Τρίτη 6 Απριλίου 2021

Ευάγγελος Αυδίκος, Βατράχια και βουβάλια, ΕΦΣΥΝ, 6 Μαρτίου 2021

 

Διάβαζα κάπου την έκπληξη που δοκίμασε ένας κάτοικος της Αθήνας, γκάγκαρος από προπάππο, με τους ήχους που ανακάλυψε ξαφνικά. Ταξιδεύοντας στην ύπαιθρο και περπατώντας στους αγρούς. Πουλιά που δεν ήξερε παρά μόνο από το Διαδίκτυο. Αντε και από τα καταστήματα ωδικών πτηνών. Τι ωραία λέξη! Ωδικά πτηνά. Μου θυμίζει το Ωδείο. Εξισώνονται οι μουσικοί της φύσης με την ανθρώπινη τέχνη. Που προσπάθησε να κλέψει τη ρυθμικότητα των πουλιών.

Μειδίασα και έμεινα σύννους. Ξενέψαμε. Η φύση έχει γίνει ταπετσαρία στα διαμερίσματα. Εχουμε λησμονήσει γεύσεις, ήχους, εικόνες και χρώματα. Οσο κι αν η πόλη χαρακτηρίζεται ως ο βιότοπος της πολυπολιτισμικότητας, στους ήχους η πόλη είναι μονοπολιτισμική. Η πόλη είναι εχθρική για τα πουλιά. Οι ποιητές της φύσης νιώθουν άβολα. Χάνουν τη διάθεση, δεν ακούγονται, δεν μπορούν να νικήσουν τους θορύβους. Κι ένας καλλιτέχνης που δεν ακούγεται, μαραζώνει.

Ο ήλιος είχε ανεβεί ψηλά, το περπάτημα κόντευε τη μιάμιση ώρα και τότε με καθήλωσε εκείνος ο βραχνός, επαναλαμβανόμενος, μονότονος ήχος. Ενα παρατεταμένο κοάξ! Δεν μου είναι ξένος ο ήχος. Εχει ταυτιστεί με τη ζωή μου. Για πολλά χρόνια ο κοασμός των βατράχων ήταν ο τελευταίος βραδινός ήχος. Η μαγική καληνύχτα που ήθελα.

Με παραξένευε που κάποιες φορές ο κοασμός αποκτούσε ένταση, θα κλείσει η φωνή τους, σκεφτόμουν, και δεν θα μου κάνουν παρέα άλλο βράδυ. Οταν όμως ρώτησα κάποιον γραμματισμένο κι έμαθα τον λόγο, θαύμασα τα βατραχάκια. Κοάζουν δυνατά όταν έρχεται η ώρα της ερωτικής συνομιλίας. Ερωτοτροπούν. Αργότερα που έμαθα για τις καντάδες των ερωτευμένων, υπέθεσα πως κι εδώ οι άνθρωποι αντέγραψαν τον βάτραχο -και τα πουλιά. Κι έτσι προέκυψε η τέχνη.

Η τέχνη απαθανάτισε τον βάτραχο. Στα παραμύθια ο βάτραχος ως μεταμορφωμένος άνθρωπος ερωτεύεται την ωραία δέσποινα. Παριστάνεται ως ο κουασιμόδος του νερού. Χρειάζεται εχεμύθεια για να ανακτήσει την ανθρώπινη ιδιότητα.

Πολλά χρόνια μετά γνώρισα στη Θράκη τα βουβάλια. Ογκώδη ζώα. Και τα δύο είδη χρειάζονται τον βάλτο, τα ελώδη χώματα. Ομως ο κοασμός και η λεπτή φύση του βατράχου υποχωρούν. Δεν μπορούν να συνυπάρξουν με τα βουβάλια, που είναι κυριαρχικά. Δεν αφήνουν μια σταλιά τόπο και γι’ αυτούς.

Οταν μαλώνουν τα βουβάλια, την πληρώνουν τα βατράχια, ισχυρίζεται μια παροιμία. Κάτι θα ξέρει. Ομως αναρωτιόμουν αν ο Αριστοφάνης επέστρεφε στη Γη, θα μπορούσε να γράψει μια καινούργια κωμωδία; Για την τρυφερότητα που λείπει; Για την απουσία κοινωνικής ευαισθησίας; Για όλα όσα χάσαμε αυτά τα χρόνια; Για τον κόσμο όπου τα βουβάλια δεν αφήνουν χώρο για τους άλλους; Κι αυτό χρησιμοποιώντας τη δύναμή τους. Κι αν πατικώσουν κανένα βατραχάκι την ώρα που περιπαθώς καλεί το ταίρι του; Ε, δεν βαριέσαι. Συμβαίνουν αυτά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου