Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

Θεσσαλονίκη: Ο Άγιος Γεώργιος (Σ’ντζόρτζου) των Συρρακιωτών 26 Νοεμβρίου 2012 (12:45 UTC+2)


Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε από το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Γράφτηκε από τον δημοσιογράφο Αποστόλη Ζώη και στηρίζεται στο άρθρο μου για τον Άγιο Γεώργιο Συρράκου ως σημείο που οργανώνει το χώρο και τα συναισθήματα μέσω της διαβατήριας τελετής της εδαφικότητας

Σε μία μοναδική τοποθεσία, που συγκεντρώνει εκείνα τα περιβαλλοντικά και κοινωνικά γνωρίσματα που συνθέτουν την «ταυτότητα» και τη διαμόρφωση των συναισθημάτων των Συρρακιωτών, είναι χτισμένος ο Άγιος Γεώργιος. Ο Σ'ντζόρτζου των Συρρακιωτών, είναι εκείνη η εκκλησία που συμπυκνώνει τα πιο έντονα κι αντιφατικά συναισθήματα: χαρά και άφατη αγαλλίαση το Μάιο, πόνο και θλίψη τον Οκτώβριο με την επιστροφή στον κάμπο.
Όπως αναφέρει σε σχετική μελέτη του ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Ευάγγελος Αυδίκος, η τοποθεσία που επελέγη να χτιστεί ο Σ'ντζόρτζου βρίσκεται στα σύνορα, σχεδόν, με τους Καλαρρύτες, το Παλαιοχώρι και το Προσήλιο. Υπ' αυτή την έννοια, το σύνορο μετασχηματίζεται σε κατώφλι που διευκολύνει την είσοδο στη συρρακιώτικη εδαφικότητα, αν συνυπολογιστεί η προνομιακή θέση αυτής της φυσικής τοποθεσίας για όσους ταξιδεύουν στο Συρράκο. Είναι το πρώτο πλάτωμα που συναντάει ο ταξιδιώτης ύστερα από μια κοπιαστική πορεία που προϋποθέτει το πέρασμα από το μουλαρόδρομο, όπως τον χαρακτηρίζει ο Μαντζήλας ή τις λιθόσκαλες του Πουκεβίλ.
Ο Πουκεβίλ , προσθέτει ο κ. Αυδίκος, περιγράφει με ακρίβεια το φυσικό ανάγλυφο της περιοχής, καθώς ο ταξιδιώτης πορεύεται προς το Συρράκο. Το πλάτωμα του Αγίου Γεωργίου συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις, ώστε να ξεκουραστεί ο πεζοπόρος και να αποκαταστήσει το βιολογικό του ρυθμό που αναστατώθηκε στην ανοδική πορεία. Το πλάτωμα επιβάλλει την ανάπαυλα και διευκολύνει την έκφραση συναισθημάτων ανακούφισης για τον εξαντλημένο ταξιδιώτη. Ωστόσο, ο μετασχηματισμός των ατομικών συναισθημάτων, που αποτελούν τον κανόνα για όλους όσοι ακολουθούν την ίδια διαδρομή, σε κοινωνικά ενεργοποιείται από τη θέα των πατρογονικών οικισμών, του Συρράκου και των Καλαρρυτών, τους οποίους στερήθηκαν κοντά ένα εξάμηνο.
«Η θέση λοιπόν του Αγίου Γεωργίου είναι ένα στρατηγικό σημείο στην οργάνωση του χώρου αλλά και την προστασία της συρρακιώτικης τοπικότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι σ' όλες τις ιστορικές περιόδους επελέγη ως σημείο οργάνωσης της άμυνας» επισημαίνει ο κ. Αυδίκος.
Η συγκεκριμένη τοποθεσία συμπυκνώνει πολλές θετικές ιδιότητες. Βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με την ανοδική σκάλα. Όμως, ακόμη και η μειονεκτικότητά της όσον αφορά το ύψος που προκαλεί τοπικές χιονοπτώσεις, μετασχηματίστηκε σε πλεονέκτημα, καθώς επέβαλε τη δημιουργία σταθμού διαμονής για τους ταξιδιώτες εκείνους που συναντούσαν αρκετό χιόνι στον αυχένα του Αγίου Γεωργίου. «Τότε, χτυπούσαν την καμπάνα και ερχόταν βοήθεια απ' το χωριό. Με σκαπάνια και φτυάρια αναμέριζαν το χιόνι μέχρι τον Άγιο Γεώργιο και απεγκλώβιζαν τους αποκλεισμένους ταξιδιώτες» εξηγεί ο κ. Αυδίκος.Η θέση, ως εκ τούτου, του Αγίου Γεωργίου την καθιστούσε προνομιακή τόσο για το στρατιωτικό έλεγχο του οροπεδίου όσο και για τη δυνατότητα εγκατάστασης σταθμού προστασίας από τα καιρικά φαινόμενα. Το γεωγραφικό ανάγλυφο είναι εκείνο που εμπεριέχει τη μετεξέλιξη μιας φυσικής δυνατότητας σε κοινωνική λειτουργία. Έτσι, οργανώνεται ένας σταθμός πολύτιμος για τη μετακίνηση των ταξιδιωτών.
Το περιστύλιο της εκκλησίας, η οποία σύμφωνα με τον Κρυστάλλη κτίστηκε το 17ο αιώνα από κοινού από Συρρακιώτες και Καλλαρυτιώτες. «προστατεύεται από έναν μεσότοιχο με κολώνες»- περιγράφει ο Πουκεβίλ- στο εσωτερικό του οποίου «βρίσκουμε μια στέρνα, ένα φούρνο, δωμάτια θολωτά και αρκετά για διανυκτέρευση ή ημερήσια παραμονή προσώπων». Η εκκλησία που καταστράφηκε από τους Τούρκους ξανακτίζεται αργότερα. Αυτό το κτίσμα περιγράφει ο Κρυστάλλης. Πρόκειται για χαμηλό ναό που «περικυκλούται υπό εστεγασμένης, ευρυχώρου στοάς».
Σε κάθε περίπτωση, ο σταθμός περιλαμβάνει χώρους για τη διευκόλυνση διανυκτέρευσης ανθρώπων και ζώων, αλλά και της διαμονής επί μακρόν αν το επέβαλαν οι συνθήκες, όπως μαρτυρά η παρουσία του φούρνου και της στέρνας.
Η καμπάνα
Ακόμα, ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας τονίζει ότι η καμπάνα του Άη Γιώργη έχει επωμιστεί το ρόλο του συμβολικού μέσου για τη διάχυση πληροφοριών σε σχέση με την είσοδο ατόμων στην εδαφικότητά τους αλλά και για την κωδικοποίηση συλλογικών αισθημάτων. Ο ρυθμός του χτυπήματος προσδιόριζε και την ποιότητα των αισθημάτων. Όπως ειπώθηκε, το πυκνό και δυνατό χτύπημα προδιέθετε, κατά κανόνα, για υποδοχή αφίξεων, εκτός από την περίπτωση χιονοπτώσεων που ο ήχος υποδήλωνε κίνδυνο και λειτουργούσε προτρεπτικά για τον απεγκλωβισμό των συγχωριανών.
Όμως, από το Μάη έως τα τέλη Οκτωβρίου, η καμπάνα ηχούσε ως άγγελος τακτικών αφίξεων, παλιννόστησης και ανασυγκρότησης της συρρακιώτικης κοινότητας. Σ' αυτό το πλαίσιο, αποδέκτες του ηχητικού μηνύματος ήταν τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου που, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, έρχονταν στο Συρράκο το Μάρτιο διαμένοντας στο οικοτροφείο. Η καμπάνα γι 'αυτά σηματοδοτούσε την επανένταξη στην οικογένεια. Ο πυκνός και δυνατός ήχος ήταν μια ακόμη επιβεβαίωση για την ανασυγκρότηση της τοπικότητας. Συνιστούσε κατάφαση στην τοπικότητα του Συρράκου και ανακούφιση από την έξοδο από τη μεθοριακότητα τόσο του κάμπου όσο και της ανοδικής στράτας. Ήταν μια κατάφαση στο πολιτισμικό τους κεφάλαιο που αναπαραγόταν κάθε καλοκαίρι, ιδίως στα πανηγύρια και τους γάμους όπου επιβεβαιωνόταν και ενισχυόταν το σύστημα συγγένειας και ταυτόχρονα δημιουργούνταν νέες οικογένειες, σημειώνει ο κ. Αυδίκος.
Ως εκ τούτου, η άφιξη στο πλάτωμα του Σ'ντζόρτζου και η οπτική επαφή με το απέναντι απλωμένο Συρράκο αποτελούσε την κατάλληλη στιγμή και τον κατάλληλο χώρο για την έκφραση των προσδοκιών, όπως ήταν η επίκληση του αγίου για τα κορίτσια, ώστε να παντρευτούν αυτό το καλοκαίρι. Η ανοδική στράτα της άνοιξης υποδαύλιζε τα όνειρα και θέρμαινε τις προσδοκίες τόσο για την κοινωνική αναπαραγωγή με τη δημιουργία νέων οικογενειών όσο και για την αναπαραγωγή του ζωικού κεφαλαίου. Όμως, όλα εκτυλίσσονταν με ταχύτητα την άνοιξη. Ήταν από τη μια μεριά τα συναισθήματα θετικά και από την άλλη οι συνθήκες δεν επέτρεπαν τη σπατάλη χρόνου στο οροπέδιο της Μπουλιάνας που ξεκινάει αμέσως μετά το πλάτωμα. Οι αγροφύλακες δεν επέτρεπαν την ελεύθερη βόσκηση, μια και η Μπουλιάνα προοριζόταν για κοφτολίβαδο.
Έτσι, αφού επιτελούσαν τις αναγκαίες τελετουργικές πράξεις, στις οποίες συγκαταλέγονταν και ο μετριασμός της πείνας τους με το π'ρτσ'νούσιου, είδος ραδικιού, διέσχιζαν βιαστικά το οροπέδιο με προορισμό τα βουνά όπου θα οδηγούσαν τα πρόβατα ενώ η υπόλοιπη οικογένεια θα κατευθυνόταν στο σπίτι με το φόβο πάντα και την ελπίδα ότι δεν είχε υποστεί μεγάλη ζημιά το χειμώνα.
Ο Άη Γιώργης συνεπώς ήταν το εδαφικό σημείο, στο οποίο έκλεινε ο καλοκαιρινός χρόνος για τους μετακινούμενους Συρρακιώτες. Είτε με την εγκοίμηση είτε με τη διανυκτέρευση ή με το χτύπημα της καμπάνας ολοκλήρωναν την τελετουργία της εδαφικής διάβασης. Όμως, η καθοδική στράτα ήταν το αντεστραμμένο σχήμα της ανοιξιάτικης. Το φθινόπωρο επιτελούνταν ο αποχωρισμός και η είσοδος στη διαρκή και παρατεταμένη μεθοριακότητα που περιλάμβανε όχι μόνο τη στράτα αλλά και το ξεχείμασμα στον κάμπο, καταλήγει ο κ. Αυδίκος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου