Ο Ιάσων Ευαγγέλου (φιλολογικό ψευδώνυμο του οφθαλμιάτρου και λογοτέχνη Ευάγγελου Ευαγγελίου), γεννήθηκε στο Βόλο το 1926. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Ιατρική (πτυχίο 1954), Φιλοσοφία (πτυχίο 1974) και Θεολογία (ακροατής επί τετραετία). Μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, της Ελληνικής Εταιρείας Φιλοσοφικών Μελετών κ.ά. Αρχισυντάκτης του περιοδικού "Προεκτάσεις στην εκπαίδευση" (1991-1997) και του περιοδικού "Κασταλία" της Ελληνικής Εταιρείας Ιατρών Λογοτεχνών (1999-2005). Ο Ιάσων Ευαγγέλου παρουσιάστηκε στα Γράμματα το 1962 και από τότε προσφέρει στον λογοτεχνικό και φιλοσοφικό χώρο ένα σημαντικό έργο, που το χαρακτηρίζει κριτικό και εγκυκλοπαιδικό πνεύμα, πνευματικός προβληματισμός, ευαισθησία και ήθος, σαφήνεια σκέψης και έκφρασης, και περιεκτική διατύπωση λόγου. Αποσπάσματα του έργου του μεταφράστηκαν και στο εξωτερικό. Για την προσφορά του στα Ελληνικά Γράμματα έχει τιμηθεί με διακρίσεις και έτυχε τιμητικού διπλώματος από το Υπουργείο Πολιτισμού (1999). Έχει επίσης περιληφθεί σε ελληνικά και ξένα βιογραφικά λεξικά. Το έργο του αγκαλιάζει όλους σχεδόν τους τομείς του έντεχνου Λόγου, και εκτός από άρθρα σε εγκυκλοπαίδειες, περιοδικά και εφημερίδες, αποτελείται από εκατόν είκοσι βιβλία. Από τα πιο χαρακτηριστικά έργα του είναι οι "γνωμικοί στοχασμοί: ΨΗΦΙΔΕΣ ΙΔΕΩΝ" και η "γνωμική ποίηση": ΨΗΦΙΔΩΤΟ ΠΟΙΗΣΗΣ", που συνεχίζουν -και ανανεώνουν- στο χώρο της Ελληνικής Γραμματείας, την παράδοση του επιγραμματικού λόγου (πεζού και ποιητικού). Το 2013 κυκλοφόρησε το βιβλίο του: Γνωμολογικό Λεξικό (γενικής παιδείας) με 13.500 ψηφίδες ιδεών. Το ίδιο έτος, η Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών τον πρότεινε στη Σουηδική Ακαδημία για το βραβείο ΝΟΒΕΕ Λογοτεχνίας (για τα έτη 2013, 2014).
Το βιβλίο αποτυπώνει τους πιο σημαντικούς σταθμούς στην ταραγμένη ιστορία της Θεσσαλίας μέσα από πλούσιο αρχειακό υλικό και προσεγγίζει τα μεγάλα γεγονότα αλλά και την καθημερινή ζωή, μέσα από τα μάτια όσων τα έζησαν. Αποτελεί, δε, μια πρωτότυπη καταγραφή της θεσσαλικής ιστορίας τη δεκαετία του '40, αποτέλεσμα συστηματικής επιστημονικής μελέτης. Στη συνέντευξη που ακολουθεί ο κ. Χριστοφής μιλά για την ανάγκη που οδήγησε στη συγγραφή μιας τέτοιας μελέτης και για τα ιδιαίτερα στοιχεία που παρουσιάζει η Θεσσαλία και τα οποία την καθιστούν σημαντική για την εξέλιξη του αντιστασιακού κινήματος στην Ελλάδα.
* Ποιος είναι ο σκοπός αυτού του πονήματος; Τι μπορεί να βρει σε αυτό ο αναγνώστης που ενδιαφέρεται για αυτή την περίοδο της ιστορίας, αλλά και γενικώς το κοινό;
- Πρώτα απ’ όλα να ευχαριστήσω την «Ελευθερία», και εσάς προσωπικά, για το ενδιαφέρον που δείξατε για το βιβλίο «Πόλεμος και Αντίσταση στη Θεσσαλία», το οποίο θα βρίσκεται από σήμερα σε όλα τα βιβλιοπωλεία της χώρας.
Στόχος του συλλογικού αυτού τόμου είναι η ανάδειξη της τοπικής ιστορίας, της περιοχής της Θεσσαλίας (Λάρισα, Βόλος, Τρίκαλα) και των γύρω χωριών (Αγιά, Μεταξοχώρι), αν και δεν αποτελεί εξαντλητική μελέτη, κάτι τέτοιο θα ήταν μάλλον αδύνατο, κατά την ταραγμένη, και μείζονος σημασίας, δεκαετία του ‘40. Επιχειρείται η παρουσίαση μιας ερευνητικής-επιστημονικής παραγωγής για την περίοδο 1940-1950, έχοντας ως παραμέτρους την ανάλυση των πιο σημαντικών σταθμών της δεκαετίας. Ο πόλεμος, η κατοχή, η αντίσταση, οι διωγμοί του εβραϊκού πληθυσμού, η μάχη της σοδειάς, ο θεσμός της λαϊκής αυτοδιοίκησης, η λειτουργία των σχολείων, ο εμφύλιος και τα έκτακτα στρατοδικεία είναι κάποια από τα θέματα τα οποία αναλύονται στο βιβλίο, μέσα από το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο της περιοχής και τις συγκρούσεις που έλαβαν χώρα. Επιπλέον, και το τονίζω αυτό, είναι ένα βιβλίο που όχι μόνο δεν αγνοεί, αλλά εστιάζεται στην οπτική της περιόδου «από τα κάτω», προσφέροντας με αυτόν τον τρόπου νέες οπτικές για την περίοδο σε τοπικό επίπεδο. Έτσι, το βιβλίο συμβάλλει στην αλλαγή του τρόπου με τον οποίο βλέπουμε το γενικό πλαίσιο και κυρίως επιτρέπει την αλλαγή της εστίασης από τις ελίτ στις μάζες στην περιοχή της Θεσσαλίας. Η τοπική ιστορία έχει αποτελέσει σημαντικό πεδίο έρευνας της επιστήμης της Ιστορίας. Η μελέτη της τοπικής ιστορίας προωθούνταν για χρόνια από τοπικούς ιστορικούς. Όπως πολύ εύστοχα έχει παρατηρήσει η Νάση Μπάλτα αυτή η μελέτη, φυσικά με τις εξαιρέσεις της, ακολουθούσε μια πατριδογνωστική και ιστοριοδιφική τάση και ακολουθούσε επίσης σε γενικές γραμμές, την αντίληψη και τον τρόπο γραφής που ανέπτυξε το ηγεμονικό σχήμα της εθνικής ιστορίας. Η εξέλιξη της επιστήμης της Ιστορίας ωστόσο, έχει οδηγήσει στην ανανέωση και διεύρυνση των ιστορικών υποκειμένων και θεματικών πεδίων, όπως την ιστορία της καθημερινότητας, την ιστορία του τόπου και της μνήμης, τα οποία μπορεί ο αναγνώστης να βρει στο βιβλίο.
* Πώς προέκυψε η δημιουργία αυτού του συγγράμματος;
- Να αναφέρω πρώτα απ’ όλα πως το εν λόγω βιβλίο στηρίζεται στην ημερίδα που διοργάνωσα στο Θέατρο ΟΥΗΛ τον Μάιο του 2016 με τίτλο «Η Θεσσαλία τη δεκαετία του ’40: Ιστοριογραφικές Προσεγγίσεις». Μια εκδήλωση λοιπόν, με επίκεντρο την περίοδο της δεκαετίας του ’40 εστιασμένη στην περιοχή μας, βρισκόταν στο μυαλό μου αρκετό καιρό πριν την ημερίδα, αλλά λόγω προσωπικών εξελίξεων μεταφέρθηκε για μεταγενέστερα. Ο λόγος ήταν απλός, και ήταν αυτός που ανέφερα προηγουμένως. Δηλαδή, να προσεγγίσουμε την ιστορία μας, τη θεσσαλική ιστορία, μέσα από μια συστηματική, επιστημονική οπτική. Αυτή μου η σκέψη ισχυροποιήθηκε κατά κάποιον τρόπο από το γεγονός ότι πληθώρα νέων μελετών, από νέους κυρίως μελετητές, με χρήση αναξιοποίητου αρχειακού υλικού, είτε επειδή το αρχειακό υλικό ήταν κλειστό προς το κοινό είτε αταξινόμητο, εκδόθηκαν τα τελευταία χρόνια. Αυτές οι μελέτες εστίαζαν την προσοχή τους σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας (π.χ. Αιτωλοακαρνανία). Έτσι, αποφάσισα να φέρω κοντά νέους ερευνητές που ασχολούνται, είτε εξ ολοκλήρου είτε επί μέρους, με την περιοχή της Θεσσαλίας. Η επιτυχία του συνεδρίου με ώθησε να ψάξω να βρω κάποιον εκδοτικό οίκο ο οποίος θα πίστευε στη σημαντικότητα της έκδοσής του ως βιβλίο.
* Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες, αν τυχόν υπάρχουν, στην οργάνωση της αντίστασης στη Θεσσαλία;
- Καταρχάς, κάθε περίπτωση είναι ιδιαίτερη για τον μελετητή, κάποιες περισσότερο, κάποιες λιγότερο. Ωστόσο, η περιοχή της Θεσσαλίας παρουσιάζει στοιχεία τα οποία την καθιστούν σημαντική για την εξέλιξη του αντιστασιακού κινήματος. Θα παραπέμψω τον αναγνώστη στο κείμενο του Γιώργου Μαργαρίτη στο βιβλίο, αλλά να επισημάνω κάποια στοιχεία. Πρώτα απ’ όλα, να αναφέρουμε πως οι στρατιωτικές μονάδες της περιφέρειας, που απάρτιζαν την 1η Μεραρχία, επιστρατεύθηκαν κατά περιοχές και ζώνες στα στρατολογικά γραφεία κάθε μεγάλης πόλης, ενώ σχεδόν το σύνολο των μονάδων της περιοχής ανήκαν στις πλέον δραστήριες του μετώπου και πήραν μέρος σε πολλές μάχες και επιχειρήσεις. Η 1η Μεραρχία, λοιπόν, δέχθηκε το βάρος της ιταλικής αντεπίθεσης τον Μάρτιο του 1941 και αντιστάθηκε σθεναρά με σημαντική συμβολή για την έκβαση της μάχης. Η γεωγραφική θέση της Θεσσαλίας βρισκόταν σε στρατηγική θέση ως προς το μέτωπο της Αλβανίας∙ το σημαντικό λιμάνι του Βόλου για τη μεταφορά εφοδίων και υλικών συντόμευε κατά πολύ τη διαδικασία προώθησής τους στην πρώτη γραμμή∙ οι Θεσσαλικοί Σιδηρόδρομοι, από το λιμάνι του Βόλου προς την Καρδίτσα, τα Τρίκαλα και την Καλαμπάκα∙ και τέλος, η Λάρισα, ως σημαντικό κέντρο διαλογής στα μετόπισθεν, πιο σημαντικό ίσως και από αυτό της Θεσσαλονίκης, είναι κάποια από τα στοιχεία που κάνουν τη Θεσσαλία ιδιαίτερη. Δεν πρέπει να παραλείψουμε, το οποίο αναλύεται διεξοδικά στο βιβλίο, την περίπτωση της εξόντωσης των Εβραίων από τους Γερμανούς, όπου, ακριβώς λόγω της αντίστασης του θεσσαλικού πληθυσμού, δεν ξεπέρασε το 10 με 20% (σε αντίθεση με το 80%-90% σε άλλες περιοχές).
* Θεωρείτε ότι αυτή η σημαντική ιστορική περίοδος έχει ερευνηθεί σε βάθος; Ή έχουμε ακόμη πολλές ιστορικές αλήθειες να ανακαλύψουμε για αυτή;
- Είναι γεγονός πως τις τελευταίες δεκαετίες η ελληνική επιστημονική κοινότητα έχει αρχίσει να ασχολείται εκτενώς με την πολυτάραχη δεκαετία του ’40. Νέα ερευνητικά εγχειρήματα, μελέτες, άρθρα και διατριβές, που ασχολούνται τόσο με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την Κατοχή, αλλά και τη μετέπειτα περίοδο για την ελληνική ιστορία, αυτή του Εμφυλίου Πολέμου, όσο και με διάφορες εκφάνσεις της δεκαετίας, κάνουν την εμφάνισή τους γεγονός που καταδεικνύει την ωρίμανση της επιστημονικής έρευνας στην Ελλάδα. Οπότε θα έλεγα πως ναι, έχει μελετηθεί σε βάθος η περίοδος, αλλά, όπως φαίνεται και από τις μελέτες του βιβλίου και τις ιστοριογραφικές μεθόδους, που ακολουθεί ο κάθε συγγραφέας, υπάρχει ακόμα αρκετός χώρος για έρευνα. Άλλωστε, δεν μπορεί κανένας να πει πως μια περίοδος έχει «κλείσει» ερευνητικά. Όσο η επιστήμη της Ιστορίας εξελίσσεται τόσο διευρύνεται και ο χώρος για περαιτέρω έρευνα.
* Όπως αναφέρετε στην εισαγωγή του βιβλίου «η Θεσσαλία της δεκαετίας του ’40 προσφέρει όλα αυτά τα στοιχεία που χρειάζεται ο ερευνητής ώστε να εφαρμόσει νέες προσεγγίσεις και μεθόδους ιστοριογραφικής έρευνας». Ποια είναι αυτά τα στοιχεία;
- Ακριβώς. Τα κείμενα που αποτελούν το βιβλίο καταδεικνύουν ακριβώς αυτό, και σε πλήρη σύνδεση του τοπικού με το εθνικό, και κατ’ επέκταση, γιατί όχι, και του παγκόσμιου. Για παράδειγμα, αν πάρει κάποιος το θέμα της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης στη Θεσσαλία, ή το ζήτημα των Εβραίων του Βόλου, την περίοδο της Αντίστασης, τα οποία έχουν μελετηθεί λιγότερο απ’ ό,τι άλλα, θα είναι σε θέση να συνάγει τα συμπεράσματά του σε ένα συγκριτικό ιστορικό πλαίσιο, το οποίο αναμφίβολα θα προσδώσει εντελώς νέα οπτική, όχι μόνο από τις ομοιότητες που ενδεχομένως να ανακύψουν, αλλά και από τις διαφορές τους, οι οποίες σε μερικές περιπτώσεις είναι περισσότερο αποκαλυπτικές. Η προφορική ιστορία και η ιστορία της μνήμης, δύο σχετικά νέες μεθοδολογικές προσεγγίσεις στην Ιστορία στη χώρα μας, ώστε να ανακαλύψουμε όχι σε επίπεδο «επίσημο» ή των ελίτ, αλλά το πώς βίωνε ο καθημερινός κόσμος τα τραγικά γεγονότα της δεκαετίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η περιοχή της Θεσσαλίας αποτελεί προνομιακό τοπίο, αφού οι μελέτες που επικεντρώνονται σε αυτήν δεν είναι τόσες πολλές ακόμα. Με εξαίρεση το Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας όπου η Θεσσαλία έχει αποτελέσει, και εξακολουθεί να αποτελεί, μελέτη περίπτωσης σε διάφορες μεταπτυχιακές και διδακτορικές εργασίες.
* Από πού προέρχονται οι πηγές που στηρίζουν αυτή την έρευνα; Ποιος είναι ο ρόλος της προσωπικής μαρτυρίας στην ιστορική καταγραφή;
- Αν κάποιος ανατρέξει στα κείμενα του βιβλίου θα συναντήσει πληθώρα πηγών, προσωπικών μαρτυριών, συνεντεύξεων, από τον Τύπο της εποχής, τα στρατιωτικά αρχεία, τα Γενικά Αρχεία του Κράτους, για παράδειγμα, όπου γίνεται εκτενής έρευνα στα αρχεία που επικεντρώνονται στα χωριά της Αγιάς και του Μεταξοχωρίου, αλλά και από ξένα αρχεία, έντυπα του αντιστασιακού Τύπου, Αρχεία Ειδικών Δικαστηρίων Δωσιλόγων και το Αρχείο του ΚΚΕ. Όλος αυτός ο όγκος αρχειακού υλικού συνδυάζεται με τον καλύτερο δυνατό συνθετικό τρόπο από δευτερογενή υλικό και νέες ιστοριογραφικές μεθόδους.
Συνέντευξη: Παναγιώτα Φούντα