Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013

TΡΙΤΗ ΜΑΤΙΑ Του Γιώργου Σταματόπουλου,ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, 14/1/2013


Εμείς (αυτοί) οι μνησίκακοι



Οποιος δεν βολεύεται στα καλούπια του στερεότυπου, όποιος ασφυκτιά στον κατασκευασμένο κόσμο της TV και στην ασυνάρτητη πληροφόρηση του Διαδικτύου, βλέπει καθημερινά, διαπιστώνει το εξής: η ευγένεια του γούστου και το τακτ του σεβασμού στον διπλανό υπάρχει στον λαό μόνο` όχι στους ημιμαθείς, όχι στον ημίκοσμο του πνεύματος, όχι στους πολιτικούς.

Αλλά πρέπει να “χει κάποιος δυνατή όσφρηση για να αντιληφθεί το άρωμα αυτής της ευγένειας του γούστου, να είναι οξύκοος και οξυδερκής, να διαθέτει λεπτή αίσθηση ψυχολόγησης, να είναι μ” άλλα λόγια καθημερινός πολίτης και ταυτόχρονο εραστής της καθημερινότητας. Διαφορετικά, θα κυβερνιέται από τους μέτριους, τους λείχοντες κάθε εξουσία προκειμένου να απολαύσει τα κοκαλάκια «ευδαιμονίας» που αυτή τού παρέχει, απλόχερα, παρακαλώ.

Ολοι συμμετέχουμε σε τούτο το πανηγύρι της κυβερνητικής μετριότητας, εννοείται όλοι όσοι συναποτελούμε τον κορμό της ιεραρχίας της εξουσίας: προϊστάμενοι, τμηματάρχες, διευθυντές, αιρετοί της Τυπικής Αυτοδιοίκησης (κυρίως!), βουλευτές, υπουργοί και όλο το κακό συναπάντημα.

Είμαστε όλοι αυτοί που δεν καταφέραμε να δούμε την αγάπη της ζωής, τη βαθύτητά της, το ύψος της, τον σκοτεινό και συνάμα φωτεινό μυχό της. Εκείνοι που στερηθήκαμε τη συγκίνηση, τον έρωτα, όσοι δεν δονηθήκαμε από τις εκρήξεις των ψυχικών (και νοϊκών) ελλάμψεων, αυτοί που αποφασίσαμε (αποφασίσαμε!) να είμαστε εθελόδουλοι, ανελεύθεροι (διότι απαιτείται γενναιότητα μπροστά στην ελευθερία).

Αναπτύξαμε εν τούτοις άλλες δεξιότητες: την κολακεία, το ψεύδος, τον κυνισμό, την απληστία. Αμοιροι ενός βαθύτερου εγώ, προβάλλουμε ανερυθρίαστα το δικό μας κατασκευασμένο «εγώ», ένα εγώ που περπατάει σαν παγόνι, όλο ξιπασιά και πόζα. Ξερόλες, αγενείς, «σωτήρες» της πόλης και του πολιτισμού, ανίδεοι, (εμφαντικώς) ανέραστοι. Οι μνησίκακοι του Ντοστογιέφσκι και του Νίτσε! Πώς να τα βγάλει πέρα κάποιος μαζί τους; Είναι αδίστακτοι. Καιροφυλακτούν και στο κάθε στραβοπάτημά σου σου επιτίθενται ανηλεώς, κρυφά όμως, υπόγεια και ύπουλα, μέσα από το υπόγειο στο οποίο ζουν (μόνο εκεί αναπνέουν). Πώς να επιβιώσουν η λεπτότης και η κομψότης μέσα στο ζοφερό τούτο περιβάλλον; Πώς να αρθρωθεί λόγος ήπιος; Οι «κύριοι» αυτοί είναι συνασπισμένοι. Οχυρωμένοι πίσω από τούτον τον συνασπισμό εκτοξεύουν τα δηλητηριώδη βέλη τους εναντίον οποιουδήποτε διαφέρει (η διαφορά γεννά μίσος, έχει γράψει ο Σταντάλ), περιφρουρούν με λύσσα τα ελάχιστα τετραγωνικά του υπογείου τους, περιφρονούν τον κοινό νου, τη δωρικότητα του λόγου, την άνθηση της ανάτασης. Εξίστανται και αγανακτούν όταν παρελαύνει το αυτονόητο, όταν εμφανίζονται η αλληλεγγύη και η συμπάθεια. Αλλά με τι ηθοποιία! Τι χαμόγελα, τι φιλοφρονήσεις, τι εναγκαλισμοί, τι διαχύσεις (και «άει στο διάολο» μόλις απομακρύνεσαι από τη συντροφία τους, όχι πολλά, δυο-τρία βήματα μόνο…).

Γιατί να ασχολείται κάποιος με δαύτους; Διότι αποτελούν τον εθνικό κορμό, διότι επικρατούν στην κοινωνία μολύνοντάς τη με τα αποτελέσματα της (δόλιας) απουσίας τους. Είναι γεγονός ότι δεν εμφανίζονται οι ίδιοι στην αγορά, η αθλιότητα όμως της αύρας των λόγων και έργων τους είναι διάχυτη, επιβλητική. Συμβαίνει τούτο το παράδοξο: οι μνησίκακοι απουσιάζουν από το καθεμέρα, το «πνεύμα» τους όμως, η «φιλοσοφία» τους, αν θέλετε, είναι εκεί δηλητηριάζοντας τα πρόσωπα (και τα προσωπεία…).

Παρ” όλα αυτά πραγματικά δεν αξίζει η ενασχόληση μαζί τους, απλώς ας γνωρίζουν ότι ο λαός και γούστο διαθέτει και κριτικός γίνεται, όταν πλέον βιάζουν καθημερινά τη νοημοσύνη του (την αδιαφορία του και την απροθυμία του – μην ξεχνιόμαστε).

Τι θα πράξουν στο μέλλον; Οι… λαοί κι η ψυχή του(ς).

Υ.Γ.: Η μελαγχολία της ομοιοστασίας.

Υ.Γ. (2): Ηράκλειτος – αγχιβασίη: πλησίασμα.

14/01/2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου