Σ’ ένα από τα τραγούδια της ξενιτιάς της Ηπείρου, ο πατέρας ζητάει από τον γιο του να φιληθούνε. Ο γιος ετοιμάζεται να πάρει τη στράτα της ξενιτιάς κι ο ζωντανός ο χωρισμός είναι βαρύτερος από τον βιολογικό θάνατο.
Αυτό τραγουδάει, εν είδει μοιρολογιού, το τραγούδι. Ποιος ξέρει αν θ’ ανταμωθούμε· αυτός είναι ο λόγος που ο πατέρας δείχνει τρυφερότητα στον γιο του, κάτι που δεν ήταν συνηθισμένο ανάμεσα σε άντρες σε κοινωνίες που παλεύουν με στέρφο περιβάλλον. Οπου η πέτρα σε κάνει όμοιό της. Για να επιβιώσεις.
Το ρήμα ανταμώνω –και το ουσιαστικό αντάμωμα– έχει μέσα του τη μνήμη της συλλογικότητας, που χρειάζεται ανανέωση. Ο πατέρας θρηνεί την προοπτική να μην ξαναϋπάρξει σμίξιμο. Που μοιραία προκαλεί τη λήθη. Και το ξελόγιασμα από άλλες συλλογικότητες. Από τις Σειρήνες της ξενιτιάς.
Το αντάμωμα είναι μια λέξη που στήνει αμάχη με τη λήθη. Αυτή είναι η πρόθεσή της. Τουλάχιστον. Είναι φτιαγμένη από πόνο και ελπίδα συνάμα. Στο παρελθόν. Τις τελευταίες δεκαετίες, η λέξη αντάμωμα πλάθεται με πολλά υλικά.
Κυριότερο συστατικό της, στα πρώτα βήματα, είναι η νοσταλγία να ξανασυναντηθεί μια ομάδα, που σκόρπισε μεταπολεμικά στα τρίστρατα των αστικών κέντρων της ημεδαπής, ου μην και της αλλοδαπής. Το αντάμωμα σ’ αυτή την περίπτωση ανασυγκροτεί την κοινότητα. Μαζεύει τα κομμάτια και συνθέτει το κομματιασμένο και μετέωρο παζλ της συλλογικής συνείδησης που κούρνιασε αλλαχού.
Τέτοια ανταμώματα είναι των χωριών ανά την επικράτεια, που δίνουν ραντεβού το καλοκαίρι στο τοπικό τους πανηγύρι. Ακόμη, αυτής της μορφής αντάμωμα είναι εκείνο των Σαρακατσάνων στο Περτούλι. Σ’ αυτά να προσθέσουμε των Καραγκούνηδων στον Θεσσαλικό Κάμπο, που ξεκίνησε ως προσπάθεια να συγκροτήσουν μια συλλογικότητα, που θα ξαναμιλούσε για το παρελθόν τους ανασκευάζοντας εσφαλμένα, κατ’ αυτούς, στερεότυπα.
Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στα ανταμώματα κατέχει η ετήσια συνάντηση των ανά τη χώρα συλλόγων Βλάχων. Γι’ αυτούς έγνοια είναι, όπως και στους άλλους, η διατήρηση της πολιτιστικής τους κληρονομιάς και η απόκρουση των επιχειρημάτων εκείνων που αμφισβητούν την ελληνικότητά τους.
Τα ανταμώματα, κατά κανόνα, οργανώνονται γύρω από τη μουσικοχορευτική παράδοση. Ο χορός ενώνει και ενεργοποιεί τα συναισθήματα, διευκολύνοντας την επικοινωνία ανάμεσα στις γενιές. Τα ανταμώματα, κάθε είδους συναντήσεις ομάδων, είναι χρειαζούμενα. Σ’ αυτά συγκαταλέγουμε και τα reunions μαθητών και φοιτητών.
Σε μια εποχή που εξελίσσεται με ταχύτητα ισοπεδώνοντας τη μνήμη, τη σχέση με το παρελθόν και τη φύτρα του ανθρώπου (οικογενειακή, πολιτισμική), τα ανταμώματα γίνονται θερμοκήπια ταχείας εκκόλαψης για γνωριμίες, κατανόησης των διαφορών, συνάντησης με συνανθρώπους. Με μια προϋπόθεση. Να κατανοήσουν πως οι νέες γενιές δεν ανήκουν σε μια ομάδα πια. Και κάτι ακόμη. Να μη γίνονται τα ανταμώματα μηχανισμοί πολιτικής χειραγώγησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου