Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2013

Νίκος Μπακουνάκης, Γλωσσικά, ΤΟ ΒΗΜΑ, 15 Σεπτεμβρίου 2013

Η φράση του Πέτρου Μάρκαρη στο ρεπορτάζ της περασμένης Κυριακής για τις μεταφράσεις έργων ελληνικής λογοτεχνίας «οι ξένοι εκδότες κόπτονται για καλά βιβλία και συγγραφείς και όχι για το πανεπιστημιακό σύνδρομο της "νεοελληνικής λογοτεχνίας"»προκάλεσε πολλές συζητήσεις. Είναι μια φράση πέρα για πέρα αληθινή, αφού ως τώρα η «εκτός των τειχών» ελληνική λογοτεχνία είναι αποκλειστικά υπόθεση ανθρώπων που την αγάπησαν πραγματικά. Και αυτοί οι άνθρωποι ήταν κυρίως συγγραφείς και μεταφραστές. Για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, τι θα ήταν ο Καβάφης χωρίς τον Φόρστερ και στη Γαλλία χωρίς τη Γιουρσενάρ, ο Καζαντζάκης χωρίς τον Κίμωνα Φράιερ (που τον πήγε στους Σάιμον εντ Σούστερ), ο Σεφέρης χωρίς τον Κίλι, ο Ρίτσος χωρίς τον Λουί Αραγκόν. Ολοι αυτοί οι μεσολαβητές ήταν έξω από την academia. Και δεν υπάρχει ούτε ένα έργο μεταφρασμένο εντός της academia - αυτό το κατά Μάρκαρη πανεπιστημιακό σύνδρομο της νεοελληνικής λογοτεχνίας - που να έχει συναντήσει το μεγάλο κοινό.

Η αλήθεια είναι ότι οι μικρές λογοτεχνίες - εννοώ λογοτεχνίες σε γλώσσες που μιλιούνται από λίγους - ευνοούνται από την πολιτική και άλλη συγκυρία. Υπάρχει το μεγάλο ευρωπαϊκό παράδειγμα του Κούντερα. Στα καθ' ημάς, ο Βασιλικός. Τώρα, με την οικονομική και κοινωνική κρίση, υπάρχει ζήτηση για λογοτεχνικές μαρτυρίες από την Ελλάδα. Σημασία έχει αν οι συγγραφείς που θα «εξαχθούν» επιβιώσουν. Και αυτό δεν έχει καμία σχέση με εθνική προώθηση. Είναι υπόθεση των ίδιων των συγγραφέων, των εκδοτών τους, των μεταφραστών τους. Η πλήρης αποτυχία των κρατικών πολιτικών για την εξαγωγή της ελληνικής λογοτεχνίας το αποδεικνύει. Αν αυτές οι κρατικές πολιτικές μείνουν στην Ιστορία, θα είναι για τη διασπάθιση μεγάλων κονδυλίων, ιδιαίτερα σ' εκείνη την αλήστου μνήμης διοργάνωση «Ελλάδα, τιμώμενη χώρα» στη Διεθνή Εκθεση της Φραγκφούρτης (μία ακόμη χοντρή αμαρτία του ΠαΣοΚ), όπου θέλαμε μεμιάς να εξαγάγουμε 80 συγγραφείς, στην πλειονότητά τους μπακατέλες. Δεν βλάπτουν οι μεταφράσεις εντός της academia. Αλλά έχουν άλλον στόχο. Εγγράφονται περισσότερο στον συγκριτισμό, στη δημιουργία παραδειγμάτων, στη μελέτη περιπτώσεων (case studies). Κοντολογίς ψυχραιμία και ας μη βαυκαλιζόμαστε με μεγαλοϊδεατικές αναζητήσεις.

ΥΓ.: Η κυρία Ρεπούση καθιερώνεται πλέον σε βουλευτή-πυροτέχνημα (κατά το ιταλικό soprano pirotecnico). Αυτό έχει σχέση όχι τόσο με το αν κατά βάση συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς μαζί της αλλά με την πόζα της και κυρίως με το πώς τεκμηριώνει αυτά που λέει. Φοβάμαι πως λατρεύει τον ιμπρεσιονισμό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου