Τετάρτη 1 Ιουνίου 2016

Πέπη Ρηγοπούλου , Οταν ο Βλαδίμηρος..., EFSYN,1.6.16




Οι λόγοι ήταν κυρίως αυτό που θα λέγαμε σήμερα αισθητικοί ή πιο απλά η ομορφιά, η γοητεία και το μεγαλείο που απέπνεαν η θρησκεία και η τέχνη αλλά και ο βίος των Βυζαντινών Ελλήνων. Αλλά τα αποτελέσματα της επιλογής του Ρώσου ηγεμόνα ήταν γενικότερα πολιτισμικά και γεωπολιτικά και συνεχίζουν να έχουν και σήμερα συνέπειες.
Περισσότερο από όλα ίσως το γεγονός ότι, τηρουμένων των αναλογιών, πρόκειται για δύο χώρες που διαφοροποιούνται από το μοντέλο της Δυτικής Ευρώπης χωρίς να είναι γι' αυτό λιγότερο ευρωπαϊκές.
Επηρεασμένος από τη γιαγιά του την Ολγα, που λίγα χρόνια πριν είχε γίνει δεκτή με μεγάλες τιμές από τον αυτοκράτορα ο οποίος για την περίσταση είχε επιστρατεύσει όλα τα όπλα της πολιτιστικής διπλωματίας, ο Βλαδίμηρος, δεχόμενος την ορθοδοξία και την ελληνική κουλτούρα, υποκλίθηκε στην ομορφιά του τελετουργικού, κάνοντας και πολλές υποχωρήσεις, όπως να δεχθεί την αναίμακτη συμβολική θυσία στη θέση της αιματηρής, αλλά και να μπει στη διαδικασία της μονογαμίας, χάνοντας το δικαίωμα στο χαρέμι του το αποτελούμενο από περίπου 300 γυναίκες.
Ο γιος και διάδοχός του, Γιαροσλάβ, αν και με στραμμένο το βλέμμα στη Δύση, αφού τα πιο πολλά από τα παιδιά του τα πάντρεψε με ηγεμόνες της, δεν κατάφερε ωστόσο να αλλάξει τον προσανατολισμό της χώρας του.
Δεν μπορεί να καταγραφεί εδώ έστω και εντελώς περιληπτικά η ελληνική παρουσία στη Ρωσία από τότε μέχρι και σήμερα ούτε βέβαια και της Ρωσίας στην Ελλάδα. Αλλά, ας υπογραμμίσουμε ότι οι άνθρωποι του πολιτισμού που φτάνουν από το Βυζάντιο αποκαλούνται από τους Ρώσους «Ελληνες» (Γκρεκ), όπως ο δάσκαλος του Ρουμπλιόφ, ο Θεοφάνης, και ο Μάξιμος, που αναπτύσσει τη λογιοσύνη και την κριτική σκέψη.
Από τις μορφές αυτές μέχρι τη γοητεία των αρχαίων γραμμάτων και τις πολιτικές παρουσίες του Κατσώνη τον 18ο αιώνα και του Καποδίστρια τον 19ο και τους σημαντικούς εκπροσώπους της ελληνικής ομογένειας στη Ρωσία στον 20ό υπάρχει μια υπόγεια συνεκτική γραμμή που αξίζει να βγει, για το καλό και των δύο λαών, στο φως.
Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι η ρωσική πρωτοπορία εμπνεύστηκε από τη ρωσική παράδοση της εικόνας, έτσι που με έναν λοξό τρόπο να συνεχίζει μες στον μοντερνισμό την παράδοση αυτή, ακόμα και όταν την κατακεραυνώνει. Δεν μιλώ μόνον για τον Μαλέβιτς με τα εμβληματικά σχήματα που θυμίζουν άμφια αγίων ή για το περίφημο Μαύρο Τετράγωνο, που είχε εκτεθεί το 1915 διαγώνια στον τοίχο, διεκδικώντας τη θέση του παραδοσιακού εικονοστασίου.
Ούτε για τον Τάτλιν, που δομεί τα γυμνά του σαν να είναι αγιογραφίες, ή ακόμα για τον Βρούμπελ και την Γκονταρόβα, που αναβαπτίζουν την εικόνα μέσα στον ρωσικό μοντερνισμό. Μιλώ για μια αίσθηση υπέρβασης των ορίων του ορατού κόσμου, που ξεκινά πριν από την επαναστατική έκρηξη του '17 και αγγίζει όλες τις τέχνες, τις τεχνικές και την ίδια τη ζωή ή έστω τη ζωή των μεγάλων πόλεων όπου λαμβάνονταν οι πολιτισμικές, οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις.
Είναι πολύ σημαντικό ότι θα δούμε με την ευκαιρία του Ετους Ελλάδα /Ρωσία, Ρωσία/Ελλάδα το έργο του Ρουμπλιόφ και τμήματα της Συλλογής Κωστάκη και αντίστοιχα οι Ρώσοι θα επικοινωνήσουν με ελληνικές εικόνες. Αλλά οι σχέσεις των δύο λαών, επίσημες και σε βάθος χρόνου, είναι ταυτόχρονα παρούσες, επίκαιρες και μύχιες.
Θέλει στοργή, επιμονή, ευρηματικότητα για να μπορέσουν να αναδειχθούν για το καλό όχι μόνον της Ελλάδας και της Ρωσίας αλλά και ολόκληρου του κόσμου που πρέπει να μάθει να βλέπει τις διαφορές σαν πλούτο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου