Τρεις λέξεις
μονοπώλησαν το ενδιαφέρον του Σαββατοκύριακου. Οι δύο πρώτες είναι «ατομική
ευθύνη». Επανήλθαν στην επικαιρότητα με αφορμή την πυρκαγιά στο πλοίο της
γραμμής προς Μπρίντιζι. Ειπώθηκαν από τον αρμόδιο υπουργό. Για την εξέλιξη με
τους αγνοούμενους φταίνε οι οδηγοί των φορτηγών. Δεν φταίει η ναυτιλιακή
εταιρεία, καμία ευθύνη δεν έχουν οι ελεγκτικές αρχές.
Η δεύτερη λέξη είναι «αυτοπεποίθηση».
Χρησιμοποιήθηκε από τον υπουργό Οικονομικών της προηγούμενης κυβέρνησης στη
συνέντευξή του στο κυριακάτικο φύλλο γνωστής εφημερίδας.
Πρόκειται για ένα προικισμένο άτομο με
ιδιότυπη εκφορά λόγου, με μια ιδιαίτερη και μακροχρόνια παρουσία στον πολιτικό
χάρτη της Ελλάδας. Κατάφερε, σε δύσκολες μνημονιακές συνθήκες, να διαχειριστεί
με επιτυχία αρκετά ζητήματα, όσο κι αν εγείρονται ενστάσεις για μερικές
επιλογές.
Συνεπώς, η χρήση της λέξης «αυτοπεποίθηση» είναι δικαιολογημένη. Συνοψίζει την
πίστη στην εκπαίδευσή του, πρωτίστως όμως στην εμπειρία που απεκόμισε από την
ανάγκη να μεταβεί από τις θεωρητικές του απόψεις στην εφαρμογή στα επίδικα
ζητήματα.
Ωστόσο, η λέξη συνοδεύεται από επίθετο,
το οποίο προσδιορίζει και την πηγή της αυτοπεποίθησης. Η έκφραση σύρει
διαχωριστική γραμμή, η οποία επαναφέρει θέματα που είχαν τεθεί με ένταση στη
μεταπολεμική περίοδο. Αστική είναι η αυτοπεποίθηση του τέως υπουργού. Με άλλα
λόγια, αυτή ανάγεται στα βρετανικά Πανεπιστήμια, τα οποία έχουν μιαν ισχυρή
αστική ου μην και αριστοκρατική παράδοση.
Δεν θα εστιάσω στη δεδομένη προσωπική
εκτίμηση στην παρουσία του. Ούτε θα ασχοληθώ με τα υπόλοιπα σημεία, που
εντάσσονται στον διεξαγόμενο προσυνεδριακό διάλογο. Εκείνο που με ερέθισε ήταν
η δευτερογενής παρενέργεια της φράσης «αστική αυτοπεποίθηση». Συνελόντι ειπείν,
υπαινίσσεται η φράση ότι η αυτοπεποίθηση καλλιεργείται πρωτίστως ανάμεσα σε αυτούς
που έχουν τέτοιου είδους εκπαίδευση ή αντίστοιχη καταγωγή.
Με άλλα λόγια, σε άλλα εκπαιδευτικά και
κοινωνικά περιβάλλοντα η αυτοπεποίθηση δεν ευδοκιμεί ή υπωχριά από κοινωνική
αδυναμία. Αν αποδεχθούμε αυτή την έκφραση ως κοινωνική πραγματικότητα, οδηγούμαστε
στην παραδοχή της αδυναμίας του δημόσιου σχολείου να εμφυσήσει αυτοπεποίθηση.
Οσοι αποφοίτησαν από εγχώρια σχολεία δεν απέκτησαν σε ικανές δόσεις τη βιταμίνη
της αυτοπεποίθησης. Επιπλέον, ο λαϊκός πολιτισμός, η ύπαιθρος αποτελεί μια
ατελή ή στρεβλή έκφραση της αστικότητας.
Επανέρχεται ένα ζήτημα που οδήγησε σε
στρεβλή ένταξη των εσωτερικών μεταναστών στις πόλεις. Ενοχοποιήθηκε η αγροτική
καταγωγή. Θεωρήθηκε μειονέκτημα, αν όχι στίγμα, με αποτέλεσμα να συγκροτηθεί το
κίνημα του σουσουδισμού, που αποτυπώθηκε στον ελληνικό κινηματογράφο των πρώτων
μεταπολεμικών δεκαετιών.
Τα παιδιά της υπαίθρου δεν είχαν πίστη
στον πολιτισμό τους. Στη γλώσσα και την καταγωγή ως μέσα για κοινωνική άνοδο.
Οφειλαν να αποβάλουν συμπεριφορές και να μιμηθούν άλλους. Κι έτσι εγεννήθη ο
μικροαστισμός. Πολιτικός και κοινωνικός.
Αυτό το κράτος φτιάχτηκε από την πίστη
των πολιτών στο κοινό όραμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου