Πριν από λίγες μέρες: πηγαίνω με το μετρό στη δουλειά μου. Είμαι όρθιος, στραμμένος προς την κατεύθυνση προς την οποία πηγαίνω. Πίσω μου ακούω τη στεντόρεια φωνή κάποιου που διαλαλεί ότι η τετράχρονη αδελφούλα του είναι στο νοσοκομείο και ότι δεν μπορεί να καλύψει τα "οικονομικά της έξοδα" και ότι γι' αυτό τον λόγο "πουλάει δυό στυλούς 50 λεπτά" και "σας ευχαριστώ" και "ο Θεός να σας έχει καλά" και τα υπόλοιπα του τυπικού της επαιτείας, επαγγελματικής ή όχι, δεν το εξετάζω. Άλλωστε δεν είμαι μπάτσος, δηλαδή ένας απ' αυτούς που ανά πάσα στιγμή και επειδή έτσι γουστάρουν μπορούν να συλλάβουν και να καταταλαιπωρήσουν τον οποιονδήποτε φτωχοδιάβολο, λες και από τη σύλληψή του εξαρτάται η ευνομία όλης της χώρας σε ολόκληρη την κλίμακα. Ας είναι. Περνάει ο φτωχοδιάβολος με τα στυλό μέσα στην αδιαφορία των στραμμένων αλλού βλεμμάτων ή αγκυλώνοντας την αγαθή φιλανθρωπία (και το λέω με απόλυτο σεβασμό προς το συναίσθημα που κινεί την πράξη), που μετατρέπεται σε κέρματα (κομμάτια ελάχιστα) της συμπάθειας και σε ψιθυριστή κατανόηση του επαιτικού ψεύδους. Κανένας δεν θέλει να πάρει "τους δύο στυλούς", απλώς ανταποκρίνεται στο στρεβλό σχήμα της επαιτείας και της παράκλησης με το άλλο στρεβλό σχήμα: εκείνο της νοημοσύνης.
Ας μη μιλήσουμε, λοιπόν, για νομιμότητα. Όχι τη "νομική" νομιμότητα, αλλά για την άλλη νομιμότητα, των ανθρώπινων σχέσεων, που οφείλει η πολιτεία (δηλαδή η κοινωνία και το κράτος) να προστατεύει και να καλλιεργεί και να διαφυλάττει ως κόρην οφθαλμού: τη νομιμότητα της αξιοπρέπειας, τη νομιμότητα της ελευθερίας, τη νομιμότητα της βαθιάς κουλτούρας περί την άθληση στο βαρύ άθλημα της ισονομίας, της ισοπολιτείας που "απαγορεύει" εξ υποστάσεως την επαιτεία και προ παντός την ελεημοσύνη ως τρόπο μιας αγάπης κάκιστης ποιότητας που διαλύεται πριν ακόμα ανοίξουν οι πόρτες του συρμού στην επόμενη στάση. Την οποία βεβαίως ουδείς οικτήρμων ή ανεικτήρμων εκλαμβάνει ως επόμενη στάση της δημοκρατίας μέσα στον χρόνο και όλοι την μετέρχονται άνευ ουδεμίας "νομικής" ανησυχίας, ανυποψίαστοι και προσηλωμένοι στο καθολικό ακατάσχετο γεγονός που ονομάζεται προχείρως πραγματικότητα. Ένα άθυρμα. Ας μη μιλήσουμε λοιπόν για νομιμότητες, γιατί το πράγμα είναι περίπλοκο και φανερά διάφορο από τους νόμους της αντιπροσώπευσης, πράγμα που σημαίνει αγάπη δι' αντιπροσώπων, απέχθεια δι' αντιπροσώπων, κατανόηση δι' αντιπροσώπων, εχθρότητα ακόμη δι' αντιπροσώπων, δικαίωμα φιλαλληλίας ή φιλαληθείας, βρε αδερφέ, δι' αντιπροσώπων και πάει λέγοντας.
Εδώ φυσικά δεν μιλάμε για τη συγκινημένη αυτενέργεια συλλογισμένων ομάδων με το καθαρότατο βλέμμα της ευθυκρισίας και το ευθύβουλο ανάλωμα στον άξονα της βασικής τριβής, που είναι ο πολύπονος αγώνας. Εδώ μιλάμε για τη νομιμότητα που απομακρύνεται τόσο πολύ μέσα στην έννοια της αντιπροσώπευσης, ώστε στο τέλος να καταντάει μια ξενικότητα της ισχύος, της ανερμήνευτης ισχύος που εισχωρεί μέσα στο τρέχον και ανακαθορίζει τον καιρό, τον χώρο και δι' αυτών τον χρόνο. Με μια κουβέντα, μιλάμε για δύο διαφορετικά είδη νομιμότητας που παλεύουν σε κάθε στιγμή του βίου μας είτε το θέλουμε είτε όχι. Και ίσως αυτό να είναι η παρηγοριά: στο είτε το θέλουμε, είτε όχι. Όλοι. Εν τω βάθει και καταγωγικά, ισοτίμως και ισαξίως. Από τον έσχατο επαίτη μέχρι τον αίσχιστο λειτουργικό διανοούμενο. Από την οροθετική και εκδιδόμενη μέχρι την υστερική κυρία της Πειραιώς 260. Από τον μυκτηρίζοντα τους δημοσίους υπαλλήλους, κρατικοδίαιτο οικογενειακώς επί σχεδόν αιώνα, μέχρι τον λαθρέμπορο και τον επίορκο που υπενοικιάζει τη λαθρεμπορία και την επιορκία από τη σκοτεινή ιεροστασία της αντιπροσώπευσης.
Κάθε στιγμή είναι και μια μάχη ανάμεσα στα δύο είδη της νομιμότητας. Ακόμα και μέσα στον ίδιο άνθρωπο, η κάθε στιγμή είναι μια μάχη. Και η κάθε μάχη έχει ελπίδες νίκης αρκεί να συντρέξουν οι προϋποθέσεις. Κι ας μοιάζουν οι περισσότεροι να ζούνε μέσα στην ήττα της ανθρωπιάς τους, δηλαδή μέσα στα ερείπια της πολιτικής τους υπόστασης και μέσα στην αναλφάβητη τυφλότητα κάθε ανάγνωσης του κόσμου. Ακόμα κι αυτό μπορεί να ανατραπεί. Αρκεί να ξέρουμε ότι υπάρχει και να το πούμε. Να μην κρυφτούμε από τη σκληρότητα του υπάρχειν καταφεύγοντας στην ταυτόσημη ομορφιά του. Γιατί εδώ είναι το σκληρό σημείο όπου παίζεται διαρκώς και αδιαλείπτως το άγριο παιχνίδι της νομιμότητας. Της ύπαρξης, δηλαδή, που νομιμοποιείται να λέει τον εαυτό της μέσα στους άλλους, όλους τους άλλους, ξέροντας πως αυτό δεν γίνεται αν δεν χωρέσεις -αν δεν μεγαλώσεις τόσο ώστε να χωρέσεις- όλους τους άλλους. "Ανάμεσα στο πρόσωπό σου και στο πρόσωπό σου, μια τρυφερή μορφή παιδιού γράφεται και σβήνεται", λέει ο Γιώργος Σεφέρης. Ιδού, συνεπώς, το σημείο της νομιμότητας: "Ανάμεσα στο πρόσωπό σου και στο πρόσωπό σου".
Και πώς να το πεις αυτό, μέσα στον συρμό του μετρό, όταν πίσω από τον αναξιοπαθούντα με το στυλό μπήκε και καμένο τζάνκι, δεν ήξερε πού πατούσε και πού βρισκόταν, πήγαινε πίσω - μπρος, κρώζοντας την οιμωγή του και επισύροντας την μήνι των νοικοκυραίων, αυτών των μπάτσων της υποταγής. Εκεί δεν υπήρχε φιλανθρωπία. Εκεί τα ψέματα τελειώνουν. Και υπάρχει μονάχα ο τρόμος. Η βελόνα που τρυπάει τη φλέβα της δικής σου ζωής και αιμορραγεί το νόμιμο υλικό σου, "ανάμεσα στο πρόσωπό σου και στο πρόσωπό σου". Ανάμεσα στις νομιμότητες, φόβος. Πάει να πει, κενό αντιπροσώπευσης. Αυτό το κενό πρέπει να γεμίσουμε. Αλλιώς θα το γκρεμίσουν άλλοι: οι μπάτσοι της νομιμότητας. Σαν τον Σαμαρά, τον Βενιζέλο και τον Κουβέλη.