Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

New issue of Ethnologia Europaea. Journal of European Ethnology - Special issue: Silence in Cultural Practices



Ethnologia Europaea is edited by
Marie Sandberg and Monique Scheer
Special issue editors:
Elo-Hanna Seljamaa and Pihla Maria Siim

Printed journal
http://www.mtp.hum.ku.dk/details.asp?eln=300401
E‐journal
http://www.mtp.hum.ku.dk/details.asp?eln=300402

Contributions to this special issue take a back-door approach to the study of cultural practices by exploring various modes and forms of silence and silencing in daily life. Joining Gregory Bateson and scholars inspired by his concept of noncommunication, the articles examine situations and circumstances where communication is avoided, or deemed undesirable, because it would somehow alter the nature of the idea, relationship or situation in question. Authors also draw attention to the unspoken and the unspeakable as they emerge in ethnographic fieldwork and the research process, discussing the challenges of doing fieldwork on silence and pushing the boundaries of silence as an analytical category.
Silence emerges from this special issue as a productive and performative force constitutive of agency, power and the margins of society and language. Case studies from Estonia, Finland and the north-western and north-eastern part of European Russia trace the roles silence plays in "doing old age" (Karoliina Ojanen), "doing family" (Pihla Maria Siim), and sustaining co-existence in societies divided by ethnic lines (Elo-Hanna Seljamaa). By exploring the symbolic meanings of silence among Evangelicals, two articles (Tuija Hovi and Piret Koosa) add to the growing body of scholarship that questions the fundamental role of language in Evangelical Christianity and seeks to broaden perspectives on understanding conversion.
This volume also includes one open issue contribution by Anne Eriksen, who on the basis of British and Nordic examples explores the entangled genealogies of the notions of history and tradition as the twin products of a uniquely modern temporality.

About the journal

Ethnologia Europaea is a lively and interdisciplinary, peer-reviewed journal with a focus on European cultures and societies. It carries material of great interest not only for European ethnologists and anthropologists but also for sociologists, social historians and scholars involved in cultural studies.
An impression of the areas covered by the journal is reflected in some of the thematic topics of the issues recently published: Muslim Intimacies (2016), Rage, Anger and other Don’ts (2015), Foodways Redux (2013), Imagined Families in Mobile Worlds (2012), Irregular Ethnographies (2011), Performing Nordic Spaces (2010).
The journal was started in 1967 and is published biannually. Since its beginning it has acquired a central position in the international and interdisciplinary cooperation between scholars inside and outside Europe. Ethnologia Europaea is an A-ranked journal according to the European Science Foundation journal evaluation (European Reference Index for the Humanities initial list). Since 2015 it is the official print journal of the International Society for Ethnology and Folklore (SIEF). SIEF members receive printed copies of every issue and electronic access to backlist issues older than one year (plus current year). Issues older than three years (plus current year) are Open Access.
Ethnologia Europaea is edited by associate professor Marie Sandberg (University of Copenhagen, Ethnology Section) and from 2016, professor Monqiue Scheer (Eberhard Karls Universität Tübingen) has taken over the co-editorship from Regina F. Bendix.

Editorial Board

Pertti Anttonen (Finland), Brita Brenna (Norway), Tine Damsholt (Denmark), Anne Eriksen (Norway), Valdimar Tryggvi Hafstein (Iceland), Renata Jambrešić Kirin (Croatia), Ewa Klekot (Poland), Peter Jan Margry (The Netherlands), Máiréad Nic Craith (United Kingdom), Lotten Gustafsson Reinius (Sweden), Per‐Markku Ristilammi (Sweden), Johanna Rolshoven (Austria), Klaus Schriewer (Spain), Laura Stark (Finland), Birgitta Svensson (Sweden), Jean‐Louis Tornatore (France), Bernhard Tschofen (Switzerland) and Gisela Welz (Germany).

Contact

Ethnologia Europaea is published and distributed by
Museum Tusculanum Press
Dantes Plads 1
1556 Copenhagen V
Denmark
Mail: info@mtp.dk
Tel: +45 3234 1414
For more information visit our website at www.mtp.dk

Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017

Μαριάννα Τζιαντζή,Αλάν Κουγιού: «Συνοικία το όνειρο» ή ο εφιάλτης;, ΕΦΣΥΝ, 26.1.17


«Προσοχή, αυτό που βλέπετε δεν είναι σκηνικό». Ισως ένας τέτοιος τίτλος να ταίριαζε στα πλάνα που έδειξαν τα προχθεσινά δελτία και συνόδευαν την είδηση για τη σύλληψη του δολοφόνου του εξάχρονου αγοριού στην Κομοτηνή.
«Σοκ και αποτροπιασμός από το ειδεχθές έγκλημα», έλεγαν. Σοκ όμως και αποτροπιασμό προκαλεί και η μήτρα απ᾽ όπου γεννήθηκε ο 15χρονος εγκληματίας: ο τενεκεδομαχαλάς Αλάν Κουγιού, μια συνοικία μουσουλμάνων Ρομά όπου κατοικούν περίπου 400 οικογένειες. Πληθυσμός κυμαινόμενος.
«Ερχονται Ρώσοι, έρχονται Βούλγαροι, συνέχεια έρχονται». Χωρίς δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης, με σπιτάκια φτιαγμένα από υλικά κατεδαφίσεων, σαν έτοιμα να γείρουν στη γη. Λάσπη, κρύο, στάσιμα νερά, μπάζα και σκουπίδια. Εκατοντάδες παιδιά που μεγαλώνουν ανάμεσα σε τοίχους από λαμαρίνες, χαρτόκουτα, χωματόπλινθους. Ούτε δάσκαλοι, ούτε σχολείο. Ανεργία καθολική.
Το 1976 προβλήθηκε η βραβευμένη ταινία του Ετορε Σκόλα «Βίαιοι, βρόμικοι και κακοί» (Βrutti, sporchi e cattivi) με τον Νίνο Μανφρέντι να κλέβει την παράσταση, αν και ο αληθινός πρωταγωνιστής είναι μια παραγκούπολη στην περιφέρεια της Ρώμης. Φτώχεια, συνωστισμός, ήθη που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν από χαλαρά έως έκλυτα, μικροεγκληματικότητα.
Ο αυτοσχέδιος παιδικός σταθμός για τα παιδιά της συνοικίας είναι ένα μεγάλο κλουβί με ταβάνι τον ουρανό και φραγμένο με συρματόπλεγμα.
Ο άνθρωπος διαμορφώνει το περιβάλλον του, όμως και το περιβάλλον διαμορφώνει τον άνθρωπο. Η ταινία είναι κωμωδία, υπόσχεται πολύ γέλιο, όμως στην τελευταία σκηνή το χαμόγελο παγώνει όταν βλέπουμε μια έφηβη σε προχωρημένη εγκυμοσύνη να πηγαίνει τα χαράματα στην κοινόχρηστη βρύση για να φέρει νερό. Τουλάχιστον ο βιαστής της να μην είναι συγγενής της, σκεφτόμαστε, χωρίς όμως και να το αποκλείουμε.
Αυτό που για εμάς είναι μια κινηματογραφική εμπειρία, για χιλιάδες ανθρώπους είναι μια αναπόδραστη πραγματικότητα. Εδώ στην Ελλάδα. Ούτε στη Βομβάη ούτε στην Ουγγαρία ή τη Ρουμανία, όπου τα πράγματα για τους Ρομά είναι ακόμα πιο ζόρικα, ενώ το σλαμ της ιταλικής ταινίας, όπως και η (αληθινή) παραγκούπολη στη δική μας «Συνοικία το όνειρο» μοιάζει με Βερσαλίες μπροστά στο Αλάν Κουγιού.
Υπερπρόθυμοι να μιλήσουν στα τηλεοπτικά συνεργεία οι κάτοικοι του μαχαλά. «Δεν έχουμε ούτε εισαγγελέα, ούτε δικηγόρο, ούτε ανακριτή. Κανένας δεν υπάρχει εδώ πέρα. Εγώ σκοτώνω εσένα, εσύ σκοτώνεις εμένα». Και, όπως αποδείχτηκε, εσύ βιάζεις εμένα, εγώ βιάζω έναν πιο αδύναμο από εμένα. Ο θύτης δεν έχει το πρόσωπο της εξουσίας, αλλά του πλησίον, του ομοίου σου, του ίδιου ακόμα και στην κώφωση. Παλιά ιστορία.
Από το 2006 υπάρχει απόφαση του δημοτικού συμβουλίου της πόλης για τη μετεγκατάσταση των κατοίκων του Αλάν Κουγιού. Οικόπεδο για την ανέγερση νέων κατοικιών επίσης υπάρχει.
Το ζήτημα όμως έχει κολλήσει, λένε τα ρεπορτάζ. Ασφαλώς οι κάτοικοι της Κομοτηνής γνωρίζουν καλύτερα το πρόβλημα και κάποιοι θα έχουν δώσει αγώνες για την επίλυσή του. Για εμάς, τους απέξω, χρειάστηκε να θυσιαστεί ένα παιδί ώστε να ανασηκωθεί λιγάκι η κουρτίνα που κρύβει τη σκοτεινή πλευρά της ελληνικής Σελήνης.
«Βγαίνουμε από την κρίση με την κοινωνία όρθια», μας διαβεβαίωνε πριν από λίγους μήνες ο πρωθυπουργός. Οταν όμως ένα κομμάτι της κοινωνίας ζει γονατιστό, σέρνεται στη λάσπη, πόσο καθαρό αέρα μπορούμε να ανασάνουμε εμείς οι όρθιοι

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2017

New MA programme “Folkloristics and Applied Heritage Studies” (Tartu)

 

by Elo-Hanna Seljamaa
The University of Tartu (UT) in Estonia is pleased to announce the opening of a new English-language master’s programme, “Folkloristics and Applied Heritage Studies”. We are now welcoming applications for fall 2017.
This two-year programme is intended for graduates and professionals interested in the concepts and workings of cultural heritage, folklore and the heritage of crafts in diverse socio-cultural contexts, past and present.
“Folkloristics and Applied Heritage Studies” provides analytical and practical tools to examine the processes of heritage production, the particularity of intangible cultural heritage and its relationship to folklore and everyday culture. Students also learn to recognise and ethically apply cultural heritage as a social and economic resource and to act as mediators between different interest groups in this field.
Students choose to specialise either in the analysis of folklore and cultural heritage, or in the study and application of the heritage of crafts. The curriculum provides ample opportunity to gain diverse hands-on experience and to tailor the content of study plans to chosen career paths. An MA thesis or a more practically oriented MA project completes the programme.
The programme is coordinated by the UT Departments of Ethnology, and Estonian and Comparative Folklore, and the UT Viljandi Culture Academy Native Crafts Department.
The application deadline for fall semester 2017 is 15 March 2017.
For more information about the programme, admission requirements and the application process, please visit: http://www.ut.ee/folkheritage/. If you have further questions, please do not hesitate to contact us at folkandheritage@ut.ee.
Please help us circulate this information among prospective candidates.
Thank you and best wishes,

Πάνος Κυπαρίσσης, Αγαπώντας δίχως νάρκη Νάρκισσο






Σπαρακτικός και σπαραγμένος
καθώς έρχεται το παρελθόν
κρυφά στο φωτεινό σου "τώρα"
κι ό,τι ποθείς
σε πνίγει σε θολά της μνήμης σου νερά

Μη  ζεις λες κι άπειρης ζωής είναι το νήμα

Δες τους γύρω πώς πονούν
πώς ζουν, πώς αγαπούν, και πώς μετά πεθαίνουν
Δεν είσαι του μύθου πια, κατάλαβέ το

Ν'αγαπάς

Στο ζητώ εγώ
που απ' τους καιρούς
τον δικό σου μόνο συλλαβίζω

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

Ευάγγελος Αυδίκος *, Εδώ σε θέλω κάβουρα… να περπατάς στα κάρβουνα,εφσυν, 24.1.17


anastenarides.jpg

ΑναστενάρηδεςΑναστενάρηδες στον Λαγκαδά Θεσσαλονίκης | ΕUROKINISSI/ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

Προφανώς, ου παντός πλειν ες Κόρινθον, έλεγαν οι παλιοί. Δεν έχουν όλοι, με άλλα λόγια, το δικαίωμα ή και την ικανότητα να επιδοθούν σε δραστηριότητες που χρειάζονται ιδιαίτερες δεξιότητες.
Στις μέρες μας το λησμονούμε αυτό και έτσι η παροιμία «με τα λόγια χτίζεις ανώγια και κατώγια» δίνει μορφή στη διάσταση ανάμεσα στην πράξη και την ανέξοδη ρητορική.
Δεν συνέβη το ίδιο με τον τότε μητροπολίτη Θεσσαλονίκης (1954) που απαγόρευσε την επιτέλεση των Αναστεναρίων σε δημόσιο χώρο τον Μάιο εκείνου του χρόνου.
Ο μητροπολίτης εξειδίκευσε την απόφαση της Ιεράς Συνόδου, που έλαβε την απόφαση να δραστηριοποιηθεί η Εκκλησία για την εξάλειψη αυτού του εθίμου, που το αξιολογούσαν ως «ειδωλολατρικόν και αναγόμενον εις τας οργιαστικάς εορτάς του Διονύσου».
Η απόφαση αυτή επανέφερε στη συζήτηση τη σύγκρουση για τη φύση των Αναστεναρίων, της οποίας ο απόηχος αναρριπίζεται έως και σήμερα. Επανεισάγει στον δημόσιο διάλογο τον θρησκευτικό συγκρητισμό, τη διαδικασία διαμόρφωσης των μονοθεϊστικών θρησκειών. Τα δάνεια και τη δημιουργία του καινούργιου. Την απολεσθείσα τιμή της αυθεντικότητας.
Τη διεκδίκηση της αποκλειστικότητας στη δημιουργία, που προβάλλει τον δημιουργό ως τον αυθεντικό εκφραστή της αλήθειας.
Οι αναστενάρηδες δεν έχουν τέτοιες ανησυχίες. Εχουν βαθύτατη πίστη στη συλλογικότητά τους αλλά και στην τακτική συνάντησή τους, που ανανεώνει τους δεσμούς τους. Αντιμετωπίζουν με δυσπιστία τους επιστήμονες, που προσπάθησαν να δώσουν διάφορες ερμηνείες στο φαινόμενο της ακαΐας.
Λαογράφοι, ανθρωπολόγοι, ψυχίατροι και άλλοι έχουν καταγράψει την τελετουργία. Κάποιοι δε απ’ αυτούς έλεγξαν τις πατούσες των αναστενάρηδων, αμέσως μετά την έξοδό τους από την πυροβασία. Τζίφος τα ευρήματα. Δεν διαπίστωσαν ίχνη καμένου δέρματος ή φλύκταινες.
Με συγγνωστή κατανόηση με αντιμετώπισε ο Γιώργος Μελίκης, σε μια συζήτηση για την ακαΐα των αναστενάρηδων. Του υπενθύμισα όσες κατηγορίες εκτοξεύονται εναντίον τους για αγυρτεία, ότι δηλαδή επιστρώνουν διάφορα βότανα στα πέλματά τους, ώστε να προστατευθούν από τα κάρβουνα.
Με αντιμετώπισε με την πραότητα του ανθρώπου που βιώνει τη μεταρσίωση του εαυτού. Που δεν μπορεί να ελέγξει το σημείο της μετάλλαξής του σε αναστενάρη, σε κοινωνό δηλαδή μιας πνευματικότητας που αποτελεί το πολύτιμο πολιτισμικό κεφάλαιο των αναστενάρηδων.
Μου προξένησε εντύπωση η δήλωση του Μελίκη πως ο ίδιος που περπατάει δεκαετίες τώρα πάνω στα κάρβουνα, χωρίς κανένα ίχνος καψίματος, τρομοκρατείται όταν χρειαστεί να περπατήσει γυμνόποδος στην άμμο, σε περίοδο που τσουρουφλίζει. Τα πέλματά του τραυματίζονται από την έκθεση αυτή.
Ο Μελίκης είναι αρχιαναστενάρης στο κονάκι του Λαγκαδά. Πολλά χρόνια. Η διάρκεια είναι πάθος. Ενα πάθος που σιγοκαίει, δεν έχει άδικο ο ποιητής (Γκανάς). Εχει ένα πάθος, όμως, με τον λαϊκό πολιτισμό.
Με την καταγραφή του. Με την προβολή του. Με τη βίωση του πολιτισμικού του ήθους. Είναι ένα πάθος που λειτουργεί ως σπινθήρας της σκέψης του αλλά και της καθημερινότητάς του. Που ενεργοποιεί τη βούληση. Που οπλίζει με απαντοχή στις δυσκολίες.
Τέτοια δυσκολία είναι η αποπεράτωση του εθνολογικού του μουσείου. Ενα μουσείο που είναι προϊόν του ασίγαστου πάθους για τον τόπο. Ενα πάθος που δεν οδηγεί σε στείρο τοπικισμό ούτε σε μετεξέλιξή του σε μια μορφολογική ενασχόληση. Είναι ένα πάθος που τρέφεται από την αγωνία του μέλλοντος.
Ενα εθνογραφικό μουσείο, στη Μελίκη Ημαθίας, που στεγάζει τον λαϊκό πολιτισμό, όχι ως απόμαχο που προσδοκά σε λόγια κατανόησης και ευαρέσκειας. Ενα μουσείο που φιλοδοξεί να γνωρίσει το παρελθόν σ’ όλους, προπάντων στους νέους, και να συμβάλει στη συνειδητοποίηση πως η δημιουργική σχέση μ’ αυτό είναι ένας αρραβώνας για το μέλλον.
Είναι, όμως, το εθνογραφικό μουσείο του Μελίκη μια πρόταση κόντρα σ’ όσα ακούγονται πως πρώτα χρειάζονται χρήματα και μετά η διάθεση. Πρόκειται για μια ψευπεδίγραφη σχέση με τον λαϊκό πολιτισμό, που διαμορφώθηκε στα χρόνια όπου τα κονδύλια έβγαιναν εύκολα από τον κορβανά των διαφόρων προγραμμάτων.
Ο Μελίκης προέταξε το πάθος του. Και για χάρη του έγινε απόστολός του, αφού όσα έργα έκανε οφείλονται σε ίδια ποσά. Το ευτύχημα -και το ενθαρρυντικό- είναι που κοντά του προσέτρεξαν νέοι επιστήμονες, που έθεσαν τις γνώσεις τους στο φιλόδοξο έργο. Αυτή είναι άλλη Ελλάδα, για την οποία σπάνια γίνεται λόγος.
* καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017

Kentucky Historical Society Research Fellowship Program Spring 2017 Applications DUE MARCH 1


The Kentucky Historical Society (KHS) is seeking applications for the KHS research fellowship program for the spring 2017 cycle. The program provides funding for senior and emerging scholars, including doctoral students, whose research requires the use of KHS collections and research resources – visit http://history.ky.gov/collections/ for more information on signature collections.
Fellowship residency at the KHS campus in Frankfort, Kentucky, ranges from one to four weeks. KHS is conveniently located in central Kentucky, within driving distance of numerous universities, archival repositories, and historic sites. Past fellows have included scholars from prestigious national and international institutions.
For application instructions and award requirements, and to view videos of past fellows discussing their research experience at KHS, visit http://history.ky.gov/research-fellowships/ to learn more. Fellowship applications must be submitted via email to KHSFellowships@ky.gov by MARCH 1, 2017

Doctoral Scholarships in Transcultural Studies (Heidelberg)


by Anna Echtenacher
CfA: Doctoral Scholarships in Transcultural Studies (Heidelberg)
The Graduate Programme for Transcultural Studies of the Cluster of Excellence "Asia and Europe in a Global Context" at Heidelberg University welcomes applications for up to six doctoral scholarships beginning in the winter semester 2017/18.
The three-year programme offers a monthly scholarship of 1.200 Euro. It further supports its members in framing their research through advanced courses as well as individual supervision and mentoring. Half of the scholarships are reserved for young scholars from Asia.
Applicants are expected to propose a doctoral project with a strong affiliation to one of the four research areas of the Cluster (Governance & Administration, Public Spheres, Knowledge Systems, Historicities & Heritage). They must hold an M.A. or equivalent in a discipline of the humanities or social sciences with an above-average grade and provide proof of advanced language skills in English.
Applications, including a CV, a letter of intention, a project proposal, a schedule for the dissertation, and two letters of recommendation are submitted through an Online Application System.
The deadline for applications is March 15, 2017.
For more information about the Graduate Programme for Transcultural Studies and the application process see http://www.asia-europe.uni-heidelberg.de/en/gpts. If you have further questions, please do not hesitate to contact us at application-gpts@asia-europe.uni-heidelberg.de.

Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017

Μιχάλης Γκανάς: Την ποίηση πρέπει να τη βρεις, δεν θα σε βρει αυτή

Ο ποιητής μιλάει για τη μόνη τέχνη που δεν έχει μπει στο χρηματιστήριο της τέχνης και για την οικολογική και κοινωνική κρίση που εμείς έχουμε ήδη προετοιμάσει
Μιχάλης Γκανάς: Την ποίηση πρέπει να τη βρεις, δεν θα σε βρει αυτή
«Αν τελικά κατάφερα κάτι, ήταν με τον τρόπο που τα είπα, και αυτό είναι το πιο σημαντικό στη λογοτεχνία» λέει ο Μιχάλης Γκανάς
Κοινή χρήση45
εκτύπωση  

Αψινθο τιτλοφορεί ο ποιητής και στιχουργός Μιχάλης Γκανάς μια μεγάλη ποιητική του σύνθεση που κυκλοφορεί αύριο στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Μελάνι. Ποιήματα που έχουν αφορμή τον κλονισμό της φύσης αλλά και τη σύγχρονη κρίση, όπως τη «διαβάζει» ένας ποιητής.
«Αψινθος είναι ένα αστέρι που αναφέρεται στην Αποκάλυψη, το οποίο πέφτει από τον ουρανό, δηλητηριάζει τα νερά και πεθαίνουν οι άνθρωποι επειδή "επικράνθησαν"» λέει ο Μιχάλης Γκανάς. «Είναι όμως και το φυτό, η αψιθιά, από το οποίο βγαίνει το αψέντι, το ποτό των καταραμένων ποιητών, του Μποντλέρ και των φίλων του». Χαμογελάει... «Λένε ότι στα ουκρανικά άψινθος ονομάζεται το Τσερνόμπιλ. Είναι άραγε αλήθεια;».
Ολο σχεδόν το ποίημα είναι ένας διάλογος με τη φύση - όπως συμβαίνει και με πολλά άλλα έργα του. «Οσα γίνονται με τη φύση μας απασχολούν. Το λιώσιμο των πάγων, τα πρόβλημα της πανίδας και της χλωρίδας. Αψινθος είναι το αρωματικό φυτό και από την άλλη είναι η απειλή που έρχεται από μακριά την οποία, όπως θα καταλάβει, ελπίζω, ο αναγνώστης, εμείς την προετοιμάζουμε». Μπορεί να διαβαστεί και ως ένας γενικότερος συμβολισμός για την κρίση; «Είναι κι ένα συμβολικό μήνυμα γι' αυτό που ζούμε τώρα, για την καταστροφή που έρχεται. Σου αναφέρω ένα χαρακτηριστικό ποίημα: "Αυτοί παιδί μου δεν/ δεν σου χαρίζουν ούτε τη νύστα τους/ όλο δεν και δεν και δεν-/ τρο δεν φύτεψαν τα χέρια τους/ δεν χάιδεψαν σκυλί, γατί, πουλάκι/ πληγωμένο/ γυναίκα άσχημη και στερημένη/ αυτοί παιδί μου δεν/ δεν δίνουν τ΄Αγγέλου τους νερό». «Αφορά πολλούς» σημειώνει με νόημα ο ποιητής.

«Το δημοτικό τραγούδι ήταν η κιβωτός μου»
Στην ποιητική σύνθεση Αψινθος παρεμβάλλονται αποσπάσματα από την Αποκάλυψη και ένα μεγάλο ποίημα του Γιώργη Παυλόπουλου. «Αυτό θα ήθελα να το έχω γράψει εγώ, είναι ένα ποίημα που παραθέτει μόνον τα ονόματα σπάνιων και λιγότερο σπάνιων πουλιών». Επίσης ο Μιχάλης Γκανάς παραθέτει ένα ποίημα του Μάθιου Αρνολντ, την Παραλία του Ντόβερ, που μιλάει για την αγάπη. Παρατηρώ ότι η αγάπη είναι ένα θέμα που επανέρχεται συχνά στην ποίησή του. Συμφωνεί: «Για κάποια από αυτά με έχουν πει παλιομοδίτη».
Τον ρωτάω αν πράγματι θεωρεί τον εαυτό του παλιομοδίτη. «Ναι, αν σκεφτείς ότι είμαι επηρεασμένος ακόμα από το δημοτικό τραγούδι. Ολα τα θέματά μου θα μπορούσαν να τα πουν παλιομοδίτικα. Οταν έβγαλα το '78 το πρώτο μου βιβλίο με θεώρησαν παλιό, ερχόμουν από έναν κόσμο μακρινό. Και σήμερα ακόμα νιώθω ότι συνεχίζω αυτόν τον κόσμο. Αυτοί σταμάτησαν να τραγουδούν, εγώ συνεχίζω. Το δημοτικό τραγούδι ήταν η κιβωτός μου, η σωτηρία μου. Ενας οικείος λόγος που βρίσκεται μέσα στην αναπνοή του Ελληνα. Επίσης, πέρα από το δημοτικό τραγούδι, υπάρχει και η ίδια η γλώσσα η ομιλούμενη, που έχει μουσικότητα και ακρίβεια στην έκφραση, παρρησία και αυτάρκεια. Το βλέπεις αν βρεθεί κάποιος λαϊκός να μιλήσει στην τηλεόραση, αντίθετα με τους σπουδαγμένους δημάρχους και υπουργούς... Αν τελικά κατάφερα κάτι, ήταν με τον τρόπο που τα είπα, και αυτό είναι το πιο σημαντικό στη λογοτεχνία».
Παρατηρώ ότι στην ποιητική αυτή σύνθεση υπάρχουν πολλές αφιερώσεις. Μία είναι στη Ζυράννα Ζατέλη. «Θυμάμαι που τα λέγαμε το 2007, μετά τις μεγάλες πυρκαγιές, σε μια συγκέντρωση στο Σύνταγμα, τότε που οι ειδοποιήσεις έγιναν μέσω SMS. Αισθάνθηκα την ανάγκη να της αφιερώσω κάτι, γιατί η ίδια η Ζυράννα είναι καταφύγιο θηραμάτων». Αφιερώσεις υπάρχουν και στον Νάσο Θεοφίλου, στον Δημήτρη Κοσμόπουλο και στον Θανάση Μαρκόπουλο, ποιητές που, όπως λέει, τους αγαπά.

«Εσωτερική ανάγκη»
Ο Μιχάλης Γκανάς σπανίως γράφει ποιήματα για την πόλη που ζει. «Αν και ζω στην Αθήνα από τα δεκαοκτώ μου, σαν εσωτερικός μετανάστης, υπήρχε πάντα ένα γυαλί ανάμεσα σε μένα και την πόλη. Η Αθήνα είχε μόνο αρνητικά πράγματα να μου δώσει: δεν κατάφερα να σπουδάσω, εργαζόμουν πολύ, ενώ η ποίηση με τραβούσε από το μανίκι. Μου πήρε χρόνο να αγαπήσω την Αθήνα, στην πράξη εξοικειώθηκα μαζί της μέσω της γυναίκας μου και των παιδιών». Δεν είναι το ίδιο με τους στίχους του. «Πράγματι, εκεί είμαι πιο στρατευμένος κοινωνικά. Παρακολουθώ τον αναγνώστη, θέλω να του μιλήσω».
Αναρωτιέμαι ποια είναι η διαφορά μεταξύ ποίησης και στιχουργικής γενικότερα. «Ο αναγνώστης της ποίησης είναι ασκημένος, ξέρει, καταλαβαίνει τι θέλω να πω. Αντίθετα, το κοινό του τραγουδιού πρέπει να το παίρνεις πάντα υπόψη σου: τι λέμε τώρα και σε ποιον το λέμε. Στο τραγούδι δεν έχει επιστροφή, πρέπει ο ακροατής να το πιάσει με τη μία, ενώ στο ποίημα θα επανέλθει και θα έχει την ευκαιρία να το ξανασκεφτεί». Και η προσωπική ικανοποίηση; «Κακά τα ψέματα, στην ποίηση ο έπαινος της συντεχνίας είναι πολύτιμος, αν σε αποδεχτεί νιώθεις ότι είσαι εντάξει. Στο τραγούδι πρέπει να σε αποδεχτεί ο ακροατής».
Η ποίηση δεν έχει μεγάλο κοινό. Πώς το αντιμετωπίζει αυτό; «Ποτέ δεν ήταν η ποίηση για πολλούς. Ο Καρούζος έβγαζε τα βιβλία του μόνος του σε 200 αντίτυπα και η "Στροφή" του Σεφέρη μπορεί να υπάρχει ακόμα στην αποθήκη. Την ποίηση πρέπει να τη βρεις, δεν θα σε βρει αυτή. Προσωπικά δεν συμφωνώ με την εξωστρέφεια των ποιητών που εκφράζεται με εκδηλώσεις για να περάσει η ποίηση στην κοινωνία. Αυτό είναι αντίθετο στην ουσία της ποίησης, γιατί έτσι η πρόσληψή της γίνεται με λάθος τρόπο, μέσω ενός κοσμικού γεγονότος ή μιας διαμαρτυρίας, παρά ως εσωτερική ανάγκη». Και συμπληρώνει: «Η ποίηση θέλει αφοσίωση, να τρελαίνεσαι με αυτό που διαβάζεις. Είναι η μόνη τέχνη που δεν έχει μπει στο χρηματιστήριο της τέχνης, κανείς εκδότης δεν θα σε πιέσει να γράψεις μπεστ σέλερ».


Αφιερωμένο εξαιρετικά

Υστερόγραφο σε μια ανάγνωση 2
Με τον τρόπο της Κ. Δ.

Πίνοντας έρχεται η δίψα τι νομίζεις;
Πίνοντας πίκρες συνήθως μονορούφι
πίνοντας γλύκες με κουταλάκι του γλυκού
- γιατί ο φόβος του πνιγμού
φυλάει τα εύθυμα ανέκαθεν.
Πίνοντας το νερό της λησμονιάς.
(Ποια βρύση να το κάνει;)
Πίνοντας τέλος τ' αμίλητο κρασί.
Ακου - τίποτε τόσο αμίλητο
Οσο το μιλημένο.
Τόσο μουγγό κι ανόητο και ηττημένο
πώς τα 'πε όλα τάχαμου
πώς τα 'βγαλε από μέσα του
ενώ μπορεί να τα 'βγαλε απλώς απ 'το μυαλό

Ο Μιχάλης Γκανάς το έγραψε για την Κική Δημουλά και, όπως εξηγεί, είναι σαν να της λέει: «Τι κάνουμε τώρα; Τα γράψαμε, και λοιπόν;».

Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017, 1:00 μμ poems ‘n crimes των Εκδόσεων Γαβριηλίδης, Αγίας Ειρήνης 17, Μοναστηράκι (60 μέτρα από το μετρό), τηλ.210-3228839

Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017, 1:00 μμ 
poems ‘n crimes των Εκδόσεων Γαβριηλίδης, Αγίας Ειρήνης 17, Μοναστηράκι (60 μέτρα από το μετρό), τηλ.210-3228839 

Παρουσίαση του βιβλίου «Λεζάντες για τ’ αόρατα» του Ηλία Κεφάλα με εισηγήτρια την φιλόλογο και κριτικό λογοτεχνίας Άννα Αφεντουλίδου. Απαγγελίες από τους: Αντώνη Φωστιέρη και Γιώργο Βέη. Δευτερολογία του ποιητή Ηλία Κεφάλα. Θα συμμετέχει μουσικά με την κιθάρα της η Χρυσοβαλάντια.

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Παρουσίαση του βιβλίου της Σόνιας Κοζιού, Παλιά Βουλή, Κυριακή, 22 Ιανουαρίου, ώρα 11.30πμ


Ειρήνη Σταματοπούλου, Το αυτί της Αριάδνης, μυθιστόρημα, Απόπειρα

Το βιβλιοπωλείο Επίκεντρον και η Απόπειρα σας προσκαλούν την Πέμπτη 19 Ιανουαρίου, στις 8 το βράδυ, στην παρουσίαση του βιβλίου της Ειρήνης Σταματοπούλου Το αυτί της Αριάδνης.

Για το βιβλίο θα μιλήσει ο πεζογράφος και κριτικός λογοτεχνίας Γιάννης Παπαγιάννης και θα ακολουθήσει συζήτηση με τη συγγραφέα. Συντονίζει ο φιλόλογος και κριτικος βιβλίου Αριστοτέλης Σαΐνης.

Βιβλιοπωλείο ΕπίκεντρονΑγίων Αναργύρων 5, Άγιοι Ανάργυροι.


όσες λέξεις χρειάζονται για να περιγράψουν μια εικόνα; Πόσοι σωσίες διαγράφουν την πορεία μας προς τον άλλον; Πόσες μέρες για να εγκλείσουμε τη ζωή μας σε μια στιγμή;

Τρεις άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι ξεκινούν ένα ταξίδι από κοινού, που τους φέρνει αντιμέτωπους με τον εαυτό τους, τους δαίμονες και τα φαντάσματά τους και γίνεται η αφορμή για μια αποκαλυπτική περιπλάνηση στο όνειρο, τον μύθο και την πραγματικότητα, το άπειρο και το πεπερασμένο, τη μνήμη και το ασυνείδητο τού έλλογου, αισθησιακού και υπερβατικού υποκειμένου, στο πρότυπο του αμερικανικού road movie.
(Κείμενο από το οπισθόφυλλο.)


Η Ειρήνη Σταματοπούλου γεννήθηκε και ζει στον Πειραιά. Ιστορικός και θεωρητικός του κινηματογράφου, διδάσκει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ενώ συνεργάζεται με περιοδικά όπου δημοσιεύει κείμενα για το σινεμά και κριτικές βιβλίων. Έχει δημοσιεύσει τα βιβλία : Ο ρομαντικός ήρωας στον κινηματογράφο (2010), Θεολογία και μυστικισμός στον σύγχρονο αμερικανικό κινηματογράφο (2011), Το σημείο του σταυρού (2012) και Ο κανόνας του παιχνιδιού (2015). 

Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2017

Ευάγγελος Αυδίκος *, Η ψώρα του ανορθολογισμού, efsyn, 17.1.17


sorras.jpg

Αρτέμης ΣώρραςEUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι πολιτισμικές -και πολιτικές- συμπεριφορές, στην Ελλάδα και αλλαχού, δικαιολογούν το εγχείρημα του Βούλγαρου Τσβετάν Τοντόροφ, σπουδαίου διανοούμενου, να γράψει ένα βιβλίο προς υπεράσπιση του Διαφωτισμού ως ενός συνολικού συστήματος προβληματισμού και δράσης. Μια ολιστική αντίληψη για την κατανόηση αλλά και την αλλαγή της κοινωνίας.
Μετά την αρχική έκπληξη, στη συνέχεια όλοι συμφώνησαν πως οι βασικές αρχές του κινήματος του Διαφωτισμού δεν έχουν υλοποιηθεί.
Ο Τοντόροφ ορίζει δε, ως μια από τις ακρογωνιαίες προτάσεις του κινήματος, την εκκοσμίκευση. Με άλλα λόγια, την απόσυρση της μεταφυσικής διάστασης από την οπτική κατανόησης των κοινωνικών και πολιτικών φαινομένων. Αυτό που χαρακτηρίζεται απομάγευση.
Να όμως που η μαγική σκέψη επανέρχεται, εμφαντικά και περιοδικά, βγάζοντας τη γλώσσα στον Διαφωτισμό. Σ’ όσους πίστεψαν πως η απομάγευση μπορεί να εισχωρήσει και στις πιο ερεβώδεις πλευρές της ανθρώπινες υπόστασης. Σ’ όσους είχαν την ψευδαίσθηση πως είναι εύκολος αντίπαλος.
Τα παραδείγματα είναι πολλά. Πολλαπλασιάζονται σε περιόδους κρίσης, όταν οι διαχειριστές της εξουσίας χρησιμοποιούν τον Διαφωτισμό και την ανάγκη αναθεμελίωσης της κοινωνίας με τρόπο ανορθολογικό. Οταν εξωθούν τους πολίτες σε αγελαία συμπεριφορά. Οταν ο ανορθολογισμός γίνεται θυμική επιλογή.
Φαίνεται πως, σ’ αυτή την περίπτωση, ο ανορθολογισμός εξελίσσεται σε κοινωνική ψώρα. Μεταδίδεται ταχύτατα προκαλώντας κνησμό. Ο ανορθολογισμός παρουσιάζει αντιστοιχίες με την ψώρα.
Και στις δύο περιπτώσεις εντοπίζεται ένα παράσιτο, που απλώνεται σ’ όλο το σώμα, βιολογικό και κοινωνικό. Οσον αφορά την κοινωνία φαίνεται πως ο Διαφωτισμός δεν έχει καταφέρει να αδρανοποιήσει το συγκεκριμένο παράσιτο. Οι κοινωνικές κρίσεις ευνοούν την εξάπλωσή του.
Ενα τέτοιο ιστορικό παράδειγμα είναι το νερό του Καματερού, που απασχόλησε την επικαιρότητα το 1976. Μια μερίδα του Τύπου και των διαχειριστών της εξουσίας ενθάρρυναν την κοινωνική αποδοχή του συγκεκριμένου ανορθολογισμού.
Η υπόθεση Καματερού ήταν προανάκρουσμα της πολιτικής αντίληψης που κυριάρχησε στην Ελλάδα ώς και τις αρχές του 21ου αιώνα, οπότε η χώρα οδηγήθηκε σε χρεοκοπία.
Το πολιτικό σύστημα, παρά τις πολιτικές εξελίξεις και την ένταξη των δυνάμεων της Αριστεράς στην κεντρική πολιτική σκηνή, αναπτύχθηκε με ανορθολογικό τρόπο, όπου κυριάρχησαν το πολιτικό κόστος και ο κομματικός πατριωτισμός.
Ως εκ τούτου, στο όνομα της αποκατάστασης του ορθολογισμού η πολιτική παθολογία που ευνόησε την εμφάνιση του «νερού» επιβίωσε ώς πρόσφατα ευνοώντας τη διαιώνιση της πολιτικής πατρωνίας με νέους όρους.
Η πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου οργανώθηκε και στηρίχθηκε όχι σε συστηματική μελέτη της νεοελληνικής κοινωνίας, αλλά στη θεωρία του πολιτικού κόστους και την αναπαραγωγή του κομματικού, πελατειακού συστήματος. Ως εκ τούτου, ήταν αναπόφευκτη η επικράτηση ανορθολογικών επιλογών.
Ο Καματερός αποτέλεσε συνέχεια αλλά και προανάκρουσμα του τρόπου οργάνωσης της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Στη χώρα επικράτησαν, σε μεγάλο βαθμό, οι «Καματεροί» της πολιτικής, συχνά ενδεδυμένοι τον νεωτερικό μανδύα, οι οποίοι εμφανίστηκαν ως Μεσσίες που εκόμιζαν μαγικές λύσεις.
Παρόμοια χαρακτηριστικά ανιχνεύονται και στο μέγα πολιτικό θέμα των ημερών. Το κίνημα Σώρρα, που επεκτάθηκε ταχύτατα σ’ όλη την Ελλάδα. Αξιοποίησε το συναίσθημα. Την απογοήτευση. Ακολούθησε τον κλασικό δρόμο της πολιτικής πατρωνίας, που συγκροτεί τον κόσμο της με σπερματικές αλήθειες αλλά και διαστροφή της πραγματικότητας.
Εχοντας αφετηρία την κρίση. Ενα πραγματικό δεδομένο που αποδόμησε τους ανθρώπους, ψυχολογικά και κοινωνικά. Αξιοποιώντας το υπόστρωμα του ανορθολογισμού που διαχέεται σ’ όλες τις δομές της ελληνικής κοινωνίας.
Εμφανίστηκε σαν πανάκεια σε μια ομάδα πολιτών που δεν έχει μάθει να χρησιμοποιεί τον ορθολογισμό στην επεξεργασία των δεδομένων. Που έχουν συνηθίσει να ταξινομούν τις απαντήσεις τους με μοναδικό κριτήριο τη θεωρία των συνωμοσιών.
Τα διάκενα είναι το λίπασμα για τον ανορθολογισμό. Ιδιαίτερα όταν οι πολίτες έχουν πειστεί πως αυτά είναι ένας μηχανισμός που μπορεί να προσφέρει πολιτική νομιμοποίηση. Και ατιμωρησία.
Η υπόθεση Σώρρα ήρθε με δραματικό τρόπο στην επικαιρότητα. Μόλο που όλοι ήξεραν. Κανείς, ωστόσο, δεν θέλησε να ασχοληθεί πολιτικά και προοπτικά. Υποτιμήθηκε η υπόθεση. Τα διάκενα του πολιτικού ανορθολογισμού είναι επικίνδυνα για την ίδια τη δημοκρατία.
* καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2017

Βασίλω αρχόντισσα συρρακο 2009

Βαγγέλης Τζούκας, Το φάντασμα του ναζισμού.Μυθολογία και σαγήνη του Τρίτου Ράιχ από την προπολεμική περίοδο έως τις μέρες μας, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2016


Το θέμα του ναζισμού είναι από μόνο του αρκετά δύσκολο, ιδίως αν αναλογιστούμε ότι ακόμη και σήμερα έχει ακόμη και σήμερα αρκετή δυναμική. Είναι οι συνθήκες οικονομικής κρίσης που το εκτρέφουν και μια τέτοια κρίση μαστίζει για μια φορά ακόμη την Ευρώπη σήμερα.
Ο συγγραφέας αυτής της μελέτης τολμά να αγγίξει μια ιδιαίτερη σχέση του ναζισμού και να τη μελετήσει επισταμένως, τη σχέση του με τον εσωτερισμό και τον μυστικισμό. Οι θεωρίες συνωμοσίας που κατά καιρούς συνδέονται με το ναζισμό και η απόπειρα να εμφανιστεί ως μια νέα μορφή θρησκείας του δίνουν μια ιδιαίτερη αίγλη σε πολλά στρώματα της κάθε κοινωνίας.
Το θέμα είναι από μόνο του αρκετά δύσκολο, καθώς μπορεί πολύ εύκολα να ξεφύγει, όμως στη συγκεκριμένη μελέτη έχουμε μια εμπεριστατωμένη έρευνα, η οποία μας δείχνει τις σχέσεις αυτές, ξεκινώντας λίγο νωρίτερα, αναλύοντας το φαινόμενο Χίτλερ και προχωρώντας ως τις μέρες μας για να μας δείξει τον τρόπο με τον οποίο ο ναζισμός έχει  επηρεάσει διάφορες μορφές τέχνης.
Πρόκειται για μια ουσιαστική μελέτη σε ένα αρκετά δύσκολο θέμα.

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2017

Αριστοτέλης Σαΐνης, Σκοτεινές υπάρξεις, αλλόκοτες γραφές, EFSYN,15.1.17


ilios.jpg

ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟΣ
Κατερίνα Παπαντωνίου «Σκοτεινό ασανσέρ» Τόπος, 2016 Σελ. 112 | 
Η ιστορία της Αννας, «αφεντικού», δηλαδή φύλακα-θυρωρού του μεγάρου επί της Σωκράτους 37 για 40 χρόνια, η ιστορία της Φανής Τακοπούλου, κόρης ραφτάδων που επιστρέφει στο διαμέρισμα με τις εγκαταλειμμένες μηχανές της οικογενειακής επιχείρησης, και η ιστορία της Ελένης που έχει μόλις αποφυλακιστεί μετά την καταδίκη της για τον φόνο του δυνάστη συζύγου της, μπλέκονται μεταξύ τους με αφορμή την εξαφάνιση του Αλβανού Αριστίντ Μπεντό που αναζητά η αστυνομία.
Και καθώς η φθορά του πολεοδομικού ιστού γίνεται μεταφορά της οικονομικής παρακμής και της κοινωνικής φθοράς, πραγματικός πρωταγωνιστής αναδεικνύεται ο αθηναϊκός χώρος και, κυρίως, η πολυώροφη αστική πολυκατοικία του ήδη παρηκμασμένου και χειμαζόμενου πλέον από την κρίση κέντρου της πόλης, με τους στενούς διαδρόμους και τις επικίνδυνες ατραπούς της. Στο σκοτεινό της βάθος, ο παλιός ανελκυστήρας του τίτλου κρύβει μυστικά.
Εγκλωβισμένοι στον ίδιο περίκλειστο και κλειστοφοβικό χώρο, κι ανάμεσα σε τσιμεντένιους όγκους, «κατοικίδια, συσκευές πεταμένες, ξεθωριασμένα δέντρα, επίμονα δέντρα, σωληνώσεις υπόγειες κι εξωτερικές, περίπτερα, τροχοφόρα, πουλιά, όνειρα και κλουβιά» λαθροβιούν, «κρατώντας την ανάσα τους», οι ήρωες της Παπαντωνίου. Μια ανάσα χωρίζει, εξάλλου, τους ζωντανούς από τους πεθαμένους: «όλα τ’ άλλα είναι δευτερεύοντα, θηλυκό αρσενικό, πλούσιος πένης, ευφυής ανόητος, όμορφος άσχημος, οικείος ξένος».
Γειωμένη πάνω στον αναγνωρίσιμο πολεοδομικό ιστό, η ευαίσθητη στους κραδασμούς της πόλης αφήγηση της Παπαντωνίου (εξαιρετική η εστίαση στον καταπιεσμένο γυναικείο ερωτισμό και τον μικροαστικό ψυχισμό) διαπλέκει τεχνηέντως, με εξαιρετικό μοντάζ και αλλαγές φωνής και εστίασης, τη ρεαλιστική αφήγηση με ξεφτίδια αναμνήσεων και εμμονικές λεπτομερείς περιγραφές με σπαράγματα ντοκουμέντων σε ασθματική διαδοχή, λύνοντας μεμιάς πολλά από τα προβλήματα που ταλανίζουν την ελληνική πεζογραφία. Γλώσσα, δομή, αλλά και θέμα. Εκεί που στα χέρια κάποιου άλλου ή άλλης το θέμα μπορεί να εξέπιπτε στο επίπεδο της αστικής ηθογραφίας των τηλεοπτικά κατευθυνόμενων ημερών μας, η ακριβής πένα της Παπαντωνίου καταφέρνει να το απογειώσει.
Και από την αστική κόλαση στον καθαρό εφιάλτη, καθώς από τον ύπνο της λογικής ξεπηδούν τέρατα, όπως στον πίνακα του Γκόγια. Και εδώ, μια ακριβής γλώσσα που γνωρίζει ν’ αγκιστρώνεται στα πράγματα, ακόμα κι όταν αυτά χάνουν τα ρεαλιστικά τους περιγράμματα, απογειώνει μια φαινομενικά απλή στην αφετηρία της ιστορία. Ο «Ιάκωβος» του Κωνσταντίνου Χατζηνικολάου (1974) δεν αποτελεί παρά ανάπτυγμα της απλούστατης εναρκτήριας φράσης του μυθιστορήματος: «Κάποιο πρωινό ένας άντρας ξύπνησε μέσα στο αυτοκίνητό του δίχως να ξέρει πώς είχε βρεθεί εκεί».
Κωνσταντίνος Χατζηνικολάου «Ιάκωβος» Αντίποδες, 2016, σελ. 204 | 
Η ιστορία αναπτύσσεται στο σκιόφως («το φως έρχεται από πάνω πάντα, αλλά καμιά φορά νομίζεις ότι βγαίνει από τα έγκατα της γης, απ' τις αβύσσους»), αιχμαλωτίζοντας την ανάγνωση και στροβιλίζοντας τον αναγνώστη για διακόσιες σελίδες στο πιο βαθύ, παγωμένο και βρόμικο ψηλαφητό σκοτάδι.
Η ανάμνηση του ατυχήματος είναι η μόνη και αδύναμη κλωστή που συνδέει τον «άντρα» με την «πραγματικότητα». Με τη μνήμη του «ερημότοπο» («άδειο όσο το διάστημα, που δεν σαρωνόταν ούτε από το πιο αδύναμο αεράκι») θα μείνει καρφωμένος για απροσδιόριστο χρόνο, πιθανώς έναν βαρύ χειμώνα, σε μια ασήμαντη πολίχνη, εκτός τόπου και χρόνου, αιχμάλωτος και φιλοξενούμενος σ’ ένα κελί στο σπίτι του Ιάκωβου, την πρώτη τρύπα με φως όπου βρίσκει να λουφάξει την ημέρα της άφιξής του.
Ο «Ιάκωβος» είναι ένας επαναληπτικός συμβολικός εφιάλτης ανείπωτης συνειδησιακής αγωνίας και απροσμέτρητου φόβου, που μπορεί να έχει κάποια αρχή, αλλά δεν έχει τέλος. Μια μεταφυσική «Οδύσσεια», μια εφιαλτική κατάβαση σε 24 κεφάλαια/ραψωδίες, μια ατέρμονη Νέκυια, αφηγημένη από έναν τελείως αναξιόπιστο αφηγητή που επιστρατεύει όλους τους ρητορικούς τρόπους και τη θεματολογία του αλλόκοτου, του παράδοξου και του φανταστικού.
Στοιβάδες ονείρων, αφυπνίσεις επί αφυπνίσεων, λαβύρινθοι και ιστοί αράχνης, διπλομανταλωμένες πόρτες, κελιά, υπόγεια και παράγκες, ανάπηροι, νάνοι και σουβλερές μύτες, σουρσίματα υφασμάτων που μοιάζουν με σάβανα, κροταλίσματα ακονισμένων δοντιών και βουητό από βρομερές πεινασμένες μύγες, αγέλες σκυλιών που λες και βγήκαν απ’ το χώμα σαν να ’χαν μόλις ξεθαφτεί, παιδικές συμμορίες που εμφανίζονται και εξαφανίζονται από το πουθενά, σιλουέτες που κινούνται πίσω από σκοτεινά παράθυρα, φιγούρες που χάνουν προοδευτικά την υλικότητά τους, θολά αντικαθρεφτίσματα και φαντάσματα που δεν ξέρουν ότι είναι φαντάσματα…
Ποιος είναι ο «άντρας» που βυθίζεται στο αλλόκοτο και στη φασματική ατμόσφαιρα του χωριού; Και ποιος ο Ιάκωβος; Ποιο είναι το ζευγάρι των γέρων που νιώθει σαν να αποχαιρετά ο «άντρας»; Και τι θα συμβεί τελικά;
Οπως στον κόσμο του Κάφκα, έτσι κι εδώ το φανταστικό αποτελεί συστατικό μέρος του πραγματικού και δεν προκαλεί τον δισταγμό μας, γιατί ο κόσμος που το περιέχει είναι το ίδιο αλλόκοτος. Είναι σαν ο ήρωας της «Βλάβης» του Ντίρενματ να «ξεβράζεται» στην πολίχνη του καφκικού «Πύργου». Οπως και να ’χει, κάπως έτσι ο εξπρεσιονισμός της Μεσευρώπης συναντά τον κινηματογράφο του Λιντς. Να τι είναι (και κυρίως δεν είναι) με δυο λόγια ο «Ιάκωβος».
Αλλα δύο, τολμηρά και ευφάνταστα, νέα κείμενα εισέρχονται και αναζητούν τη θέση τους στον λογοτεχνικό χώρο. Δύο ακόμα πρώτες, πλην σαν έτοιμες από καιρό, εμφανίσεις, προφανώς ευτυχής κατάληξη μακρόχρονης και επίπονης εργασίας, ωρίμανσης και εκλέπτυνσης, και όχι τυχαίο αποτέλεσμα ή εύνοια των άστρων.

Βιστωνίτης Αναστάσης, Στη Συρία όλα είναι θάνατος, TO BHMA, 7.1.17



 
Η Σάμαρ Γιάζμπεκ περιγράφει τον αλληλοσπαραγμό και την απερήμωση μιας χώρας βυθισμένης στο χάος. Eνα σκοτεινό τοπίο αίματος και μίσους. Μια μαρτυρία που κόβει την ανάσα
Στη Συρία όλα είναι θάνατος
Ο ρεαλισμός και η αμεσότητα με τα οποία η συγγραφέας περιγράφει τις κατεστραμμένες πόλεις, τους βομβαρδισμούς, τους στρατιώτες και τους αμάχους που πέφτουν νεκροί μπροστά στα μάτια της κόβουν την ανάσα


Σάμαρ Γιάζμπεκ
Οι πύλες του Tίποτα

Μετάφραση από τα αραβικά Αγγελική Σιγούρου
Εκδόσεις Καστανιώτη, 2016
σελ. 304, τιμή 14,84 ευρώ

Για έκτο χρόνο συνεχίζεται ο φοβερός πόλεμος στη Συρία με ανυπολόγιστο πλέον αριθμό θυμάτων. Ως πέρυσι οι δυτικοί παρατηρητές υπολόγιζαν τους νεκρούς σε 230.000 περίπου, ενώ άγνωστος είναι ο αριθμός των τραυματιών και των προσφύγων. Η «στατιστική» του δράματος δεν είναι ικανή να μας δώσει ούτε το μέγεθος ούτε τις συνέπειες αυτής της τραγωδίας. Μας το δίνει όμως το προσωπικό χρονικό της συγγραφέως και δημοσιογράφου Σάμαρ Γιάζμπεκ. Το βιβλίο της Οι πύλες του Tίποτα είναι, καθώς λέμε σε τέτοιες περιπτώσεις, «γροθιά στο στομάχι».

Η Γιάζμπεκ ανήκει στη μειονότητα των αλαουιτών της Συρίας, όπως και ο Ασαντ. Η μειονότητα κυβέρνησε τη Συρία από το 1943, όταν η χώρα απέκτησε την ανεξαρτησία της. Τα μέλη της ήταν ευκατάστατα, υψηλού μορφωτικού επιπέδου και έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του κοσμικού χαρακτήρα της χώρας. Η Γιάζμπεκ εναντιώθηκε στο καθεστώς και έλαβε μέρος στις ειρηνικές διαδηλώσεις εναντίον του το 2011 που στόχευαν στον εκδημοκρατισμό της χώρας. Επειτα από πολλές συλλήψεις και απειλές αναγκάστηκε να αυτοεξοριστεί στο Παρίσι. Ομως δεν «εγκατέλειψε» την πατρίδα της και η καλύτερη απόδειξη είναι αυτό το βιβλίο, ένα σπαρακτικό χρονικό που περιγράφει τρία ταξίδια της από το 2012 ως το 2013 στη Συρία, όπου μπήκε παράνομα μέσω Τουρκίας. Μια τριπλή είσοδος σε ένα τοπίο αίματος, θανάτου και καταστροφής.
Πέρα όμως από το σοκ που προκαλεί η τραγωδία της Συρίας, αν κάποιος δυτικός θέλει να καταλάβει τι συνέβη και εξακολουθεί να συμβαίνει σε αυτή τη δύστυχη χώρα δεν έχει παρά να διαβάσει το βιβλίο της Γιάζμπεκ.

Ο σφετερισμός ενός αγώνα

Οι πύλες
 του Τίποτα χωρίζονται σε τρία μέρη, όσα και τα ταξίδια - «πύλες» τα αποκαλεί η συγγραφέας - που περιγράφονται.

Η Γιάζμπεκ συναντά ένα πλήθος από μαχητές του λεγόμενου Απελευθερωτικού Στρατού της Συρίας, πολλοί από τους οποίους από ειρηνικοί διαδηλωτές εναντίον του Ασαντ πήραν στη συνέχεια τα όπλα, μόλις άρχισε το καθεστώς άλλους να τους συλλαμβάνει και άλλους να τους εξοντώνει. Αρχισαν έναν απελπισμένο αγώνα και προειδοποίησαν επανειλημμένα - και από την αρχή ακόμη - τους Δυτικούς ότι αν δεν τους βοηθούσαν τον αγώνα τους θα τον σφετερίζονταν οι ισλαμιστές. Οπως και συνέβη, με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος της Βόρειας Συρίας να καταληφθεί και να ελέγχεται από τους τζιχαντιστές. Ετσι ήταν αναπόφευκτο ο αγώνας εναντίον του καθεστώτος να μεταβληθεί σε θρησκευτικό πόλεμο και ο Απελευθερωτικός Στρατός της Συρίας να βρεθεί ανάμεσα στα πυρά του στρατού του Ασαντ και των τζιχαντιστών. Κι ακόμη στα πεδία των μαχών να βρεθούν σύντομα και ισλαμιστές μαχητές από άλλες χώρες. Τα μεγάλα θύματα φυσικά είναι οι άμαχοι.

Η κυριαρχία του μίσους

Ο ρεαλισμός και η αμεσότητα με τα οποία η συγγραφέας περιγράφει τις κατεστραμμένες πόλεις, τους βομβαρδισμούς, τους στρατιώτες και τους αμάχους που πέφτουν νεκροί μπροστά στα μάτια της σου κόβουν την ανάσα. Είναι σαν να βρίσκεται κι ο αναγνώστης εκεί, να ζει τον θάνατο που έρχεται από τον ουρανό (τα αεροπλάνα) και τη γη (τις σφαίρες των τουφεκιών και των πολυβόλων). Ο πόλεμος πλέον, όπως έχει εξελιχθεί, υπερβαίνει και την πολιτική και τη θρησκεία. Αυτό που κυριαρχεί τώρα είναι το μίσος: του καθεστώτος εναντίον των ανταρτών και των ισλαμιστών, αλλά και των ισλαμιστών μεταξύ τους (οι σουνίτες εναντίον των σιιτών) και όλων εναντίον όλων.

Τα ταξίδια της Γιάζμπεκ στη Συρία δεν ήταν επικίνδυνα μόνο εξαιτίας του πολέμου. Ηταν και επειδή αφενός την κυνηγούσε το καθεστώς και αφετέρου την έβλεπαν καχύποπτα οι ομόθρησκοί της. Εκπροσωπούσε την κοσμική κοινωνία, τον δυτικό τρόπο ζωής, μια Συρία που οι ίδιοι τώρα, μπλεγμένοι σε έναν δίχως τέλος πόλεμο, την κατέστρεφαν καθημερινά. Πόλεις και χωριά είχαν ισοπεδωθεί, άλλα είχαν αδειάσει από τους κατοίκους τους και το μόνο που είχε απομείνει ήταν τα κουφάρια των σπιτιών στα οποία κάποτε κατοικούσαν αυτοί που τώρα είτε είχαν πεθάνει είτε είχαν πάρει τον δρόμο της αυτοεξορίας.

Νικητής ο θάνατος

Ο διαμελισμός της χώρας είχε ως αποτέλεσμα να είναι τώρα μοιρασμένη σε διάφορες σέκτες. Ο πόλεμος συνεχίζεται, αλλά ποιος θα είναι ο νικητής; Και έχει άραγε σημασία; Οχι, γιατί νικητής - και σε καθημερινή βάση - είναι πλέον μόνον ο θάνατος. Και για όσους προσπαθούν να επιζήσουν εκείνο που κυριαρχεί είναι ο φόβος του θανάτου - χειρότερος ακόμη κι από την εμπειρία του θανάτου.

Το βιβλίο δεν συντίθεται μόνο από τις αφηγήσεις των όσων συνάντησε η Γιάζμπεκ, συνομίλησε μαζί τους και με κάποιους πέρασε αρκετές μέρες διασχίζοντας τα τοπία μιας χώρας που τώρα πλέον ήταν τόσο γι' αυτήν όσο και για τους κατοίκους της μια αφανισμένη πατρίδα, που πλέον είχε μεταβληθεί σε εχθρικό έδαφος. Οσο κι αν εδώ, όπως και σε κάθε μαρτυρία πρώτης γραμμής, η συγγραφέας μιλάει μέσα από τις φωνές των άλλων, η ίδια δεν παραλείπει να συνοδεύει τα λόγια τους και τις συνομιλίες της μαζί τους με το πώς αισθανόταν και τι σκεφτόταν την κάθε στιγμή. Και εκείνη, όπως και οι ίδιοι, έδινε τον ίδιο αγώνα της επιβίωσης.

Το απόλυτο μηδέν

Ο αγώνας όμως αυτός είχε κι άλλες προεκτάσεις: κοινωνικές, ψυχολογικές και συναισθηματικές, που δεν περιορίζονται στα όρια της Συρίας αλλά την ακολουθούν ακόμη και στο Παρίσι, τον τόπο της αυτοεξορίας. Πώς μπορεί στα μάτια της να φαίνεται «ωραίο» το ωραίο Παρίσι, όταν η χώρα της έχει καταστραφεί; Η απώλεια, το αίσθημα του ότι αυτό που χάθηκε δεν πρόκειται να ξανακερδηθεί την ακολουθεί, όπως μας λέει στον επίλογο του βιβλίου της. Ετσι, το «Τίποτα», στο οποίο αναφέρεται συχνά, είναι κάτι παρόμοιο με το nada που βίωσε στο τέλος της ζωής του ο Γκόγια: το μηδέν, το απόλυτο μαύρο.

Η Γιάζμπεκ είναι συγγραφέας του πάθους και της αγανάκτησης - και το αγωνιστικό της φρόνημα παρουσιάζεται με τη γνησιότητα και την αυθεντικότητα του αληθινού συγγραφέα. Θα έλεγε κανείς πως το βιβλίο της αυτό είναι η προσπάθειά της να επιβιώσει. Αλλά και να βοηθήσει όσο μπορεί τον σκληρά δοκιμαζόμενο λαό της.