Η ώρα έχει πάει 2 μετά τα μεσάνυχτα, παραμονή Δεκαπενταύγουστου. Κάτω από τον πλάτανο στην πλατεία των Ασπραγγέλων στο Ζαγόρι 40-50 άνθρωποι χορεύουν σε έναν μεγάλο κύκλο γύρω γύρω από τα όργανα κατά τον τοπικό, ιδιαίτερο τρόπο.
Τα φώτα είναι λίγα και το κλαρίνο γλυκό. Τίποτα δεν είναι παραπάνω, τίποτα δεν είναι ενοχλητικό.
Στα καλά πανηγύρια στα χωριά του Ζαγορίου, στο Πωγώνι, στην Κόνιτσα, αλλά και στα Τζουμέρκα και πίσω, από την άλλη πλευρά της Πίνδου, από τη Σαμαρίνα ώς κάτω το Καρπενήσι σχεδόν, νιώθεις ότι είσαι κι εσύ μέρος, κομμάτι όσων γίνονται.
Κι όπως ισιώνεις και ανατάσσεσαι ξανά εντός σου, εκεί στο μικρό τραπέζι σε μια άκρη, επανέρχεσαι.
Αν μπορούσε να σηκωθεί το βλέμμα σου πάνω από τη χώρα ολόκληρη σαν εκείνη την κίνηση της κάμερας που παρομοιάζει το «μάτι του θεού», θα έβλεπες την ίδια ώρα δεκάδες, εκατοντάδες πλατείες, κάτι τέτοιες νύχτες, γεμάτες από κόσμο ήσυχο, ανθρώπους που μιλάνε ο ένας στον άλλο, ψιλοτρώνε κάτι εύκολο αλλά νόστιμο, πίνουν για να πάρουν λίγη φόρα, χορεύουν όποιοι θέλουν, κοιτάνε γύρω τους, ακούν.
Επανέρχονται. Γιατί τα καλά πανηγύρια δεν είναι ούτε «θεματοφύλακες της παράδοσης» ούτε «κιβωτοί» ούτε τίποτε από όσα λέμε για να τους προσδώσουμε ένα αχρείαστο κύρος και να τα μεγαλώσουμε κάπως. Δεν το χρειάζονται.
Τα πανηγύρια σήμερα, όταν μπορούν να κρατήσουν τις δόσεις και τις ισορροπίες και να τεντώσουν με ειλικρίνεια το νήμα που τα συνδέει με το παρελθόν τους και την καταγωγή του τόπου, αποτελούν ακόμα έναν τόπο συνάντησης κι εν τέλει ένα πεδίο σχέσεων.
Ναι, τα κινητά μας είναι ακόμα ανοιχτά γιατί οι έγνοιες είναι πολλές πίσω στην πόλη και τα αυτοκίνητα μας περιμένουν στη σειρά παρκαρισμένα, λίγο πιο κάτω, για να μας επιστρέψουν στους άλλους τρόπους που έχει η ζωή μας.
Αλλά για λίγο, εκεί στη γιορτή με τα χαμηλά φώτα, τους χαμηλούς ήχους και τις υψηλές δονήσεις της μουσικής, φτιάξαμε ξανά μια σχέση.
Με τους φίλους μας, με τους ξεχασμένους από τη μαθητική μας ηλικία, με τους μετανάστες τους παλιούς και τους νέους που ήρθαν με την άδεια, με τους χωριανούς που έχουμε ξεχάσει το όνομά τους, ακόμα και με τα παιδιά μας που άλλα είναι εδώ κι άλλα έμειναν πίσω και από τα ακουστικά στα αυτιά τους δονούνται σε νέα νήματα, σε άλλες ενώσεις.
Τα καλά πανηγύρια του Αυγούστου μάς δένουν, ακόμα κι αν δεν το ξέρουμε, ακόμα κι αν δεν το είχαμε υπολογίσει, ακόμα κι αν μας κακοφαίνεται λίγο στην αρχή που χαλάει η σειρά μας και ο τρόπος της πόλης. Ασ’ το να κυλήσει…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου