Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

Του Ι. Ν. Μαρκό­πουλου* ,Παράδοση, διεθνισμός και παγκοσμιοποίηση, εφημεριδα των συντακτών,24/12/13

Σε μια εποχή που ο αριστερός διεθνισμός αμήχανα παρατηρεί τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση να επελαύνει ακάθεκτη, εκτοπίζοντάς τον ιδεολογικά –δανειζόμενη μάλιστα και καπηλευόμενη πονηρά αρκετά βασικά του στοιχεία–, μια προσπάθεια γνωριμίας στοιχείων της ελληνικής ιδιοπροσωπίας μπορεί να παρουσιάζει, πράγματι, επίκαιρο ενδιαφέρον. Ιδιαίτερα για την Αριστερά, έχει έρθει ο καιρός να αναγνωρίσει ότι ο διεθνισμός της, όταν δεν συνοδεύεται επίμονα από εθνοκεντρικές θέσεις, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να φέρνει νερό στον μύλο της παγκοσμιοποίησης, επιτρέποντάς της να κατασπαράζει πιο εύκολα τα αποδυναμωμένα από κάθε ταυτότητα θύματά της.

Εδώ βέβαια θα πρέπει με ακόμη μεγαλύτερη σαφήνεια να τονιστεί ότι οι εθνοκεντρικές θεωρήσεις ουδόλως θα πρέπει να αφεθούν να διολισθήσουν σε εθνικιστικές και μισαλλόδοξες ιδεολογίες και πρακτικές, που επικίνδυνα θα αντιστρατεύονταν έναν υγιή διεθνισμό και θα απομάκρυναν την κοινωνία μας από τις τόσο απαραίτητες κοινωνικο-ηθικές έννοιες και αξίες της δημοκρατίας, του αλληλοσεβασμού και της αλληλεγγύης, της ανθρωπιάς, της ισονομίας και της δικαιοσύνης. Αλλωστε, όπως και από άλλη θέση έχω αναφέρει (περιοδικό «Αντί», 870/2-6-2006), «στα πλαίσια του διεθνισμού θα μπορούσε ασφαλώς να ενταχθεί –θα έλεγα μάλιστα σε πλήρη αρμονία με τις ευαισθησίες που διακατέχουν την Αριστερά– η ανθρώπινη αλληλεγγύη, που εκδηλώνεται έξω και πέρα από εθνικές, φυλετικές ή θρησκευτικές περιχαρακώσεις και δικαιώνει ουσιαστικά τον άνθρωπο ως άνθρωπο, χωρίς οποιονδήποτε κατηγορικό προσδιορισμό».

Είναι επίσης σίγουρο ότι πολλά από τα οικολογικά και βιοηθικά, υπό την ευρύτερη έννοια του όρου, προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα ο πλανήτης έχουν την κοινή, διεθνιστικά δημιουργημένη βάση τους στην αλματώδη και ανεξέλεγκτη πλέον ανάπτυξη της τεχνοεπιστήμης. Οπως σίγουρο είναι, επίσης, ότι και η αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, που αφορούν την ανθρωπότητα και ολόκληρο τον πλανήτη, ξεπερνάει τα εθνικά σύνορα των διαφόρων κρατών.

Ισως θα ήταν πράγματι φρόνιμο να ακολουθήσουμε το σύνθημα «Σκέψου παγκόσμια, δράσε τοπικά». Αλλά γιατί όχι –ιδιαίτερα σήμερα στην εποχή των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας– και το σύνθημα «Σκέψου τοπικά και δράσε παγκόσμια». Το ένα άλλωστε συμπληρώνει διαλεκτικά το άλλο. Ισως, επίσης, μέσα από την όσο το δυνατόν πιο βαθιά γνώση της ταυτότητάς μας θα μπορέσουμε να γνωρίσουμε καλύτερα και την ετερότητα και να σκεφτούμε, έτσι, παγκόσμια. Πάντως, όπως και να έχει, η αυτογνωσία φαίνεται να είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσει μια κοινωνία να σκεφτεί και να δράσει τοπικά και παγκόσμια.

Εχουμε επομένως μπροστά μας την πρόκληση της αναζήτησης και παραγωγικής βίωσης βασικών στοιχείων της παράδοσής μας, που σίγουρα μπορούν να δράσουν προστατευτικά απέναντι στον ισοπεδωτικό και καταστροφικό (για την ανθρώπινη αλλά και εθνική –και όχι εθνικιστική– υπόσταση) χυλό της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Από την άλλη μεριά, θα πρέπει να αναλάβουμε, με τη σωστή Παιδεία και εκπαίδευση, το δύσκολο έργο να κάνουμε κατανοητό στους νέους και στις νέες μας ότι η φυσιολογική αγάπη προς τους δικούς τους ανθρώπους, και κατ’ επέκταση προς την πατρίδα τους (και δεν κρύβω εδώ ότι, παρ’ όλα όσα προανέφερα, αισθάνομαι κάπως άβολα χρησιμοποιώντας εδώ τη λέξη «πατρίδα», μην και παρεξηγηθώ, ναι, ακριβώς, όπως το λέω, εκεί μας έχει δυστυχώς καταντήσει η μεγάλη σύγχυση που έχει φωλιάσει στην ελληνική ριζοσπαστική Αριστερά των ημερών μας) δεν σημαίνει μίσος προς τον Αλλο, τον γείτονα, τον οποιονδήποτε συνάνθρωπο. Και ονομάζω δύσκολο το έργο αυτό, γιατί δυστυχώς η προοδευτική, κομματική και κομματικοποιημένη Αριστερά στη χώρα μας επί δεκαετίες τώρα ακολουθεί μανιχαϊστικά τον εύκολο δρόμο τής μη προβολής και υποστήριξης –για να το εκφράσω κόσμια και ήπια– του οτιδήποτε (ανθρώπου, πράγματος ή γεγονότος) σχετίζεται με την προβολή του Ελληνισμού, της Ιστορίας του και του μακραίωνου πολιτισμού του. Εκτυφλωτική άγνοια, σύγχυση ή ανεπίτρεπτη ασέβεια, ακόμη και προς την ίδια της την ιστορία;

Αλλά το «όμαιμον» ουδέποτε υπήρξε –σε αντίθεση με άλλες, εντελώς ξένες προς τον Ελληνισμό, φασιστικές ιδεολογίες– βασικό στοιχείο της ελληνικής, σε οποιαδήποτε περίοδό της, ιδεολογίας. Το «ομόγλωσσον», ναι. Αυτές οι απόψεις θα πρέπει να αρχίσουν να προβάλλονται και να αναλύονται από την αριστερή διανόηση, μπας και μπορέσουμε μέσα από μια ηθική ματιά των πραγμάτων να θεμελιώσουμε τις δημοκρατικές αξίες της αλληλεγγύης και του αλληλοσεβασμού πάνω σε ουσιαστικές βάσεις και όχι, όπως τώρα, πάνω στο αμμώδες έδαφος ενός απλά συνθηματικού λόγου, που τυχαίνει να είναι «in» στο κομματικοποιημένο χρηματιστήριο των ιδεών.


* Καθηγητής Τεχνολογικής και Φιλοσοφικής Θεώρησης της Τεχνοεπιστήμης στο ΠΤΔΕ της Παιδαγωγικής Σχολής του ΑΠΘ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου