παρθεναγωγείου Βόλου, με διευθυντή τον Αλέξανδρο Δελμούζο, η ίδρυση (1910) του Εκπαιδευτικού Ομίλου, όπου συμμετείχαν οι Δημήτρης Γληνός, Αλέξανδρος Δελμούζος, Μανόλης Τριανταφυλλίδης κ.ά., συνιστούν σημαντικές προσπάθειες για περιορισμό της αρχαιομάθειας και ενίσχυσης φυσιογνωστικών μαθημάτων, τεχνικών, πρακτικών κ.ά.
Ομως, καθώς η δημοτική αρχίζει να ταυτίζεται με τις προοδευτικές αντιλήψεις οι αντιδράσεις γίνονται εντονότερες.
Στο «στόχαστρο» μπαίνει πρώτα το Παρθεναγωγείο Βόλου, το οποίο ο μητροπολίτης Δημητριάδος Γερμανός Μαυρομμάτης κατηγορεί, τον Φεβρουάριο του 1911, για διαφθορά των ηθών, αναγκάζοντας τον Δελμούζο να το κλείσει.
Ο Δελμούζος μαζί με άλλα 11 άτομα θα παραπεμφθούν σε δίκη, που έγινε τον Απρίλιο του 1914, στο Εφετείο Ναυπλίου και τελείωσε με την αθώωσή τους.
Παράλληλα, ένα οπισθοδρομικό κατεστημένο κλιμακώνει τη δράση του.
Οπως γράφει, στις 14 Απριλίου 1911, η καθηγήτρια Γαλλικών Πηνελόπη Χρηστάκου σε επιστολή της προς τον Δελμούζο «[…] ο Μιστριώτης κάνει στο Μωρηά περιοδεία και δείχνοντας τον από τους μαλλιαρούς κίνδυνο του έθνους και της φυλής! Η περιοδεία δε αυτή είναι […] αρχή εφαρμογής προγράμματος […] στις επαρχίες και οι πολιτευόμενοι Μαυρομιχάλης, Λεβίδης κ.λπ. και θα μιλήσουν κι’ αυτοί για το γλωσσικό, αν δ’ ευρεθούν στην ανάγκη θα κινήσουν το λαό σε νέα επανάσταση για να διώξη τη μαλλιαρή Κυβέρνηση!» (Χ. Γ. Χαρίτος «Το Παρθεναγωγείο Βόλου», τόμος Β', Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, Αθήνα 1989, σελ. 217).
Ετσι, ο Βενιζέλος υποχωρεί στις πιέσεις του κατεστημένου και καθιερώνει, το 1911, για πρώτη φορά συνταγματικά την καθαρεύουσα ως επίσημη γλώσσα του κράτους.
Αυτή η επισημοποίηση της διγλωσσίας αποτέλεσε μεγάλη νίκη των δυνάμεων της αντίδρασης κατά του δημοτικισμού αφού το Αρθρο 107 παρέμεινε σε ισχύ μέχρι το 1968, στο Σύνταγμα της χούντας των συνταγματαρχών, και αφού μέχρι το 1977, έτος της επίσημης και παντελούς κατάργησης της καθαρεύουσας, η δημοτική δεν είχε χρησιμοποιηθεί στη δικαιοσύνη και στη δημόσια διοίκηση (Τατιανή Κοτρώτσου - Λόντου «Το ελληνικό γλωσσικό ζήτημα», Επιστημονικό Βήμα, τ.3, Απρίλιος 2004).
Ολα αυτά τα χρόνια δεν ήταν «ανέφελα». Θα γίνουν πολλές δίκες ανάλογες με αυτή του Ναυπλίου, όπως τα Μαρασλειακά (1925-1926) και τα Διδασκαλειακά (1928) ενώ θα διωχθούν οι δημοτικιστές Διευθυντές των Διδασκαλείων Λαμίας Μ. Παπαμαύρος (1933) και Μυτιλήνης Ε. Παπανούτσος (1937).
Η τελευταία δίκη έγινε μέσα στη γερμανική κατοχή και ονομάστηκε «Δίκη των τόνων», με κατηγορούμενο τον Ι.Θ. Κακριδή για τη γλωσσική μορφή των βιβλίων του.

Τα «Ευαγγελικά»

Το Ευαγγέλιο μιας πολιτικής κόντρας

ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 9.9.1901 Η αρχή των δημοσιευμάτων που ήταν αφορμή για τα «Ευαγγελικά».ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 9.9.1901 Η αρχή των δημοσιευμάτων που ήταν αφορμή για τα «Ευαγγελικά». | 
Τα αιματηρά επεισόδια του Νοέμβρη του 1901, που έμειναν στην ιστορία ως «Ευαγγελικά», φαίνεται να έχουν τις ρίζες τους δύο χρόνια νωρίτερα, το 1899.
Τότε η βασίλισσα Ολγα είχε προσκαλέσει στα ανάκτορα αντιπροσωπεία της Ιεράς Συνόδου και έγινε συζήτηση για το εάν έπρεπε ή όχι να μεταφραστεί η Αγία Γραφή, ώστε να υπάρχει ένα κείμενο κατανοητό στον λαό.
Την ίδια χρονιά, όμως, γίνεται και ο γάμος του τότε διάδοχου Κωνσταντίνου με τη Σοφία, αδελφή του Γερμανού αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β'.
Η αντιπαλότητα Γερμανίας - Ρωσίας, απ’ όπου καταγόταν η βασίλισσα Ολγα, η εθνική και δογματική διαφορά τους, είχε πυροδοτήσει δημοσιεύματα σε ελληνικές και ξένες εφημερίδες για τις προθέσεις του Γουλιέλμου.
Πρόσφατο, στη μνήμη των Αθηναίων, ήταν το άρθρο της γαλλικής εφημερίδας «Φιγκαρό», που έλεγε ότι στην Αθήνα ο αυτοκράτορας δεν θα ασχοληθεί μόνο με την εγκατάσταση της αδελφής του, αλλά και με την εγκατάσταση της γερμανικής επιρροής στην Ελλάδα (royalchronicles.gr).
Η προσπάθεια της βασίλισσας για τη μετάφραση της Αγίας Γραφής, όπως αναφέρθηκε, δεν βρήκε σοβαρές αντιρρήσεις στη Βουλή.
Ετσι, στις αρχές του 1901 εκδίδεται, με έξοδα της βασίλισσας, από ένα τυπογραφείο στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, μια μετάφραση των Ευαγγελίων από τον συγγραφέα Αλέξανδρο Πάλλη, που ζούσε στην Αγγλία.
Το βιβλίο κυκλοφόρησε σε περιορισμένο αριθμό μεταξύ των Ελλήνων της διασποράς αλλά και όταν έφτασε στην Αθήνα πέρασε απαρατήρητο.
Τα πράγματα όμως πήραν άλλη τροπή όταν η εφημερίδα «Ακρόπολις» του Βλάση Γαβριηλίδη, μια μεγάλη μορφή της δημοσιογραφίας, άρχισε, στις 9 Σεπτεμβρίου 1901, να δημοσιεύει, σε συνέχειες, τη μετάφραση του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου.
Η πρωτοσέλιδη προαναγγελία συνοδεύεται από άρθρο με τίτλο «Το Ευαγγέλιον εις γλώσσαν του λαού. Το έργον της Βασιλίσσης η "Ακρόπολις" το συνεχίζει».
Από τις πρώτες ημέρες των δημοσιεύσεων κάποιες εφημερίδες, όπως η «Σκριπ» και η «Εμπρός», εμφανίζονταν επικριτικές αλλά περιορίζονταν σε ειρωνικά σχόλια και γελοιογραφίες.
Στο πολιτικό πεδίο, όμως, αρχίζει να υποβόσκει ρήξη ανάμεσα στον διάδοχο Κωνσταντίνο και την κυβέρνηση Θεοτόκη («Εμπρός» 18/9, «Ακρόπολις» 4/10), για την οποία διατυπώνονται αμφιβολίες για το εάν θα εξακολουθήσει να έχει πλειοψηφία στη Βουλή.
Μάλιστα, η εφημερίδα «Εμπρός» στις 11/10 σε πρωτοσέλιδο άρθρο της προαναγγέλλει, ουσιαστικά, τις επερχόμενες εξελίξεις, γράφοντας:
«Η κατάστασις λοιπόν αύτη παρουσιάζει το δένδρον τελείως ωριμάσαν δια τον κ. Δηλιγιάννην. […] Θα κινήση λοιπόν το δένδρον με όλας του τας δυνάμεις. Ηδη, ότε γνωρίζει, ότι πάσα μεταβολή θ’ αποβή εις όφελός του, θα επιδιώξει την μεταβολήν ταύτην διά πάσης θυσίας».
Από εκείνη την ώρα ο χρόνος κυλάει αντίστροφα.
Παρότι η «Ακρόπολις» με την ολοκλήρωση της δημοσίευσης του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου δεν προχωράει, από τις 20 Οκτωβρίου, σε άλλες δημοσιεύσεις, οι εφημερίδες «Σκριπ» και «Εμπρός» δημοσιεύουν πύρινα άρθρα.
Η «Σκριπ» στις 29/10/1901 ζητάει επιτακτικά από την Ιερά Σύνοδο να καταδικάσει τη μετάφραση καταλήγοντας σχεδόν απειλητικά ότι:
«Εάν η Ιερά Σύνοδος δεν δειχθή αξία του προορισμού της […] θα προκαλέση την οργήν του Ελληνικού λαού, όστις δια να σώση την κινδυνεύουσαν θρησκείαν του δεν θα διστάση και να ανασκολωπίση τους επιβούλους και δουλόφρονας ιεράρχας του».
Την επόμενη ημέρα, άλλο «εμπρηστικό» άρθρο του «Εμπρός» αναφέρεται σε «επανάσταση» και «φωτογραφίζει» ως υπεύθυνη τη βασίλισσα:
«[…] Βεβαίως, η Ελλάς διά της μεταφράσεως ταύτης δεν διατρέχει κίνδυνον υπάρξεως. Αλλά πρέπει να πνίξη εις τα σπάργανα αυτής την πρώτην επανάστασιν, την οποίαν Ελληνες το όνομα και ξένοι την εθνικότητα και την καρδίαν επιχειρούσι κατά της θρησκείας και της γλώσσης».
Το απόγευμα της 5ης Νοεμβρίου 1901 γίνεται η πρώτη κινητοποίηση των φοιτητών.
Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ των εφημερίδων, πρώτοι ξεκίνησαν οι φοιτητές της Ιατρικής και ακολούθησαν των άλλων σχολών, για να κάνουν διαμαρτυρία στις εφημερίδες «Ακρόπολις» και «Αστυ».
Την επόμενη μέρα γίνεται συγκέντρωση στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου, όπου ακούγονται συνθήματα όπως «Κάτω οι Ρώσσοι», «Κάτω οι Σλαύοι» κ.ά. και όπως διαβάζουμε στη «Σκριπ» της 7ης Νοεμβρίου 1911 «οι φοιτηταί εζητωκραύγαζον υπέρ του Βασιλέως, του Διαδόχου και της πριγκηπίσσης Σοφίας».
Οι διαδηλώσεις συνεχίζονται όλη μέρα και σημειώνονται μικροεπεισόδια ενώ εμπλέκονται πολιτευτές κυρίως της ομάδας Δηλιγιάννη και «κάθε καρυδιάς καρύδια άνθρωποι, οι οποίοι […] αναμηγνύονται παντού με την ελπίδα κάποιους κέρδους».
Στις 7 Νοεμβρίου οι φοιτητές συνεχίζουν τις διαδηλώσεις, στην Αθήνα, αλλά σε επεισόδια με δυνάμεις του Στρατού και αστυνομικούς, τραυματίζονται 7 άτομα.
Την επόμενη μέρα, γίνονται τα πιο αιματηρά επεισόδια, με 8 νεκρούς και 34 τραυματίες ή και περισσότερους.
Τρεις μέρες αργότερα (11 Νοεμβρίου) η κυβέρνηση του «τρικουπικού» Γ. Θεοτόκη αν και έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης παραιτείται και στις 12 Νοεμβρίου παραιτείται ο μητροπολίτης Αθηνών Προκόπιος Β'.

Τα «Ορεστειακά»

Το νεωτεριστικό άνοιγμα στο θέατρο προκαλεί αιματοχυσία

Εφημερίδα «Αθήναι»ΑΘΗΝΑΙ 1.11.1903 Παρουσίαση των ηθοποιών της Ορέστειας. Πρώτη επάνω η Μαρίκα Κοτοπούλη | 
Δύο χρόνια αργότερα, τον Νοέμβρη του 1903, οι φοιτητές βρίσκονται και πάλι σε αναβρασμό, ξεσηκωμένοι από τον καθηγητή τους Γ. Μιστριώτη, ζητώντας να «κατεβεί» από το Βασιλικό Θέατρο η παράσταση της Ορέστειας του Αισχύλου, σε μετάφραση από τα αρχαία ελληνικά στην καθαρεύουσα του Γεώργιου Σωτηριάδη, ενός διαπρεπούς αρχαιολόγου.
Το Βασιλικό (Εθνικό) Θέατρο στεγαζόταν, για τρίτη χρονιά, στο εξαιρετικό κτίριο της Αγίου Κωνσταντίνου και προγραμμάτιζε να ξεκινήσει το Σάββατο 1η Νοεμβρίου τις παραστάσεις του. Τα εισιτήρια είχαν γίνει από μέρες ανάρπαστα.
Η επιλογή της μεταφρασμένης παράστασης έγινε στο πλαίσιο ενός νεωτεριστικού ανοίγματος του θεάτρου, με πρωτοβουλία του διευθύνοντα γραμματέα Στέφανου Στεφάνου.
Μάλιστα, στις εφημερίδες διαβάζουμε ότι «τόσον κατά την πρώτην παράστασιν όσο και διά τας λοιπάς, ένδυμα επίσημον δεν υποχρεούται ουδείς να φέρη» (σ.σ. το επίσημο ένδυμα ήταν ανασταλτικός παράγοντας για να πάει λαϊκός κόσμος στο θέατρο).
Στη παράσταση έπαιζαν μεγάλοι ηθοποιοί της εποχής, ενώ την Αθηνά Παλλάδα ενσάρκωνε η νεαρή τότε Μαρίκα Κοτοπούλη, η οποία απήγγειλε το «Χαίρε της Τραγωδίας» του Κωστή Παλαμά.
Η μουσική ήταν του Στάνφορντ, εκτελούμενη από την ορχήστρα του Βασιλικού Θεάτρου υπό τον Ι. Καίσαρη.
Οι νεωτερισμοί δεν σταματούσαν εκεί.
Τα σκηνικά, που κατά τον Γρηγόριο Ξενόπουλο κόστισαν 30.000 μάρκα, ήταν πλούσια, η ορχήστρα θα έπαιζε στο διάλειμμα στο φουαγιέ του θεάτρου, ενώ για πρώτη φορά το πρόγραμμα ήταν επιμελημένο, «εν μικρόν τυπογραφικόν καλλιτέχνημα».
Μετά τις δύο πρώτες παραστάσεις σχεδόν το σύνολο του Τύπου επικρίνει τη μετάφραση του Γ. Σωτηριάδη.
Το οξύμωρο, όμως, ήταν ότι ενώ το χρηματοδοτούμενο από τον βασιλιά Γεώργιο Α' Βασιλικό Θέατρο κάνει ένα σημαντικό νεωτεριστικό άνοιγμα, βρίσκει απέναντί του το Πανεπιστήμιο και φοιτητές που υπερασπίζονταν τις πιο συντηρητικές απόψεις.
Ετσι, το μεσημέρι της 9ης Νοεμβρίου ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Γ. Μιστριώτης παρουσία του αρχηγού του Εθνικού Κόμματος Θ. Π. Δηλιγιάννη, βουλευτών και άλλων καθηγητών, βγάζει έναν πύρινο λόγο-«σφοδρά επίθεσις κατά των χυδαϊστών» (εφ. «Ακρόπολις» 10/11/1903).
Το μεσημέρι τις 16ης Νοεμβρίου γίνεται συγκέντρωση φοιτητών στο καφενείο του «Γαμβέττα» στην Ομόνοια παρουσία βουλευτών και διαφόρων πολιτευτών. Από εκεί ξεκινάνε πορεία φωνάζοντας υπέρ του Πανεπιστημίου και του Μιστριώτη.
Γίνονται διάφορα επεισόδια στους δρόμους της Αθήνας και προς το βράδυ σε ένα απ’ αυτά ακούγονται πυροβολισμοί και πέφτει νεκρός ο 20χρονος Ιωάννης Μαντάς, από το Καστρί Κυνουρίας που στεκόταν έξω από ένα ξενοδοχείο.
Οι τραυματίες ήταν 9 ενώ έγιναν δεκάδες συλλήψεις και αργότερα απαγγέλθηκε κατηγορία για υποκίνηση της εξέγερσης και στον Γ. Μιστριώτη.

Ο Κωστής Παλαμάς για το γλωσσικό ζήτημα

Εφημερίδα ΚαιροίΚΑΙΡΟΙ: Ο Κωστής Παλαμάς για τη γλώσσα | 
Ο μεγάλος ποιητής Κωστής Παλαμάς έδωσε συνέντευξη στην εφημερίδα «Καιροί», που δημοσιεύεται στις 8 Νοεμβρίου 1903, στο πλαίσιο έρευνας της εφημερίδας για το «Μέγα ζήτημα της Ελληνικής Γλώσσης».
Ο Παλαμάς μιλάει με μεγάλη σεμνότητα υπερασπιζόμενος τη χρήση της δημοτικής γλώσσας και λέει μεταξύ άλλων:
«Δεν ξέρω αν ίσως χρειάζεται τόσο απόλυτα, για ναρχίση το έθνος όλο και να γράφη τη ζωντανή του γλώσσα, να βρεθούν άνθρωποι με τα χαρίσματα των αρχαίων Αθηναίων και με έργα αντάξια προς τα φιλολογικά καλλιτεχνήματα των αρχαίων. Νομίζω πως θα ήταν αρκετό προς τούτο να βρεθούν άνθρωποι με τα χαρίσματα που ξεχωρίζουν τους καλούς λογογράφους κάθε χρόνου και τόπου, άνθρωποι που να πλάθουν έργα καλλιτεχνικά, κι’ ας μην φθάνουν την τελειότητα των αρχαίων.
Η ταπεινή μου γνώμη είνε πως έχουμε ανθρώπους, που γράφουν καλλιτεχνικά και εξαιρετικά δυνατά τη δημοτική, κι’ ανάμεσα σ’ αυτούς ένα δύο μεγάλους ποιητάς και πεζογράφους. Μα και τέτοιους συγγραφείς αν πη κανείς πως ακόμα δεν αποχτήσαμε, αυτό δεν σημαίνει τίποτα… Τη γράφουμε τη δημοτική μας γλώσσα εμείς οι ταπεινοί, εμείς οι μέτριοι, έστω με τα δικά μας τα μέσα […] Το μέγα αυτό όνειρο είναι δικό μας όνειρο. Πως να γίνη η δημοτική γλώσσα και γραπτή γλώσσα του έθνους όλου. Για να μιλήση και η γραφόμενή μας γλώσσα ανδροπρεπέστερα και ευφωνότερα. Δηλαδή με περισσότερην αλήθεια και με περισσότερην ευμορφιά. […]»
● Ως προς το ζήτημα αυτό, σεις κ. Παλαμά, ποίαν ιδέαν έχετε; Νομίζετε ότι η δημοτική ημπορεί να γράφεται με κράμα;
Οχι! Οχι! απήντησεν ο κ. Παλαμάς. Εις τη δημοτική δεν αρμόζει το κράμα. Ημπορεί -δε λέω- να πλουτισθή με λέξεις αρχαίας. Αι λέξεις όμως αυταί πρέπει να λάβουν τον δικόν της τύπο. Η δημοτική έχει δική της γραμματική. Μπορεί να πλουτισθή, όχι όμως και να γίνη κράμα, να χάση τον φυσικό της χαρακτήρα…».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου