Σε πρόσφατη συζήτηση ο συνομιλητής εξέφρασε το παράπονό του για την τάση που  εκφράζεται μετά τις εκλογές, να ζητιέται αυτοσυγκράτηση από όσους έχουν επιφυλάξεις ή διαφωνούν με αποφάσεις της νέας κυβέρνησης. Γίνεται επίκληση των κρίσιμων στιγμών για την επιβολή «σιωπητηρίου».
   Κατανοώ τη συναισθηματική αντίδραση του συνομιλητή. Η άποψή του έχει βαθιές ρίζες στην κουλτούρα της Αριστεράς, η οποία διατύπωνε τον αντιρρητικό της λόγο, υποστηρίζοντας θαρραλέα τις απόψεις της. Αυτό συνέβαινε στην αντιπολιτευτική περίοδό της. Τι γίνεται στις νέες συνθήκες; Θα σιωπά η Αριστερά στο όνομα ότι διακυβεύεται η εξέλιξη των διαπραγματεύσεων; Θα επιλέγει το σιωπητήριο , όταν διαπιστώνει ότι δεν υλοποιούνται οι προεκλογικές εξαγγελίες;
      Αναμφίβολα η Αριστερά δεν μπορεί να σιωπά, διότι απλώς δεν εγκλωβίζεται ούτε ταυτίζεται με κυβερνητικά σχήματα. Η Αριστερά είναι κοινωνικοί αγώνες. Βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της υποστήριξης των κοινωνικών κινημάτων, των αδυνάμων συμπολιτών μας. Πώς μπορεί, αναρωτιέται ο συνομιλητής, να ξεχάσει όλες αυτές τις προτεραιότητες; Πώς μπορεί να χαρίζεται στα κυβερνητικά στελέχη που αυτός-ή και άλλοι-έχει την αίσθηση ότι η πρακτική τους απέχει από τις προεκλογικές εξαγγελίες;
      Αυτό το αίσθημα είναι κυρίαρχο σήμερα κι εκφράζεται με δυσθυμία ή και με ισχυρό αντιρρητικό λόγο. Ασφαλώς και είναι αναγκαίος ο πολιτικός έλεγχος της κυβέρνησης. Οφείλουμε, όμως, να λάβουμε υπόψη τις τρέχουσες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες, όταν διατυπώνεται η κριτική μας. Πρωτίστως, οφείλουμε να έχουμε αξιόπιστη ενημέρωση. Κάποιες φορές η αντίρρηση είναι βιαστική και στηρίζεται σ’ έναν στείρο αντιπολιτευτικό λόγο που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο. Τρανό παράδειγμα είναι η περίπτωση της Νάντιας Βαλαβάνη, στην οποία ασκήθηκε δριμύτατη, πλην άστοχη, κριτική από συνδικαλιστές. Ακόμη, οφείλει η Αριστερά να ενσωματώσει στον πολιτικό της λόγο και την τακτική, που συνεπάγεται αυτοέλεγχο  στον χρόνο άσκησης της κριτικής. Όταν δίνεται η μάχη αποφυγής του στραγγαλισμού, όλα τα άλλα περιττεύουν.
    Και όσον αφορά τους υπουργούς και άλλα κυβερνητικά στελέχη, ναι, οφείλουν να μιλάνε λιγότερο. Θα αξιολογηθούν όχι από τον τρόπο που τα λένε αλλά από την αποτελεσματικότητά τους στην εφαρμογή του κυβερνητικού προγράμματος.