Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

Του Γιώργου Σταματόπουλου


H 30 Ιανουαρίου είναι αφιερωμένη στην εκπαίδευση. Συμβολή στο γεγονός είναι το κείμενο του Γιώργου Σταματόπουλου στην Εφημερίδα των Συντακτών

Η υπόθεση της Παιδείας είναι πολύ μεγάλης σημασίας, υψίστης θα λέγαμε, για τον άνθρωπο. Το μεγαλύτερο επίτευγμά της είναι απλό: να μην καταντήσει ο άνθρωπος ανθρωποειδές (ανθρωποειδές: το είδος εκείνο ανθρώπου που μοιάζει με άνθρωπο, αλλά δεν είναι” το φαίνεσθαι μόνο παραπέμπει σε άνθρωπο” το είναι είναι κάτι αποκρουστικό, απάνθρωπο, ελάχιστο” δεν είναι προϊόν εξανθρωπισμού, πολιτισμού και παιδείας δηλαδή” ο άνθρωπος δεν είναι άνθρωπος πλέον).

Μπορεί να το αντιληφθεί αυτό κάποιος εξετάζοντας το εκπαιδευτικό σύστημα, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, την απόδοση δικαιοσύνης, τη βαθμίδα αλληλεγγύης, την κοινωνική επαγρύπνηση, τον λογοτεχνικό και φιλοσοφικό στοχασμό” όλα πάνε κατά διαόλου, με αχνές τις ελπίδες επιστροφής…

Πολλά έδειξε η έρευνα για τα σχολεία που δημοσιεύθηκε χθες στην «Εφ.Συν.». Πολλά κακά και αποθαρρυντικά για το μέλλον τούτου του τόπου (ας μη βιαστεί κάποιος να δει την αποστροφή των μαθητών προς τη μάθηση σαν αμφισβήτηση της ελλιπούς τεχνοκρατικής γνώσης και στροφή προς μορφές βιωματικής, λαϊκής εμπειρίας).

Η εκπαίδευση είναι το παν στον άνθρωπο που θέλει να δει τα όριά του: την καταγωγή του και τον σκοπό του. Η αρετή δεν είναι δυνατόν να διδαχτεί, ναι, όμως, ο δρόμος που οδηγεί σ” αυτήν, η ευβουλία του μεγάλου σοφιστή Πρωταγόρα, δηλαδή ορθή σκέψη και σωστή διοίκηση του σπιτιού και της πόλης. Και ας αντέτεινε ο δαίμονας – Σωκράτης ότι αν μπορούσε να διδαχτεί η αρετή ο Περικλής θα κατάφερνε να τη μεταδώσει στα τέκνα του. Ο σοφός Αβδηρίτης τον αποστόμωσε με το περίφημο πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος, καθιστώντας έτσι τη γνώση κλειδί ερμηνείας του εξανθρωπισμού του ανθρώπου.

Το θέμα δεν είναι φιλοσοφικό, αντίθετα είναι βαθιά κοινωνικό” άμα δεν καλλιεργήσεις τον εαυτό σου ζώντας και χορεύοντας (διαβάζοντας, ερωτευόμενος, ταξιδεύοντας κ.λπ.) πώς θα παιδευτείς; Εννοείται, πώς θα ανέβεις ένα σκαλί αν δεν πονέσεις; Μα, είναι πόνος η Παιδεία; Εάν ναι, τότε έχει δίκιο η Πολιτεία που την υποβαθμίζει, τη συρρικνώνει, την ευτελίζει. Κι έχουν επίσης δίκιο οι μαθητές να απεχθάνονται τη διδασκαλία, την εκμάθηση ανούσιων κλασμάτων, την απομνημόνευση ιστορικών μαχών και συνθηκών.

Οχι βέβαια, η Παιδεία δεν είναι πόνος. Είναι ένα από τα συναρπαστικότερα ταξίδια (και παιχνίδια) του ανθρωπίνου πνεύματος και στα έγκατα του σκοτεινού πλαγκτού και τα ύψη της νόησης. Είναι ταυτόχρονα ο μόνος τρόπος να ελέγξεις και να γκρεμίσεις την εξουσία εκείνη που ποδοπατά την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η μόνη οδός προς την αριστοτελική εντελέχεια (την ενέργεια που διαμορφώνει και τελειοποιεί το είδος) και ευτραπελία (μεσότητα).

Η Παιδεία εξαφανίζει τον δογματισμό (και όλους -σχεδόν- τους -ισμούς) και μας προετοιμάζει να υποδεχτούμε τη συγκίνηση. Δυστυχώς η ελληνική εκπαίδευση τα παραμερίζει τούτα τα σπουδαία και μεριμνά για την επικράτηση της ομοιοστασίας-ομοιομορφίας των μαθητικών κοινωνιών.

Το αναγιγνώσκειν είναι η μόνη ίσως πράξη χωρίς καταστολή, άρα ο πρόναος και η μύηση στην ελευθερία.

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Γιώργος Παπαδάκης, ο γιος του Ψηλορείτη


Πριν λίγες μέρες πέρασε στην απέναντι όχθη του Αχέροντα ο Γιώργος Παπαδάκης. Ίσως, τώρα η ψυχή του να έχει πετάξει στην κουφή του Ψηλορείτη κι από κει ν’ ακούει τις μουσικές που άκουσε, τα τραγούδια που κατέγραψε σ’ όλη την Ελλάδα.
    Ο Γιώργος, φίλος και συνοδοιπόρος στην αγάπη του λαϊκού μας πολιτισμού, είχε στερεή μουσική εκπαίδευση. Η ανησυχία του, τα βιώματα της Κρήτης και η αγάπη του στην ουσία του πολιτισμού έφεραν τα βήματά του στη λαϊκή μας μουσική, είτε τη ρεμπέτικη είτε την παραδοσιακή. Σπούδασε κοντά στους οργανοπαίχτες και τους συνθέτες. Μίλησε μαζί τους και τον τίμησαν με τη φιλία τους. Συστηματικά, έριξε τον προβολέα του στις λεπτομέρειες και στη βιογραφία των μουσικών. Έβλεπε τη μουσική ως ένα ολικό πολιτισμικό φαινόμενο.
       Συναντηθήκαμε στην έρευνα που είχα αναλάβει για την καταγραφή της μουσικής και των μουσικών στη Θράκη. Του ζήτησα να συνεργαστούμε κι αποδέχτηκε την πρόταση. Η συνεργασία μας κούμπωσε, γιατί πάτησε στην ειλικρίνεια, το σεβασμό και την αμοιβαία εμπιστοσύνη. Ο Γιώργης ήταν μπεσαλής. Άνθρωπος ευγενής, ήρεμος στις διαπροσωπικές σχέσεις, δοτικός. Είχε τη λεβεντιά και την αυστηρότητα των βουνών της Κρήτης. Όμως, ήταν αδέκαστος. Έζησε πολλές δεκαετίες στην Αθήνα. Δούλεψε στην κρατική τηλεόραση και το ραδιόφωνο, έγραφε κριτική στο Δίφωνο και την Ελευθεροτυπία. Η ζωή του πέρασε κοντά στους κύκλους που διαμορφώνουν είδωλα και κατευθύνουν τις προτιμήσεις των ακροατών. Ωστόσο, ο κόσμος αυτός ουδέποτε τον αφομοίωσε. Ο μειλίχιος Γιώργος της παρέας γινόταν οξύς όταν καθόταν στο γραφείο του γράφοντας τα κριτικά του σημειώματα. Ήταν ανυποχώρητος στις απόψεις του. Επίμονος. Μοναδικό του κριτήριο ήταν η προσωπική του αντίληψη. Δεν υπέτασσε τη γραφίδα του σε σκοπιμότητες.
    Ήταν σκληρός κι ανθεκτικός στις πιέσεις, ίδιος με το αυστηρό βουνίσιο τοπίο της Κρήτης. Αναχωρώντας για τας αιωνίους μονάς χάσαμε έναν καλό φίλο, έναν σπουδαίο ερευνητή και έναν ασυμβίβαστο δημοσιογράφο και δημιουργό.
     Με το Γιώργο μας έφερε πιο κοντά η αγάπη μας για το ηπειρώτικο μοιρολόι. Για το δημοτικό τραγούδι της Ηπείρου, θεωρούσε πως μέσα του κρύβει τον απόηχο των βουνών, τον πόνο της στέρησης και τη δύναμη της ψυχής. Φίλε Γιώργο, ελπίζω να φτάνει ως εκεί που είσαι το μοιρολόι που μόλις ακούγεται από το σιντί μου. Να’ σαι καλά όπου κι αν είσαι.

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013

Ο «κλέφτης» του κουλουριού

 Είναι ένα περιστατικό που θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε. Δεν έχει σημασία ο χώρος. Ίσως και ο χρόνος, που ο τελευταίος έχει ιδιαίτερη βαρύτερη, μια και ζούμε στην περίοδο των κοινωνικών κλυδωνισμών που προκάλεσε η πολύπτυχη κρίση. Ένας μαθητής Λυκείου έκλεψε ένα κουλούρι. Με όρους ηθικολογίας απαράδεκτη πράξη. Όμως , είναι από μόνη της μια πράξη απελπισίας που συναντιέται με τον Αγιάννη του Ουγκώ. Οι αιώνες αντιγράφουν αλλήλους. Φαίνεται πως η Ελλάδα της κρίσης δίνει άφθονα παραδείγματα για να γραφτούν δοκίμια και λογοτεχνία με θέμα την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης μπρος στην ανέχεια.
    Ο νεαρός μαθητής, ορφανός από πατέρα, ζούσε το δράμα του. Οι χορτασμένοι αδυνατούσαν να καταλάβουν τον πόνο του ούτε μπορούσαν να εξηγήσουν το γουργουρητό της κοιλιάς του αλλά και την ελλιπή προετοιμασία στα μαθήματα. Όσο άντεχε το φως της ημέρας κάτι μπορούσε να προλάβει. Από τη στιγμή που σκοτίνιαζε η ψυχή του μαύριζε από απελπισία. Τότε , οι λέξεις γίνονται αμφίσημες, εξαρτιέται από τη σχέση σου με τη ΔΕΗ. Για όλο και περισσότερους το σκοτάδι που πλημμυρίζει το σπίτι τις βραδινές ώρες είναι συνέπεια της φτώχειας, ίσως για κάποιους αυτή η πραγματικότητα να μη χωράει στη δική τους αντιληπτική ικανότητα.
      Όμως, η πράξη του νεαρού μαθητή να πάρει το κουλούρι του συμμαθητή από την ανοιχτή τσάντα καλύφτηκε από το σκοτάδι της ‘συγκάλυψης’ των συμμαθητών του που γνώριζαν το συμβάν. Τέτοιες ώρες η ‘συγκάλυψη’ και το σκοτάδι γίνονται σύμβολα μιας μεγαλειώδους συμπεριφοράς των νεαρών συμμαθητών. Οι μαθητές/ες έδειξαν με τη συμπεριφορά τους μια συμπεριφορά που οι ταγοί μας έχουν ξεχάσει. Απέδειξαν πως η αλληλεγγύη είναι ακόμη παρούσα στις ανθρώπινες σχέσεις. Μήπως όσοι αποφασίζουν πρέπει να ανοίξουν τα λεξικά τους στο λήμμα ‘αλληλεγγύη’; Μήπως πρέπει να καλέσουν τους συμμαθητές του νεαρού «κλέφτη» του κουλουριού;

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2013

Γιάννης Παπακώστας, O Emile Legrand και η ελληνική βιβλιογραφία. Αρχειακή μελέτη, Ίδρυμα Κώστα Ουράνη, Αθήνα 2012

..] Ο παρών τόμος αποτελείται από τρία μέρη. Στο Πρώτο Μέρος προσπάθησα να διερευνήσω το σκεπτικό και τον τρόπο έρευνας και ολοκλήρωσης του σχεδίου της έκδοσης της Bibliographie Hellenique από τον Legrand· έκρινα επίσης αναγκαίο να αναφερθώ αδρομερώς στους χώρους της βιβλιογραφικής παραγωγής, που αναπτύχθηκε έξω από τον κυρίως ελλαδικό χώρο: στη Βενετία, στο Μεδιόλανο, στη Ρώμη, στη Βασιλεία, στο Παρίσι, στη Βιέννη, στο Μόναχο κι αλλού. Χώροι, δηλαδή, εθνικώς ελεύθεροι, όπου μετά την εφεύρεση της τυπογραφίας, σημειώθηκε μεγάλη εκδοτική δραστηριότητα, στην οποία μετείχαν και Έλληνες ή ελληνικής καταγωγής συγγραφείς, επιμελητές, τυπογράφοι και εκδότες. Προσπάθησα επίσης να διευρύνω τα όρια της μελέτης μου και να αξιολογήσω την προσφορά όλων εκείνων των λογίων που έσπευσαν να ανταποκριθούν στην έκκληση του Legrand για την παροχή βιβλιογραφικών πληροφοριών και επιστολές τους δημοσιεύονται στον παρόντα τόμο, αναφερόμενος στο συγγραφικό και ερευνητικό τους έργο και τη συμβολή τους, ειδικότερα, στον εμπλουτισμό της Bibliographie Hellenique. [...] Ακολουθεί, Μέρος Δεύτερο, η δημοσίευση των επιστολών όλων των ανωτέρω με βάση τον χρόνο επικοινωνίας τους με τον Legrand. Οι επιστολές του Κωνσταντίνου Σάθα, για παράδειγμα, εντάσσονται στη χρονική περίοδο 1869-1880, του Βασίλειου Γεωργιάδη στην περίοδο 1882-1883, του Αθανάσιου Παπαδόπουλου Κεραμέως στα χρόνια 1884-1887 και με ελάχιστες επικαλύψεις ακολουθούν οι επιστολές του Βασίλειου Μυστακίδη, του μοναχού Ματθαίου και τέλος των Αλέξιου Παυλώφ και Ιβάν Νικολάγιεβιτς Κορσούνσκυ. Εξάλλου, με τα υποσελίδια φιλολογικά σχόλια και τις σημειώσεις, προσπάθησα να φωτίσω πλευρές για πρόσωπα και έργα, που στέκουν στο επίκεντρο του επιστημονικού αυτού διαλόγου ανάμεσα στον Legrand και τους συνεργάτες του. Στο Τρίτο Μέρος δημοσιεύονται φωτομηχανικώς δείγματα επιστολών καθώς και μερικές χειρόγραφες βιβλιογραφικές πληροφορίες που είχαν στείλει στον Legrand ο Γεωργιάδης, ο μοναχός Ματθαίος, ο Παπαδόπουλος Κεραμεύς και ο Παυλώφ. Οι εν λόγω πληροφορίες υποδηλώνουν και τον υπεύθυνο τρόπο περιγραφής των διαφόρων βιβλίων. [...]
Ο Émile Legrand και η ελληνική βιβλιογραφία

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Δημήτρης Παπαχρήστος η Αγία μνήμη, εκ. Τόπος, Αθήνα 2012,μυθιστόρημα

Άνθρωποι που πνίγονται στην εκκωφαντική σιωπή και την ερημιά της πόλης, ζωές λεηλατημένες στη δίνη της κρίσης. Αναστατώνονται από τις συγκρούσεις στους δρόμους, τους οργισμένους νέους, τον διάχυτο θυμό, κι αποκτούν τη δύναμη να αγωνιστούν.

Ο έρωτας τους ξεσηκώνει. Τότε το συναίσθημα και η λογική σπάνε τα καθιερωμένα και τον φόβο της υποταγής και οι μνήμες επιστρέφουν οπλισμένες αντιπαλεύοντας τη φθορά του χρόνου και κάθε μορφή εξουσίας. Η επανάσταση χωρίς έρωτα, είναι καταδικασμένη να αποτύχει.

Οι πρωταγωνιστές στο νέο μυθιστόρημα του γνωστού συγγραφέα Δημήτρη Παπαχρήστου έζησαν τον εξεγερσιακό Δεκέμβρη του 2008 που τους έκανε να δουν την άλλη πραγματικότητα, τη δική τους, επιστρέφοντας στο παρελθόν για να εκτιναχθούν στο μέλλον.

Αποφασίζουν να ζήσουν διαφορετικά, βάζοντας στη ζωή τους περισσότερο κίνδυνο για να αισθανθούν ασφαλείς. Τίποτα δεν είναι δεδομένο και τίποτα δεν πάει χαμένο. Αυτό που σίγουρα αξίζει πιο πολύ είναι η στροφή του δρόμου και η ουτοπία, που αρκεί να την πιστέψουμε για να γίνει η πραγματικότητα που ονειρευόμαστε.
Αγία μνήμη

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

ΣΥΝΕΔΡΙΟ


Feminist Theory and Music 12: FTM 20 to 21—New Voices in the New Millennium

Call for Proposals: Papers and Performances

The twelfth meeting of the international, biennial conference Feminist Theory and Music will take place at Hamilton College in Clinton, New York, July 31-August 4.  The conference program will include scholarly papers, lecture-recitals, and evening concert performances.

The conference theme, New Voices in the New Millennium, is in conversation with the 2011 theme, “Looking Backward, Forward, and Sideways” as it welcomes new voices with planned panels addressing gender and the music of diverse communities. Planned panels include those focusing on the role of women in contemporary gospel and feminism and expressions of funk.

We welcome proposals for scholarly papers from any disciplinary or interdisciplinary perspective addressing music in relation to feminism, gender, or sexuality. The organizers especially encourage proposals addressing questions related to African American, Latin American, and Native American music. The committee also invites proposals related to gender, feminism, and ethnographic research; music and the body of the Other; music and prisons; poetry/spoken word, gender, and music; and immigration, transnationalism and musical diasporas. Proposals focusing on current social issues and any area of music and gender are also encouraged.  Proposals for panels of three or four papers are also welcome.

Please submit an abstract of no more than 250 words for scholarly papers of 20 minutes’ duration. Proposals for panels should include the overall theme of the panel and individual abstracts of each paper (paper abstracts should be 250 words maximum).

Please specify any audio-visual or other equipment requests. E-mail your abstracts to Gayle Murchison,
<FemTheoryMus@wm.edu> with “FTM2013 Proposal” in the subject line. Proposals are due March 1, 2013.

We also invite proposals for musical performances and lecture-recitals. Proposals for lecture-recitals not to exceed 35 minutes’ duration should take the form of an abstract no longer than 250 words. Please specify any equipment requests and the length of the lecture- recital, and identify works you will perform. E-mail your proposals to Gayle Murchison, as above.

Performances may be of varying lengths. Please provide the following in your proposal: 1) an abstract no longer than 250 words; 2) requests for equipment or other needs; 3) length of the work or program; 4) requests for Hamilton College  performers (?); 5) brief biographies for any performers you will supply; 6) name(s) of work(s) to be performed; 7) if possible, email or links to mp3 samples of works. E-mail proposals to Gayle Murchison, <FemTheoryMus@wm.edu>.  Proposals are due March 1, 2013. When requested, follow up by sending a score and, if possible, a recording (CD) via regular mail to Gayle Murchison, Department of Music, Ewell Hall, PO Box 8795, Williamsburg, VA 23187-8795. Please provide postage-paid, self-addressed envelope if you would like your score returned. Please note that no funds are available to remunerate performers.

Hamilton College is located in scenic Central New York adjacent to the picturesque village of Clinton, approximately 10 miles from Utica and 45 miles from Syracuse. The campus is within an hour’s drive of the Adirondack Mountains and Park. Chartered in 1812, Hamilton enjoys a national reputation as a highly selective independent, coeducational, liberal arts college. The attractive campus, located on College Hill overlooking the Oriskany and Mohawk Valleys, features a mixture of traditional and modern architecture with excellent learning and recreational facilities and modern residence accommodations.

On-campus housing will be available for participants of the conference, as will the campus fitness center and golf course. Amtrak provides daily service to Utica, where taxi service is available to Clinton. Both Greyhound and Trailways offer bus service to Utica. Syracuse Airport, located 45 minutes west of Hamilton College, is serviced by several airlines including American, Continental, Delta, JetBlue, United and US Airways. Albany Airport, located 90 minutes east of Hamilton College, is serviced by Air Canada, Continental, Delta, Southwest, United and US Airways.

For more information about Hamilton College, please visit: <http://www.hamilton.edu/admission/visiting>

Please direct questions about the conference program to Gayle Murchison, <FemTheoryMus@wm.edu>.

Gayle Murchison

Associate Professor
Department of Music and Africana Studies Program
The College of William and Mary
<gmmurc@wm.edu>

συνεδριο

Between Past and Future: Culture, Heritage and Community Development of Polonia in Towns and Small Cities

Cape Breton University, Canadian Polish Research Institute
An Interdisciplinary Conference
Sydney, Nova Scotia, Canada
July 25-28, 2013

CALL FOR PAPERS

With the partial exception of early settlements on the Canadian Prairies and Canada's first Polish settlement in the "Kaszuby" area of Renfrew County, Ontario, Polish communities outside Canada's major metropolitan centres such as Toronto or Montreal have received only scant academic attention. And yet such studies would help us illuminate immigrant experiences and develop a more nuanced and complex understanding of the aspirations, integration processes and cultural attachment of descendants of immigrants.

For many years, the national Polish-Canadian organizations were occupied with the demands of metropolitan immigrant settlement and integration. However, with Poland having become a democratic and generally prosperous country, Polish immigration to Canada has slowed significantly since the early 1990s. Canadians of Polish descent - and students of Canadian Polonia -- may now be more inclined to take a greater interest in longstanding, relatively isolated, but still enduring Polonia settlements. By exploring and comparing the fates of the Polish communities across the country, we gain a greater understanding of the factors contributing to cultural retention, including mutual support systems, economic prospects, physical landmarks, a multicultural milieu, and key organizations or individuals serving as leaders and tradition bearers.

More research is needed on what cultural attributes, under what circumstances, should be considered critical or fundamental in maintaining a sense of ethnic identity and maintaining a residential cluster. For example, how important is language retention? How are new immigrants welcomed by older or native-born settlers from the same ethnic community? What ensures the survival of some organizations and the disappearance of others? How have Polish traditions and customs changed over time? How have Poles and non-Poles recorded and remembered the history of Polonia? How do the Polonia experiences resemble or differ from those of other ethnic communities? How is the Canadian Polonia different from its counterparts in the United States, Britain and elsewhere?

This conference will provide an interdisciplinary venue where historians, anthropologists, political scientists, literary geographers, sociologists, folklorists and many others can exchange their diverse understandings of the evolution of Polonia in small population centres. The conference will stimulate discussions on the theory and practice of heritage conservation, cultural expression, commemoration and community economic development, while identifying future directions in these fields. Consequently, we welcome proposals for papers from scholars and practitioners working across a range of projects and disciplines. Such studies and discussion papers will help us not only to better understand Polish communities but potentially also to develop contemporary supports for other ethnic communities.

We invite established and emerging scholars and practitioners to submit proposals for individual papers (250 words and a one-page CV), as well as full panels and round table discussions (500 words and one-page CVs of all participants). Please include name, institutional affiliation and full contact details.

Proposals should be submitted by March 15, 2013, to the following e-mail address: <tom_urbaniak@cbu.ca>.

For further information, please visit .


Heather Sparling, PhD
Associate Professor, Ethnomusicology
Chair, Dept of History & Culture
General Editor, MUSICultures
Cape Breton University

Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013

TΡΙΤΗ ΜΑΤΙΑ Του Γιώργου Σταματόπουλου,ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, 14/1/2013


Εμείς (αυτοί) οι μνησίκακοι



Οποιος δεν βολεύεται στα καλούπια του στερεότυπου, όποιος ασφυκτιά στον κατασκευασμένο κόσμο της TV και στην ασυνάρτητη πληροφόρηση του Διαδικτύου, βλέπει καθημερινά, διαπιστώνει το εξής: η ευγένεια του γούστου και το τακτ του σεβασμού στον διπλανό υπάρχει στον λαό μόνο` όχι στους ημιμαθείς, όχι στον ημίκοσμο του πνεύματος, όχι στους πολιτικούς.

Αλλά πρέπει να “χει κάποιος δυνατή όσφρηση για να αντιληφθεί το άρωμα αυτής της ευγένειας του γούστου, να είναι οξύκοος και οξυδερκής, να διαθέτει λεπτή αίσθηση ψυχολόγησης, να είναι μ” άλλα λόγια καθημερινός πολίτης και ταυτόχρονο εραστής της καθημερινότητας. Διαφορετικά, θα κυβερνιέται από τους μέτριους, τους λείχοντες κάθε εξουσία προκειμένου να απολαύσει τα κοκαλάκια «ευδαιμονίας» που αυτή τού παρέχει, απλόχερα, παρακαλώ.

Ολοι συμμετέχουμε σε τούτο το πανηγύρι της κυβερνητικής μετριότητας, εννοείται όλοι όσοι συναποτελούμε τον κορμό της ιεραρχίας της εξουσίας: προϊστάμενοι, τμηματάρχες, διευθυντές, αιρετοί της Τυπικής Αυτοδιοίκησης (κυρίως!), βουλευτές, υπουργοί και όλο το κακό συναπάντημα.

Είμαστε όλοι αυτοί που δεν καταφέραμε να δούμε την αγάπη της ζωής, τη βαθύτητά της, το ύψος της, τον σκοτεινό και συνάμα φωτεινό μυχό της. Εκείνοι που στερηθήκαμε τη συγκίνηση, τον έρωτα, όσοι δεν δονηθήκαμε από τις εκρήξεις των ψυχικών (και νοϊκών) ελλάμψεων, αυτοί που αποφασίσαμε (αποφασίσαμε!) να είμαστε εθελόδουλοι, ανελεύθεροι (διότι απαιτείται γενναιότητα μπροστά στην ελευθερία).

Αναπτύξαμε εν τούτοις άλλες δεξιότητες: την κολακεία, το ψεύδος, τον κυνισμό, την απληστία. Αμοιροι ενός βαθύτερου εγώ, προβάλλουμε ανερυθρίαστα το δικό μας κατασκευασμένο «εγώ», ένα εγώ που περπατάει σαν παγόνι, όλο ξιπασιά και πόζα. Ξερόλες, αγενείς, «σωτήρες» της πόλης και του πολιτισμού, ανίδεοι, (εμφαντικώς) ανέραστοι. Οι μνησίκακοι του Ντοστογιέφσκι και του Νίτσε! Πώς να τα βγάλει πέρα κάποιος μαζί τους; Είναι αδίστακτοι. Καιροφυλακτούν και στο κάθε στραβοπάτημά σου σου επιτίθενται ανηλεώς, κρυφά όμως, υπόγεια και ύπουλα, μέσα από το υπόγειο στο οποίο ζουν (μόνο εκεί αναπνέουν). Πώς να επιβιώσουν η λεπτότης και η κομψότης μέσα στο ζοφερό τούτο περιβάλλον; Πώς να αρθρωθεί λόγος ήπιος; Οι «κύριοι» αυτοί είναι συνασπισμένοι. Οχυρωμένοι πίσω από τούτον τον συνασπισμό εκτοξεύουν τα δηλητηριώδη βέλη τους εναντίον οποιουδήποτε διαφέρει (η διαφορά γεννά μίσος, έχει γράψει ο Σταντάλ), περιφρουρούν με λύσσα τα ελάχιστα τετραγωνικά του υπογείου τους, περιφρονούν τον κοινό νου, τη δωρικότητα του λόγου, την άνθηση της ανάτασης. Εξίστανται και αγανακτούν όταν παρελαύνει το αυτονόητο, όταν εμφανίζονται η αλληλεγγύη και η συμπάθεια. Αλλά με τι ηθοποιία! Τι χαμόγελα, τι φιλοφρονήσεις, τι εναγκαλισμοί, τι διαχύσεις (και «άει στο διάολο» μόλις απομακρύνεσαι από τη συντροφία τους, όχι πολλά, δυο-τρία βήματα μόνο…).

Γιατί να ασχολείται κάποιος με δαύτους; Διότι αποτελούν τον εθνικό κορμό, διότι επικρατούν στην κοινωνία μολύνοντάς τη με τα αποτελέσματα της (δόλιας) απουσίας τους. Είναι γεγονός ότι δεν εμφανίζονται οι ίδιοι στην αγορά, η αθλιότητα όμως της αύρας των λόγων και έργων τους είναι διάχυτη, επιβλητική. Συμβαίνει τούτο το παράδοξο: οι μνησίκακοι απουσιάζουν από το καθεμέρα, το «πνεύμα» τους όμως, η «φιλοσοφία» τους, αν θέλετε, είναι εκεί δηλητηριάζοντας τα πρόσωπα (και τα προσωπεία…).

Παρ” όλα αυτά πραγματικά δεν αξίζει η ενασχόληση μαζί τους, απλώς ας γνωρίζουν ότι ο λαός και γούστο διαθέτει και κριτικός γίνεται, όταν πλέον βιάζουν καθημερινά τη νοημοσύνη του (την αδιαφορία του και την απροθυμία του – μην ξεχνιόμαστε).

Τι θα πράξουν στο μέλλον; Οι… λαοί κι η ψυχή του(ς).

Υ.Γ.: Η μελαγχολία της ομοιοστασίας.

Υ.Γ. (2): Ηράκλειτος – αγχιβασίη: πλησίασμα.

14/01/2013

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013

Του τζάμπα η μάνα και η κρίση


Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, την Τρίτη, 15/1/2013

       Αν κάποιος μελετήσει τις διαφημίσεις τις μεταπολιτευτικής περιόδου μπορεί να ανιχνεύσει και να εξιστορήσει τα όνειρα που εξέθρεψαν τους Έλληνες στη διαδικασία της (μικρο-)αστικοποίησής του. Η ντελικάτη νεαρή που πλαισίωνε τη διαφήμιση των καταναλωτικών αγαθών(αυτοκίνητα, τρόφιμα, ρούχα, κ.λπ.) τροφοδοτούσε τις φαντασιώσεις του homo eroticus Νεοέλληνα. Τα τελευταία χρόνια , το τοπίο άλλαξε. Βρήκαν θέση στη διαφήμιση φιγούρες του παραδοσιακού μας πολιτισμού. Εκφράζουν την «αυθεντικότητα», την αγνότητα, την αφέλεια ενδεχομένως και κερδίζουν την προσοχή των πελατών είτε γιατί τους θυμίζει ένα καταχωνιασμένο παρελθόν είτε γιατί προκαλούν θυμηδία με την εισβολή τους  στον κόσμο της κατανάλωσης.
       Από το 2010 κι ύστερα η διαφήμιση προσπαθεί να μετατρέψει την κρίση σε καταλυτικό μηχανισμό για την προβολή των προϊόντων. Σταδιακά διαμορφώνεται η διαφήμιση της κρίσης.      Πιο αντιπροσωπευτική  είναι  η διαφήμιση γνωστής αλυσίδας ηλεκτρικών ειδών. Σε καιρούς κρίσης διαφημίζει τη μείωση των τιμών που καθιστούν τα ψώνια στα υποκαταστήματά της  συμφερτικά. Η διαφημιστική εταιρεία συνδέει την οικονομική κρίση και την αναζήτηση ικανοποιητικών τιμών με τον τύπο του τζάμπα. Η διαφήμιση αυτή προκάλεσε επικριτικές  αντιδράσεις. Ο νεοέλληνας τζάμπας της διαφήμισης σκαρφίζεται τα πάντα με μοναδικό στόχο να μην πληρώσει.  Είναι όμως ο τύπος του τζάμπα ο κανόνας της νεοελληνικής μας ζωής; Φαίνεται ότι οι διαφημιστές θεωρούν ότι είναι το πρότυπο που επικράτησε-ίσως να είναι ακόμη παρόν-τα τελευταία χρόνια. Με τον τρόπο της η διαφήμιση παίρνει μέρος στη συζήτηση για την πολιτιστική κρίση που εκδηλώθηκε στην Ελλάδα στην περίοδο της μεταπολίτευσης.     
        Πράγματι, διαμορφώθηκε μια ομάδα τζαμπατζήδων στις τελευταίες δεκαετίες. Είναι οι κολαούζοι κάθε μορφής εξουσίας. Αυτοί που άρμεγαν τα κρατικά ταμεία. Αυτοί που έπαιρναν τα δημόσια έργα και το τελικό κόστος έφτανε δυο και τρεις φορές πάνω. Αυτοί που βύθισαν τη χώρα με την ανάληψη των ολυμπιακών αγώνων. Αυτοί που σιτίζονταν στις  δεξιώσεις. Είναι όσοι μετέτρεψαν την κομματική ένταξή τους σε προνόμιο για διορισμό. Είναι οι ποικιλώνυμοι σύμβουλοι, Άεργοι και άβουλοι , υπάκουοι στις διαθέσεις των αφεντικών τους. . Είναι όσοι δημιούργησαν συνθήκες ασυλίας για τους φοροφυγάδες και   τους επιλήσμονες πολιτικούς που φρόντιζαν για την αύξηση των καταθέσεών τους αδιαφορώντας για τα όσα υπόσχονταν. Είναι οι πανεπιστημιακοί και οι διανοούμενοι που υπέκυψαν στη λαγνεία της εξουσίας αμβλύνοντας την αιχμηρότητα του λόγου τους.
    Δεν είναι όμως οι πολλοί. Δεν είναι αυτοί που αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους από ανεργία και οικονομική εξαθλίωση. Δεν είναι τζαμπατζήδες τα θύματα της κρίσης που η ανελέητη επίθεση τους μετέτρεψε από αξιοπρεπείς πολίτες σε κυρτούς σκελετούς.
    Δεν είναι αυτό το ήθος του ελληνικού λαού. Όσο κι αν καταβλήθηκε λυσσαλέα προσπάθεια δεν είναι οι Έλληνες τζαμπατζήδες. Τέτοιοι είναι οι επιβήτορες της εξουσίας. Έγιναν βέβαια πολλές αλλαγές στο μεταξύ. Το σαράκι της ματαιοδοξίας και του ατομικισμού έχει αρχίσει να διαβρώνει πολλούς. Ωστόσο, η ελληνική κοινωνία δεν είναι αυτή που παρουσιάζει η διαφήμιση.  Είναι νωπές ακόμη οι εικόνες των γονέων και  παππούδων που είχαν ως προμετωπίδα τους το ‘καθαρό πρόσωπο’. Ήθελαν πάντα να πληρώνουν τις υποχρεώσεις τους. Πρώτα τα χρεωστικά και μετά τ’ άλλα. Αυτή η αντίληψη δεν έχει ξεθωριάσει.
     Η διαφήμιση του τζαμπατζή, ιδίως στη δεύτερη εκδοχή όπου πλαισιώνεται από τη μάνα του, εκχυδαΐζει τη νεοελληνική πραγματικότητα. Η μάνα του τζαμπατζή στη διαφήμιση είναι μια καρικατούρα που στοχεύει στην πρόκληση. Η μάνα είναι αυτή που ακόμη και σήμερα  κρατάει όρθια και ενωμένη την οικογένεια. Η μάνα πράγματι μπορεί να κάνει τα πάντα για να συμπαρασταθεί στα παιδιά της. Είναι σύμβολο  αυτοθυσίας. Έμβλημα ενός πολιτισμού που στηρίχτηκε στην αίσθηση του καθήκοντος των γονέων προς τα παιδιά τους.
       Η συγκεκριμένη διαφήμιση ενδεχομένως επιχειρεί να αποτυπώσει τις αδιαμφισβήτητες αλλαγές που έγιναν. Το πράττει ωστόσο με τρόπο εξπρεσιονιστικό. Η νεοελληνική κοινωνία αντιστέκεται ακόμη σ’ αυτό τον αρμαγεδδώνα της κρίσης γιατί υπάρχει η οικογένεια. Και στην οικογένεια είναι η  μάνα που λειτουργεί ως μορφή παραμυθίας, συλλογικότητας και ονείρου για ένα καλύτερο μέλλον.

Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2013

Η Εποχή του Ξύλου, Tης Mαριαννας Tζιαντζη, Καθημερινή,13 Ιανουαρίου 2013





Με το αναμμένο κερί που φώτιζε το μικροσκοπικό του γραφείο προσπαθούσε να ζεσταθεί ο Μπομπ Χάτσετ, ο φτωχός υπάλληλος του Εμπενίζερ Σκρουτζ στη «Χριστουγεννιάτικη ιστορία», μια που ο εργοδότης του τσιγκουνευόταν τα κάρβουνα. Δυστυχώς, ο Μπομπ δεν τα κατάφερνε, γιατί «δεν διέθετε αρκετή φαντασία», παρατηρεί με δηλητηριώδη ειρωνεία ο Ντίκενς.
Φαντασία, υπομονή, επινοητικότητα και μια κάπως ελαστική αντίληψη για τα όρια ανάμεσα στο ιδιωτικό και στο δημόσιο συμφέρον ή ανάμεσα στη νομιμότητα και στη λάιτ παρανομία: φαίνεται ότι αυτές είναι οι προϋποθέσεις για να αντιμετωπιστεί το κρύο του χειμώνα – τουλάχιστον για ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού. O,τι συνέβαινε στο Λονδίνο στις αρχές της βικτωριανής εποχής μοιάζει να επαναλαμβάνεται, 170 χρόνια μετά, στην Ελλάδα του 2013, με τη διαφορά ότι τώρα ο Μπομπ και ο Εμπενίζερ τουρτουρίζουν και οι δύο το ίδιο. Μάλιστα, στη νουβέλα του Ντίκενς, ο γερο-Εμπενίζερ δεν φοβόταν την παγωνιά αφού κουβαλούσε «το κρύο μέσα του».
Πολλές πολυκατοικίες, αρχοντικές και λαϊκές, σε καλές και σε ξεπεσμένες συνοικίες, κήρυξαν στάση πετρελαίου. Οι δεξαμενές στέρεψαν, ενώ πολλά «κουτιά», μετρητές του φυσικού αερίου ξηλώθηκαν καθώς διακόπηκε η παροχή του. Ακόμα και σε σχετικά πολυτελή γραφεία, με την παχιά μοκέτα και τους δερμάτινους καναπέδες, στελέχη και υπάλληλοι, όσοι έχουν απομείνει, εργάζονται σκαρφαλωμένοι πάνω στο αερόθερμο. Στους καθημερινούς διαλόγους ακούγονται φράσεις που μέχρι πέρυσι θα ήταν αδιανόητες, π.χ.: «Να κάψουμε οτιδήποτε και αν καίγεται... Μπροστά πηγαίνει το δασαρχείο, πίσω εμείς με τα αλυσοπρίονα... Δεν βλέπεις πουθενά άδεια καφάσια ή παλέτες αφημένες στο πεζοδρόμιο... Δεν τους φτάνει το δάσος, ξεπαστρεύουν και τα δέντρα του γείτονα... Χθες βράδυ, τα μάτια μου έτσουζαν... Απόψε η αιθαλομίχλη κόβεται με το μαχαίρι...». 
Ασφαλώς υπήρξαν και υπάρχουν και χειρότερα, όμως δεν μπορεί το ρολόι της ιστορίας να πηγαίνει προς τα πίσω, «πρέπει να λογαριάσουμε πως προχωρούμε». Πώς είναι δυνατόν τα έξυπνα κινητά μας, οι μεγάλες έγχρωμες τηλεοράσεις μας, οι σβέλτοι υπολογιστές μας, οι μεγάλες τεχνολογικές και επιστημονικές ανακαλύψεις της εποχής μας να συνυπάρχουν με πρωτόγονους κι επικίνδυνους τρόπους θέρμανσης; Πώς να συμφιλιωθούμε με τα συσσίτια, την ξυλόσομπα, τα ξεχερσωμένα αλσύλλια, τα λεηλατημένα δάση, το νέο τοξικό νέφος ή τη στρατιωτική καραβάνα που προβλέπεται για τη σίτιση των εκπαιδευτικών;
Ας μην εκπλαγούμε αν σε λίγο εγκαινιαστεί μια νέα τηλεφωνική γραμμή ανώνυμων καταγγελιών: όχι του φοροφυγά ή του υπόπτου για εμπρησμό των δασών, αλλά του νοικοκύρη που καίει υλικά κατεδαφίσεων (φορμάικες, νοβοπάν και μελαμίνες, φύλλα ντουλαπιών μαζί με τα χερούλια), του γείτονα που από την καμινάδα του βγαίνει κίτρινος καπνός, του επαγγελματία ή του ερασιτέχνη λαθροϋλοτόμου.
Χιλιάδες χρόνια μετά την Εποχή του Λίθου, του Χαλκού και του Σιδήρου, γεννιέται η παράξενη και άξενη Εποχή του Ξύλου. Αργά ή γρήγορα, η άνοιξη θα έρθει, τα δέντρα που γλίτωσαν τη φωτιά και το τσεκούρι θα ανασάνουν, όμως οι μέσα πάγοι δύσκολα θα λιώσουν.

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2013

Τρίτη ματιά Της Μαργαρίτας Κουλεντιανού, Εφημερίδα Συντακτών, 11 Ιανουαρίου 2013



Ρέκβιεμ




Τις προάλλες στα ψιλά μιας εφημερίδας (δεν θυμάμαι καν ποιας) διάβασα «Βρέθηκε νεκρός από χτύπημα με αιχμηρό όργανο αλλοδαπός 18 ετών». Ετσι, ούτε όνομα ούτε ιδιότητα άλλη εκτός από αυτήν του αλλοδαπού. Ενα παιδί 18 ετών.

Εψαχνα καθημερινά στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο τη… συνέχεια της είδησης. Προφανώς πρόκειται για έγκλημα. Αναζητήθηκε ο δράστης; Διερευνήθηκαν τα κίνητρα; Εξετάστηκαν οι σχέσεις και οι συνθήκες ζωής του δολοφονημένου; Ειδοποιήθηκαν, έστω, οι γονείς, η οικογένειά του, ότι το δεκαοχτάχρονο παιδί τους είχε την ατυχία να βρεθεί στην Ελλάδα του 2012 με ό,τι κι αν συνεπάγεται αυτό για τον ίδιο και τους άλλους σαν αυτόν; Εψαχνα καθημερινά, αλλά δεν βρήκα ξανά κουβέντα για το έγκλημα. Ετσι, ο Αλλοδαπός (αυτό ήταν το όνομα με το οποίο μνημονεύτηκε για μία και μοναδική φορά ο δεκαοχτάχρονος) πέρασε στη λήθη.

Πέθανε. Θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε: ο αδερφός σας ή το παιδί σας, ο γείτονας ή ο γιος του μεγιστάνα. Αυτός ήταν ο Αλλοδαπός. Ενα δεκαοχτάχρονο παιδί χωρίς όνομα και χωρίς μέλλον. Πέθανε κι εμείς ζούμε. Σήμερα ασχολούμαστε με τη λίστα Λαγκάρντ, αύριο με το νέο φορολογικό. Μας απασχολεί η αγορά του πετρελαίου, τα μαθήματα του μικρού που έχει θέμα στα μαθηματικά, ο απέναντι που κάνει φασαρία το βράδυ, οι μειώσεις στον μισθό ή στη σύνταξη.

Κουβεντιάζουμε με πάθος ότι ανέβηκαν πάλι οι τιμές στο σούπερ μάρκετ. Ρίχνει μια χούφτα χιόνι και κλείνουν οι δρόμοι και τα σχολεία. Λέμε για την ανεργία, για το ζευγάρι των φίλων που χωρίζει και σφάζεται, για τα παιδιά που έφυγαν για σπουδές στο εξωτερικό κι έμειναν εκεί γιατί «τι να κάνουν εδώ;». Το βράδυ κλείνουμε τις κουρτίνες, χαμηλώνουμε το φως και καθόμαστε (αγκαλιά ή όχι) στον καναπέ μπροστά στην ανοιχτή τηλεόραση. Αυτός δεν είναι εδώ, ούτε εκεί, ούτε πουθενά. Αυτός έχει πεθάνει.

Του έκαναν άραγε κηδεία; Τον έκλαψε κανείς, τον έλουσε, τον άλειψε με λάδι ή με μύρο ή με κρασί; Στο δεκαοχτάχρονο σώμα, το κατακρεουργημένο από το «αιχμηρό όργανο», αποδόθηκαν οι τιμές που αναλογούν στους νεκρούς; Ή μήπως τον άφησαν να παγώσει για μερικές μέρες σε κάποιο ψυγείο και μετά τον έριξαν στα αζήτητα, σε έναν κοινό τάφο όπου θα παραμείνει στην αιωνιότητα με το όνομα που του αποδόθηκε την αποφράδα μέρα της δολοφονίας του: Αλλοδαπός. Θα μπορούσαν να τον λένε οπωσδήποτε: Κώστα, Γιάννη, Μανώλη, Γιώργο. Αμπντούλ, Χασάν, Μπιεν.

Ηταν δεκαοχτώ χρόνων. Ονειρευόταν, σίγουρα, έναν καλύτερο κόσμο για όλους και μια καλύτερη ζωή για τον εαυτό του. Μπορεί ν’ αγαπούσε ένα κορίτσι και μαζί να έχτιζαν σιγά σιγά μέσα στις αντίξοες συνθήκες μια προοπτική. Ηταν ωραίος σαν δεκαοχτάχρονος, δυνατός σαν δεκαοχτάχρονος, ρομαντικός και ριψοκίνδυνος και θαρραλέος όπως μόνον οι δεκαοχτάχρονοι ξέρουν να είναι.

Τώρα εκείνος δεν είναι τίποτα. Δεν υπάρχει πια γιατί φονεύτηκε με το αιχμηρό εργαλείο και γιατί κανείς δεν ήταν εκεί για να του δώσει ένα όνομα. Εγινε μόνο για μια μέρα είδηση, από αυτές τις λιτές και χωρίς συναίσθημα ειδήσεις του αστυνομικού δελτίου, κι εξαφανίστηκε μετά από τις εφημερίδες και τις οθόνες μας, από τη χώρα μας, από τη ζωή μας.

Καλό σου ταξίδι, Αλλοδαπέ. Μακάρι οι θεοί να σε δεχτούν ανάμεσά τους καλύτερα από τους ανθρώπους.

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2013

Η επιστροφή του καλικάντζαρου


 Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ , την Παρασκευή, 28.12.2012


      Δωδεκαήμερο: Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Φώτα. Μέρες που οι άνθρωποι χαίρονται την ανατροπή. Το φως- η μέρα που μεγαλώνει, ο θεός Μίθρα των Περσών, ο Χριστός- παλεύει με το σκοτάδι, κυριολεκτικά και μεταφορικά.
       Οι γιορτάρες μέρες που έρχονται είναι δεμένες με τη γέννηση, την αισιοδοξία για κάτι καλύτερο. Είναι η αισιοδοξία που όλες οι θρησκείες έχουν ενσωματώσει στο δόγμα τους. Παλιότερα, ήταν ο  Ήλιος, ο Μίθρα των Περσών, που πάλευε με το θεριό του σκοταδιού κι έβγαινε νικητής φέρνοντας τα μαντάτα στους ανθρώπους για τη νίκη των δυνάμεων του καλού. Αργότερα, ήρθε ο χριστιανισμός που συμπύκνωσε την αισιοδοξία για τα μελλούμενα στη φράση «Χριστός  γεννάται σήμερον.».
      Τις μέρες που αρχίζουν με την  παραμονή των Χριστουγέννων και τελειώνουν του Σταυρού, οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με μια κρίση που τους θυμίζει την αδυναμία τους: είναι εξαρτημένοι από δυνάμεις που εξαπολύουν σφοδρή επίθεση με στόχο να υπονομεύσουν τα θεμέλια της ύπαρξής τους. Είναι οι καλικάντζαροι που φέρνουν τα πάνω κάτω. Προγραμματισμένα, κάθε χρόνο, σπέρνουν-έσπερναν-τον τρόμο σε μικρούς και μεγάλους , που έσπευδαν να οργανώσουν την άμυνά τους. Για δώδεκα μέρες έψαχναν τη ρωγμή, την κεκρόπορτα, και τότε, αν το πετύχαιναν,  έμπαιναν στο σπίτι και τα μαγάριζαν όλα.
       Με τον καιρό, άλλαξαν όλα. ακόμη και οι καλικάντζαροι έγιναν μαλθακοί, παιχνίδια της φαντασίας και του κερδώου Ερμή. Οι άνθρωποι κάθε χρόνο , τέτοιες μέρες, θριαμβολογούσαν πάνω στους σωρούς των μισοφαγωμένων σκουπιδιών τους, τους σύγχρονους οβελίσκους ενός πολιτισμού που ανήγαγε την «ύβριν» σε έμβλημά του.
       Και ξαφνικά οι οβελίσκοι χάθηκαν. Στις πολιτείες  φύσηξαν βοριάδες και οι  άνθρωποι κλείστηκαν βιαστικά στα σπίτια τους. Οι καλικάντζαροι επέστρεψαν. Μόνο που αυτή τη φορά βρήκαν ανοιχτές τις πόρτες και στρογγυλοκάθισαν στα σπίτια. Ντύθηκαν την προβιά των τριών μάγων ξεγελώντας τους αφελείς. Τρόμος απλώθηκε παντού. Οι άνθρωποι έχασαν τη λαλιά, την ψυχή τους. Άλλαξε η κορμοστασιά τους. Άρχισαν να σουρώνουν, να καμπουριάζουν. Νόμιζες πως ξαφνικά μεγάλωσαν όλοι, έγιναν ενενήντα χρονών.
      Οι καλικάντζαροι έχουν μεταλλαχτεί στις μέρες μας. Απέκτησαν νέα γνωρίσματα. Έχουν μεταμφιεστεί σε διαχειριστές της εξουσίας. Είναι βιαιότεροι των παλιών καλικάντζαρων. Είναι κυνικοί και αδίστακτοι. Οι παλιοί ήταν προβλέψιμοι αλλά και αφελείς. Με τον καιρό έγιναν υλικό για διασκεδαστικές ιστορίες. Οι σύγχρονοι καλικάντζαροι έχουν τον τρόπο να μιλάνε ευχάριστα, αλλά να πράττουν τα αντίθετα. Οι λέξεις γι’ αυτούς έχουν χάσει τη σημασία τους. Εξυπηρετούν κάθε φορά τις ανάγκες των ποικιλώνυμων διαχειριστών της εξουσίας.
       Οι παλιοί ήταν μαυροτσούκαλοι, με κόκκινα μάτια. Η εμφάνισή τους πρόδινε το ρόλο που είχαν. Οι σύγχρονοι έχουν τον τρόπο να ξεγελάνε. Άψογα ντυμένοι, με προσεγμένο μακιγιάζ, με οδοντοστοιχία απαστράπτουσα, με αστραφτερό χαμόγελο που γεμίζει όλο το στόμα. Όμως, όλο αυτό εξυπηρετεί την εικόνα. Δεν εκφράζει την ουσία. Πίσω από αυτό το προσωπείο κρύβεται το πρόσωπο ενός σύγχρονου Μακιαβέλι, ενός αδίστακτου Κυανοπώγωνα που οι άλλοι γίνονται στα χέρια του αντικείμενο εξουσιαστικής ηδονής.
           Η μόνη απαντοχή των ανθρώπων ήταν να μετράνε τις μέρες. Μέτραγαν και ξαναμέτραγαν και δε σταματούσαν στο δώδεκα όπως συνέβαινε ως τότε. Άλλαξαν τις μέρες με τους μήνες περιμένοντας να φύγουν οι καλικάντζαροι. Και πάλι ξαστοχούσαν το μέτρημα. Θα αλλάξουν τον τρόπο της μέτρησης και οι καλικάντζαροι θα φύγουν, υπόσχονταν οι αφεντάδες τους. Ο χρόνος περνούσε, μα η πολυπόθητη αναγέννηση δεν ερχόταν.
     Το Δωδεκάμερο τελειώνει του Σταυρού. Οι καλικάντζαροι  αποχωρούν έντρομοι, απειλημένοι από την αγιαστούρα του παπά και το καθαγιασμένο νερό των Φώτων .Δεκάδες χρόνια οι παλιοί καλικάντζαροι έχουν φτιάξει το βασίλειό τους στη χώρα μας. Να που η αγιαστούρα του παπά, φόβητρο για τους παλιούς, μπορεί να γίνει φραγγέλιο για τους σύγχρονους καλικάντζαρους.



Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2013

ΕΡΡΩΣΘΕ

Πρωτοχρονιά και οι ευχές μου για γεροσύνη και μπερεκέτια σε όλους και όλες είναι το ελάχιστο. Κάθε πρωτοχρονιά φέρνει μαζί της την ελπίδα αλλά και μια δυσανεξία. Η τελευταία αφθονεί στις μέρες μας, είναι πολλά που την προκαλούν. Ας κρατήσουμε την ελπίδα, ακόμη και με τα κουσούρια της. Αν μη τι άλλο, ίσως είναι μια ευκαιρία ν’ανακαλύψουμε τα αυτονόητα. Τη σημασία να ανακαλύψουμε τους ανθρώπους μας. Η ελπίδα όμως αποκτά μεταφυσικές ιδιότητες όταν δε συνοδεύεται από μια προσπάθεια για δράση. Το χειρότερο είναι ν’ακουμπήσουμε τις ελπίδες στους άλλους κι εμείς να ηρεμήσουμε πιστεύοντας ότι πράξαμε το καθήκον μας.