Μπροστά η Φιλίτσα και πίσω εγώ, ανηφορίσαμε για το σπίτι. Δεν βγάλαμε μιλιά σ’ όλο τον δρόμο γιατί ένα πράγμα μόνο ήταν να πούμε κι αυτό δεν θα το λέγαμε ποτέ ο ένας στον άλλον, ποτέ πια όσο ζούσαμε, και πράγματι, ποτέ δεν το ’παμε. Μας έφτανε που, όταν θα ξημέρωνε η μέρα και θα πηγαίναμε στον μπακάλη με το δελτίο, θα παίρναμε τρεις μερίδες ψωμί κι όχι δύο [...]. Τίποτ’ άλλο δεν θυμάμαι από κει και πέρα. Ζήσαμε.
Στην περίοδο της γερμανικής κατοχής στην Αθήνα, εκτός απ’ τον ίδιο τον κατακτητή, οι ήρωες των δέκα ιστοριών αντιμετωπίζουν κι έναν διαφορετικό εχθρό: Κάτω απ’ το κράτος της πείνας και του τρόμου, απειλείται η συλλογική ηθική υπόσταση. Βλέπουν να καταλύεται γύρω τους ό,τι συνιστά την έννοια του "ανθρώπινου". Βλέπουν τους γύρω ή και τον εαυτό τους να οπισθοδρομούν σε βαθμίδες πρωτογονικές.
Επιβίωσαν.
Το τίμημα της επιβίωσης το κράτησαν μέσα τους, ένα μυστικό που το βάρος του συνόδευσε την υπόλοιπη ζωή τους. Για να μπορέσουν να συνεχίσουν, άλλοι χρειάστηκε να το ξεχάσουν, άλλοι να το ξορκίσουν, άλλοι να το ανασκευάσουν.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου