Αν κάποιος/α
θέλει να δει τα ζύγια της εποχής του, ένας ασφαλής τρόπος είναι τα παιδιά. Να
μην παρασυρθεί από τις λαμπερές εικόνες και τα λαμπυρίζοντα περιτυλίγματα. Να
τραβήξει τις κουρτίνες, να διαβάσει τα περιστατικά βίας, τους βιασμούς. Να
σταθεί μπροστά στη στέρηση του δικαιώματος να μεγαλώσουν, σωματικά και ψυχικά.
Να μην ξεγελαστεί από το φως του
χαρακτηρισμού «παιδοκεντρικότητα» που συνόδευε τις τελευταίες δεκαετίες του
20ού αιώνα. Γράφτηκαν βιβλία και αναλύσεις για την καινούργια εποχή που έβαλε
το παιδί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Κι ας έγιναν οι γονείς ορατοί μόνο το
Σαββατοκύριακο. Ηταν εύκολη η δικαιολογία. Αρκεί να δώσεις πολλά στο παιδί το
διήμερο της συνάντησης. Οι άλλες ημέρες ανήκουν στην καριέρα του μπαμπά και της
μαμάς.
Το παιδί, έτσι κι αλλιώς, είναι το ζύγι
για τον πολιτισμό μιας κοινωνίας. Είναι ο καθρέφτης του μέλλοντος. Για την
ανθρωπότητα. Ακόμη και τότε που μιλούσαν, πολλοί επιστήμονες, πολιτικοί και
πολίτες, για παιδοκεντρικότητα, ο λύκος έκανε τη δουλειά του. Αποκάλυπτε την πρεσβυωπία
της δυτικοκεντρικότητας. Δεν έβλεπε την Αφρική και την Ασία με τα παιδιά που
δεν προλάβαιναν να μεγαλώσουν. Που πέθαιναν γιατί δεν είχαν φάρμακα. Γιατί το
νερό ήταν μολυσμένο. Γιατί ευνούχιζαν την ψυχή των αρσενικών. Τα έβαζαν να
σκοτώνουν. Τα θηλυκά τα πουλούσαν για να ικανοποιήσουν τις ορέξεις όσων είχαν
χρήματα.
Ομως, οι δυτικές κοινωνίες υπέφεραν και από μυωπία. Δεν έβλεπαν γύρω τους. Στις
φτωχογειτονιές. Στα γυμναστήρια, στα θεατρικά παρασκήνια. Στις κλειστές πόρτες
των διαμερισμάτων. Δεν άκουγαν την αρρώστια των χορτασμένων, που οργάνωναν
υπερπόντιες εκδρομές παιδεραστών. Δεν άκουγαν τις κραυγές αγωνίας των βιασμένων
παιδιών. Δεν έφτανε στα ρουθούνια τους η αποφορά της βρόμικης ψυχής. Που άπλωνε
το χέρι στην παιδική σάρκα. Αιματοσυγγένεια βρόμικη.
Δεν ακούμε τη φωνή των παιδιών. Δεν
ακούσαμε τη φωνή της Ολγας. Τον επιθανάτιο ρόγχο της. Την ώρα που ήταν
σφηνωμένη στην πόρτα. Την ώρα που τα τηλεοπτικά μηνύματα έδειχναν διαφημίσεις
με παιδικά παιχνίδια. Με δέντρα στολισμένα. Την ώρα που οι ηγέτες μας γράφουν
τα χριστουγεννιάτικα μηνύματά τους. Με τα επίπλαστα χαμόγελα και τη στιλπνή
οδοντοστοιχία.
Την ώρα εκείνη πέθαινε η Ολγα. Το παιδί
ενός κατώτερου θεού. Που δεν μπόρεσε να μάθει γράμματα. Που φορτώθηκε από νωρίς
την ευθύνη της επιβίωσης. Που έμαθε να τρυπώνει. Μόνο αυτή την επιλογή τής
είχαμε αφήσει. Ας τα βγάλει πέρα μόνη της. Ακόμη και την ώρα που ψυχορραγούσε.
Εποχή σαπιόκοιλη. Ανθρωποι αδειόψυχοι.
Ο επιθανάτιος ρόγχος της Ολγας, για όσους
δεν έχουν βουλοκέρι στην ψυχή, είναι η προειδοποίηση για το αγγελόκρουσμα του
ανθρωπισμού. Ο βασανιστικός θάνατός της θυσία στον εκβαρβαρισμό. Στον μόνο θεό
τους: το κέρδος.