Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη, όπου, φορές, εκαταβούλιαζε ίσαμε το γόνατο. Ο Ελύτης μπόρεσε, μαζί με τις λυρικές απογειώσεις του («Αξιον Εστί»), να αποδώσει την επική διάσταση της καθημερινότητας όσων πολεμούσαν στο αλβανικό μέτωπο. Το γόνατο είναι ένα από τα σημεία του σώματος, που αναλαμβάνει να εξιστορήσει τον αγώνα. Γίνεται το σύμβολο μιας μάχης, όχι μόνο απέναντι στον ένοπλο αντίπαλο αλλά και προς τη φύση και τα ανθρώπινα όρια. Στο γόνατο έλαχε, λοιπόν, η τιμή να γίνει το σύμβολο της υπέρβασης. Να εκπροσωπήσει τη δύναμη της ψυχής και της πίστης ότι το σώμα θα άντεχε. Το γόνατο ήθελε να συντρίψει ο βίαιος εισβολέας.
Στην ποίηση, όμως, του Ελύτη το γρατζουνισμένο γόνατο κουβαλάει τις μνήμες και τα όνειρα της παιδικής ηλικίας. Κάθε γρατσούνισμα και ένας κόμπος στο κομποσκοίνι της ενηλικίωσης. Κάθε σημάδι και μια εμπειρία ενός κόσμου που αποκαλύπτεται.
Αν τα γόνατα είχαν μιλιά, θα μπορούσαν να γράψουν την αυτοβιογραφία τους. Να μιλήσουν για τα παιδικά ξαφνιάσματα αλλά και για τον αγώνα όσων δεν δείλιασαν μπρος στον κόπο. Δεν έψαξαν πλάγιους δρόμους να πορευτούν στη ζωή τους. Γόνατα που δεν κοπιάζουν, κοιλιά δεν θεραπεύουν. Η παροιμία βέβαια μιλάει για τον κόσμο της εργασίας, εκεί που τα γόνατα ορθώνουν το κορμί, στηρίζουν την ψυχή και τη θέληση να χυθεί ιδρώτας για να βάλουν σε καλό δρόμο οι άνθρωποι τη ζωή τους. Το γόνα γίνεται συνώνυμο με την έντιμη εργασία.
Αλλες φορές, ωστόσο, το γόνατο γίνεται το σύμβολο του κυνισμού και της εξουσίας. Τον έσφαξε στο γόνατο, είναι μια παροιμιακή φράση για τις περιπτώσεις εκείνες που οι αποφάσεις δεν λαμβάνουν υπόψη δημοκρατικές διαδικασίες. Στηρίζονται στη δύναμη που παρέχει η θέση εξουσίας.
Αυτό συμβαίνει ολοένα και πιο συχνά σε κοινωνίες που διολισθαίνουν στην αστυνομοκρατία και την αυθαιρεσία. Και όχι μόνο στη Μινεάπολη, εκεί που το γόνατο διερμήνευσε μια αλλοπρόσαλλη πολιτική ηγεσία, που επιτρέπει την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Που θέλει να επιβάλει σιωπητήριο στη βούληση των πολιτών.
Το γόνατο του αστυνομικού είναι η προέκταση του μισανθρωπισμού. Του ρατσιστικού λόγου σε έγχρωμους, σε ανθρώπους φτωχούς, κοινωνικά αποκλεισμένους. Που βιώνουν στο πετσί τους τις αρρώστιες, την ανεργία. Σαν να μην πέρασε μια μέρα από τον καιρό του Αγιάννη. Οι σύγχρονοι Ιαβέρηδες είναι εξίσου κυνικοί και απάνθρωποι. Η επιβολή του νόμου γίνεται γι’ αυτούς υπαρξιακή επιλογή. Κρύβουν το κενό που υπάρχει μέσα τους. Δανείζουν το γόνατό τους στον αμοραλισμό των αφεντικών τους.
Το γόνατο άθελά του γίνεται το σύμβολο του κυνισμού, μέσο ισοπέδωσης της βούλησης. Απέναντι σ’ αυτό ένα άλλο γόνατο γονατίζει, σύμβολο μνήμης στα θύματα της βίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου