Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2016

ΣΤΟ ΛΙΚΝΟ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ: Για τον ηλικιωμένο ως συνεχιστή της προφορικής παράδοσης και την θέση του σήμερα. Παρέμβαση στην Παγκόσμια Ημέρα των Ηλικιωμένων , 1η Οκτωβρίου . Του Θάνου Μιχαλά ( Ανθρωπολόγου του Πολιτισμού, Σκηνοθέτη και Ειδικού σε θέματα Ανάπτυξης μέσω Πολιτιστικών Ενεργειών).



«Η Ελλάδα χρόνο με το χρόνο μικραίνει γερνώντας», δηλώνεται πανταχόθεν
Σε χώρα γερόντων μετατρέπεται η χώρα μας, καθώς το ποσοστό άνω των 65 ετών είναι σήμερα πέρα του 17,1%. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ όταν το ποσοστό αυτό ξεπερνά το 7%, τότε αυτή η χώρα χαρακτηρίζεται γερασμένη: (στοιχεία του 2007) Παράλληλα ο πληθυσμός μέχρι 14 ετών φτάνει το 14%. Που σημαίνει όχι μόνο ότι γερνάμε και περιθωριοποιούμαστε ως χώρα με ό,τι συνεπάγεται, και από αυτήν τη σκοπιά, αλλά και ότι   μελλοντικά θα μειωθεί σημαντικά  περεταίρω  ο πληθυσμός μας.     ⃰    
Όπως επισημάνθηκε, η ανάπτυξη υπηρεσιών και δομών για ηλικιωμένους γίνεται πλέον επιτακτική και επείγουσα. Ο σεβασμός στην αξιοπρέπεια των ηλικιωμένων αποτελεί τον δείκτη του επιπέδου όλου του συνόλου των σχέσεων, όχι μόνο των οικονομικών, καθορίζοντας αυτές την ζωτικότητα ή την απονέκρωση όλων των  συνάψεων. Στις ανεπτυγμένες χώρες υπάρχουν κρεβάτια που αντιστοιχούν στο 11% του αριθμού των ηλικιωμένων, που είναι το ποσοστό εκείνων που χρειάζονται προστατευμένη διαμονή ή παροχή νοσηλευτικών και άλλων υπηρεσιών. Δηλαδή η Ελλάδα σήμερα θα έπρεπε να έχει σήμερα 165,000 προστατευμένα κρεβάτια. Οι αντίστοιχες όμως δομές υποβαθμίστηκαν τα τελευταία 30 χρόνια, τουλάχιστον. Η ειδική εκπαίδευση, επίσης, στελεχών στη γηριατρική, τη γεροντολογία, και την ψυχοπνευματική ενασχόληση θα προσέθετε λύσεις στα παραπάνω ζωτικά και κύρια προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας όμως ούτε η ικανή εκπαίδευση  υπάρχει.
Να πούμε δε ότι οι ηλικιωμένοι, από τη στιγμή που θεοποιείται αποκλειστικά η αγορά και το κέρδος (το οικονομικό), αντιμετωπίζονται χειρότερα από στυμμένες λεμονόκουπες, πολύ περισσότερο από τις υπόλοιπες ηλικίες. Εξάλλου δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι εδώ και συγκεκριμένα χρόνια και στην πατρίδα μας εξαφανίστηκε από το λεξιλόγιο πολιτικών και ΜΜΕ.με την αγαστή σύμπλευση τεχνοκρατών και διανοουμένων, η λέξη «εργασία» και υπο-καταστάθηκε από την «απασχόληση» (όπως, καληώρα, λέγανε παλαιότερα οι γονείς στους εργοδότες: Απασχόλησε λίγο κάπου το παιδί μου στις διακοπές και πλήρωσε το όσο-όσο…».
Οι νεοέλληνες της αγοράς -  εχθρικοί στη λειτουργία της ως τόπου του αγορεύειν συμμετοχικά – πάντα υπερφίαλα περήφανοι για τους προγόνους τους καθώς επίσης και τους απογόνους τους αλλά όχι βαθύτερα και για τον εαυτό τους ,έχουν αποκτήσει πια εδώ και συγκεκριμένα χρόνια πρόσωπα φθαρμένα, μάσκες στεγνές από κάθε φρεσκάδα, όψεις γερασμένες όχι από τον χρόνο που περνάει αλλά από  την έπαρση την απληστία και την αλαζονεία. Η προετοιμασμένη κρίση επισφράγισε αυτά τα χαρακτηριστικά. 2007: Πρόσωπα φουσκωμένα από το φαί και την απάθεια, σημαδεμένα από την άνευ όρων προσχώρηση στη σύγχρονη φιλοσοφία του ευδαιμονισμού, του σινιέ, του παχυλού τραπεζικού λογαριασμού, του σκάφους, της πισίνας, της γκλαμουριάς και των δημοσίων , μόνον, σχέσεων (μιλάμε για τους προνομιούχους που παίρνουν τις αποφάσεις και όσους τούς μαϊμουδίζουν βεβαίως.,. Αυτός λοιπόν ο ανθρωπολογικός /πολιτισμικός/ και ηθικός ανθρωπότυπος που γενικευμένα κυριάρχησε, π ώ ς  να ενδιαφερθεί για το περιθώριο  στο οποίο έχει κατατάξει και τους ηλικιωμένους .όπως και για το σημαντικό κοινωνικό ρόλο – καθώς θα μιλήσουμε στη συνέχεια – που ο απόμαχος και έμπειρος ζωής και βιωμάτων είναι σε θέση να παίξει;
-            Λοιπόν, θα πρέπει ,λες, να « σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν»; ρωτάει κάποιος χρησιμοποιώντας τον τίτλο της  ομώνυμης  εξαίρετης ταινίας.
-          Μα τα άλογα παλιώνουν με αξιοπρέπεια που τους ομορφαίνει το βλέμμα, δεν λαπαδιάζουν πλουτίζοντας, φυγοπονώντας  ή παθητικά απαντάμε.
Πώς λοιπόν ο νεοέλληνας – και όχι μόνο αυτός – να εκτιμήσει τον ηλικιωμένο αφού ψυχοπνευματικά ο ίδιος έχει προ πολλού γεράσει πριν την ηλικία του; Και τούτο βεβαίως το απεχθάνεται μαζί  και τον ίδιο του τον καθρέφτη – τον πατέρα του και αποστρέφει το βλέμμα. Στο πρόσωπο του γέρου, βλέπεις, αντικρίζει τον ίδιο τον χειρότερο εσωτερικό εαυτό του που ζει « σ΄ ένα όνειρο που τρίζει σαν το ξύλινο ποδάρι της γιαγιάς μας» για να θυμηθούμε μεταφορικά ή κυριολεκτώντας εδώ… τον στίχο του Δ. Σαββόπουλου « και ο χρόνος ο αληθινός σαν μικρό παιδί είναι ε ξ ό ρ ι σ τ ο ς»φυσικά…………………………………………………………………………..
Ασφυκτιά ανυπόφορα ο προαναφερόμενος κύριος ή κυρία στην άσφαλτο του κέρδους, τρέχοντας και  προσδοκώντας νέες διαπλοκές. Ασφυκτιά και πνίγεται  διότι το αεράκι της ουσίας δεν έχει όργανα ενεργά για να το ανασάνει, ο έρμος ο έχων και κατέχων.   Ο άλλος, ο απέναντι κοινωνικά, δεν προλαβαίνει, δεν έχει πλέον τη δύναμη για τίποτα από την αδυναμία και τη στέρηση και την ανεργία. Δεν υπάρχει το αεράκι και το οξυγόνο για ζωή στη διακεκαυμένη ζώνη των ανθρώπινων σχέσεων, είναι ανεπαρκές και, έτσι, παράγωγο κανιβαλισμού. Έχει «αναπτύξει» ο νεοέλλην- νεοευρωπαίος  ό,τι υλιστικό, χρησιμοθηρικό, εύκολο μόνο, ισοπεδώνοντας ακυρώνοντας -  και οικοπεδοποιώντας εντός του τα όντως σημαντικά και ζωτικά , σαν μία χώρα  με την  έρημο   να εξαπλώνεται ερημοποιώντας τον ενδότερα . Αυτή είναι η νίλα του.
Όμως ένα από τα πιο σημαντικά σ΄αυτή την ενδοχώρα και σ΄αυτή τη διακεκαυμένη ζώνη είναι το «δ έ ν τ ρ ο», ακόμη κ εκείνο που ίσως δεν μπορεί να παράγει πλέον  καρπούς αλλά σου προσφέρει αυτό ακριβώς που απουσιάζει: τη σκιά και το οξυγόνο του! Και τη γενναιοδωρία  της αγκαλιάς του.:Αυτό. ως δική του  φυσική υπόμνηση. Ένα παρόμοιο πολύτιμο και αναπλήρωτο δέντρο είναι και ο ηλικιωμένος της νέας, ιδιαίτερα,τάξης πραγμάτων. Για τούτο το οξυγόνο, γι αυτήν την μονάκριβη και πολύτιμη  σκιά γεμάτη από τα κελαιδίσματα των πουλιών της μνήμης της ζωής, μιλάμε στη συνέχεια εξετάζοντας  μία μόνο βασική παράμετρο:
«Ας ξεκινήσουμε κι εμείς κάπως με τον τρόπο που άρχιζαν οι παλιές ιστορίες . Στον τόπο μας τα βράδια, μετά τον κάματο της ημέρας και της δουλειάς εμφανίζονταν στο στόμα και τον λόγο, κυρίως των ηλικιωμένων, οι εξιστορήσεις οι αναμνήσεις και τα αρχετυπικά βιώματα. Τότε η αφήγηση αποκτούσε όλη τη λαμπρότητα της. Η φαντασία της ομήγυρης κάλπαζε. Εκείνες τις ώρες η επικοινωνία ήταν παρούσα σε μία από τις δυνατές στιγμές της ιστορίας της στον τόπο μας». (Γ. Σταματόπουλος)
Ας θυμηθούμε λόγου χάρη στην Κρήτη εκείνες τις αποσπερίδες και τις παλιές βεγγερες. Εκείνες τις στιγμές οι αναπνοές και οι ψυχές γύρω από τον αυτοσχέδιο αφηγητή σιγά- σιγά ημέρευαν,  ισορροπούσαν και « αλφαδιάζονταν» με άξονα την προφορική ψυχοδιανοητική και φαντασιακή κατάθεση του εξιστοριτή. Που πολλές φορές όταν δεν αρκούσε ή δεν άντεχε να σηκώσει μονάχα ο λόγος την εξιστόρηση  του, τότε οι λέξεις από – γειώνονταν και γίνονταν ρυθμός και τραγούδι, προσωπικό στην αρχή και στην εξέλιξη ομαδικό / συμμετοχικό  με κορυφαίο τον αφηγητή και αντ - αποκριτές τον κύκλο των παρισταμένων. Συσφίγγοντας δια μιας πανάρχαιας τέχνης και τεχνικής της τους ανθρώπινους δεσμούς και σε ένα ευρύτερο επίπεδο τον κοινωνικό ιστό επίσης  της «κοινότητας» των ανθρώπων. Το φαντασιακό δε επίπεδο που αναπτυσσόταν μέσα από αυτούς τους πολυάριθμους ανεπίσημους θύλακες συνειδήσεων και ψυχών, γύμναζε και διεύρυνε όλα τα όρια της αντίληψης του κοινού, συμβάλλοντας και στην ευρυθμία της κοινότητας και στο άνοιγμα καινούριων πνευματικών οριζόντων στην κοσμοαντίληψη τους γύρω από τους κανόνες και τους ρυθμούς των λειτουργιών στην Πόλιν και τα ευρύτερα κοινωνικά σύνολα. Μέσα από τα μονοπάτια τα ζωτικώς ανεπίσημων αυτών διαδικασιών, διαπλάθονταν πολίτες , από τους αρχαίους Μινωίτες  έως τις συντροφιές  στην Ήπειρο,  την παλαιά Αττική τα Επτάνησα. Αυτό δε το αρχιτεκτόνημα στηριζόταν στον ηλικιωμένο αφηγητή και αφηγήτρια, το κέντρο του κύκλου. ‘Ώσπου στη συνέχεια  έπαιρνε σειρά  για μια μεστή κατάθεση του λόγου του ο επόμενος αυτοσχέδιος αφηγητή ,παρακινούμενος διά του παραδείγματος να παραδώσει κι αυτός προφορικά, από ψυχής και μνήμης τον παλμό του δικού του λόγου διαδεχόμενος τον προηγούμενο με θαυμαστή συνήθως δεξιοτεχνία, οικονομία λόγου, ρυθμού και έκφρασης, λιτότητα μέσων και σεβασμό του ομαδικού συλλογικού ρυθμού, υποβάλλοντας την σύμπνοια και την ενότητα στο συμμετέχον κοινό τους, το οποίο διέθετε το ορμέμφυτο της συλλογικής έκφρασης και της μη μετατροπής του σε απλό άθροισμα θεατών, αλλά σε κοινό γινόμενο μέσα από όλη αυτή τη βράση της υπόστασης τους. Η αίσθηση αυτής της ολότητας υπο-στήριζε την ανάγκη, την ενεργό βούληση  και την δυναμική τής σύνθεσης  με κάθε επιφάνεια της ζωής δια μέσου της δημιουργικής – επομένως γόνιμης διασύνδεσης των μερών -  τροφοδοτώντας τη μεγάλη βάση των συνεκτικών τελετουργικών δεσμών μεταξύ των μελών της ανθρώπινης κοινότητας - κοινωνίας
Σήμερα η προφορικότητα με τους αντένες τροφοδότησης της και η ιστόρηση που στύλωνε την ψυχή,  ξεθωριάζουν και απομυζούνται στους τοίχους της κοσμοαντίληψης των αγορών (και δεν πρόκειται εδώ για αφορμή μιας νέας ιερεμιάδας ακόμη). Και αυτά συντελούνται επί των λαών όχι τυχαία, όχι ως φυσικά φαινόμενα όπως  μας επιβάλλεται  να εσωτερικοποιήσουμε. Δεν αποτελούν φυσική εξέλιξη του τεχνικού πολιτισμού με όποιο θετικό αυτός στον άνθρωπο κομίζει. Η επιλογή – επιβολή της μονόπλευρης αντίληψης είναι το μέγα πρόβλημα. Η μη διασύνδεση και το επιθετικά αντισυνδιαστικό πρόταγμα της σύνθεσης του κάθε αριστερού και δεξιού εγκεφαλικού ημισφαιρίου σε όλα τα πεδία:. Τούτη η εξέλιξη όμως αποτελεί μία ενσυνείδητη διάπλαση ανθρώπινων τύπων προς τη σκλαβιά όλων των ειδών , αποτελεί μια τυφλή πλοήγηση προς το δ ο ύ λ ι ο ν   ή μ α ρ, διότι η πολύμορφη πάλη της ζωτικής μνήμης  εναντίον της απάθειας στη λήθη είναι ο αγώνας ο αόρατος και φανερός της ελευθερίας ενάντια στη σκλαβιά κάθε μορφής και χρώματος ( Μιλαν Κούντερα ): μέσα από όποιον ξύλινο ή γυάλινο λόγο εκβάλλεται η εθελοδουλία και πίσω από όσα στερεοτυπικά χαμόγελα και ψόφιες χειραψίες και αν επισφραγίζεται αυτή.
…………………………………………………………………………………………. Επι – κοινωνία, δηλαδή «κοινωνία» επί της ουσίας σημαίνει πράξη/ ενέργεια μεταληπτικής τάξεως, δηλαδή τελετουργική / ιερουργική ( αυτό το γνωρίζουν και το γεύονται εις βάθος όλα τα σεβαστά παρεάκια στην ενδοχώρα της Ελλάδας ) : Μεταλαμβάνω του Λόγου της λέξης και της μνήμης μέσω του αφηγητή – αφηγήτριας στη συγκεκριμένη εκδοχή. Και βρίσκονταν ε κ ε ί    το λίκνο του λόγου  εντός του τοποίου ανασαίνανε και ζούσανε με ανοιχτά μάτια έκστασης  σε ομόκεντρο κύκλο γύρω από τον ηλικιωμένο, κατά τα συνήθη ,αφηγητή . μαζί με τους μεγάλους και τα παιδιά επί ίσοις όροις, εισπνέοντας με αυτόν τον τρόπο στον πυρήνα του  τον τελεστικό κοινωνικό/ ψυχοπαιδαγωγικό / πολιτικό κώδικα, την ολική περιρρέουσα  ατμόσφαιρα  και διαμορφώνοντας έτσι ως κτήμα αναπαλωτρίοτο  και πλούτο τους  τις αξίες  της δημιουργικής  συνεκτικότητας,  δηλαδή της αληθινής συλλογικότητας και ομαδικότητας συγχρόνως:  Αθλούμενοι έτσι στο  αλώνι του κέντρου της προφορικότητας και της συνείδησης του συνόλου.
Για αιώνες και χιλιετίες συντηρήθηκε ,αναδείχθηκε ως κέντρο παιδευτικό – πολιτικό , ανδρώθηκε και αντρείεψε μέσα από  τη μεθοδολογία  αυτού του Τρόπου  ο μυθικός λόγος και ο μύθος του λόγου  ο κραταιός,  συγχρόνως με την βούληση – ανάγκη και την πνευματικότητα της τέχνης του καταθέτειν δημοσίως με ταλέντο και παρρησία, δηλαδή του παρεμβαίνειν στα κοινά  διά της κοινο- Ποίησης του ως  πολιτικού  ανθρώπου.    Υπερβαίνοντας και διαπερνώντας  όχι μόνο το έρκος – σώμα των αντιπροσώπων, Συμβάλλοντας άμεσα σε ό,τι   θαυμαστό και εξηγήσιμο  πλάστηκε ως  ελληνική - αθηναϊκή δημοκρατία. ……………………………………………………………………………………………………………………………………….
Ας σημειώσουμε ότι σε άλλες χώρες υπήρχαν και υπάρχουν εδώ και αρκετές δεκαετίες προσωπικότητες και φορείς που έχουν την ευαισθησία και δημιούργησαν λειτουργούντα αδιαλείπτως  Κέντρα Προφορικής Παράδοσης και Δημιουργίας ,προάγοντας όσα και πλείστα άλλα προαναφέραμε  καθώς και αυθεντικούς αφηγητές ως δασκάλους, φέρνοντας τους σε επικοινωνία με το πλατύτερο κοινό και τοποθετώντας τους στο κέντρο του ενδιαφέροντος ξανά αποδίδοντας σε αυτούς την αξία που τους αρμόζει, και τονώνοντας ταυτόχρονα  τους κοινωνικούς – ψυχικούς ιστούς των περιοχών και των φορέων. Το κοινό προσέρχεται σ αυτές τις διαδικασίες και τις παρουσιάσεις -  ή και παραστάσεις ενίοτε  -ολοένα και πολυπληθέστερο με μια δίψα που δυναμώνει την τελευταία εικοσαετία ως αντίβαρο βεβαίως στην παντοκρατορία της εικόνας  και του  εύπεπτου και αναλώσιμου
λόγου που κυριαρχεί . Προσέρχεται  το κοινό σε έναν πολιτισμικό αντίποδα σθεναρό , δυναμικό αντίπαλο του light και του  soft τιμώντας την αξία της Μνημοσύνης. Της μούσας των αρχαίων ελλήνων  ραψωδών και αοιδών,  των εξιστοριτών  με προεξάρχοντα τον μεγαλύτερο ποιητή -  αφηγητή που εκπαίδευσε την Ελλάδα , την Ευρώπη και άλλον κόσμο,   τον  Όμηρο  και που όσο αντέχει αυτός τότε αντέχει και η ποίηση και η μνήμη, όπως έλεγε ο H.L BORHES ……………………………………………………………………………………………………………………………………………
Εν κατακλείδι οι ηλικιωμένοι και ο αφηγηματικός τους λόγος είναι ο βασικός δίαυλος μιας απρόσκοπτης και αναγκαίας διατήρησης και εξέλιξης της  συλλογικής εμπειρίας ενός τόπου και ενός έθνους ( ναι, το τέλος της ιστορίας, βλέπεις, δεν διαφαίνεται....
Αλλά τώρα περιθωριοποιημένοι οι ίδιοι οι ηλικιωμένοι, έχοντας υποβαθμιστεί άρα ακυρωθεί και εξοβελιστεί – σχεδόν ως αποσυνάγωγοι  μαζί με άλλες κατηγορίες ανθρώπων,  σωπαίνουν στο απόλυτο περιθώριο.
Η ιστορική και πολιτική διαδικασία της  κοινωνικής/ πνευματικής /υπαρξιακής Λήθης επέρχεται ως Η αποστέρηση των ανθρώπων μιας χώρας αυτού του πρωταρχικού και φυσικού «μυελού»  στοιχειοθετεί τον ελλείποντα κρίκο της διαδικασίας  μπολιάσματος  των ηλικιών άρα και της γόνιμης δύναμης σύνθεσης μεταξύ ανθρώπινων  κατηγοριών, δυνάμεων και δυνατοτήτων για την ανάταξη   μιας χώρας.  Συντελείται έτσι η ενδυνάμωση ενός φαινομένου που κάλλιστα μπορεί να αποκαλεστεί πολιτισμική σχιζοφρένεια και άκρατος ρατσισμός,(  ηλικιακός ,ως  αποτέλεσμα αυτού του ενδιάμεσου κενού, της αφύσικης ασυνέχειας και της απουσίας συνεκτικής, εξελικτικής/εκλεκτικής πορείας της διαχρονικής συλλογικής μνήμης και της λειτουργικής παιδευτικής χρήσης, αξιοποίησης και μετάπλασής της. Αυτό αποτελεί και το υπόβαθρο της ανυποληψίας με την οποία επιχειρείται – επιτυχώς;- να αντιμετωπισθεί η τρίτη ηλικία.
Θα μου πεις, άλλη δυνατότητα είχε η εξιστόρηση δίπλα στο τζάκι και άλλη… δίπλα στο φούρνο των μικροκυμάτων. Όση αλήθεια κι αν κρύβει αυτό, μην επιχειρώντας να προσάψουμε, από πάνω, μομφή στην πρόοδο του τεχνικού πολιτισμού, δεν παύει να πιστεύουμε ότι η βασική κοινωνική, πολιτική αιτία βρίσκεται στο πεδίο  που προηγουμένως περιγράφηκε.
Εδώ πρέπει να προσθέσουμε  όμως ένα νέο δυναμικό στοιχείο:
Δεν ήταν – η είναι ακόμη – μόνο οι ηλικιωμένοι που έχουν το χάρισμα να αφηγούνται, όσο και αν αποτελούν την κύρια πηγή της αφηγηματικής τέχνης και τεχνικής ως κοινωνικής λειτουργίας, αλλά συμβάλλουν επαξίως σ ΄ αυτή τη διαδικασία και άνθρωποι που έχουν την ικανότητα, όλων των ηλικιών.  Αρδεύοντας «το χάσμα που άνοιξε ο σεισμό» για να γεννηθούν μια μέρα ή μια νύχτα νέα άνθη Δ,Σολωμος.
                                                                                                             Αθήνα 30/9/2016
                                                                                                                       Θ.Μ

Εκδοχή του κειμένου εκφωνήθηκε την 1η Οκτωβρίου 2007 στην εκδήλωση του φιλανθρωπικού Ιδρύματος Καλοκαιρινού στο Ηράκλειο Κρήτης. Πιστεύουμε ότι περιέχει  και στοιχεία των χαρακτηριστικών που προετοίμαζαν την κατάσταση της χώρας και κραύγαζαν με την εμφάνιση τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου