Η ταξινόμηση στη λαϊκή σκέψη γίνεται με τρόπο διπολικό.
Η θάλασσα εκπροσωπεί την επικίνδυνη ετερότητα.Είναι αυτή που προσφέρει τους θαλασσινούς δρόμους· αυτή που καταπίνει αγαπημένους και οικείους· αυτή που ευθύνεται για την ξενιτιά.
Τα τελευταία χρόνια, ένα από τα θέματα που σταθερά επανέρχονται στον εορταστικό λόγο, παραμονές Χριστουγέννων, είναι η ανάγκη να καθιερωθεί το καράβι, σε μια χώρα που περιβάλλεται από τη θάλασσα, ως το βασικό σύμβολο της τελετουργίας αντικαθιστώντας το δέντρο ως δάνειο εθιμικό σύμβολο. Μοιραία η συζήτηση διολισθαίνει σε αντιπαράθεση ανάμεσα στο τοπικό και το οθνείο, το δικό μας και το ξένο. Το δίπολο αυτό, κάποιες φορές, διογκώνεται απεικονίζοντας μιαν υφέρπουσα αντίθεση και αντίσταση προς τα επείσακτα πολιτιστικά στοιχεία.
Ωστόσο το δίλημμα «καράβι ή δέντρο» είναι κλασική περίπτωση ενός λόγου γενικευτικού, που υπακούει σε διάφορες σκοπιμότητες, χωρίς να βρίσκεται σε αντιστοίχηση με την πολυεπίπεδη πολιτισμική ταυτότητα. Είναι η περίοδος που γιγαντώνεται το οικολογικό κίνημα και η επιλογή του καραβιού να επωμιστεί ευρύτερη σημασιοδότηση επιβάλλεται από τη στάση των οικολόγων απέναντι στο κόψιμο των δέντρων. Δεν προκύπτει από τη βαθιά γνώση του πολιτισμικού κεφαλαίου στον ελλαδικό χώρο.
Ετσι, όσο κι αν ο Σεφέρης σωστά γράφει πως «δεν μπορείς να ξεφύγεις τη θάλασσα που σε λίκνισε»- και πώς μπορεί να συμβεί αυτό ντάλα καλοκαίρι-, γράφοντας για τη θάλασσα δεν μπορείς να αποφύγεις την εικόνα του βουνού. Συνυπάρχουν στη λαϊκή σκέψη εκφράζοντας δύο, συχνά διαφορετικά, πολιτισμικά συστήματα. Αυτό φαίνεται στις δύο παροιμίες: «Θάλασσα, κυρά θάλασσα! Να ΄χες βλάχους να γελάς και λεμόνια να κυλάς» και «Βλάχους΄ στο βουνό, σιγαλή θάλασσα».
Και στις δύο η μετακίνηση στο χώρο προκαλεί πολιτισμική σύγχυση και αποδυναμώνει τους ρόλους, δημιουργώντας καρικατούρες. Ετσι, ο βλάχος που στον ορεινό χώρο υμνολογείται και είναι πρότυπο θάρρους, αγωνιστικότητας και φορέας δυναμισμού, στη θάλασσα γίνεται άθυρμα των κυμάτων, ανίκανος να αντιδράσει. Το δίπολο, κατά την παροιμία, είναι μια κανονιστική αρχή που οργανώνει τις κοινωνικές σχέσεις μέσα σε δεδομένο
περιβάλλον.
Η θάλασσα, λοιπόν, για τους ορεινούς είναι ο τόπος της αταξίας. Η ταξινόμηση στη λαϊκή σκέψη γίνεται με τρόπο διπολικό. Η θάλασσα εκπροσωπεί την επικίνδυνη ετερότητα. Είναι αυτή που προσφέρει τους θαλασσινούς δρόμους· αυτή που καταπίνει αγαπημένους και οικείους· αυτή που ευθύνεται για την ξενιτιά. «Κινήσαν τα καράβια τα Ζαγουριανά κινήσι κι ου καλός μου να πάει στην ξινιτιά». Υπάρχει πληθώρα δημοτικών τραγουδιών ή και παραλογών, όπου τα καράβια, ως συνεκδοχή της θάλασσας, συνοψίζουν τον πόνο του αποχωρισμού, τη νοσταλγία της επιστροφής αλλά και το όνειρο μιας καλύτερης ζωής. Η θάλασσα και τα καράβια της αποτέλεσαν για τις γυναίκες το σύμβολο της συναισθηματικής στέρησης. Ηταν αυτή που τους πίκραινε, που μαράζωνε το σώμα και την ψυχή τους.
Ετερότητα, όμως, ήταν η θάλασσα και για τους νησιώτες, όσο κι αν φαίνεται παράξενο. Θαλασσοπόροι γίνονταν, σε μέρη μακρινά ταξίδευαν, πλούτος, κάποιες φορές, εισέρρεε στο νησί. Παρ΄ όλα αυτά, η θάλασσα που έζωνε το νησί ήταν επικίνδυνη, εχθρική. Την αντιμετώπιζαν με καχυποψία και ανησυχία. Ηταν ο δρόμος των πειρατών αλλά και του απροσδιόριστου κινδύνου. Ετσι, πάλι οι οικισμοί χτίζονταν στο εσωτερικό, μακριά από τη θάλασσα. Αντιμετώπιζαν τη θάλασσα ως φορέα μιαρότητας. Αυτό φαίνεται από τις
αμέτρητες εκκλησιές και ξωκλήσια που περιβάλλουν την περιάκτια ζώνη των νησιών. Είναι ο τρόπος να καθαγιάσουν το χώρο, κάθε φορά που είχαν την ανάγκη να διευρύνουν προς τη θάλασσα το ζωτικό, παραγωγικό χώρο. Στη Σαμοθράκη οι ντόπιοι υπολογίζουν τους ιερούς χώρους σε 999. Κάτι ανάλογο συμβαίνει σε όλα τα νησιά.
Η θάλασσα και το βουνό, συνεπώς, ήταν πάντα συμπληρωματικοί πόλοι. Η αντίθεση αναδείκνυε τη διαδικασία σύνθεσης του πολιτισμικού συστήματος. Το ρόλο αυτό- και τη συμβολικοποίησή του- αναλαμβάνει ο άγιος Νικόλαος. «Του αγίου Νικολάου, που ΄ν΄ της γης και του πελά(γ)ου» είναι η φράση που συνοψίζει την αλληλεξάρτηση θάλασσας και βουνού. Είναι ο κατ΄ εξοχήν προστάτης των ναυτικών, ο άγιος της θάλασσας που λατρεύεται και στο βουνό. Στην Πίνδο ο άγιος Νικόλαος είναι ο προστάτης ή λατρεύεται σε πολλά χωριά.
Αυτή η ενότητα διερράγη στις μεταπολεμικές δεκαετίες. Η θάλασσα έγινε το σύμβολο του νέου τρόπου ζωής, του τουρισμού και όλων των συμπεριφορών που τον συνόδευσαν. Διαμορφώθηκαν νέα σχήματα, νέοι τρόποι σκέψης, νέα συμβολικά αγαθά. Το βουνό ξεχάστηκε. Η θάλασσα επέβαλε την κυριαρχία της. Μόνο που η παλιά ετερότητα δεν ξεχάστηκε. Η θάλασσα έγινε μιαρή. Συχνά, μαρτυράει την απρονοησία του πολιτισμού μας, που την μολύνει καθημερινά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου