Το ιστολόγιο αποσκοπεί στην επικοινωνία με επιστήμονες(λαογράφους, ανθρωπολόγους, εθνολόγους, ιστορικούς, κοινωνιολόγους, φιλόλογους, κ.λπ)αλλά και σε όλους όσους αγαπούν το λαϊκό πολιτισμό, τη λογοτεχνία, ανησυχούν για την εκπαίδευση και την κοινωνία και αναζητούν μέσο έκφρασης. Είναι μια σκηνή για ενημέρωση και ανταλλαγή απόψεων. Ακόμη,το ιστολόγιο περιλαμβάνει στήλη(blogaρίσματα) για τη διατύπωση απόψεων σε τρέχοντα ζητήματα.
Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2023
Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 2023
Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2023
Τρίτη 17 Οκτωβρίου 2023
Ευάγγελος Αυδίκος, Με λένε Ρίζο και..., EFSYN, 17 OKT 2023
Αυτός είναι ΟΦΑ. Είναι το αρκτικόλεξο μιας φράσης που έχει γίνει
σχεδόν παροιμιώδης. Οπου φυσάει ο άνεμος. Αυτή είναι η πλήρης ανάπτυξη. Ο εστί
μεθερμηνευόμενο, άτομο με ευλύγιστη μέση, που γίνεται παίγνιο των αέρηδων. Τον
παρασύρουν προς τα κει που φυσάει. Ο αέρας διαμορφώνει τις επιθυμίες του, αλλά
και το ταξίδι του.
Αν ο Καβάφης εξυμνούσε τη βαθιά ηδονή του ταξιδιού για την Ιθάκη
καθενός/μίας, στην περίπτωση των ΟΦΑ το ταξίδι δεν είναι δική τους επιλογή.
Επιβάλλεται από τους άλλους. Προσκυνητάρι τους είναι η βούληση του απρόσμενου
παράγοντα. Και γι’ αυτό ψυχανεμίζονται το βουητό και αφήνονται να παρασυρθούν
από τη διάθεση του αέρα. Συχνά, ανεξάρτητα από τον προορισμό. Αρκεί να είναι με
τον αέρα.
Του μικρού βοριά παράγγειλα να ’ναι καλό παιδάκι / Μη μου χτυπάει
πορτόφυλλα και το παραθυράκι. Οι στίχοι του Ελύτη, με τη φωνή της Φαραντούρη
και τη μουσική του Θεοδωράκη εκλιπαρούν τον βοριά να σιωπήσει, να ακουστεί η
κοφτή ανάσα του θρήνου για την απώλεια. Για τη στερημένη ζωή.
Στον αντίποδα, το μελτέμι γίνεται το άλλο πρόσωπο του παθιασμένου
έρωτα. Που δεν νοιάζεται για τον προορισμό. Μελτέμι μου μη σταματάς όπου φυσάς
θα πάω / εσύ είσαι αυτό που έψαχνα, γι’ αυτό και σ’ αγαπάω. Ο έρωτας ως ταξίδι
γίνεται αυτοσκοπός. Φαίνεται πως καβαφίζει ο στιχουργός του σύγχρονου
κυκλαδίτικου τραγουδιού.
Οσα γίνονται τον τελευταίο καιρό αφήνουν τα ίχνη μιας κοινωνίας
που φέρεται ως ΟΦΑ. Ο Καβάφης πλέον έχει ξεπεραστεί, οι νησιώτικες διαδρομές
ακρίβυναν πολύ. Οι Ιθάκες ως σταθερός προορισμός έχουν γίνει ντεμοντέ. Οι
μεγάλες ιστορίες, που μπορεί να διαρκούν μια ζωή, έχουν ξεθωριάσει. Ζούμε στην
εποχή του μεταμοντέρνου. Στον καιρό της άκρας υποκειμενικότητας. Μέτρον ο
άνθρωπος, λέγανε οι παλιοί. Μέτρον το ατομικό συμφέρον, λένε οι σύγχρονοι.
Είθισται οι άνθρωποι να ξεψειρίζουν τις θεωρίες και να τις κάνουν
πατρόν στη σκέψη τους, ιδίως στη συμπεριφορά τους. Με λένε Ρίζο κι όπως θέλω τα
γυρίζω. Η παροιμία εξελίσσεται σε λογότυπο του καιρού μας. Η συνέπεια
αγνοείται, το ίδιο και η σταθερότητα των δρομολογίων. Η παροιμιώδης φράση θα
μπορούσε να αναρτηθεί στα μέσα επικοινωνίας, στις δηλώσεις των πολιτικών, στα
εκλογικά κέντρα. Στους χώρους όπου ο άνθρωπος εξελίσσεται σε ασπόνδυλο ον.
Πρωτοστατούν οι πολιτικολογούντες, που μοιάζουν να έχουν έτοιμες
τις απαντήσεις για κάθε έκβαση, όταν ερωτώνται. Ανάλογα με το πού φυσάει ο
άνεμος. Σαν να τους έχουν δοθεί έτοιμες απαντήσεις από τους φροντιστές τους.
Και οι αυτοδιοικίζοντες παραζαλίστηκαν από τους βοριάδες που φύσηξαν...
Είναι άμωμοι οι πολίτες; Αναμφίβολα όχι. Κουβαλάνε κι αυτοί στο
τσεπάκι τους τον λογότυπο της εποχής.
Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2023
Ευάγγελος Αυδίκος, Ενας αθόρυβος πολίτης, EFSYN, 10 Οκτωβρίου 2023
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές πέρασαν. Εν πολλοίς ξεκίνησαν νωθρά,
προκαλώντας υπνηλία με τον άνευρο ρυθμό τους. Πού εκείνοι οι παλιοί καιροί,
σειόταν ο τόπος από τους Διγενήδες υποψηφίους. Εβγαζαν από νωρίς τη σπάθα τους
από το θηκάρι, έτοιμοι/ες να κόψουν τον γόρδιο δεσμό της οικονομικής καχεξίας.
Ουσιαστικά,
η προεκλογική εκστρατεία για τους περισσότερους διήρκεσε ένα σαρανταήμερο,
αρκετό για να γίνει κατανοητή μια μεγάλη αλλαγή. Το καλοκαίρι ήταν η περίοδος
των εσωτερικών μεταγραφών. Μετακινήσεις και συμφωνίες, που ανανέωσαν τις
συζητήσεις στα καφέ αυξάνοντας τους σφυγμούς.
Και
ενώ στα καφέ η περιέργεια και οι πληροφορίες έδιναν ένα φιλί ζωής στην άτονη
προεκλογική περίοδο, ένας πολίτης αδιαφορούσε για όλα αυτά. Ηταν -είναι- ο
Βαγγέλης. Συνταξιούχος. Δουλεμένος άνθρωπος. Που πάλεψε να σταθεί όρθιος. Τα
πόδια του σαν να είχαν μοτέρ. Γρήγορο, κοφτό και ζωηρό βήμα. Με ένα δοχείο
μεγάλο, στην εξωτερική επιφάνειά του επέμενε, μισοσχισμένη, η μάρκα του
χρώματος που κάποτε φιλοξενούσε.
Τον
έβλεπα να μετακινείται από το ένα δέντρο στο άλλο. Αγόγγυστα. Σταματούσε σε
κάθε δέντρο, το πότιζε και για λίγα δευτερόλεπτα το παρακολουθούσε. Το βλέμμα
του γλύκαινε. Ενα μειδίαμα στα χείλη του έδειχνε την ικανοποίηση που τα δέντρα
του κατάπιναν το νερό. Διψάνε, μουρμουρίζει. Τα κοίταζε κι ένιωθε να ξεδιψάει
κι αυτός, την ώρα που το χώμα ρούφαγε το νερό.
Δίπλα
η θάλασσα. Δροσίζει το κορμί του αλλά και τα δέντρα του. Δυο φορές την ημέρα.
Κανείς δεν τον υποχρέωσε. Ουδείς τον ενθαρρύνει να συνεχίσει. Οι υποψήφιοι
ιδρώνουν τρέχοντας στους δρόμους. Οι δρόμοι τους είναι παράλληλοι προς την
πορεία του Βαγγέλη. Ενδεχομένως, δεν τον γνωρίζουν. Ισως και να αγνοούν την
παρουσία του.
Ο
συνδυασμός μας έχει στο επίκεντρο της προσοχής του το περιβάλλον. Να
αναδασώσουμε το αλσύλλιο. Ο ήχος μακρινός, ίσα που φτάνει στην ακτή. Ο Βαγγέλης
σχεδόν χοροπηδάει, ποτίζοντας τα εκατό δέντρα που φύτεψε με το ίδιο του το
χέρι. Η ακτή γίνεται μια απέραντη πίστα, με μια παράσταση ζωής, που παίζεται το
φθινόπωρο, ανεβαίνει στη σκηνή κάθε δυο μέρες. Με κοιτάζει απορημένος, γιατί το
κάνεις αυτό; Σου το ζήτησε ο δήμος; Το βλέμμα του λοξό, χωρίς έπαρση και
απαίτηση να τον επαινέσουν.
Μου
αρέσουν τα δέντρα. Να έχουν ίσκιο οι άνθρωποι που έρχονται για κολύμπι. Σχεδόν
ψιθυρίζει. Δεν έχω λεφτά να αγοράσω φυτά, προσθέτει. Νιώθει ενοχή για τον
πλάτανο που δεν έχει προκοπή. Να ’ναι καλά οι άνθρωποι. Μα, αν μου ’διναν φυτά.
Αν μου έλεγαν τι να φυτέψω. Δεν θέλω λεφτά, απολογητικός ο τόνος.
Οι
εκλογές ολοκληρώνονται. Σας θέλουμε κοντά μας. Να αναμορφώσουμε την πόλη. Το
ραδιόφωνο επιμένει. Ο Βαγγέλης συνεχίζει να ποτίζει τα δέντρα. Ενας αθόρυβος
πολίτης.
Τρίτη 3 Οκτωβρίου 2023
Ευάγγελος Αυδίκος, Καλσονάτοι και Χαστουκάτοι, EFSYN, 3 Οκτωβρίου 2023
Με τις παλιές ελληνικές
ταινίες δεν ξεμπερδεύεις εύκολα. Κατάφεραν, χωρίς πολλές φιοριτούρες, να δώσουν
μορφή σε πολιτισμικές συμπεριφορές. Και σε νοοτροπίες. Πρωταγωνιστές που
ενσάρκωσαν λαϊκούς και μη τύπους. Ενίοτε, μερικοί τίτλοι έγιναν παροιμιώδεις
φράσεις.
Τρανό παράδειγμα η ταινία «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο». Που ταύτισε το
ματσούκι με τον φρονηματισμό στην εκπαιδευτική διαδικασία. Οπου δεν πίπτει
λόγος πίπτει ράβδος, έλεγαν οι παλιότεροι.
Τα
μάγουλα των μαθητριών, σ’ αυτή την ταινία, ένωσαν τους καθηγητές σε μια
συνομοταξία που θα μπορούσε να ονομαστεί «Οι χαστουκάτοι». Οπλο τους το
χαστούκι, με σκοπό να επιβάλουν την εκπαιδευτική τους εξουσία, η οποία είχε
αμφισβητηθεί. Ακόμη και ο γυμνασιάρχης ένιωσε ξαλαφρωμένος από την
αποτελεσματικότητα της παλάμης.
Το
χαστούκι επανήλθε στον δημόσιο λόγο με όσα έγιναν στον Βόλο, μια πόλη που τη
θεωρώ μικρή μου πατρίδα και συμπάσχω. Λέγονται διάφορα. Ο καθένας το κοντό και
το μακρύ του. Ενα δεν αλλάζει. Εμφανίστηκε η παλάμη του χαστουκίσαντος ως
όργανο αποκατάστασης ενός τρωθέντος συστήματος αξιών. Το θύμα, κατά τον δράστη,
εξύβρισε τη μητέρα του.
Η
προσβολή, συνακόλουθα, εξισορροπείται με αυτοδικία, όποια μορφή κι αν έχει.
Πρόκειται για έναν συλλογισμό που διεκδικεί την αποδοχή από το θυμικό του
ακροατηρίου. Συγκροτείται από αντιλήψεις του παρελθόντος, που επιβιώνουν,
κάποτε σουρεαλιστικά, σε πολλές εκδηλώσεις βίας, ου μην και εγκληματικές.
Η
αποδοχή δε προϋποθέτει έναν άλλο πόλο. Εκείνον της μαλθακότητας. Του σύγχρονου
τρόπου της ζωής. Χάλασε ο κόσμος. Χάθηκαν τα ανδρώδη πρότυπα. Ψεύτισε ο παλιός
κόσμος, που είχε κορόνα στο κεφάλι του την αξιοπρέπεια. Και αποκαθιστούσε την
ατομική και οικογενειακή «τιμή» με βία. Ατιμη κοινωνία, που έλεγε και η Μήτση
Κωνσταντάρα.
Οι
άνθρωποι που βρίσκονται στο στόχαστρο των Χαστουκάτων είναι οι Καλσονάτοι,
ούτως ειπείν. Που έλαβαν το όνομα από το καλσόν, ένα τυπικό υλικό αντικείμενο
της γυναικείας αμφίεσης. Γενικότερα, καλσονάτοι είναι οι παρφουμαριζόμενοι και
ακκιζόμενοι. Αυτοί που χρησιμοποιούν λόγο ήπιο, συγκαταβατικό. Εκείνοι που προτάσσουν
τον διάλογο. Κάποιες φορές, ο όρος μπορεί να εκφράζει διαφοροποιήσεις σε
ανδρώδεις επιλογές.
Βεβαίως,
στους Χαστουκάτους, πλέον, δεν εγγράφονται μόνο άντρες. Τα τελευταία
περιστατικά βίας σε σχολεία ή σε δρόμους, η απόδειξη για την αλλαγή. Κορίτσια εφηβικής
ηλικίας δέρνονται με πρωτοφανή βία. Το ίδιο και τα αγόρια που θεωρούν το
κλοτσοπατινίδι μια άλλη εκδοχή του χαστουκιού. Κικ μποξ και καράτε διεθνοποιούν
τα μέσα άσκησης βίας. Στους Καλσονάτους εντάσσονται όσοι δεν υποτάσσονται στη
δική τους βία.
Η
ελληνική κοινωνία νοσεί βαθιά. Μοιάζει αμήχανη να κατανοήσει όσα συμβαίνουν. Το
δικαίωμα του ατόμου εκφράζεται ως επιθετικότητα. Η χρήση βίας από επώνυμους
γίνεται το ιδεώδες πρότυπο για τα παιδιά. Η εποχή του νεοβαρβαρισμού, παρούσα.
Με πρόφαση τις αξίες του παρελθόντος.