Ο Κωστής Παλαμάς σε νεαρή ηλικία
Kωστής Παλαμάς
Σημειώματα στο περιθώριο Ο ποιητής μιλά για τη ζωή και την τέχνη
Επιμέλεια – εισαγωγή – σημειώσεις Μάρα Ψάλτη
Εκδόσεις Πατάκη, 2018
τιμή 12,20 ευρώ
«Ο
άνθρωπος των γραμμάτων, ποιητής, πεζογράφος, ιστορικός, χρονογράφος,
φιλόσοφος, εμπειρικός, θεωρητικός, ρητορικός, σιβυλλικός, δε μιλεί·
γράφει. Τότε είναι εκείνος που είναι· στο στοιχείο του και στο βασίλειό
του. […] Από τον άνθρωπο των γραμμάτων μη του ζητήσετε να σας μιλήση.
Ενενήντα εννιά φορές στις εκατό, αν τον σέβεται φανατικά τον εαυτό του,
θα σας στείλη στο διάβολο. Θα την ειπή από μέσα του κι ανίσως δεν τη
μεγαλοφωνήση τη σκέψη του: Δε μιλώ. Γράφω». Ποιητής, πεζογράφος,
θεατρικός συγγραφέας, κριτικός της λογοτεχνίας, ο κατεξοχήν άνθρωπος των
γραμμάτων που δέσποσε επί δεκαετίες ως όνομα και μορφή, ο Κωστής Παλαμάς
(1859-1943) πράγματι γράφει ακατάπαυστα. Αψευδής μάρτυρας του γεγονότος
αυτού η νέα κριτική έκδοση των «Απάντων» του που προγραμματίζεται να
ολοκληρωθεί σε βάθος πενταετίας από το Ιδρυμα Κωστή Παλαμά σε 50 τόμους:
ποίηση, διηγήματα, θέατρο, μετάφραση, κριτική, αλληλογραφία. Ψηφίδα από
το τεράστιο εύρος αυτού του έργου αποτελούν τα «Σημειώματα στο
περιθώριο», αποσπάσματα από την παλαμική αρθρογραφία στα περιοδικά
«Νουμάς», «Οι Νέοι», «Καλλιτεχνία» και «Παντογνώστης» κατά την περίοδο
1909-1923. Πρόκειται όμως για ψηφίδα σημαντική, μια και τα marginalia
αυτά αφενός αποτελούν προεκτάσεις των αναγνώσεων του ίδιου του Παλαμά,
όπως υπαινίσσεται και ο τίτλος που τους είχε δώσει, αφετέρου συνιστούν
για τον σημερινό αναγνώστη κλίμακα διασύνδεσης ποιητικής και ζωής,
τέχνης και καθημερινότητας.
Ποίηση και κοινωνία
«Εντέλει, με ποιον Παλαμά μας φέρνουν σε επαφή τα «Σημειώματα στο Περιθώριο»;» γράφει η επιμελήτρια του τόμου Μάρα Ψάλτη
στην εξαιρετικά αναλυτική και περιεκτική εισαγωγή της. «Διαβάζοντάς τα
κανείς αναγνωρίζει το πολύτροπο της προσωπικότητας ενός ποιητή
ευρωπαϊκού διαμετρήματος, τον ενθουσιώδη δέκτη ενός πλήθους πνευματικών
ερεθισμάτων (λογοτεχνικών, επιστημονικών, φιλοσοφικών), τον ευλαβή και
μανιώδη, πλην κριτικό, αναγνώστη». Ο διάλογος με την ευρωπαϊκή
λογοτεχνία είναι διαρκής – από τα κείμενα περνούν σκέψεις, κρίσεις,
αποφάνσεις για τον Δάντη, τον Σαίξπηρ, τον Γκαίτε, τον Χάινε, τον Σέλλεϋ, τον Τέννυσον, τον Φλωμπέρ, τον Ουγκώ,
με τρόπο άμεσο και συμπυκνωμένο: «Η δύναμη του γκαιτικού: μια θεία
γαλήνη. Η δύναμη του βυρωνικού: το σατανικό πείσμα. Η αδυναμία του
πρώτου: μια κρυάδα. Η αδυναμία του δεύτερου: γλίστρημα στη ρητορική». Τα
προβλήματα της μίμησης και της πρωτοτυπίας, της έμπνευσης και της
τεχνικής, του αυθορμητισμού και της επεξεργασίας, τον απασχολούν συχνά.
Για τον ίδιο ο ποιητής είναι πιο πολύ «δουλευτής» παρά «θεόπνευστος»
– «αισθάνομαι […] γεμάτος από μια θεία ξένη πνοή […] μονάχα την ώρα που
κάθομαι και γράφω κάποια μου γράμματα». Ζωηρά ενδιαφερόμενος για την
επιστήμη, ο Παλαμάς φροντίζει να επισημάνει τα πρώτα μικρά ίχνη «που
άφησεν η ιδέα του δαρβινικού ξεπολιτισμού στη νεότερη ποίηση», στίχους
του Αλφρεντ Τέννυσον, του Συλί Πρυντόμ, της Μαίρης Ρόμπινσον.
Ευαίσθητος
δέκτης των ρευμάτων της εποχής του, αποτυπώνει σε ένα κείμενο που
δημοσιεύεται τον Σεπτέμβριο του 1911 την αίσθηση του fin de siècle που
κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια του μακρού 19ου αιώνα: «Ο πόλεμος των
ιδεών. Μύριες ιδέες και δυνάμεις πολεμάνε στις Ευρώπες και στις Αμερικές
για τη νίκη και για την επικράτηση». Οπαδοί της επιστήμης και της
θρησκείας, φιλόσοφοι και πολιτειολόγοι, σοσιαλιστές, επαναστάτες του
δυναμίτη και του λόγου, δαρβινιστές, λαμαρκιστές και οι αντίπαλοί τους
συνθέτουν ένα μωσαϊκό ελπίδας και αμφιβολίας. Σε έναν από τους
κρισιμότερους καιρούς της παγκόσμιας ιστορίας «όλες οι αξίες
αναποδογυρίζονται και νέες ζυγαριές μαστορεύονται για το ζύγι τους».
Μέσα σε αυτόν τον ασταθή κόσμο, η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε
αναζήτηση θεμελιωδών εννοιών («ακόμη πολεμάμε για ν’ αποχτήσουμε το
όργανο που ξυπνά την έγνοια τούτων όλων: το Λόγο»), θεσμών και
κατευθύνσεων. Ο Παλαμάς σκιαγραφεί το πλαίσιο του γλωσσικού ζητήματος,
κάνει νύξεις για πολιτικά προβλήματα, θίγει το ζήτημα του ορθού
πατριωτισμού με αφορμή ένα δημοσίευμα της «Ακρόπολης» από το καλοκαίρι
του 1908 που καταδικάζει τις «αστόχαστες και πρόστυχες και ανάξιες»
διαδηλώσεις Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης και της Θεσσαλονίκης κατά
βουλγάρων ταξιδιωτών καταγγέλλοντας παράλληλα «την κατάντια του δικού
μας στρατού». Η ευστοχία της κριτικής του συνοψίζεται στη γνωστή
διεισδυτική παρατήρηση για την ιστοριογραφία της Ελληνικής Επανάστασης:
«Το Εικοσιένα. Εχουμε ως την ώρα την ιστορία του; Φοβάμαι πως όχι. Τη
μυθολογία του; Φοβάμαι πως ναι».
Βίσμαρκ και Πλατούτσας
Είναι
ενδιαφέρον ωστόσο να προσέξει κανείς ότι το βλέμμα του Παλαμά δεν
περιορίζεται στην ποίηση, στην κριτική, στην ιδεολογία. Από τη ματιά του
δεν ξεφεύγει η «χοντρονοικοκυρά» που ξεφωνίζει στην παραλία «τι ωραία η
θάλασσα!» ούτε ο κόσμος που «χοντροκάθεται» στα λεγόμενα «Δαρδανέλλια»
της οδού Πανεπιστημίου, τα ζαχαροπλαστεία «Βασιλικόν» και «Maison-Dorée»
– επικρίνει μάλιστα τον ελιτισμό που ψέγει όσους προτιμούν ένα «μέρος
χωρίς ορίζοντα» από τη φύση: «κι ένα προσωπάκι όμορφο να ξανοίξεις εκεί
με δυο μάτια από κείνα, να και η φύση, να και οι ορίζοντες!». Ενα
ελάχιστο δοκίμιο για την πολιτική ως εφαρμογή του νόμου της «κυριαρχίας
του δυνατότερου» (που, παρεμπιπτόντως, δείχνει πόσο διαδεδομένος είναι
στη σκέψη της εποχής ο κοινωνικός δαρβινισμός) επενδύεται με μια πινελιά
χιούμορ: «Και τα φυσικά πολιτεύονται σαν τον Βίσμαρκ και σαν τον
Πλατούτσα» – όπου ο «σιδηρούς καγκελάριος» της ένωσης της Γερμανίας
συναντά το πολιτικό μέγεθος ενός βαφτισιμιού του Θεόδωρου Δηλιγιάννη.
Παρόμοια
έργα είναι κατά κανόνα απαιτητικά, μια και για να κατανοηθούν
αποτελεσματικά χρειάζονται τη συμπλήρωση με ένα πληροφοριακό πλαίσιο της
εποχής. Αν η αξία των «Σημειωμάτων» αναδεικνύεται με σαφήνεια σε αυτή
τους την έκδοση, αυτό οφείλεται στην εξαίρετη εισαγωγή και στις
λεπτομερείς σημειώσεις με τις οποίες υπομνηματίζει το βιβλίο η Μάρα
Ψάλτη. Ορθά, τέλος, επισημαίνει η επιμελήτρια τον μοντέρνο χαρακτήρα των
αποσπασμάτων του Παλαμά: το εύρος της θεματικής, η υφολογική απλότητα, η
συντομία και η δηκτικότητα των κειμένων θυμίζουν, τηρουμένων των
αναλογιών πάντοτε, αντίστοιχα χαρακτηριστικά του σημερινού λόγου των
διαδικτυακών μπλογκ. Κατάθεση ενός σημαντικού διανοουμένου της εποχής
του, αυτά τα σημειώματα αποβαίνουν αναρτήσεις με πολύτιμα ρεπορτάζ από
έναν περασμένο αιώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου