Σελίδες

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2023

Ευάγγελος Αυδίκος, Το τριαντάφυλλο που μιλούσεΤο τριαντάφυλλο που μιλούσε, ΕΦΣΥΝ, 3 Ιανουαρίου 2023

 

·               

Το κοίταζα για πολλή ώρα. Μόλις είχε ξημερώσει. Χαράζει ο καινούργιος χρόνος. Ο ήλιος, αδύναμος, παλεύει να ξετρυπώσει το κεφάλι του μέσα από τα σύννεφα. Χρειάζονται οι άνθρωποι κάποια ένεση αισιοδοξίας. Ο σκύλος του γείτονα γάβγιζε ασταμάτητα από νωρίς. Τα σκυλιά έχουν μεγαλύτερη ενσυναίσθηση από τους ανθρώπους. Γάβγιζε για λίγο και μετά σταμάταγε. Τον φανταζόμουν να διακατέχεται από αδημονία. Να κουνάει πέρα δώθε την ουρά του περιμένοντας να αρχίσει το πρωινό κουβεντολόι με τους άλλους σκύλους στα διπλανά κτήματα. Ευτυχώς που είναι αυτοί. Οι άνθρωποι σκουντουφλάνε τα πρωινά αμίλητοι.

Στη Μητρόπολη μαζεύονται οι αρχές. Καινούργιος χρόνος. Οι τελετουργίες θρέφουν τις προσδοκίες. Στην τηλεόραση η νεαρή δημοσιογράφος παρουσιάζει, για ακόμη μία χρονιά, εκείνους/ες που δουλεύουν ανήμερα Πρωτοχρονιά. Μόνο τέτοιες ώρες μπορούν να προκαλέσουν το ενδιαφέρον. Η δημοσιογράφος είναι σε εγρήγορση. Ανησυχεί μήπως χάσει τον έλεγχο. Εχει γούστο να αρχίσει ο εργαζόμενος τα πατερημά του.

Από μακριά έρχεται θρυμματισμένος ο ήχος ενός σαξόφωνου. Παράξενο. Πού ξεφύτρωσε ο ήχος; Μ’ ανησυχεί. Μου ταράσσει τη βεβαιότητα. Και αυτή η μέρα σαν όλες τις άλλες είναι. Αυτή η σκέψη με ηρεμούσε. Τακτοποιούσα τα πράγματα, με τάξη. Τίποτε δεν μπορούσε να με αιφνιδιάσει.

Πού ξεφύτρωσε το σαξόφωνο;.

Κοιτάζω τον τοίχο. Τσιμέντο μονομπλόκ. Παχύ. Και όμως ένα λουλουδάκι βρήκε τον τρόπο να βγάλει το κεφαλάκι του. Κάθομαι αμίλητος μπροστά του. Απλώνω το χέρι να το κόψω. Κινδυνεύει ο τοίχος. Παραλογίζομαι, σκέφτομαι. Τα μηνίγγια μου καίνε. Και είναι πολύ πρωί. Ο μαύρος σκύλος με βλέπει μπροστά στον τοίχο και γαβγίζει. Με μπερδεύει. Με ποιον είναι ο σκύλος; Θα σταματήσω να του πετάω κόκαλα. Τον έχω κακομάθει. Θα του δείξω εγώ.

Κοιτάζω κατάματα το λουλουδάκι στον τοίχο. Πού ξεφύτρωσε; Δεν το είχα προσέξει χθες. Στην τηλεόραση οι φωνές ανεβάζουν την ένταση. Δεν ξεχωρίζω τις κουβέντες. Πασχίζω να ντύσω με νόημα τις λέξεις. Αδικος κόπος. Κάποιος θρηνεί για τον Πελέ, φοράω ακόμη τη φανέλα με το 10 που αγόρασα όταν επισκέφτηκα το Ρίο ντε Τζανέιρο.

Η πάχνη αραιώνει. Ελα μέσα, θα κρυώσεις. Περιμένω ακόμη την ενηλικίωσή μου. Μου αρέσει η πάχνη που έχει γίνει κασκόλ στο πρόσωπό μου.

Πρωτοχρονιά. Νωρίς το πρωί. Ολα ησυχάζουν. Είμαι μόνος. Λάθος. Είναι δίπλα μου το τριαντάφυλλο. Εχει λυγίσει ο μίσχος του. Να με φτάσει. Είναι μόνο του. Ισως διψούσε η ψυχή του να δει κι αυτό μια φορά το ξεκίνημα ενός καινούργιου χρόνου. Και τι κατάλαβες, ψιθυρίζω; Σκύβω το κεφάλι, κάνει το ίδιο κι αυτό. Κεφάλι με κεφάλι. Καλά, σούριξες; Μιλάς με το τριαντάφυλλο;

Κοιτάζω με προσοχή, δεξιά αριστερά. Κανείς. Ισως να ήταν η Πρωτοχρονιά. Καλή χρονιά.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου