Ότι η επιλογή φίλου και συνεργάτη, σ’ αυτή τη ζωή, είναι μια ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση, που πολλές φορές μεταπίπτει σε πονεμένη ιστορία, είναι μια τετριμμένη διαπίστωση, την οποία, ωστόσο, χρειάζεται να υπενθυμίζει κανείς, ιδίως όταν πάει να γίνει μια αδικία εις βάρος του –ατυχώς- επιλέξαντος. Μόνο όσοι δεν έχουν βιώσει παρόμοιες καταστάσεις δεν μπορούν να το καταλάβουν. Δεν μιλάμε, βέβαια, γι' αυτούς που δεν θέλουν να το καταλάβουν.
Την άστοχη επιλογή μπορεί κανείς να τη συναντήσει και εις τας καλυτέρας των οικογενειών. Ακόμη και όταν ο επιλέγων τυχαίνει να είναι πρωθυπουργός μιας υπό σκληρή δοκιμασία χώρας. Ένα απλό σημείωμα, φυσικά, δεν δίνει τη δυνατότητα να ανατρέξει κανείς στην ιστορία για να αντλήσει χαρακτηριστικά παραδείγματα κακής ή άστοχης επιλογής, για του λόγου το αληθές. Ας περιοριστούμε λοιπόν στην υπόθεση Μπαλτάκου που, τις τελευταίες μέρες, όχι άδικα μονοπωλεί (για να μην πω μολύνει) την κάθε άλλο παρά ανέφελη επικαιρότητα.
Έτσι, για να είμαστε δίκαιοι, προτού σπεύσουμε να μεμφθούμε τον πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά, όσον αφορά τον διορισμό του κ. ΠαναγιώΤ(άκ)η Μπαλτάκου ως γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου, καλό θα είναι να λάβουμε υπ’ όψη μας αυτή την κάθε άλλο παρά ασήμαντη παράμετρο. Διότι το κρίσιμο ερώτημα, εν προκειμένω, είναι από πού και πώς θα μπορούσε να προβλέψει –πολύ δε περισσότερο να αποτρέψει- ότι ο παλαιόθεν φίλος και συνεργάτης του τις ελεύθερες ώρες του θα τις διέθετε, λόγω γειτνιαζόντων γραφείων, επιδιδόμενος στο ευγενές σπορ του τακτικού συνομιλητή με επίλεκτα στελέχη της Χρυσής Αυγής, ή, αλλιώς, για να θυμηθούμε τον μέντορα του κ. Σαμαρά, Ευάγγελο Αβέρωφ, του γεφυροποιού, προκειμένου να σωθεί (είναι αυτονόητο το από πού προέρχεται ο κίνδυνος) η παράταξη και η πατρίδα; Άλλωστε, στην Ελλάδα ο ρόλος ενός πρωθυπουργού, όπως, σε ανύποπτο χρόνο, είχε ομολογήσει ο αείμνηστος ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ Ανδρέας Παπανδρέου, και η ζωή κατ’ επανάληψιν επιβεβαίωσε, είναι απλώς να προεδρεύει και όχι να αστυνομεύει, ας πούμε, τον γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου.
Αλλά, εδώ που τα λέμε, και η πέτρα του σκανδάλου, ο κ. Μπαλτάκος πού να φανταστεί επίσης ότι ο συνομιλητής του, στον οποίον είχε την ατυχία ή, αν προτιμάτε, την αφέλεια να εμπιστεύεται τις μύχιες σκέψεις και τους προβληματισμούς του, θα υπέκλεπτε το περιεχόμενο της συνομιλίας, ώστε, αν μη τι άλλο, να χρησιμοποιεί πιο κόσμιες εκφράσεις, ιδίως όταν αναφέρεται στον φίλο και ευεργέτη πρωθυπουργό;
Μόλις, όμως ο κ. Σαμαράς (μαζί με το πανελλήνιο) το πληροφορήθηκε, ποιος είδε τον Θεό και δεν τον φοβήθηκε. Άστραψε και βρόντησε σαν τον νεφεληγερέτη Δία. Βγήκε και χωρίς μισόλογα δήλωσε ότι αν αληθεύουν τα όσα αποκάλυψε ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής κ. Ηλίας Κασιδιάρης περί συνομιλιών κ.λπ., τότε ο κ. Μπαλτάκος ας πάει στην ευχή της Παναγίας. Ουδείς αναντικατάστατος σ’ αυτόν τον κόσμο. Κι αυτά τα δακρύβρεχτα «αμάρτησα για την παράταξη και την πατρίδα» που ψέλλισε, αμυνόμενος, ο κ. Μπαλτάκος έχουν θέση μόνο σε κάτι παλιές ελληνικές ταινίες που για χαλαρώσουμε στο σωτήριο καταφύγιο του καναπέ μας τις έχουμε δει χιλιάδες φορές.
Κατόπιν αυτού, έχει δίκιο ο –πάλαι ποτέ δεινός επικριτής του κ. Σαμαρά και της Νέας Δημοκρατίας- κ. Άδωνις Γεωργιάδης που σε κάποια από τις αμέτρητες τηλεοπτικές του εμφανίσεις (αν υπήρχε βραβείο Νόμπελ τηλε-εξάρτησης, θα έπρεπε, χωρίς δεύτερη σκέψη, να το πάρει αυτός) είχε την ευκαιρία να επισημάνει ότι δικαιώθηκε για άλλη μία φορά ο κ. Σαμαράς, ενώ σε προηγούμενη εκπομπή έπλεκε ο εγκώμιο του κ. Μπαλτάκου για τη γενναία και ιστορικής σημασίας δήλωσή του ότι του είναι ανθρωπίνως αδύνατο να αποστεί από το πεπρωμένο του: αντικομμουνιστής γεννήθηκε και αντικομμουνιστής θα πεθάνει («Ο καλύτερος είναι ο Μπαλτάκος, ψηφίζω Μπαλτάκο. Τρομερός είναι, καταπληκτικός»).
Παρεμπιπτόντως να σημειώσω ότι το ίδιο αποκαλυπτικός και –ως συνήθως- κυνικός υπήρξε ο κ. Γεωργιάδης σε άλλη τηλεοπτική εμφάνιση, όταν έλεγε ότι ως γονέα και μολονότι δεδηλωμένο εχθρό της βίας, τον συνεκίνησαν τα επιδέξια λακτίσματα του (σκανδαλωδώς και ελέω πατρός διορισθέντος στο Λιμενικό Σώμα) υιού Μπαλτάκου κατά βουλευτών (δεν έχει σημασία που ανήκαν αυτοί) εντός του ιερού της ελληνικής δημοκρατίας, όπως πομπωδώς εξακολουθεί να αποκαλείται, του Κοινοβουλίου.
Εν τούτοις, για να αποδώσουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι ο κ. Κασιδιάρης, ανεξαρτήτως του τι επεδίωκε (είναι ηλίου φαεινότερον) με την τελευταία αποκάλυψή του, βοήθησε, άθελά του ίσως, τον κ. Σαμαρά για να καταλάβει τι φίδι ζέσταινε στον κόρφο του. Το ίδιο είχε βοηθήσει και τον κ. Ιωάννη Τραγάκη όταν αποκάλυπτε ότι ο προσωπικός οδηγός του είναι θαυμαστής του ναζισμού.
Συνοψίζοντας θα έλεγα ότι χωρίς την (ανορθόδοξη έστω) αποκάλυψη του κ. Κασιδιάρη, πείτε μου εσείς, που αρέσκεστε να διυλίζετε τον κώνωπα, με ποιόν άλλο (και λιγότερο επώδυνο) τρόπο θα μπορούσε να απαλλαγεί ο κ. Σαμαράς από έναν άνθρωπο που εν ονόματι προσωπικών και ανεξιχνίαστων επιδιώξεων, εκτός του ότι είναι αγνώμων, δεν διστάζει να προδώσει ό, τι πολυτιμότερο διαθέτει ο άνθρωπος για να ομορφαίνει τη ζωή του: τη φιλία;
ΝΙΚΟΣ ΕΠ. ΦΑΛΑΓΚΑΡΑΣ (nicfalag@yahoo.gr)
04/04/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου