Η συζήτηση με οικεία πρόσωπα γίνεται με φόντο τις εκλογές στη Γαλλία. Και
την εντυπωσιακή άνοδο των δυνάμεων που φλερτάρουν με τον ρατσισμό και την
υποδόρια νοσταλγία παλιότερων εποχών για πολιτικές, αντιδημοκρατικές εκτροπές.
Μεταφέρθηκε ο ισχυρισμός Γερμανού πολίτη, συμμέτοχου σε πολυεθνική παρέα
κεντροευρωπαϊκού κράτους. Που αναπολούσε την περίοδο των ναζιστών. Γιατί τότε
επικρατούσε ησυχία. Οι ναζιστές, λέει, προκλήθηκαν για να προχωρήσουν στα
εγκλήματά τους.
Η αντίληψη του Γερμανού πολίτη
δεν είναι θέση όλων των συμπατριωτών του. Ενα αξιοσέβαστο τμήμα όμως του
πληθυσμού στήνει ευήκοον ους σε τέτοιες ανιστόρητες απόψεις. Που λειτουργούν ως
κολυμβήθρα εξαγνισμού και ιστορικής ανάταξης της ναζιστικής κτηνωδίας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που
συμβαίνει κάτι τέτοιο. Και στη χώρα μας έχει αναπτυχθεί μια τάση ιστορικής
αναθεώρησης της περιόδου της Κατοχής. Που εξισώνει τα θύματα με τους θύτες.
Τους σφαγμένους με τους μακελάρηδες. Φταίνε τα άτομα που δεν πειθάρχησαν στις
εντολές των δυνάμεων Κατοχής. Που αντιστάθηκαν. Φταίνε τα άτομα που ανέχονταν
τη δράση των ανταρτών. Φταίνε που δεν έγιναν κουκουλοφόροι.
Κι έτσι η Ελλάδα γέμισε με μαρτυρικά χωριά. Που γνώρισαν τη ναζιστική
βαρβαρότητα. Ξεκληρίστηκαν οικογένειες. Το μίσος των κατακτητών έγινε φωτιά και
σίδερο. Η γης βάφτηκε κόκκινη από το αίμα των μακελεμένων. Τα ποτάμια
κοκκίνισαν από ντροπή. Είχαν καιρό να κουβαλήσουν τόσα πτώματα. Είχαν ξεχάσει
πώς είναι τα μοιρολόγια να κάνουν κύκλους πάνω από τους μαζικούς τάφους. Να
είναι ο ήχος τους το μόνο που ακουγόταν πάνω από τα χωριά. Οι Λυγκιάδες και η
Μουσιωτίτσα Ιωαννίνων, η Δράκεια Πηλίου, το Δομένικο και το Σαραντάπορο
Ελασσόνας. Και: Καλάβρυτα, Κάνδανος Χανίων, Νέα Κερδύλλια Σερρών, Δίστομο
Βοιωτίας, Χορτιάτης Θεσσαλονίκης. Και πολλά άλλα.
Η μνήμη των σφαγών δεν συντηρεί
το μίσος. Είναι αίτημα τιμής στα θύματα. Και υπενθυμίζει το απάνθρωπο πρόσωπο
του ναζισμού. Η μνήμη όμως χρειάζεται να συνδαυλίζεται. Να ρίχνονται κούτσουρα
στην εστία της ιστορικής μνήμης. Οπως έκανε σ’ όλη του τη ζωή ο Μανώλης Γλέζος.
Οπως κάνουν όσοι γράφουν για όσα συνέβησαν στην Κατοχή.
Ενας απ' αυτούς είναι o
Δημήτρης Βλαχοπάνος. Που κρατάει άσβεστο το κερί της μνήμης. Για τους
συγχωριανούς του στο Κομμένο Αρτας που σφάχτηκαν από τη σιδερόφρακτη Εντελβάις.
Στις 15 Αυγούστου 1943. Μετέτρεψαν τη χαρά σε απέραντο μοιρολόι. Εκαναν το
Κομμένο ένα απέραντο νεκροταφείο. Ο Βλαχοπάνος γράφει και ενημερώνει. Γράφει
μυθιστόρημα («Γάμος στις φλόγες», 24 Γράμματα). Το ματωμένο νυφικό του γάμου
εκείνης της ημέρας έγινε σάβανο για την ίδια και τους υπερ-τριακόσιους
συγχωριανούς της. Εγινε το σάβανο του ανθρωπισμού. Εγινε το στίγμα για το
συλλογικό μίσος που δηλητηρίασε τις ψυχές των ανθρώπων.
Ο Βλαχοπάνος και όσοι
αναδεικνύουν τα μαζικά εγκλήματα είναι λαμπαδοφόροι της μνήμης.