Καταλαβαίνει κανείς ότι η κρίση, το να μην ξέρεις τι θα ξημερώσει αύριο, πώς θα είναι η ζωή σου τα επόμενα χρόνια, το άγχος για υπαρκτές και ενδεχόμενες αναστατώσεις, όλα αυτά δημιουργούν τη λαχτάρα της κανονικότητας. Κανονικότητα στην οικονομία, στην πολιτική, στην καθημερινή ζωή. Αλλά όσο την προσεγγίζει κανείς την έννοια της κανονικότητας τόσο φευγαλέα αποδεικνύεται.
Η έννοια της κανονικότητας βέβαια ιδεολογικοποιήθηκε και πολιτικοποιήθηκε, μέσα από την εσωτερίκευση της ενοχής. Δεν είμαστε «κανονικό» έθνος, ούτε «κανονική» κοινωνία, δεν έχουμε «κανονική» ιστορία – και βεβαίως δεν έχουμε «κανονική» δημοκρατία.
Είναι «κανονικό» να κυβερνά η Αριστερά; Αυτή η έννοια της κανονικότητας τείνει να αντικαταστήσει άλλες, προηγούμενες νομιμοποιητικές έννοιες, όπως πρόοδος και συντήρηση, εκσυγχρονισμός και αναχρονισμός. Οχι ότι σ’ εκείνες έλειπε το στοιχείο της συμμόρφωσης σ’ έναν ιδεατό κανόνα, αλλά στην έννοια της κανονικότητας λείπει η δυναμική διάσταση της προσδοκίας, η προσομοίωση της πορείας στον χρόνο, η σύνδεση του μελλοντικού και επικείμενου με κάτι καλύτερο από το παρελθοντικό.
Ας συμφωνήσουμε, λοιπόν, ότι η Ελλάδα δεν είναι μια «κανονική» χώρα. Τότε ποια είναι; Μήπως η Βρετανία του Brexit; Μήπως η Αμερική του Τραμπ και των σκοτωμών σε σχολεία και πανεπιστήμια; Μήπως η Γαλλία με δεύτερο κόμμα τη Λεπέν; Μήπως η Ισπανία με την Καταλονία; Μήπως η κομμένη στη μέση Ιταλία, ανάμεσα Πέντε Αστέρες και Λέγκα του Βορρά;
Μήπως η Αυστρία με συγκυβέρνηση ακροδεξιών; Μήπως η Γερμανία με τρίτο κόμμα τους νοσταλγούς του ναζισμού; Μας φαίνεται βασίλειο της κανονικότητας η Ευρώπη, με Ουκρανία και Συρία στα σύνορά της, με καραβάνια προσφύγων να συνωστίζονται στις πύλες της, με τον ρατσισμό να ανεβαίνει στο εσωτερικό της, με τον διαρκή φόβο της τρομοκρατίας στις μεγάλες πόλεις της; Δεν χρειάζεται ενδεχομένως να ψάξουμε για κανονικότητα αλλού, γιατί ο κανόνας συλλαμβάνεται πάντα ως ευρωπαϊκός. Ισως σε νησίδες, πράγματι να υπάρχει κανονικότητα. Αλλά θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς τούτη την εποχή, εποχή κανονικότητας;
Αν κάτι χαρακτήριζε τη μεταπολεμική κανονικότητα, τα χρόνια της ανάπτυξης, ήταν η πρόοδος. Κάθε δεκαετία ζούσαμε ανετότερα και πλουσιότερα από την προηγούμενη, κάθε γενιά βελτίωνε της ζωή της σε σχέση με την προηγούμενη, υπήρχε μια γενικευμένη άνοδος της κατώτερης προς τη μεσαία τάξη.
Αυτό έχει πάψει να συμβαίνει ακόμη και πριν από την κρίση του 2008. Τουλάχιστον στις δυτικές χώρες, τον αναπτυγμένο κόσμο. Ανοδος σημειώθηκε, βέβαια, αλλά ως προς την Κίνα και την Ινδία, όπου πράγματι σχηματίστηκε μια κατώτερη μεσαία τάξη που ενδεχομένως υπερβαίνει αριθμητικά Ευρώπη και Αμερική.
Αλλά και σε ένα ευρύτερο χρονικό πλαίσιο, η ίδια η νεωτερικότητα χαρακτηρίζεται από τη φράση «κάθε τι σταθερό, εκρήγνυται στον αέρα», εμβληματική φράση με την οποία ο Μαρξ περιέγραφε την καινούργια εποχή, μετά τις δυνάμεις που εξαπέλυσε ο βιομηχανικός καπιταλισμός στον κόσμο και οι οποίες υπονομεύουν κάθε σταθερότητα, κάθε κανονικότητα.
Πόσο μάλλον στον εικοστό αιώνα, όταν εκατομμύρια άνθρωποι, στις πιο απόμακρες γωνιές της Ευρώπης, που πίστευαν πως είναι ασφαλείς, είδαν αναπάντεχα, πολέμους και καταστροφές να αναστατώνουν τη ζωή τους, τα σπίτια και το βιος τους να χάνεται, τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους να αχρηστεύονται. Οτιδήποτε σταθερό είχαν στη ζωή τους τινάχτηκε στον αέρα!
Αυτή τη δυσάρεστη διαπίστωση πρέπει να την έχουμε συνεχώς στον νου μας στην Ελλάδα, καθώς βγαίνουμε από τη φάση της μνημονικής επιτήρησης. Μια ξαφνική άνοδος της τιμής των καυσίμων, μια κρίση σε οποιοσδήποτε σημείο του εύθραυστου οικονομικού οικοδομήματος, μπορεί να εξαντλήσει τα αποθέματα, να σβήσει τις μικρές αναζωπυρώσεις της οικονομίας και να βυθίσει τη χώρα ξανά σε μια κρίση, πριν προλάβει να ανασυνταχθεί από την προηγούμενη. Και αυτά δεν είναι υποθετικά σενάρια.
Παρά τη σταθεροποίηση πολλών χωρών σε σχέση με την κρίση του 2008, οι ρυθμοί ανάπτυξης καρκινοβατούν, το ιδιωτικό χρέος διογκώνεται υπέρμετρα και η οικονομία όσο στενεύει η παραγωγική της βάση σε σχέση με τα χρηματο-οικονομικά παράγωγα, τόσο πιο ασταθής γίνεται. Πάρα πολλοί αναλυτές και έγκυρα οικονομικά έντυπα προβλέπουν νέα οικονομική κρίση, χειρότερη του 2008, τα επόμενα δυο χρόνια. Αν προσθέσουμε τη σταθερά αυξητική τάση των προσφυγικών ροών και τις αυξανόμενες κλιματικές αναστατώσεις, η συζήτηση για την κανονικότητα πρέπει να αντικατασταθεί από τη συζήτηση για την ανθεκτικότητα.
Η ανθεκτικότητα, ανεξαρτήτως ιδεολογικού πλαισίου καταγωγής, πρέπει να ανασημασιοδοτηθεί και να αποτελέσει την κατευθυντήριο γραμμή της πολιτικής, και εδώ να επιτευχθούν ευρύτερες συγκλίσεις. Γιατί ανθεκτικότητα σημαίνει πως η χώρα, το πολίτευμα, ο πιο ευάλωτος πληθυσμός, πρέπει κατά το δυνατόν να θωρακιστεί με θεσμούς, δίκτυα ασφαλείας και εξόδους κινδύνου, απέναντι στις επόμενες, ξαφνικές ή αναμενόμενες, γνωστές ή αναπάντεχες αναταράξεις.
Η ανθεκτικότητα δεν είναι αμυντική πολιτική, αλλά πολιτική στρατηγική πρόβλεψης και πρόληψης σε μια εξ ορισμού θυελλώδη εποχή. Δεν είναι δημοφιλής ιδέα, ούτε επιδεικνύει αισιοδοξία. Είναι όμως ένας αναγκαίος, ρεαλιστικός και ριζικός προσανατολισμός, αν σκέφτεται κανείς μακροπρόθεσμα και σε βάθος.
* ιστορικός, Πανεπιστήμιο Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου