Μου έκανε
εντύπωσε η φράση της Εύας. Μου αρέσει η σιωπή των βουνών, σχολίασε, σε υψόμετρο
χιλίων οκτακοσίων μέτρων. Ακούς μόνο τον αέρα, συχνά γίνεται παιχνιδιάρης.
Συμφώνησα μαζί της. Αρκεί να μην τύχεις σε πανηγύρια που ταλαιπωρούνε τα αυτιά.
Θυμήθηκα τα λόγια της, καθώς το
αυτοκίνητο διέσχιζε τα βουνά της Αιτωλοακαρνανίας και της Ευρυτανίας. Το
Παναιτωλικό έμοιαζε σαν αγκαλιά που έσφιγγε τους επισκέπτες, μη θέλοντας να
τους αφήσει να είναι περαστικοί. Στα δεξιά, ο παραπόταμος του Ευήνου, με το
ρυθμικό του κελάρυσμα, σιγοντάριζε τη χαρά του βουνού να αιχμαλωτίσει την ψυχή
των περαστικών που βιάζονται.
Εχουνε τάχα αισθήματα και συναισθήματα τα
βουνά; Μην κατέχονται από την αλαζονεία της αιωνιότητας; Δεν ξέρω, όμως η
διάβαση και η ανάβαση στα χωριά της δυτικής Φθιώτιδας με έκανε να θυμηθώ τον
Κρυστάλλη που επέμενε: τα βουνά νιώθουν.
Δασοσκεπή τα βουνά της περιοχής,
επέτρεπαν στις αχτίδες του ήλιου να παίζουν και να προκαλείται θρόισμα που
ενισχυόταν από το απαλό αεράκι. Ναι, τα βουνά χαίρονται. Ηταν διάχυτη η
ευφροσύνη από την υποδοχή μας στο Γαρδίκι Ομιλαίων της δυτικής Φθιώτιδας. Το
τελευταίο δεκαήμερο του Αυγούστου επιστρέφουν στη μοναξιά τους. Στη θλίψη που
απλώνεται από τις βουνοκορφές ώς τις λαγκαδιές, όσο οι ξενιτεμένοι κλείνουν τις
βαλίτσες κι επιστρέφουν στις πόλεις.
Στην ορεινή Φθιώτιδα. Στην Ελλάδα με τα
πολλά χαρίσματα. Που κατάντησε να λογίζεται μειονεκτική. Στην Ελλάδα που
κρατούσε στους ώμους της την κοινωνία και την οικονομία στο παρελθόν. Που
αντιμετωπίζεται, τα τελευταία χρόνια, με όρους νοσταλγίας αλλά και τουριστικού
τριημέρου. Που καταναλώνεται ως πρόσφορο μιας αποσπασματικής και ελεγχόμενης
κοινωνίας του ορεινού χώρου.
Στο Γαρδίκι οι κλειστές πόρτες, τα βάτα
που θεριεύουν, τα αμπαρωμένα πορτοπαράθυρα, οι μαζεμένες καρέκλες στα καφενεία
στοιχειώνουν τα βουνά που αφήνουν την πίκρα τους να αντηχεί στις λαγκαδιές.
Ομως, η άφιξη όσων συμμετείχαν στο 8ο Θερινό Σχολείο άλλαξε τη διάθεση στα
βουνά, που ήδη είχαν αρχίσει να κλείνουν τα φυλλοκάρδια τους. Συναντήθηκαν με
την επιθυμία των ντόπιων σ’ όλα τα χωριά (Γαρδίκι, Δίκαστρο, Κυριακοχώρι,
Μαυρίλο). Να δώσουν τον αγώνα να ονειρευτούν ολοχρονίς. Να ακουστούν παιδικές
φωνές. Να υφάνουν το μέλλον τους. Να μην τους θυμούνται οι πολιτευτές μόνο τον
καιρό του κυνηγιού της ψήφου.
Οντως, τα βουνά χαίρονται. Χαμογέλασαν
πλατιά για μια βδομάδα που κράτησαν οι εργασίες του Θερινού Σχολείου. Χάρηκαν
πολύ που απέκτησαν καινούργιους φίλους. Ομως, αυτό δεν τους αρκεί. Χρειάζονται
τη μόνιμη στοργή της πολιτείας. Θυμώνουν με τις προεκλογικές υποσχέσεις.
Βαρέθηκαν να πουλάνε «αυθεντικότητα».
Ναι, τα βουνά έχουν συναισθήματα. Νιώθουν
στο πετσί τους την περιφρόνηση και την αδιαφορία. Καιρός να τα θυμηθούν. Το
δικαιούνται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου