Δίνω κάτι
σε κάποιον/α άλλον/η και σε αντιστάθμισμα παίρνω κάτι ισοβαρούς ποσότητας ή
αξίας.
Στο παρελθόν, τότε που οι κοινωνίες δεν
είχαν αναπτύξει χρηματοοικονομικό σύστημα, οι ανταλλαγές ήταν βασικός δίαυλος
για την οργάνωση των οικονομικών δραστηριοτήτων. Είχαν διαμορφώσει οι κοινωνίες
ένα αξιακό σύστημα ανταλλαγών, που εξαρτιόταν από τη διαθεσιμότητα των
προϊόντων, την ποσοτική επάρκεια, το διατροφικό και πολιτισμικό σύστημα.
Η ανταλλαγή ως προσπάθεια αποτύπωσης
των κοινωνικών και οικονομικών ισοδύναμων αποτυπώνεται στα γαμήλια συμβόλαια
αλλά και στις απαγωγές - όχι μόνο στο παρελθόν. Ο γάμος στηριζόταν στην
ανταλλαγή ανθρώπινου δυναμικού με ισοδύναμο υλικά αγαθά (κτηματική και ζωική
περιουσία, προικιά και χρήματα αργότερα). Η μια μεριά έδινε ή πρότεινε τη
σύναψη γάμου ανάμεσα σε έναν άντρα και μια γυναίκα και η άλλη καθόριζε το
αντιγύρισμα. Με άλλα λόγια, όριζε την ισοδυναμία των προσφορών με βάση τις
ικανότητες των νέων και το κοινωνικό κύρος της οικογένειας.
Ανταλλαγή ήταν και η αλληλεγγύη που
εμφανιζόταν ως εθιμικό δίκαιο στις αγροτικές εργασίες. Τα μέλη των νοικοκυριών
ανταποκρίνονταν στο αίτημα για βοήθεια σε διάφορες εργασίες (καρποσυλλογή,
κούρεμα αιγοπροβάτων, θερισμός), με τη βεβαιότητα ότι αυτή η προσφορά
εθελοντικής εργασίας θα επιστρεφόταν σε αντίστοιχη ανάγκη.
Αυτή η λογική βρίσκεται στη βάση ενός
μέρους του εθελοντισμού. Σε πολλά πανεπιστήμια ενισχύεται ο εθελοντισμός, του
οποίου η πιστοποίηση μεταφράζεται σε ισχυρό στοιχείο του βιογραφικού ενόψει της
διεκδίκησης επαγγελματικού και επιστημονικού ρόλου.
Η ανταλλαγή, επίσης, γίνεται
ρυθμιστικός παράγοντας στη διεθνή πολιτική. Εκδηλώνεται στην Ευρωπαϊκή Ενωση,
στην οποία οι ψηφοφορίες και τελικές συμφωνίες δεν υπακούν στο δίκαιο και την
ανάγκη των πολιτών. Προηγούνται συζητήσεις και ανταλλαγές κάθε είδους.
Σ’ αυτή τη λογική γίνονται οι συνθήκες
για την ειρήνη ύστερα από κάποια πολεμική σύγκρουση - ή κατά τη διάρκειά της.
Αλλάζουν οι συσχετισμοί και μεταβάλλονται παροχές και αντιπαροχές. Πρόσφατο
είναι το παράδειγμα του 1922, του οποίου η ιστορική κατάληξη οφείλεται και στη
διαφοροποίηση των συμμαχιών, συνεπώς και των προσδοκώμενων αντιγυρισμάτων.
Φέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από
μια ανταλλαγή πληθυσμών. Οι χριστιανοί κάτοικοι της Μικρασίας αναγκάστηκαν να
εγκαταλείψουν το βιος τους, στην Καππαδοκία και αλλαχού. Το ίδιο και οι
περισσότεροι μουσουλμάνοι που ζούσαν στην Ελλάδα. Η αντιπαροχή ήταν η πίστη της
διεθνούς κοινότητας σ’ έναν κόσμο ομοιογενή.
Για τους ανταλλασσόμενους η αντιπαροχή
ήταν η αβεβαιότητα. Η απαξίωση συχνά, ο ρατσισμός και ο αγώνας για να στήσουν
νοικοκυριό εξαρχής. Εχουν γραφτεί πολλά. Και ειπώθηκαν στην εκδήλωση που
οργάνωσαν οι Μικρασιάτες στο Νέο ψυχικό. Με νοσταλγία για τα πατρογονικά, χωρίς
μισαλλοδοξία. Σαν τον Τουρκογιαννιώτη στη Σινασό. Είχε πάντα ένα πουγκί με
λίρες πάνω του. Για να είναι έτοιμος όταν έρθει η ώρα της επιστροφής στην
πατρίδα του. Ονειρα που θέρμαιναν την αξενία.