Σελίδες

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2020

Τα μπαλκόνια των Αθηνών Θωμάς Τσαλαπάτης, 5-6 Σεπτεμβρίου 2020

 


Θυμάμαι κατά την περίοδο του Εuro, το καλοκαίρι του 2004, έπρεπε να φύγω από το σπίτι μου και να πάω στο Aurevoir στην Πατησίων να συναντήσω κάποιους φίλους που έβλεπαν εκεί το παιχνίδι (δεν θυμάμαι άλλοτε τηλεόραση στο Aurevoir). Εφυγα περίπου στη μέση του πρώτου ημιχρόνου ελπίζοντας να μη χάσω κάτι καθοριστικό. Αν και πρέπει να ομολογήσω πως ποτέ δεν κατάφερα να ταυτιστώ με το παιχνίδι που προσέφερε η τότε Εθνική και πάντοτε προτιμούσα το μπάσκετ, το γεγονός ήταν πως δεν μπορούσες να αποφύγεις τη θέαση. Ολόκληρος ο χρόνος των ημερών ήταν κουρδισμένος με βάση αυτά τα παιχνίδια. Τα ραντεβού, το φαγητό, οι κουβέντες. Η απόσταση ήταν περίπου 20 λεπτά (15 αν βιαζόσουν). Αρκετός χρόνος για να συμβεί οτιδήποτε, ακόμα και για το αμυντικό παιχνίδι της Ελλάδας. Αυτό που θυμάμαι πιο έντονα από εκείνο το παιχνίδι ήταν -όχι το παιχνίδι καθαυτό- αλλά η διαδρομή εκείνη των 15 λεπτών. Εξω στον δρόμο και δεν έχασα ούτε μία φάση ή περιγραφή.

Στα μπαλκόνια της Κυψέλης, όλοι στοιχισμένοι γεωμετρικά να βλέπουνε το παιχνίδι, εσύ να διασχίζεις τον δρόμο παράλληλα στις περιγραφές που σε κυκλώνανε στερεοφωνικά με εκκωφαντική καθαρότητα. Και η φωνή του Βερνίκου (μάλλον) να σε κυνηγά από παντού, να σε προλαβαίνει στα πεζοδρόμια, να σε αντιμετωπίζει καχύποπτα που βρίσκεσαι εκεί έξω, να σου τραβάει τα κλειδιά και τα τσιγάρα από τις τσέπες για παραδειγματισμό. Θυμάμαι εκείνα τα υποχρεωτικά μπαλκόνια. Απόσταση και ταυτόχρονα διάδρομος προς τους άλλους. Ενας τρόπος ιδιωτικότητας εντός του δημόσιου όλου. Τα μπαλκόνια ως μεταίχμιο αυτού που μοιράζεσαι με αγνώστους που ζεις μαζί. 

Από τότε είναι μια διαρκής αίσθηση. Οταν φεύγεις και όταν επιστρέφεις. Μια αίσθηση πως κάποιος σε εποπτεύει. Πως οι δρόμοι εδώ δεν είναι ανώνυμοι ακόμα και αν δεν τους γνωρίζεις. Τα μπαλκόνια. Παράδοξα ράφια λειτουργικών βιβλιοθηκών. Και πάνω τους τόμοι ενσαρκωμένοι με άγνωστα περιεχόμενα και μπερδεμένες αφηγήσεις που σε αντιμετωπίζουν όπως τη σιωπή. Εντοιχισμένες ιστορίες, για ανάγνωση προσωπική, οικογενειακή, περιορισμένη. Και τα ράφια εδώ. Συχνά να έχουν ως μόνη θέα τα απέναντι ράφια. Σαν μια περιδιάβαση σε δημόσια βιβλιοθήκη όπου όλα είναι καταλογογραφημένα, γεωμετρικά και τίποτα δεν σε ξαφνιάζει. 

Ενα βήμα ανάμεσα στο έξω και το μέσα. Μισά σαλόνια και μισά δρόμοι. Και οι άνθρωποι των μπαλκονιών με τις συμπεριφορές τους μισές εντός και μισές εκτός της οικίας. Αλλοτε διακριτικοί και άλλοτε φωνακλάδες, άλλοτε να συνομιλούν με ανθρώπους στα απέναντι μπαλκόνια και άλλοτε να προσπαθούν να κρυφτούν σε κοινή θέα από τα μάτια των απέναντι μπαλκονιών. Αλλοι να έχουν βγει απλώς για να καπνίσουν, άλλοι να κάνουν τραπέζι και άλλοι να στέκουν εκεί με τις ώρες να κοιτούν τον δρόμο σαν να αγναντεύουν τη θάλασσα και ένα τσιμέντο που δεν χαρίζει ούτε ένα τόσο δα κυματάκι. 

Την περίοδο της καραντίνας τα μπαλκόνια ενεργοποίησαν εκ νέου τη σημασία τους. Υπήρχαν σαν μαλακά εθελούσια κλουβιά βραχείας απομόνωσης. Ο κόσμος κρεμιόταν εκεί με τις ώρες. Συζήταγε όπως ποτέ δεν είχε συζητήσει στους δρόμους, συνομιλώντας σε εναέρια καφενεία ασφαλείας, ζητώντας λίγη επαφή από απόσταση. Συνομιλίες για ένα κοινό γεγονός που ενώ μας κρατά μακριά, μας φέρνει κοντά μέσα από το κοινό βίωμα της καραντίνας. Αλλη μια μεταιχμιακή ιστορία για την ανθρωπολογία των μπαλκονιών. 

Εδώ ζούμε. Ολοι μαζί. Αυτό μας έτυχε. Ας είναι για καλό. Και τα μπαλκόνια είναι προθάλαμοι προς τους άλλους. Και μαζί φράχτες. Οπως περίπου και το γράψιμο. Είναι περίεργο αλλά μόλις σε αυτήν εδώ την καταληκτική παράγραφο κατάλαβα πως γράφω το άρθρο στο μπαλκόνι μου. Είναι νύχτα και κάνει ζέστη, ένα μωρό κλαίει επίμονα και ασταμάτητα κάπου απέναντι και οι δρόμοι έχουν αρχίσει να αδειάζουν και να καλύπτονται από τη βραδινή σιωπή του Αυγούστου. Στα γύρω μπαλκόνια τα περισσότερα ρολά είναι κλειστά. Πολλά από νύχτα και πολλά από καλοκαίρι. Κάπου στο βάθος μερικά μπαλκόνια μένουν ακόμη φωτισμένα. Δεν ξέρω αν έχουν ακόμα ανθρώπους. Μπορεί να είναι απλώς μια κίνηση αλληλεγγύης των μπαλκονιών αυτών προς τα υπόλοιπα μπαλκόνια της γειτονιάς που έμειναν μόνα, για λίγο ορφανά από ανθρώπους.

 📍tsalapatis.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου