Τετάρτη 8 Μαΐου 2024

Ευάγγελος Αυδίκος Λαναρά Ανεμότρυπα, Μνήμη Χρήστου , EFSYN, 07.05.24

 

Δεν ξέρω αν είναι η δική μου αίσθηση. Και μόνο. Ομως, το Μεγαλοβδόμαδο είχε αυξομειώσεις στις καιρικές συνθήκες. Σε αυτό δεν χωρούν υποκειμενικότητες. Ο καιρός μάς υπενθύμισε πως τον τελευταίο λόγο τον έχει αυτός, όχι οι προθέσεις και οι επιθυμίες μας.


Δεν είμαι βέβαιος αν η βαριά διάθεση του κόσμου οφείλεται στα τερτίπια του καιρού. Κάτι άλλο πλανιόταν στον μεγαλοβδομαδιάτικο ουρανό. Λιγότεροι άνθρωποι άφησαν τις πόλεις αναζητώντας τη μέθεξη της φύσης. Επέλεξαν τη σιγουριά του διαμερίσματος και τη βεβαιότητα πως δεν θα ξοδέψουν τα μαλλιοκέφαλά τους για το πασχαλινό τραπέζι.

Λιγότεροι ακόμη σούβλισαν το αμνοερίφιο. Ισως αυτό να εκληφθεί ως ευθυγράμμιση με την προτροπή εκείνων που χαρακτηρίζουν τη συνήθεια αυτή νεοβαρβαρότητα. Μπορεί να είναι κι έτσι. Ομως, επιμένει να με τριβελίζει μια άλλη άποψη. Οι άνθρωποι ξένεψαν. Προτιμούν τις μικρές παρέες. Οι πολίτες έχουν βαρυθυμία που δεν διευκολύνει το αντάμωμα σε εξωστρεφή συνύπαρξη. Επέλεξαν να ψήσουν στην ηλεκτρική κουζίνα, σε μεγάλο βαθμό, κάτι που τους έβγαλε από τον «μπελά» και τις επιπτώσεις μιας εξωστρεφούς σύναξης.

Με το κεφάλι τούρλα, παραγεμισμένο σαν σπληνάντερο με σκέψεις και πολλά ερωτήματα, το αυτοκίνητο διέσχιζε αγκομαχώντας τον δρόμο στα ριζά του Ξεροβουνίου. Ενα βουνό γυμνό, το μάτι γλύκανε το νερό του ποταμιού και τα πλατάνια που στεφάνωναν συχνά τις δυο πλευρές του δρόμου. Από την πλευρά του Ξεροβουνίου περίσσευαν τα σπάρτα που με το ζωηρό κίτρινο χρώμα τους πρόσθεταν ενδιαφέρον αισθητικό στο βουνό, που μολογάει ανθρώπινες ιστορίες υπέρβασης –και εγκατάλειψης– σε τόπους φτενούς.

Στα Τζουμέρκα ο τόπος περίκλειστος. Τα βουνά, ουρανοσκεπή, στήνουν παιχνίδι με τα σύννεφα και τον αετό που πλανάρει στον αέρα. Μας ακολουθεί σχεδόν ώς την Ανεμότρυπα. Τα βουνά κρύβουν εκπλήξεις. Μια τέτοια επιφύλαξαν σε όσους θέλησαν να διακριβώσουν τον λόγο που έβγαινε δροσερός αέρας από μια μικρή σχισμή, μια τρύπα στον βράχο, λίγο πριν ο δρόμος κοντέψει στα Πράμαντα. Και εγένετο σπήλαιο στην περιοχή. Που διεγείρει την περιέργεια αλλοδαπών και ημεδαπών.

Η στενή είσοδος δεν προοιωνίζεται τη μέθεξη που θα προσφέρει το εσωτερικό του βουνού. Πολίτες που αναζητούν νέες ταξιδιωτικές εμπειρίες. πέρα από το ώς τα τώρα εθνικό σπορ, την αναζήτηση της καλύτερης ταβέρνας. Η πειθαρχία της ομάδας που άκουγε τον ξεναγό και η αύξηση του αριθμού των επισκεπτών υπογραμμίζει τις συντελούμενες –έστω και στάγδην– διαφοροποιήσεις στον συνδυασμό πολλών γεύσεων, διατροφικών και αισθητικών.

Ανεμότρυπα. Μια πόρτα για ένα άλλο βλέμμα στον τόπο. Ακόμη και μέσα από τη συμπεριφορά της νυχτερίδας. Της οποίας ο κύκλος ζωής ανοίγει και κλείνει μες στο σπήλαιο. Και που τα κόπρανά της παράγουν την τροφή της. Κρίσιμο στοιχείο για τόπους που εισάγουν, δεν παράγουν την τροφή.

 

Τετάρτη 17 Απριλίου 2024

Ευάγγελος Αυδίκος, Ο δρόμος με τις κουτσουπιές, EFSYN, 16 Απριλίου 2024

 

Είδα τη φωτογραφία σε ανάρτηση του Γιαννιώτη φωτογράφου Μιχάλη Βάκαρου. Το θέαμα, οπτική μέθεξη. Ενας δρόμος στεφανωμένος με ολάνθιστες κουτσουπιές. Το δέντρο στην καλή του ώρα. Ο περαστικός που διαβαίνει τον δρόμο έχει την αίσθηση ότι αναβλύζει μέσα από την εικόνα «ανάκουστος κιλαϊδισμός». Διογκώνει τα μάτια του, να χωρέσει όλη την ομορφιά της άνοιξης. Και τότε «η φύσις όλη του γελά και γένεται δική του» (Σολωμός, Πόρφυρας).

Ευτυχώς οι κουτσουπιές ξανάρχισαν τη δουλειά τους. Ενα βαθύ κλάδεμα στέρησε τον δρόμο, για κάποια χρόνια, από τη λιποθυσμένη ομορφιά του, υπενθυμίζει ο φωτογράφος. Φροντίζω να περπατώ τον δρόμο κάθε άνοιξη. Συνειρμικά συνέδεσα την πένθιμη εικόνα των δέντρων με τα λόγια του Αργύρη Χιόνη. «Θα ’ρθει μια μέρα που τα δέντρα θα μισήσουν την αχαριστία των ανθρώπων και θα σταματήσουν να παράγουν ίσκιο, θροΐσματα κι οξυγόνο. Θα πάρουνε τις ρίζες τους και θα φύγουν».

Είχα την αίσθηση πως οι κουτσουπιές αποφάσισαν να διαμαρτυρηθούν για την ύβρι που διαπράττεται στον συγκεκριμένο δρόμο. Οδός Δόμπολη, στην πόλη των Ιωαννίνων - παλαιότερα, σχεδόν περιφερειακή οδός. Εκεί που βρήκε απάγκιο το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, λίγο πριν από τη δικτατορία του 1967. Το ίδρυμα που έγινε πνευματική κουτσουπιά, η οποία άνθιζε όλο τον χρόνο. Και νοστίμιζε η πόλη. Και ένιωσε στο κορμί της τη ζωντάνια των «ασεβών» νέων. Που αμφισβήτησαν την εσωστρέφεια της πόλης. Που δεν συμβιβάστηκαν με τη δικτατορία του 1967, την τυραννία του νου, της ψυχής και του σώματος.

Εκεί, δίπλα στις κουτσουπιές, στέκει άψυχο το κουφάρι του κτιρίου που βούιζε όλο τον χρόνο. Ακούγονται ακόμη οι φωνές του Δάκαρη, του Λουκάτου, του Κακριδή, του Παπαθωμόπουλου, του Καψωμένου, όλων εκείνων των δασκάλων που έγιναν κουτσουπιές του δημοκρατικού ήθους. Το κουφάρι του παλιού Πανεπιστημίου θλίβει. Το κτίριο αφέθηκε στη λήθη. Και μαζί μ’ αυτό, εξασθενίζουν οι φωνές των φοιτητών και φοιτητριών. Η ιστορία ενός ιδρύματος που έγινε φακός στα σκοτάδια της εποχής.

Οι κουτσουπιές επέστρεψαν, προσφέροντας τη δύναμη της ομορφιάς τους στην οδό Δόμπολη. Μάλλον, άκουσαν τα δέντρα πως κάτι πάει ν’ αλλάξει. Οι πτυχιούχοι του Πανεπιστημίου ζητάνε πίσω τη μνήμη τους. Το Τμήμα Ιστορίας, οι σημερινοί πανεπιστημιακοί γίνονται η φωνή της τοπικής ιστορίας. Πενήντα χρόνια μετά την τελευταία δίκη των «27» στο στρατοδικείο Ιωαννίνων, γίνεται ημερίδα ενάντια στη λήθη. Σχεδόν πενήντα επτά χρόνια από την πρώτη δίκη των φοιτητών του Πανεπιστημίου, η ιστορία του θα δρασκελίσει το κατώφλι της λήθης: Πόπη Βουτσινά, Νίκος Ράπτης, Λαοκράτης Βάσης, Λάκης Παπαϊωάννου και άλλοι πολλοί/ές.

«Aπομεινάρι θαυμαστό ερμιάς και μεγαλείου». Θυμάμαι τον Σολωμό, καθώς στέκομαι στην παλιά κεντρική είσοδο. Μέσα, ερημιά και θλίψη. Εξω, οι κουτσουπιές μεθάνε τις ελπίδες.

Nύχτα γιομάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια!

 

Τρίτη 19 Μαρτίου 2024

Ευάγγελος Αυδίκος, Αγιοζούμι τυροζούμι: μια τυρινή συγχώρεση, EFSYN, 19 Μαρτίου 2024

 

Κυριακή της Τυρινής. Η παράδοση επιτάσσει τυριά νερωμένα και ζυμαρικά. Στην τηλεόραση οι φλέβες του λαιμού της νεαρής δημοσιογράφου τεντωμένες, σαν χορδές σε καλοκουρδισμένο βιολί, έτοιμες να σπάσουν, καθώς αναφέρεται στην πρωταθλητική τάση των τιμών στα είδη της Καθαροδευτέρας.

Στο πικάπ η βελόνα φτάνει στον Γουίλι τον θερμαστή, η φωνή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου άδει την ελεγεία του. «Θεέ των μαύρων, τον καλό συγχώρεσε Γουίλ και δώσ’ του εκεί που βρίσκεται λίγη απ’ την άσπρη σκόνη». Η μουσική του Μικρούτσικου ταιριαστή με την ποίηση του Καββαδία, αίνος στη συγχώρεση των αδυναμιών ενός ανθρώπου που έγινε παρανάλωμα των επιλογών του. Η αγάπη δεν δικάζει. Κατανοεί.

Εχουν ειπωθεί πολλά για το ζήτημα της συγχώρεσης: θεολογικά, ψυχολογικά. Ο Λειβαδίτης («Οι τελευταίοι», 1966) στην ποίησή του, κοιτάζοντας πίσω σε όσα έγιναν τον καιρό της συλλογικής και προσωπικής ήττας, υπογραμμίζει, με σχεδόν δοκιμιακό τρόπο, τη «λίγη κατανόηση» που έλειπε όταν χρειαζόταν λόγω ενός τυφλού εγωισμού. Δεν παραλείπει να κάνει λόγο για «μια ηλίθια συγχώρεση, όταν έπρεπε να τους πιάσεις από τον λαιμό».

Στην περίπτωση του Γουίλι η συγχώρεση γίνεται δικαιοδοσία μιας ανώτερης υπερφυσικής δύναμης, που έχει τη δυνατότητα να σβήσει τις αδυναμίες/αμαρτίες των ανθρώπων. Είναι ο ανώτατος κριτής. Αλλάζουν τα δεδομένα στην ποίηση του Λειβαδίτη, στα επίγεια.

Παλαιόθεν, οι άνθρωποι δημιούργησαν τον αποδιοπομπαίο τράγο, στον οποίο φόρτωναν όσα ανάποδα συνέβησαν τον χρόνο που πέρασε. Εδιωχναν τον συντοπίτη τους για άλλους τόπους κι έτσι οι υπόλοιποι είχαν ήσυχη συνείδηση, απαλλαγμένοι από το φορτίο των αμαρτιών.

Κυριακή της Τυρινής πριν από λίγες ημέρες. Κατά τα ειωθότα, οι άνθρωποι προετοιμάζονται για τη Σαρακοστή, την παρατεταμένη περίοδο για εκγύμναση στη διατροφική και ψυχοσυναισθηματική εγκράτεια. Αλαλα τα χείλη μου… Θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου…

Κυριακή της Τυρινής. Η οικογένεια συγκεντρωνόταν στο οικογενειακό τραπέζι, συνήθειες που πλέον περιγράφονται στα επετειακά κείμενα των εφημερίδων και στα ρεπορτάζ των τηλεοπτικών σταθμών.

Κυριακή της Τυρινής. Οι νεότεροι συνήθιζαν να υποβάλλουν τα σέβη τους στους μεγαλύτερους, αιτούμενοι τη συγχώρεση. Μήπως ήρθε η ώρα να συνεχιστεί ο ανάποδος κόσμος της Αποκριάς; Να ζητήσουν συγχώρεση οι μεγάλοι από τους μικρούς; Οι γονείς από τα παιδιά τους; Δεν είναι μόνο η καριέρα που νοστιμίζει τη ζωή. Οι ισχυροί της Γης που έχουν πνίξει τον κόσμο στο αίμα; Η Μεσόγειος είναι σπαρμένη με πτώματα. Να ζητήσει η Δικαιοσύνη συγχώρεση από τη δωδεκάχρονη;

Πρώτη μέρα της Σαρακοστής. Η ζωή αγκομαχά, η αισχροκέρδεια αναιδής. Οι μεγάλοι έχουν μυωπία και προβλήματα ακοής στην ανημποριά και τον σπαραγμό. Η Σαρακοστή φαίνεται να εξελίσσεται σε πρώιμη ανάβαση στον Γολγοθά της καθημερινότητας. Η συγχώρεση δεν μπορεί να εξαγοράζεται α λα Τέντζελ.

 

Τρίτη 12 Μαρτίου 2024

Ευάγγελος Αυδίκος, Εν Βόλω, Αφιερωμένο στον Γιάννη Πασσιά, EFSYN, 12 Μαρτίου 2024

 Ο Βόλος είναι μια πόλη μονίμως ραχατλίδικη. Ακουμπισμένη η πλάτη στο Πήλιο, τρέφεται από τους ψιθύρους της ιστορίας του. Το κεφάλι στον πλάτανο, στην πλατεία της Μακρινίτσας, ακούει ιστορίες που φτάνουν στην αχλή του μύθου. Μολογάνε για τον Κένταυρο και το πουκάμισο του Νέσσου που έγινε σάβανο για τον Ηρακλή που νέρωσε τα αισθήματά του. Τα πόδια της πόλης πλατσουρίζουν στον Παγασητικό.

Βρίσκεται σε μια εύθυμη διάθεση ο Βόλος, έτοιμος να πάρει το πρώτο πλοίο για τις Σποράδες. Η θάλασσα γίνεται φιλοπαίγμων. Νωρίς το απόγευμα τα κύματα ορθώνονται, «έλα να παίξουμε» (Χριστόπουλος, Ροδακιό 2023) μοιάζουν να λένε. Το κάλεσμα απευθύνεται σ’ όσους κάθονται στο τσιμεντένιο τειχίο του πάρκου. Ελάτε να παίξουμε το παιχνίδι της τοπικής ιστορίας. Τα κύματα αποκτούν ανθρώπινη μορφή. Βγαίνει μονοσάνδαλος από τη θάλασσα ο Ιάσονας, να ξαποστάσει από το κουραστικό ταξίδι, να ξεδιψάσει την περιέργειά του. Ακολουθεί ο Σαράτσης και ο Δελμούζος, ευθυτενείς και ευχάριτες, μόλο που ταλαιπωρήθηκαν και δέχθηκαν τα πάρθια βέλη από εκείνους που γίνονται τροχοπέδη στο αγαθό της εκπαίδευσης για όλους τους ανθρώπους.

Οι δύο τους, με βήμα σταθερό, διασχίζουν τον τοίχο του παλιού εργοστασίου, του Παπαστράτου, και θρονιάζονται στα δικά τους αμφιθέατρα. Εκεί που ακούγεται η ανάσα των φοιτητών/τριών για τον δικό τους αγώνα. Για το δικαίωμα στο αγαθό της εκπαίδευσης. Που δικάζονται σε μια ανοιχτή δίκη, σε μια νέα εκδοχή των «Αθεϊκών». Τα γράμματα και η ανθρωπιά πουλιούνται μισοτιμής στα καλάθια των πεζοδρομίων. Από τα εμπορικά καταστήματα. Φυσάει στο μπαστουνάκι. Αναζητώ τα ίχνη από τον Γιάννη Πίκουλα, τότε που μοιραζόμασταν τη θέρμη για ένα Πανεπιστήμιο- θερμοκήπιο της γνώσης. Που θα προσφέρει τον καρπό της επιστήμης σε όποιον τον ζητήσει. Τότε που φανταζόμασταν τον Σαράτση και τον Δελμούζο να έρχονται στην παρέα μας και να ανιστορούν όσα έπαθαν για τις κοινές προσδοκίες.

Το Πανεπιστήμιο βάλλεται πανταχόθεν. Ο ανθρωπισμός ντεμοντέ. Ο Σαράτσης και ο Δελμούζος καθηλωμένοι στα αμφιθέατρά τους. Το Πανεπιστήμιο σε βαθιά κρίση, γίνεται κι αυτό μάρκα στο καζίνο της άμεσης χρηστικότητας. Οδός Δημητριάδος, το σώμα στον αυτόματο πιλότο οδηγεί στο παλιό καπνεργοστάσιο του Σπίρερ. Εκεί που η πόλη αρμάθιαζε τις μνήμες της. Στο Δημοτικό Κέντρο Ιστορίας. Οι σκιές της Αίγλης Δημόγλου και του Γιάννη Κουτή ξεκουράζονται στο παγκάκι, έτοιμοι να βάλουν πλάτη και από τον κόσμο της άλλης όχθης.

Δεν ξέρω αν η δική μου ψυχή είναι βαριά ή αν μαζώχτηκαν πολλά σύννεφα πάνω από την πόλη τα τελευταία χρόνια· αν η ιστορική μνήμη περονιάζει το παρόν· αν η σκόνη από τα τσιμέντα έχει επικαθίσει στους πόρους της μνήμης και η πόλη έπαθε αμνησία. Βόλος, η πόλη των προσδοκιών. Και του Πηλίου με τους Κενταύρους.


Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2024

ανάγνωση: Δρολάπι, Ευάγγελος Αυδίκος

ανάγνωση: Δρολάπι, Ευάγγελος Αυδίκος: Είμαστε λαθραίοι στη ζωή. Ξεφύγαμε απ’ τον θάνατο, μας αγνοεί η ζωή. Ο νόμος μάς εντόπισε, είναι σκληρός όταν θέλει. Αλλιώς τον περιμέναμε. ...

Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2024

Ευάγγελος Αυδίκος, 57 φεγγάρια, efsyn, 13 Φεβρουαρίου 2024

 

Τι σχέση έχει η τέχνη με τη ζωή; Ενα ερώτημα που επιστρέφει στοχαστικά κάποιες φορές. Αλλοτε με στόμφο. Διαβάζοντας το μυθιστόρημα του εκ Σρι Λάνκα Σέχαν Καρουνατίλακα με τίτλο «Τα εφτά φεγγάρια του Μάαλι Αλμέιδα» (Gutenberg), διαπίστωσα, για ακόμη μία φορά, τη δύναμη της πεζογραφίας να μετασχηματίζει τη ζωή σε τέχνη. Αλλά και να χρησιμοποιείται το λογοτεχνικό έργο ως μέσο για κατανόηση όσων συμβαίνουν παγκοσμίως.

Ο Καρουνατίλακα κάνει θέμα του μυθιστορήματός του τη μεταθανάτια προσπάθεια ενός πολεμικού φωτογράφου, ο οποίος απήχθη στη διάρκεια του πολυετούς εμφυλίου πολέμου και δολοφονήθηκε. Αμάρτημά του; Φωτογράφιζε σκηνές βίας και αποτύπωνε πρόσωπα που αιματοκύλησαν τη χώρα. Μέγα αμάρτημα η παρουσία οποιουδήποτε ντοκουμέντου, που γίνεται ομιλούσα πηγή για τους υπεύθυνους. Η εξαφάνιση των πειστηρίων είναι προϋπόθεση για να περιέλθει στη χώρα της λήθης το έγκλημα.

Ο πρωταγωνιστής, ευρισκόμενος στον άλλο κόσμο ή σε κάποιο γραφειοκρατικό γρανάζι, επιχειρεί να μάθει τον λόγο που δολοφονήθηκε. Αλλά και τα ονόματα όσων διέπραξαν τον φόνο. Ο χρόνος τρέχει. Μετά τα εφτά φεγγάρια, χρόνος παραμονής των νεκρών στον ενδιάμεσο χώρο, θα χαθεί το δικαίωμά του να μάθει. Πατέρα, συγχώρεσέ τους, γιατί εγώ δεν θα τους συγχωρήσω ποτέ. Είναι τα λόγια του δολοφονημένου που προτάσσει ο συγγραφέας στην αρχή του πεζογραφήματος.

Κάποια αόρατη δύναμη έκανε, εντός μου, τον αυτόματο συσχετισμό ακούγοντας όσα σπαρακτικά είπε η μητέρα της Μάρθης. Κάθε λέξη της κι ένα καρφί στην καρδιά και τη λήθη που τείνει να γίνει κανονικότητα στη ζωή μας. Με τη συνδρομή των γραφειοκρατικών μηχανισμών, που κινούνται άλλοτε αργά και άλλοτε ανασχετικά στην προσπάθεια να φωτιστεί τι συνέβη στα Τέμπη. Οπου έχασαν τη ζωή τους 57 νέοι άνθρωποι. Οπου δολοφονήθηκε η αξιοπιστία του κράτους.

Ακουσα με συγκλονισμό όσα είπε η Μαρία Καρυστιανού, η φωνή όλων των οικογενειών που θρηνούν τους δικούς τους ανθρώπους. Ακουσα και τους άλλους γονείς στην εκπομπή της Μαρίας Αναστασοπούλου στον «Αντέννα». Δεν πρόκειται να ησυχάσουν αν δεν αποδοθεί δικαιοσύνη. Αν δεν καταδικαστούν 57 φορές ισόβια οι υπεύθυνοι. Οσο ψηλά κι αν βρίσκονται.

Η δύναμη της ψυχής εντυπωσιάζει. Οι γονείς των θυμάτων, οι στενοί συγγενείς μοιάζουν να βγαίνουν από το μυθιστόρημα του Καρουνατίλακα... Αγύριστα κεφάλια. Δικαίωσή τους θα είναι ο εντοπισμός και η τιμωρία όσων φέρουν ευθύνες. Αμετακίνητοι. Το ζητάνε 57 φεγγάρια, που βγαίνουν κάθε βράδυ στον ουρανό. Είναι οι ψυχές των θυμάτων, που γίνονται καρφιά στη λήθη μας. Τα Τέμπη είναι καρφί στη συνείδηση όλων των Ελλήνων. Ζύγι για τον βαθμό αξιοπιστίας των θεσμών στη χώρα. Ολοι θα μετρηθούμε και θα κριθούμε. Αν ο μεγαλορρήμων λόγος των μπαλκονιών και των τηλεοπτικών σταθμών έχει συνέπεια.

Ή εθνικό είναι το ίδιον συμφέρον;