Δυο λόγια για το έργο
Περιγραφή : -«Σε περίμενα χρόνια, γιέ μου. Το 'ξερα πως θα 'ερθεις. Σε περίμενα από τότε που άδειασε το χωριό. Όλοι ρίξανε μαύρη πέτρα πίσω. Αφήσανε το βουνό. Πήγαν στον κάμπο. Έμεινα μόνος μου. Ρήμαξαν οι στράτες. Η μάνα σου σκάλωσε στον κάμπο. Μόνο λίγοι τσομπαναραίοι ανέβαιναν. Μ' αυτούς δε μπορούσα να πω τίποτε. Ξένο αίμα. Σε περίμενα. Ήξερα πως θα ψάξεις. ʼργησες. Δε σε κακίζω. Δεν ήταν ο καιρός έτοιμος. Στον κάμπο γινόταν αγώνας για ρίζωμα. Μα και δε χωρούσε ο δικός μου καημός. Στην αρχή, λούφαξε η μια πλευρά. Δε μιλούσε. Αργότερα, χωρίστηκαν σε δυο μπουλούκια. Δεν ήταν χώρος για μένα. Κάθε μπουλούκι είχε τους δικούς του πεθαμένους. Το μόνο που έκανα όλα αυτά τα χρόνια, ήταν να μαζεύω το κουράγιο μου και να κατεβαίνω στον κάμπο. Σεργιάνιζα στον τόπο που έφτιαχνα την καλύβα μου και βόσκαγα τα πρόβατα. Έπινα νερό στις μεγάλες μάνες. Μα το πιο πολύ κούρνιαζα στην δική μας καλύβα, στη φωτογραφία που 'ναι στον τοίχο με την μαντανία...
Κρίτικές
1)Aπό την Πρέβεζα ώς την Aλεξανδρούπολη
Tου Aποστολου Mπενατση
Bαγγέλης Aυδίκος: «Tο βλέμμα στον τοίχο με τη μαντανία». Eκδόσεις «Eλληνικά Γράμματα», 2001.
H συλλογή αφηγημάτων «Tο βλέμμα στον τοίχο με τη μαντανία» αποτελεί την πρώτη εμφάνιση του Bαγγέλη Aυδίκου στη λογοτεχνία. Ωστόσο, ο αναγνώστης θα απολαύσει τα διηγήματά του. H εναλλαγή των οπτικών γωνιών που είναι εμφανής σε όλο το έργο επιτρέπει στον Aυδίκο να δώσει αφηγήματα, τα οποία παραπέμπουν σε μια λογοτεχνία ορίων. H δράση εκτείνεται από την Πρέβεζα ώς την Aλεξανδρούπολη. Oσοι γνωρίζουν καλά τον συγγραφέα θα μπορούσαν να μιλήσουν για μια κατάθεση ζωής. Oμως στη λογοτεχνία πλέον δεν ταυτίζουμε τον αφηγητή με τον συγγραφέα. O αφηγητής είναι πρόσωπο πλαστό, όσο κι αν εμείς, ως αναγνώστες, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε βιωματικά στοιχεία στον λόγο του. Tα γεγονότα δεν αντιπροσωπεύουν απλές καταστάσεις των πραγμάτων, αλλά εμφανίζονται μετασχηματισμένα. Eτσι, είναι ευδιάκριτες οι σταθερές της συλλογής. Πρόκειται αρχικά για τον γενέθλιο χώρο. Eκεί επιστρέφουν οι ήρωες κάθε φορά που θέλουν να βρουν στήριγμα για τη ζωή. Aπό την άλλη μεριά έχουμε ένα γενικότερο αίτημα ένταξης ανθρώπων, οι οποίοι ξεκινούν από ένα ευφορικό αλλού, το βουνό συγκεκριμένα, για να αντιμετωπίσουν τις αντιξοότητες του κάμπου και της μεγάλης πολιτείας. Mερικοί καταφέρνουν να ξεπεράσουν το νοητό όριο της απομόνωσης και να προσαρμοστούν στις νέες κοινωνικές συνθήκες. Kάποτε, μάλιστα, αναλαμβάνουν και ρόλο πρωταγωνιστικό στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Aλλά τότε, υπάρχει ο κίνδυνος που τον αντιπροσωπεύουν οι αξίες της αγοράς και της ανταλλαγής. Oσοι ακολουθήσουν αυτόν τον δρόμο θα περάσουν από τη φάση της ιδεολογικής ένταξης και των ανθρωπιστικών ιδεών σε μια κατάσταση αλλοτρίωσης. Aκόμη και το λεξιλόγιό τους αλλάζει και μεταφέρει τη σύγχυση που επικρατεί στον χώρο της αγοράς. H εμπορευματοποίηση των αξιών δείχνει με σαφή τρόπο τη λεγόμενη «αστική ευδαιμονία», η οποία είναι ένα από τα ψευδή ιδεολογήματα της εποχής μας. Tαυτόχρονα, στο υπό μελέτη έργο φαίνεται η μεγάλη δύναμη του έρωτα. Aυτός ξεπερνάει τις εθνικές αντιθέσεις και φέρνει σε επαφή τους ανθρώπους. Δεν μπορεί, όμως, να μετασχηματίσει τον κόσμο. Tα ιστορικά και κοινωνικά γεγονότα υπερβαίνουν τη θέληση του ατόμου και το αίτημα της ειρηνικής συμφιλίωσης συνθλίβεται στα γρανάζια των κοινωνικών αλλαγών. Tο αίτημα για ένταξη, τέλος, δεν είναι γνώρισμα μόνο του ηπειρωτικού χώρου, στον οποίο διαδραματίζεται το μεγαλύτερο μέρος του έργου. Tο ίδιο επιθυμούν και άλλες κοινωνικές ομάδες. Tο ποιητικό υποκείμενο τους καλωσορίζει, καθώς προχωρούν από το άλλος στο ταυτόσημος με μας.
O κ. Aπ. Mπενάτσης είναι επ. καθηγητής Θεωρίας της Λογοτεχνίας στο Παν. Iωαννίνων
2)Θανάσης Β. Κούγκουλος, βλ. και www.refene.com
Ο Εμφύλιος στη μεταπολεμική πεζογραφία: το παράδειγμα της Ηπείρου
Περιοδικό ΦΗΓΟΣ, τεύχος 9 (2000), σσ. 49 - 65
"...Ήδη τονίσαμε πως τα συγκεκριμένα τέσσερα βιβλία δεν συνιστούν εξαίρεση στη σύγχρονη ηπειρωτική πεζογραφία, απλώς αναδεικνύουν δραστικότερα το θέμα τους. Το τραύμα του εμφυλίου από τη σκοπιά του θύματος απασχολεί σοβαρά όλους τους Ηπειρώτες πεζογράφους και διαπερνά περισσότερο ή λιγότερο το έργο τους. Για του λόγου το αληθές δίνουμε από ένα μικρό παράδειγμα για τον καθένα. Στη νουβέλα Μια ιστορία του μακρύ χειμώνα (Νεφέλη 1990) του Νίκου Χουλιαρά ο περιθωριακός ήρωας Βύρωνας Ζήνδρος ωθείται μέσα δίνη του πολέμου από τους αντάρτες στην Αλβανία. Σπουδάζει στη στρατιωτική ακαδημία της Σοβιετικής Ένωσης και επαναπατρίζεται την περίοδο της δικτατορίας, ξεγελώντας τους ιθύνοντες πως δήθεν κατέχει στρατιωτικά μυστικά των Σοβιετικών. Ο Ναπολέων Λαζάνης, με την ιδιόμορφη στίξη του και την ασθματική του διήγηση, στη νουβέλα Οι ψαράδες (Οδυσσέας 1989) αφηγείται έναν ιδιάζων και αστυνομοκρατούμενο τρόπο διαβίωσης των ψαράδων της λίμνης των Ιωαννίνων. Αναμειγνύει με ποιητική ευαισθησία τον ψυχαναγκασμό και τη σωματική βία με στοιχεία της παράδοσης, παραπέμποντας πιθανώς στην ατμόσφαιρα τρομοκρατίας των πρώτων μετεμφυλιακών χρόνων. Στο επίσης ποιητικό μυθιστόρημα Το ασημόχορτο ανθίζει (Καστανιώτης 1992) του Βασίλη Γκουρογιάννη, όπου ο λόγος τρέφεται από τον απόηχο του δημοτικού τραγουδιού, καταγράφεται η συνεργασία των Τσάμηδων της Θεσπρωτίας με τους κατακτητές Γερμανούς και Ιταλούς και η μετέπειτα εκδίκηση των χριστιανών. Μια πράξη του δράματος είναι η αιματοχυσία μεταξύ των ανταρτών του ΕΔΕΣ και του ΕΛΑΣ και η εμπλοκή των μουσουλμάνων, όπως όταν ο βαφτισμένος Τσάμης Πέτρος συλλαμβάνεται από ένα απόσπασμα του Δημοκρατικού Στρατού πηγαίνοντας στο Φιλιάτι για να αγοράσει ψυχοφάρμακα. Το ζήτημα εξακολουθεί να διεγείρει και την τρέχουσα λογοτεχνική παραγωγή των Ηπειρωτών. Ενδεικτικά σημειώνουμε το πρώτο δημοσιευμένο διήγημα του Πρεβεζάνου Βαγγέλη Αυδίκου με τίτλο Το βλέμμα στον τοίχο με τη μαντανία[42]. Ο αφηγητής απαιτεί επίμονα τη μνημονική αποκατάσταση του σκοτωμένου από αδέσποτη σφαίρα παππού του σε συμπλοκή του ΕΑΜ με το ΕΔΕΣ. Μπορεί να μη χάθηκε ηρωικά, ωστόσο υπήρξε θύμα στο περιθώριο της επίσημης Ιστορίας του διχασμού..."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου