Τρίτη 24 Μαΐου 2022

Ευάγγελος Αυδίκος, Μονή Αβάσσου, ΕΦΣΥΝ, 24 Μαϊου 2022

 

Τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκε ένας ιδιαίτερος τουριστικός κλάδος. Με επισκέψεις σε μοναστήρια και εκκλησίες. Οι εκδρομείς, προσκυνητές. Κίνητρό τους η ικανοποίηση του θρησκευτικού αισθήματος. Συχνά η αιτία για την επίσκεψη πήγαζε από κάποιο τάμα. Για ανταπόδοση της ευμένειας του αγίου/αγίας σε περίπτωση ασθένειας. Στην ανθρώπινη σκέψη η ισορροπία λαβής και αντιλαβής διασφαλίζει την ομαλή λειτουργία. Στις ανθρώπινες σχέσεις. Αλλά και στη διάδρασή τους με το θείο.

Ομως, οι χώροι των μοναστηριών, γενικότερα των ιερών τόπων οποιασδήποτε θρησκείας, δεν είναι μόνο θρησκευτικά τοπόσημα. Οι ιεροί τόποι είναι τοποθετημένοι, παλαιόθεν, σε τοπία εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς. Εκεί όπου η λογική μετουσιώνεται σε κόκκο του φυσικού σύμπαντος. Εκεί που οι αισθήσεις απαλλάσσονται από τις τοξίνες της σκληρής καθημερινότητας και του κακοποιημένου στις μέρες μας οικιστικού χώρου. Οπου οι αισθήσεις υπηρετούν την εσωτερικότητα του ανθρώπινου όντος. Εκεί που οι αισθήσεις γίνονται γέφυρα να νιώσει ο επισκέπτης ή ο διάκονος του ιερού τόπου μέρος μιας άλλης συμπαντικής τάξης, όποια κι αν είναι αυτή.

 

Αυτή την αίσθηση είχα ταξιδεύοντας στη Μονή Αβάσσου, που βρίσκεται στον επαρχιακό δρόμο της Μικρής Λάκκας Σουλίου, στον δρόμο προς τις πηγές του μυθικού Αχέροντα. Που μας θυμίζει, χιλιάδες χρόνια τώρα, το αναπόφευκτο ταξίδι στη χώρα των σκιών.

Μαζί μου σ’ αυτό το ταξίδι ο κ. Χρυσόστομος, μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρεβέζης. Ενας σεμνός και ανοιχτόμυαλος ιεράρχης, που ενθαρρύνει τους άξιους ιερείς. Τέτοιος είναι και ο πατέρας Αλέξανδρος. Εργατικός, μυαλωμένος, με αισθητική που υπερβαίνει το ιερατικό σχήμα.

«Από ’κεί (Λούρος) διασχίσαμε έφιπποι μια όμορφη κυματοειδή κοιλάδα». Στα αυτιά μου ακούγονται τα λόγια του Λικ. Επισκέφτηκε τον τόπο στις αρχές του 19ου αιώνα. Ο Αγγλος αξιωματικός ίππευε άλογο κι έτσι μπορούσε να νιώσει τον τόπο πάνω του, καθώς ακολουθούσε τον οφιοειδή δρόμο ανάμεσα στη νότια απόληξη των βουνών του Σουλίου και των αντίστοιχων Θεσπρωτικών.

Το δικό μου άλογο είναι μηχανοκίνητο. Ζηλεύω τον Λικ που μπόρεσε να νιώσει στο σώμα του τον τόπο. Την Ιστορία. Δεν ξέρω αν είχαν μείνει απομεινάρια από το στρατόπεδο του Μάρκου Μπότσαρη. Ο τόπος στενεύει, οι Σουλιώτες ήξεραν να τοποθετούν προκεχωρημένα φυλάκια.

Σταμάτησε όμως ο Λικ στο μοναστήρι. Ισως να περπάτησε πάνω από το καμαρωτό γεφυράκι. Μπορεί να στάθηκε στην κορφή του ακούγοντας το νερό του χειμάρρου που κατεβαίνει από το Σούλι. Ισως να άκουσε τη συνομιλία του με τα νερά της πηγής Μπουρίμα.

Κάθισα στο γεφυράκι κι ένιωσα τη μεταρσίωση του ανθρώπου. Που η ομορφιά της φύσης τον απογειώνει με χίλιες μυρουδιές από βότανα και φυτά. Και τον προσγειώνει στην τρίκλιτη βασιλική. Μπροστά στον φουστανελοφόρο Αγιο Γεώργιο τον εξ Ιωαννίνων. Εξω ακούγεται ο ελαφρός αγέρας και κάποια μοναχικά τζιτζίκια.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου