Σελίδες

Τρίτη 16 Μαρτίου 2021

Ευάγγελος Αυδίκος, Φάκελος «Ιάσονας», ΕΦΣΥΝ, 16 Μαρτίου 2021

 

Δυσκολεύομαι, πίστεψέ με, πώς να σε προσφωνήσω. Μάθαμε το όνομά σου με τρόπο που πόνεσε. Να σε πω Ιάσονα. Θα προτιμούσα να σε αποκαλέσω «παιδί μου». Εγινες ο γιος όλης της χώρας που μάτωσε με τον χαμό σου.

Είναι πολλές οι φορές, παιδί μου, που συνειδητοποιείς ένα γεγονός λίγο μετά. Εργαζόμενος ήσουν, βγήκες στον δρόμο από νωρίς να βγάλεις μεροκάματο. Βγήκες στην πολύβουη πόλη γνωρίζοντας τους κινδύνους. Μεγάλωσες σε μια οικογένεια που σε προίκισε με αξιοπρέπεια.

Το κατανοώ. Να μη δώσεις σημασία σε μια ακίδα που μπήκε στο δάχτυλό σου, σε κάτι που μπήκε στο μάτι σου την ώρα που οδηγείς το μηχανάκι. Να μη δώσεις σημασία στο δάχτυλο που μάτωσε από κάποιο σκίσιμο. Να αδιαφορήσεις για μικρογδάρσιμο στο παρκάρισμα. Αυτό όμως, Ιάσονα, δεν ήταν ακίδα, ούτε τσαχαλάκι. Ηταν η ζωή σου, το αίμα σου που σκορπίστηκε στη μεγάλη λεωφόρο, μπροστά στην πύλη του ναού της Δημοκρατίας.

Ναι, παιδί μου, ήταν τροχαίο. Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει. Συχνά οι δρόμοι σπέρνουν τον θάνατο. Αλλα είναι ατυχήματα. Αρκετά προκαλούνται από απάνθρωπη, εγκληματική αδιαφορία. Είναι η αίσθηση μεγαλείου, ο εγωτικός χαρακτήρας, οι προσβάσεις στην εξουσία, η οικονομική και κοινωνική δύναμη. Για να πέσει η υπόθεση στα μαλακά.

Ομως, ο δικός σου θάνατος, Ιάσονα, είναι ένα στίγμα για το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Δεν είναι η κακιά ώρα που στέρησε τη ζωή από ένα παιδί που ονειρευόταν τη ζωή του. Είναι η αίσθηση πως ο τόπος είναι δικός μας. Ανήκει στα δικά μας παιδιά. Είτε διορίζονται είτε δέρνουν, και η ποινή τους είναι χάδι, σήμα για να ξανακάνουν τα ίδια. Είναι η νοοτροπία, τόσο ξένη σε σένα. Εσύ βγήκες για το μεροκάματο. Δεν παρακάλεσες κανέναν, έμαθες να αγαπάς τους ανθρώπους. Να μη σπέρνεις μίσος.

Δεν μ’ αρέσει η λέξη, παιδί μου. Κόλλησε το μυαλό μου. Ομως, θα το πω. Ενιωσα αηδία, Ιάσονα. Εξαφανίστηκαν όλοι, μεγαλοσχήμονες και μη. Τρούπωσαν σαν τους ασβούς στο αμπρί τους. Να σώσουν τον άνθρωπό τους. Να μην αφήσει το αίμα σου λεκέ στο πρόσωπό τους. Αν μπορούσες να δεις τηλεόραση, θα ένιωθες ναυτία. Εσύ δεν ήσουν ματσουκοφόρος, δεν κρατούσες ματσούκι να βαρέσεις τους άτακτους. Εσύ είχες το μηχανάκι, οι δρόμοι της Αθήνας ήταν ο δικός σου τρόπος να βγάλεις μεροκάματο.

Εφυγες, Ιάσονα, ο φάκελός σου μένει. Για να μας θυμίζει την αλαζονεία της εξουσίας. Την Ελλάδα που δεν σέβεται τα παιδιά της. Που τα χωρίζει σε «δικά μας» παιδιά και τα αποπαίδια. Δεν περιμένω τίποτε, για να σου πω την αλήθεια. Ούτε να κοκκινίσουν από ντροπή. Σ’ όποιο πόστο κι αν είναι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου