Η Ρόουζ Μπάιρν στον ρόλο της Βρισηίδας στην ταινία «Τροία» (2004) του Βόλφγκανγκ Πίτερσεν
Δεν είναι πρωτοφανές το φαινόμενο. Τα ομηρικά έπη, η μυθολογία και οι τραγωδίες ασκούσαν ανέκαθεν – δηλαδή σε κάθε γενιά – μεγάλη γοητεία και τροφοδοτούσαν ποικιλοτρόπως τη λογοτεχνία, ιδίως την πεζογραφία. Τα τελευταία δύο χρόνια ωστόσο, κυρίως στον αγγλόφωνο κόσμο, παρατηρείται μια διακριτή τάση επιστροφής στις δραματουργικές σταθερές του αρχαιοελληνικού κόσμου. Πώς εξηγείται άραγε αυτό; Τον τόνο πάντως δίνουν οι νεότερες γυναίκες συγγραφείς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι απουσιάζουν οι άντρες. Ο,τι ακολουθεί είναι ενδεικτικό και, ασφαλώς, όχι εξαντλητικό στο πεδίο που μπορεί άνετα να ονομαστεί «Αρχαιότητα και φεμινισμός».
Ολοι θυμόμαστε τη συγκεκριμένη σκηνή από την Ιλιάδα, όταν ο συντετριμμένος Πρίαμος ικετεύει τον Αχιλλέα να του δώσει το νεκρό σώμα του Εκτορα ώστε να το θάψει με τις πρέπουσες τιμές. «Κάνω αυτό που κανένας άνθρωπος δεν έκανε πριν από μένα, φιλάω τα χέρια του άντρα που σκότωσε τον γιο μου» λέει, κοντολογίς, ο γέρος βασιλιάς της Τροίας. «Κι εγώ κάνω αυτό που αμέτρητες γυναίκες εξαναγκάστηκαν να κάνουν πριν από μένα, ανοίγω τα πόδια μου στον άντρα που σκότωσε τον σύζυγό μου και τ’ αδέρφια μου». Αυτά είναι τα παραπονεμένα λόγια της Βρισηίδας, της νεαρής πριγκίπισσας της Λυρνησσού, την οποία είχε πάρει ο Αχιλλέας, εάν θυμάστε, ως πολεμικό λάφυρο για το κρεβάτι του. Οσο όμως κι αν τα αναζητήσετε στο πρωτότυπο της Ιλιάδας δεν θα τα βρείτε. Γιατί; Διότι η ίδια δεν είναι ιδιαιτέρως ομιλητική στο ομηρικό έπος ή, για να το θέσουμε κι αλλιώς, δεν βρέθηκε κάποιος να ζητήσει τη γνώμη της για όσα φοβερά συντελούνταν τότε, τα οποία, εδώ που τα λέμε, την αφορούσαν κιόλας…
Μια φεμινιστική Ιλιάδα;
Ωσπου η Πατ Μπάρκερ αποφάσισε να γράψει μια «φεμινιστική Ιλιάδα» (αυτός ο μάλλον υπερβολικός χαρακτηρισμός ανήκει στην Εμιλι Γουίλσον, την πρώτη γυναίκα που μετέφρασε την Οδύσσεια στην αγγλική γλώσσα), να δώσει φωνή στη Βρισηίδα και να την κάνει πρωταγωνίστρια του νέου της μυθιστορήματος, το οποίο κυκλοφόρησε πριν από λίγες ημέρες με τον εξόχως χαρακτηριστικό τίτλο «Η σιωπή των κοριτσιών» (The Silence of the Girls).
Η 75χρονη αγγλίδα συγγραφέας – το 1995 είχε τιμηθεί με το Βραβείο Booker για τον «Δρόμο των φαντασμάτων», το τελευταίο μέρος της περίφημης τριλογίας της για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο – αφηγείται την πτώση της Τροίας και επικεντρώνεται στη μοίρα των γυναικών που βρίσκονται πλέον αιχμάλωτες στα στρατόπεδα των Αχαιών, έρμαια των σεξουαλικών τους ορέξεων. Μέσα ακριβώς από τη δική τους οπτική γωνία αναπλάθεται το γνωστό έπος, με ειρωνική ευελιξία και μοντέρνο ύφος. Αναρωτηθήκαμε άραγε ποτέ τι θα έλεγε λ.χ. η Ανδρομάχη για όσα τράβηξε; Η κεντρική ηρωίδα, πάντως, είναι η Βρισηίδα επειδή, σύμφωνα με την Πατ Μπάρκερ, «αντιπροσωπεύει την πλέον τραγική ιστορία στην Ιλιάδα», καθότι «είναι κυριολεκτικά βασίλισσα τη μία ημέρα, και την επομένη γίνεται σκλάβα».
Η έμπειρη πεζογράφος, η οποία γνωρίζει άριστα τις εμπόλεμες εμπειρίες και έχει παρακολουθήσει με το έργο της τις εσώτερες ψυχικές περιπέτειες των γυναικών, δήλωσε ότι η Ιλιάδα ήταν το βιβλίο που άλλαξε τη ζωή της. «Οπως είχε γράψει και ο Φίλιπ Ροθ στο «Ανθρώπινο στίγμα», ολόκληρη η ευρωπαϊκή λογοτεχνία αρχίζει εδώ, με δύο πανίσχυρους άντρες, τον Αχιλλέα και τον Αγαμέμνονα, να φιλονικούν για μια μικρή κοπέλα την οποία απήγαγαν στη διάρκεια των μαχών. Η ίδια δεν λέει τίποτα. Επομένως, αν είσαι άντρας, όλα αρχίζουν με μια διαμάχη. Αν όμως είσαι γυναίκα, όλα αρχίζουν με τη σιωπή» υπογράμμισε σε μια πρόσφατη συνέντευξή της η Πατ Μπάρκερ. Οταν μάλιστα πρωτοδιάβασε την Ιλιάδα, η σιωπή αυτή την άφησε εμβρόντητη, της προκάλεσε αλγεινή εντύπωση αυτή η ευφράδεια των αντρών και, συγχρόνως, η απόλυτη σιωπή των γυναικών που αποτελούν το αντικείμενο του διαγκωνισμού τους. «Είμαι σίγουρη ότι ακόμα κι ένα καλοπροαίρετο αγόρι μπορεί να διαβάσει το επίμαχο απόσπασμα αλλά να μην προσέξει καν αυτή τη σιωπή. Οι άντρες δεν ακούν τις σιωπές των γυναικών… Οι ήρωες, από τις μυθικές αρχαιοελληνικές φιγούρες μέχρι τους υπερήρωες των σημερινών κινηματογραφικών ταινιών, καταλαμβάνουν υπερβολικό χώρο, δύσκολα διακρίνονται οι γυναίκες ανάμεσά τους».
Η Πατ Μπάρκερ δεν έγραψε το βιβλίο ούτε για να αντικαταστήσει την Ιλιάδα, ούτε για να πει ότι ο Ομηρος ήταν «μισογύνης» και ο Αχιλλέας «χασάπης». Το έγραψε για να ενσταλάξει στο έπος τη θηλυκή ευαισθησία που αδιαμφισβήτητα του λείπει και να αποδείξει ότι εξακολουθεί να μας αγγίζει κατά τρόπο άμεσο, σε μια περίοδο που η επικαιρότητα δίνει δυσοίωνα τις αφορμές της, από τα σκλαβοπάζαρα των γυναικών στον τρίτο κόσμο ή την εσχάτως αιματοβαμμένη Συρία λ.χ. μέχρι τις καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση των γυναικών στον δυτικό κόσμο.
Το κακό κορίτσι της Οδύσσειας
Η 45χρονη Μάντλιν Μίλερ, μολονότι ανήκει σε διαφορετική γενιά από την Πατ Μπάρκερ, έχει ανάλογους προβληματισμούς. Η αμερικανίδα συγγραφέας μπήκε στον λογοτεχνικό χάρτη το 2011 με το πρώτο της μυθιστόρημα, το «Τραγούδι του Αχιλλέα», που απέσπασε το Women’s Prize for Fiction 2012. Επρόκειτο, ουσιαστικά, για μια ανάπλαση της Ιλιάδας με αφηγητή τον Πάτροκλο. Τον περασμένο Απρίλιο κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο της με τίτλο «Κίρκη» (Circe).
Αν η Πηνελόπη είναι το «καλό κορίτσι» της Οδύσσειας, η Κίρκη είναι σίγουρα το «κακό κορίτσι». Αυτό που επιχειρεί η Μίλερ – αναμφίβολα μια ταλαντούχα αφηγήτρια, η οποία έχει στο ενεργητικό της κλασικές σπουδές και ξέρει καλά το υπόβαθρο της αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής αρχαιότητας – είναι να εισχωρήσει στην ψυχολογία μιας παρεξηγημένης γυναίκας. Η Κίρκη, για να μην επεκταθούμε, ήταν μια μάγισσα που ζούσε σε νησί. Από τη στιγμή που είδε την τιμωρία του Προμηθέα, άρχισε να συμπονά περισσότερο τους θνητούς. Στην Οδύσσεια, ως γνωστόν, μεταμορφώνει τους συντρόφους του πολυμήχανου ηγέτη σε χοίρους. Από τον Ομηρο ποτέ δεν μαθαίνουμε τον λόγο ή τους λόγους της. Αλλά γιατί το κάνει αυτό η Κίρκη; Από κακία; Από εκδικητικότητα; ‘Η μήπως επειδή ακόμα προσπαθεί να βρει την ιδανική ισορροπία ανάμεσα στην εμπιστοσύνη που μπορεί να δείξει προς τους άλλους και την αναγκαιότητα να προστατεύσει τον εαυτό της;
Το έπος μιας γυναίκας
Για την κατοπινή της κακή φήμη πάντως, επισημαίνει η Μίλερ, δεν φταίει ο Ομηρος. Από την άλλη μεριά ωστόσο, από όπου και να σταθούμε, δεν ακούμε την Κίρκη. Η συγγραφέας πάσχισε όχι μόνο να βρει τη φωνή της βασικής ηρωίδας του μυθιστορήματός της αλλά και τον σωστό τόνο. «Οι θεοί στην αρχαία ελληνική μυθολογία είναι φρικτά πλάσματα. Εγωιστές, απολύτως προσηλωμένοι στις δικές τους επιθυμίες και εντελώς ανίκανοι να ενδιαφερθούν για τους άλλους. Η Κίρκη, ωστόσο, έχει εξ αρχής την τάση να βοηθάει τους άλλους. Με απασχολούσε πώς είναι να προσπαθείς να γίνεις ένα καλό άτομο τη στιγμή που δεν έχεις κανένα τέτοιο πρότυπο.
Πώς κατασκευάζεις μια ηθική αντίληψη για τον κόσμο όταν προέρχεσαι από ένα ανήθικο περιβάλλον; Η Κίρκη προσπαθεί να βγάλει άκρη με όλα αυτά. Η ίδια είναι μια συναρπαστική προσωπικότητα, συνετή και έξυπνη, η οποία όμως έχει σημασία μόνο στον βαθμό που εξυπηρετεί την ιστορία του Οδυσσέα» σημείωσε η Μίλερ σε μια συνέντευξή της. Η ίδια, στον αντίποδα, θέλησε να γράψει «μια επική ιστορία για τη ζωή μιας γυναίκας», η οποία «είναι η πρώτη μάγισσα της δυτικής λογοτεχνίας» και «ενσαρκώνει την ανησυχία που προκαλεί η γυναικεία δύναμη». Κι αν κάποιος τη ρωτήσει για το είδος της λογοτεχνίας που υπηρετεί, θα απαντήσει περιπαικτικά «μυθολογικός ρεαλισμός».
Εξοδος από την «άδικη αφάνεια»
Τον Μάιο του 2017 η Νάταλι Χέινς, γεννημένη το 1974 στο Μπέρμιγχαμ, δημοσίευσε το μυθιστόρημά της «The Children of Jokasta» (Τα παιδιά της Ιοκάστης). Το βιβλίο της βασίζεται σε δύο αρχαίες τραγωδίες του Σοφοκλή, τον Οιδίποδα Τύραννο και την Αντιγόνη. Εδώ σε πρώτο πλάνο έρχονται η Ιοκάστη και η Ισμήνη, δηλαδή μια μάνα με τη νεότερη κόρη της. Στόχος της συγγραφέως, όπως εξηγεί στον επίλογό της, ήταν να διασώσει αυτές τις δευτερεύουσες ηρωίδες από την «άδικη αφάνεια». Αφηγείται, λοιπόν, τις παράλληλες ιστορίες τους σε εναλλασσόμενα κεφάλαια, δομώντας την πλοκή της με τα εργαλεία της αγωνίας. Αφενός έχουμε τη δεκαπεντάχρονη Ιοκάστη που τη στέλνουν να παντρευτεί τον Λάιο, τον ηλικιωμένο βασιλιά της Θήβας. Αφετέρου έχουμε τη δεκαπεντάχρονη Ισμήνη η οποία αίφνης αντιλαμβάνεται ότι στο παλάτι, ένα μέρος που θεωρούσε το ασφαλές σπίτι της, κάποιος προσπαθεί να τη σκοτώσει.
Στο μυθιστόρημα της Χέινς δεν είναι οι θεοί που προκαλούν τον πόνο και τα βάσανα, όπως συμβαίνει στις αρχαίες τραγωδίες, αλλά η αναπόδραστη αβεβαιότητα και η αμφισημία της ανθρώπινης συνθήκης, η αμφιβολία και ενίοτε ο πανικός που πλακώνει την ύπαρξη των θνητών. Ο τραγικός πυρήνας αυτής της πολύπλοκης υπόθεσης, σύμφωνα πάντα με τη Χέινς, εντοπίζεται περισσότερο στον τρόπο με τον οποίο βιώνει τη μητρότητα η Ιοκάστη, η οποία υπέφερε την απώλεια από πολύ νωρίς στη ζωή της και στο τέλος, έχοντας πλήρως εξαπατηθεί από τους θεούς, αυτοκτονεί.
Τον Αύγουστο του 2017 η 44χρονη Καμίλα Σάμσι, γεννημένη και μεγαλωμένη στο Καράτσι του Πακιστάν, η οποία όμως γράφει στα αγγλικά και ζει πλέον μόνιμα στο Λονδίνο, εξέδωσε το μυθιστόρημά της «Home Fire», εμπνευσμένο από την Αντιγόνη. Με το βιβλίο αυτό (που αναμένεται με τον ελληνικό τίτλο «Κρυφή φωτιά» από τις εκδόσεις Ψυχογιός) κέρδισε το Women’s Prize for Fiction 2018. Η δική της Αντιγόνη λέγεται Ανίκα. Ο δίδυμος αδερφός της, ο Παρβέζ, όταν ανακαλύπτει ότι ο τζιχαντιστής πατέρας του πέθανε καθώς τον μετέφεραν στο Γκουαντάναμο, φεύγει για να δουλέψει στον ενημερωτικό βραχίονα του Ισλαμικού Κράτους κάπου στη Μέση Ανατολή. Η μεγαλύτερη αδερφή τους, η Ισμα (Ισμήνη), τα αποκαλύπτει όλα στις αστυνομικές αρχές. Η Ανίκα την κατηγορεί για προδοσία. Στην πορεία εμφανίζεται ο Εϊμον (Αίμων), ο γιος ενός πανίσχυρου πολιτικού, στο πρόσωπο του οποίου τα δύο κορίτσια θα αναζητήσουν την ευκαιρία να ερωτευτούν αλλά και τον τρόπο να σώσουν τον αδερφό τους, ο επαναπατρισμός του οποίου καθίσταται όλο και πιο σύνθετος. «Η ιδέα για το μυθιστόρημα μού ήρθε όταν ένας σκηνοθέτης του θεάτρου μού πρότεινε να διαβάσω την Αντιγόνη και να σκεφτώ την πιθανότητα να ξαναγράψω το αρχαίο έργο εγγράφοντάς στο σημερινό πλαίσιο» ανέφερε η Σάμσι σε μια συνέντευξή της. Το αποτέλεσμα; Μια μουσουλμάνα Αντιγόνη τοποθετημένη στη σύγχρονη πολυπολιτισμική Μεγάλη Βρετανία. Θέλησε να συνδέσει την τραγωδία του Σοφοκλή με την επικαιρότητα, τις ιστορίες νεαρών βρετανών μουσουλμάνων και τη δύσκολη σχέση τους με το βρετανικό κράτος.
Τον Αύγουστο του 2017 η 44χρονη Καμίλα Σάμσι, γεννημένη και μεγαλωμένη στο Καράτσι του Πακιστάν, η οποία όμως γράφει στα αγγλικά και ζει πλέον μόνιμα στο Λονδίνο, εξέδωσε το μυθιστόρημά της «Home Fire», εμπνευσμένο από την Αντιγόνη. Με το βιβλίο αυτό (που αναμένεται με τον ελληνικό τίτλο «Κρυφή φωτιά» από τις εκδόσεις Ψυχογιός) κέρδισε το Women’s Prize for Fiction 2018. Η δική της Αντιγόνη λέγεται Ανίκα. Ο δίδυμος αδερφός της, ο Παρβέζ, όταν ανακαλύπτει ότι ο τζιχαντιστής πατέρας του πέθανε καθώς τον μετέφεραν στο Γκουαντάναμο, φεύγει για να δουλέψει στον ενημερωτικό βραχίονα του Ισλαμικού Κράτους κάπου στη Μέση Ανατολή. Η μεγαλύτερη αδερφή τους, η Ισμα (Ισμήνη), τα αποκαλύπτει όλα στις αστυνομικές αρχές. Η Ανίκα την κατηγορεί για προδοσία. Στην πορεία εμφανίζεται ο Εϊμον (Αίμων), ο γιος ενός πανίσχυρου πολιτικού, στο πρόσωπο του οποίου τα δύο κορίτσια θα αναζητήσουν την ευκαιρία να ερωτευτούν αλλά και τον τρόπο να σώσουν τον αδερφό τους, ο επαναπατρισμός του οποίου καθίσταται όλο και πιο σύνθετος. «Η ιδέα για το μυθιστόρημα μού ήρθε όταν ένας σκηνοθέτης του θεάτρου μού πρότεινε να διαβάσω την Αντιγόνη και να σκεφτώ την πιθανότητα να ξαναγράψω το αρχαίο έργο εγγράφοντάς στο σημερινό πλαίσιο» ανέφερε η Σάμσι σε μια συνέντευξή της. Το αποτέλεσμα; Μια μουσουλμάνα Αντιγόνη τοποθετημένη στη σύγχρονη πολυπολιτισμική Μεγάλη Βρετανία. Θέλησε να συνδέσει την τραγωδία του Σοφοκλή με την επικαιρότητα, τις ιστορίες νεαρών βρετανών μουσουλμάνων και τη δύσκολη σχέση τους με το βρετανικό κράτος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου