Ο Μιχάλης Πανάς ήταν διοικητής συγκροτήματος λόχου πολυβόλων του ΕΛΑΣ το 1943. Τα ημερολόγια που κράτησε για το αντάρτικο κατά την Κατοχή παρουσιάστηκαν ήδη στην «Εφ.Συν.».
Τώρα παρουσιάζεται το τρίτο μέρος από το δεύτερο ημερολόγιο του Πανά, που περιγράφει περιστατικά από το τέλος του 1944, όταν οι Γερμανοί κατακτητές έχουν ήδη νικηθεί από τους Ελληνες αντάρτες και σταδιακά εγκαταλείπουν τη χώρα.
Και ενώ οι ΕΛΑΣίτες κατεβαίνουν προς την Αθήνα, οι συγκρούσεις των Δεκεμβριανών και η εμπλοκή των Αγγλων, έως τότε, συμμάχων ανακόπτουν τη νικηφόρα πορεία τους.
Λίγους μήνες μετά, τον Φεβρουάριο του 1945, θα αναγκαστούν από τη Συμφωνία της Βάρκιζας να παραδώσουν και τα όπλα τους κλαίγοντας.
Στο τελευταίο μέρος του ημερολογίου του, ο Μιχάλης Πανάς περιγράφει τις μάχες μεταξύ ανταρτών του ΕΛΑΣ και Γερμανών, λίγο πριν εκπνεύσει το 1944...
Βρισκόμαστε στο τέλος του 1944. Ο Μιχάλης Πανάς υπηρετεί στις γραμμές του ΕΛΑΣ τον απελευθερωτικό αγώνα από καινούργιο πόστο, έχοντας αναλάβει στρατιωτικός διοικητής τάγματος.
Η ήττα του γερμανικού στρατού πλησιάζει. Οι ναζί εγκαταλείπουν την Αθήνα στις 12 Οκτωβρίου, οι αντάρτες απελευθερώνουν μακεδονικές πόλεις τη μία μετά την άλλη και η Ελλάδα βαδίζει προς την απόκτηση εθνικής ανεξαρτησίας και την ανασυγκρότηση του κράτους.
Οι θλιβερές αδελφοκτόνες συγκρούσεις των Δεκεμβριανών θα ανακόψουν την πορεία αυτή.
Με την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, τον Φεβρουάριο του 1945, οι αντάρτες του ΕΛΑΣ θα διαταχθούν να παραδώσουν τα όπλα και να συνεχίσουν τη ζωή τους. Κάποιοι θα το κάνουν, άλλοι θα καταφύγουν τελικά στο βουνό για τη συνέχιση του ένοπλου αγώνα - απόφαση που θα οδηγήσει στον αιματηρό Εμφύλιο.
Στο μεταξύ, ο Μιχάλης Πανάς δεν σταματά να καταγράφει σχολαστικά τα νέα της κάθε ημέρας στο μέτωπο.
Τα αποσπάσματα που ακολουθούν ανήκουν στα ημερολόγια που διατηρούσε από την περίοδο της ένοπλης αντίστασης.
Το τάγμα του έχει διαταχτεί να διασχίσει τα βουνά της Πίνδου για να λάβει μέρος σε μία από τις τελευταίες συγκρούσεις με τις γερμανικές δυνάμεις στην περιοχή της Κοζάνης.
Η μάχη που δίνεται στις 4 Οκτωβρίου του 1944 είναι συγκλονιστική και οι Ελληνες υφίστανται σημαντικές απώλειες:
«●1η Οκτωμβρίου, Κυριακή:
Ετοιμαζόμαστε για την κρούση που θα γίνει στις 4 του μηνός.
Ο καιρός χάλασε και οι βροχές φούσκωσαν το ποτάμι Αλιάκμονα που μπορεί να μας κάνει ζημιά._
Η Κοζάνη φαίνεται πολύ καλά από εδώ που είμαστε._
●3η Οκτωμβρίου, Τρίτη:
Στις 7.30 περάσαμε τον Αλιάκμονα. Ολοι οι άνδρες μ’ ενθουσιασμό προχωρούν.
Το μεσημέρι φθάσαμε στην Καισαριά και από εκεί πήγαμε στην Κάτω Κώμη, όπου συναντηθήκαμε με την Δ/ση (σ.σ.: διοίκηση) του Σώματος και υπόλοιπων Σωμάτων.
Εγινε αναγνώρισις και πήραμε τις τελευταίες αποφάσεις.
Στις 20 η ώρα πήγαμε στην Ανω Κώμη και τα μεσάνυχτα ξεκινήσαμε για τη Μεσιανή.
●4η Οκτωμβρίου, Τετάρτη:
Ολη την νύχτα βαδίζουμε. Το φεγγάρι φέγγει καλά τον κάμπο από όπου περνούμε. Στις 5.30 παίρνουμε θέσεις.
Το αριστερό μας ΙΙΙ τάγμα συνεπλάκη προ της καθορισθείσης ώρας και ο εχθρός μάς παίρνει χαμπάρι.
Στις 6 αρχίζη ο βομβαρδισμός και 6.10 γίνεται η επίθεσις.
Οι Λόχοι προχωρούν μετά στο χωριό και οι πρώτες φωτιές αρχίζουν να μπαίνουν.
Ο εχθρός αμύνεται μέσα στα σπίτια και στα χαρακώματα.
Στις 7.30 μας επιτίθεται από τα νότια, η επίθεσή του αποκρούεται.
Το έδαφος είναι τελείως γυμνό και οι σφαίρες θερίζουν.
Ο εχθρός κινείται προς ενίσχυσιν των κυκλωμένων και από Κοζάνη όπου βάζει φωτιά στον Κρόκο και Ανω Κώμη.
Τα τμήματά μας βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Ο εχθρός αμύνεται με πείσμα.
Στο Σ.Δ. (σ.σ.: στρατηγείο διοίκησης) τάγματος φθάνουν πολλοί τραυματίαι καθώς και ο Δ/τής (σ.σ.: διοικητής) του 7ου Λόχου Καλαϊτζής.
Στις 9.30 ενώ τα τμήματά μας βρίσκονται αγγυστρωμένα στο χωριό διατάσσεται σύμπτηξις από Σ.Δ. του Συν/τος (σ.σ.: συντάγματος).
Ο εχθρός μάς επιτίθεται και μέσα σε μία βροχή από διασταυρούμενες σφαίρες συμπτησσόμεθα.
Προσπαθούμε να σπάσουμε τον κλοιό και αψηφώντας το θάνατο φθάνω στον δημόσιο δρόμο όπου μαζύ με τον καπετάνιο του τάγματος σταματάμε τα τμήματα και υποστηρίζουμε την σύμπτηξιν των τμημάτων και του ΙΙΙ τάγματος.
Ο εχθρός προχωρεί στα νώτα μας. Τέλος κατορθώνουμε να τον αποκρούσουμε και να φθάσουμε στο Σπάρτο.
Οι απώλειές μας είναι μεγάλες. Πολλοί τραυματίαι, νεκροί και αγνοούμενοι. Το βράδυ μένουμε στην Καισαριά.
●6η Οκτωμβρίου, Παρασκευή:
Μάθαμε ότι έγιναν αποβάσεις στην Πελοπόννησο.
Οι απώλειές μας από την προχθεσινήν μάχη ανέρχονται σε 7 νεκρούς, 13 αγνοούμενους και 22 τραυματίας».
Ετοιμαζόμαστε για την κρούση που θα γίνει στις 4 του μηνός.
Ο καιρός χάλασε και οι βροχές φούσκωσαν το ποτάμι Αλιάκμονα που μπορεί να μας κάνει ζημιά._
Η Κοζάνη φαίνεται πολύ καλά από εδώ που είμαστε._
●3η Οκτωμβρίου, Τρίτη:
Στις 7.30 περάσαμε τον Αλιάκμονα. Ολοι οι άνδρες μ’ ενθουσιασμό προχωρούν.
Το μεσημέρι φθάσαμε στην Καισαριά και από εκεί πήγαμε στην Κάτω Κώμη, όπου συναντηθήκαμε με την Δ/ση (σ.σ.: διοίκηση) του Σώματος και υπόλοιπων Σωμάτων.
Εγινε αναγνώρισις και πήραμε τις τελευταίες αποφάσεις.
Στις 20 η ώρα πήγαμε στην Ανω Κώμη και τα μεσάνυχτα ξεκινήσαμε για τη Μεσιανή.
●4η Οκτωμβρίου, Τετάρτη:
Ολη την νύχτα βαδίζουμε. Το φεγγάρι φέγγει καλά τον κάμπο από όπου περνούμε. Στις 5.30 παίρνουμε θέσεις.
Το αριστερό μας ΙΙΙ τάγμα συνεπλάκη προ της καθορισθείσης ώρας και ο εχθρός μάς παίρνει χαμπάρι.
Στις 6 αρχίζη ο βομβαρδισμός και 6.10 γίνεται η επίθεσις.
Οι Λόχοι προχωρούν μετά στο χωριό και οι πρώτες φωτιές αρχίζουν να μπαίνουν.
Ο εχθρός αμύνεται μέσα στα σπίτια και στα χαρακώματα.
Στις 7.30 μας επιτίθεται από τα νότια, η επίθεσή του αποκρούεται.
Το έδαφος είναι τελείως γυμνό και οι σφαίρες θερίζουν.
Ο εχθρός κινείται προς ενίσχυσιν των κυκλωμένων και από Κοζάνη όπου βάζει φωτιά στον Κρόκο και Ανω Κώμη.
Τα τμήματά μας βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Ο εχθρός αμύνεται με πείσμα.
Στο Σ.Δ. (σ.σ.: στρατηγείο διοίκησης) τάγματος φθάνουν πολλοί τραυματίαι καθώς και ο Δ/τής (σ.σ.: διοικητής) του 7ου Λόχου Καλαϊτζής.
Στις 9.30 ενώ τα τμήματά μας βρίσκονται αγγυστρωμένα στο χωριό διατάσσεται σύμπτηξις από Σ.Δ. του Συν/τος (σ.σ.: συντάγματος).
Ο εχθρός μάς επιτίθεται και μέσα σε μία βροχή από διασταυρούμενες σφαίρες συμπτησσόμεθα.
Προσπαθούμε να σπάσουμε τον κλοιό και αψηφώντας το θάνατο φθάνω στον δημόσιο δρόμο όπου μαζύ με τον καπετάνιο του τάγματος σταματάμε τα τμήματα και υποστηρίζουμε την σύμπτηξιν των τμημάτων και του ΙΙΙ τάγματος.
Ο εχθρός προχωρεί στα νώτα μας. Τέλος κατορθώνουμε να τον αποκρούσουμε και να φθάσουμε στο Σπάρτο.
Οι απώλειές μας είναι μεγάλες. Πολλοί τραυματίαι, νεκροί και αγνοούμενοι. Το βράδυ μένουμε στην Καισαριά.
●6η Οκτωμβρίου, Παρασκευή:
Μάθαμε ότι έγιναν αποβάσεις στην Πελοπόννησο.
Οι απώλειές μας από την προχθεσινήν μάχη ανέρχονται σε 7 νεκρούς, 13 αγνοούμενους και 22 τραυματίας».
Η απελευθέρωση της Κοζάνης και τα Δεκεμβριανά
Τον Οκτώβριο του 1944 ο πόλεμος εναντίον του κατακτητή οδεύει προς το τέλος του. Αθήνα και Πειραιάς απελευθερώνονται, ενώ οι γερμανικές δυνάμεις αποσύρονται μαζικά από το ελληνικό έδαφος.
Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ και μαζί τους το τάγμα του Μιχάλη Πανά παίρνουν διαταγές να τους χτυπήσουν κατά την αποχώρηση.
«●11η Οκτωμβρίου, Τετάρτη:
Σήμερα η κορούλα μου συμπληρώνει ένα χρόνο και πάει στον δεύτερο.
Ποιος ξέρη το χρυσό μου είναι καλά, ζη;
Η Θωμαΐτσα μου τι γίνεται; Εχω έξη μήνες και ακόμη να πάρω γράμμα της.
Αυτό το ζήτημα με ανησυχεί πολύ.
●13η Οκτωμβρίου, Παρασκευή:
Μεγάλες Γερμανικές Φάλαγγες συμπτήσσονται προς Βορράν. Η Αθήνα ελευθερώθηκε από τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ. και τον Λαό.
●14η Οκτωμβρίου, Σάββατο:
Σήμερα με τον Καπετάνιο πήγαμε αναγνώριση προς Μεταξάν και αφού πλησιάσαμε τον δρόμο 700 μέτρα, παρακολουθούσαμε τους Γερμανούς που φεύγουν.
Το βράδυ μέσα σε μια σκοτεινή νύχτα και με βροχή γυρίσαμε στο Τάγμα.
Ο Πειραιάς ελευθερώθηκε με την σειρά του και αυτός.
●23η Οκτωμβρίου, Δευτέρα:
Το βράδυ το τάγμα κατόπιν Δ/γής (σ.σ.: διαταγής) του αποσπάσματος Σινανίδη θα κτυπήση τον δρόμο.
Με την βοήθεια του Θεού στήνουμε την ενέδρα στα Γερμανικά τμήματα.
Μεγάλες φάλαγγες από Γερμανικά αυτοκίνητα φτάνουν στα Σέρβια αλλά δεν προχωρούν.
Στις 2.30 το πρωί ξεκινούν τα πρώτα αυτοκίνητα, είμαστε έτοιμοι.
Αφήνουμε τα πρώτα και στις 3.30 χτυπάμε με 20 αυτόματα από 200 μέτρα 20 Γερμανικά αυτοκίνητα.
Ο εχθρός δεν απαντά και τα αυτοκίνητα άλλα σταματούν με αναμμένα τα φώτα και άλλα σβηστά.
Μετά την συμπλοκή φεύγουμε τσακισμένοι από την αγωνία και το κρύο και γυρίζουμε στο Βελβενδό.
●26η Οκτωμβρίου, Πέμπτη:
Οι Γερμανοί συνεχώς υποχωρούν προς Βορράν.
●27η Οκτωμβρίου, Παρασκευή:
Τα τμήματά μας συνεχώς επιτίθενται προς Σέρβια. Το πρωί οι Γερμανοί ανατινάζουν τα κτίρια που μένουν και τα τμήματά μας μπαίνουν στα Σέρβια.
●28η Οκτωμβρίου, Σάββατο:
Τέσσερα χρόνια που άρχισε ο πόλεμος για την Ελλάδα. Ευτυχώς έμαθα ότι οι δικοί μου είναι όλοι καλά».
Σήμερα η κορούλα μου συμπληρώνει ένα χρόνο και πάει στον δεύτερο.
Ποιος ξέρη το χρυσό μου είναι καλά, ζη;
Η Θωμαΐτσα μου τι γίνεται; Εχω έξη μήνες και ακόμη να πάρω γράμμα της.
Αυτό το ζήτημα με ανησυχεί πολύ.
●13η Οκτωμβρίου, Παρασκευή:
Μεγάλες Γερμανικές Φάλαγγες συμπτήσσονται προς Βορράν. Η Αθήνα ελευθερώθηκε από τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ. και τον Λαό.
●14η Οκτωμβρίου, Σάββατο:
Σήμερα με τον Καπετάνιο πήγαμε αναγνώριση προς Μεταξάν και αφού πλησιάσαμε τον δρόμο 700 μέτρα, παρακολουθούσαμε τους Γερμανούς που φεύγουν.
Το βράδυ μέσα σε μια σκοτεινή νύχτα και με βροχή γυρίσαμε στο Τάγμα.
Ο Πειραιάς ελευθερώθηκε με την σειρά του και αυτός.
●23η Οκτωμβρίου, Δευτέρα:
Το βράδυ το τάγμα κατόπιν Δ/γής (σ.σ.: διαταγής) του αποσπάσματος Σινανίδη θα κτυπήση τον δρόμο.
Με την βοήθεια του Θεού στήνουμε την ενέδρα στα Γερμανικά τμήματα.
Μεγάλες φάλαγγες από Γερμανικά αυτοκίνητα φτάνουν στα Σέρβια αλλά δεν προχωρούν.
Στις 2.30 το πρωί ξεκινούν τα πρώτα αυτοκίνητα, είμαστε έτοιμοι.
Αφήνουμε τα πρώτα και στις 3.30 χτυπάμε με 20 αυτόματα από 200 μέτρα 20 Γερμανικά αυτοκίνητα.
Ο εχθρός δεν απαντά και τα αυτοκίνητα άλλα σταματούν με αναμμένα τα φώτα και άλλα σβηστά.
Μετά την συμπλοκή φεύγουμε τσακισμένοι από την αγωνία και το κρύο και γυρίζουμε στο Βελβενδό.
●26η Οκτωμβρίου, Πέμπτη:
Οι Γερμανοί συνεχώς υποχωρούν προς Βορράν.
●27η Οκτωμβρίου, Παρασκευή:
Τα τμήματά μας συνεχώς επιτίθενται προς Σέρβια. Το πρωί οι Γερμανοί ανατινάζουν τα κτίρια που μένουν και τα τμήματά μας μπαίνουν στα Σέρβια.
●28η Οκτωμβρίου, Σάββατο:
Τέσσερα χρόνια που άρχισε ο πόλεμος για την Ελλάδα. Ευτυχώς έμαθα ότι οι δικοί μου είναι όλοι καλά».
Ακολουθεί η απελευθέρωση της Κοζάνης από τον ΕΛΑΣ, κορυφαία στιγμή στη ζωή του Μιχάλη Πανά ως στρατιώτη.
Κατατσακισμένοι, οι αντάρτες μπαίνουν στην πόλη υπό τις επευφημίες του πλήθους και σε μεγάλη συναισθηματική φόρτιση.
Εχοντας περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής τους ανάμεσα στις οβίδες και τις λάσπες και βλέποντας τους ελεύθερους πια πολίτες της Κοζάνης να τους υποδέχονται με χαμόγελα ευγνωμοσύνης, νιώθουν ότι οι στερήσεις και οι αγώνες τους δικαιώνονται:
«●29η Οκτωμβρίου, Κυριακή:
Μέσα σ’ ένα τρομερό καιρό κινούμεθα προς Κρανίδια - Γούλες όπου πήραμε διαταγή να πάμε προς Κοζάνη.
Ο Αλιάκμονας έχει φουσκώσει και έτσι είναι αδύνατο να προχωρήσουμε.
Κάνουμε όμως την απόφαση και περνούμε μέχρι το στήθος στο νερό, κολυμπώντας με χίλιους δυο κινδύνους, ώσπου φθάνουμε στην Ανω Κώμη.
●30ή Οκτωμβρίου, Δευτέρα:
Στις 9.30 φεύγουμε για την Κοζάνη. Ολοι οι άνδρες είναι ενθουσιασμένοι. Περνούμε τον Κρόκο.
Παντού ο κόσμος μάς υποδέχεται με ενθουσιασμό.
Λουλούδια γεμίζουν τον δρόμο και χίλιες δυο ευχές. Μας κερνούν κρασί.
Πλησιάζουμε στην Κοζάνη και στις 11.30 μπαίνουμε στην πόλη. Το τι έγινε δεν περιγράφεται.
Η συγκίνησίς μας είναι τόσο μεγάλη.
Ο κόσμος τρελλός από χαρά δεν αφήνει το τάγμα να προχωρήσει.
Κλάμματα, ζωή, γέλια. Το άλογό μου γέμισε από λουλούδια, στεφάνια.
Τα παιδιά τραγουδούν συνέχεια. Φθάνουμε στην πλατεία. Η πόλις αρκετά καλή.
Η μέρα αυτή θα μου μείνει αξέχαστη.
Ολοι οι κόποι ξεχάστηκαν μπρος σ’ αυτήν την υποδοχή.
Μας φιλοξενούν όλους στα σπίτια. Δεν ξέρουν τι να μας δώσουν. Η Εδεσσα είναι ελεύθερη και αυτή.
●31η Οκτωμβρίου, Τρίτη:
Μένουμε στην Κοζάνη. Ο κόσμος ελεύθερος γυρίζει όλη την ημέρα στους δρόμους.
●2η Νοεμβρίου, Πέμπτη:
Η ζωή άρχισε να είναι τόσο καλή. Υστερα από δυο χρόνια βλέπουμε κόσμο.
Το μαλακό κρεββάτι είναι τόσο αναπαυτικό.
●3η Νοεμβρίου, Παρασκευή:
Εστειλα γράμμα στη γυναικούλα μου. Πόσο θα ήθελα να είμαι στην Εδεσσα».
Μέσα σ’ ένα τρομερό καιρό κινούμεθα προς Κρανίδια - Γούλες όπου πήραμε διαταγή να πάμε προς Κοζάνη.
Ο Αλιάκμονας έχει φουσκώσει και έτσι είναι αδύνατο να προχωρήσουμε.
Κάνουμε όμως την απόφαση και περνούμε μέχρι το στήθος στο νερό, κολυμπώντας με χίλιους δυο κινδύνους, ώσπου φθάνουμε στην Ανω Κώμη.
●30ή Οκτωμβρίου, Δευτέρα:
Στις 9.30 φεύγουμε για την Κοζάνη. Ολοι οι άνδρες είναι ενθουσιασμένοι. Περνούμε τον Κρόκο.
Παντού ο κόσμος μάς υποδέχεται με ενθουσιασμό.
Λουλούδια γεμίζουν τον δρόμο και χίλιες δυο ευχές. Μας κερνούν κρασί.
Πλησιάζουμε στην Κοζάνη και στις 11.30 μπαίνουμε στην πόλη. Το τι έγινε δεν περιγράφεται.
Η συγκίνησίς μας είναι τόσο μεγάλη.
Ο κόσμος τρελλός από χαρά δεν αφήνει το τάγμα να προχωρήσει.
Κλάμματα, ζωή, γέλια. Το άλογό μου γέμισε από λουλούδια, στεφάνια.
Τα παιδιά τραγουδούν συνέχεια. Φθάνουμε στην πλατεία. Η πόλις αρκετά καλή.
Η μέρα αυτή θα μου μείνει αξέχαστη.
Ολοι οι κόποι ξεχάστηκαν μπρος σ’ αυτήν την υποδοχή.
Μας φιλοξενούν όλους στα σπίτια. Δεν ξέρουν τι να μας δώσουν. Η Εδεσσα είναι ελεύθερη και αυτή.
●31η Οκτωμβρίου, Τρίτη:
Μένουμε στην Κοζάνη. Ο κόσμος ελεύθερος γυρίζει όλη την ημέρα στους δρόμους.
●2η Νοεμβρίου, Πέμπτη:
Η ζωή άρχισε να είναι τόσο καλή. Υστερα από δυο χρόνια βλέπουμε κόσμο.
Το μαλακό κρεββάτι είναι τόσο αναπαυτικό.
●3η Νοεμβρίου, Παρασκευή:
Εστειλα γράμμα στη γυναικούλα μου. Πόσο θα ήθελα να είμαι στην Εδεσσα».
Η διακαής επιθυμία του Μιχάλη Πανά να σμίξει με την οικογένειά του πραγματοποιείται δύο βδομάδες αργότερα:
«●12η Νοεμβρίου, Κυριακή:
Το βράδυ ήλθε η Θωμαΐτσα μου με την Νανά. Την στιγμή αυτή την περίμενα τόσους μήνες.
Είναι αρκετά καλά το παιδί και η γυναικούλα μου».
Το βράδυ ήλθε η Θωμαΐτσα μου με την Νανά. Την στιγμή αυτή την περίμενα τόσους μήνες.
Είναι αρκετά καλά το παιδί και η γυναικούλα μου».
Μετά από μερικές ξέγνοιαστες μέρες στην Κοζάνη και κατόπιν στη Φλώρινα όπου μεταφέρεται το τάγμα, το ημερολόγιο ξαφνικά σιωπά (22 Νοεμβρίου με 30 Δεκεμβρίου 1944).
Είναι η περίοδος που λαμβάνουν χώρα στην πρωτεύουσα τα Δεκεμβριανά, ένα εκρηκτικό χρονικό διάστημα στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία, οπότε το τάγμα του διοικητή του ΕΛΑΣ Μιχάλη Πανά διατάσσεται να γυρίσει εκ νέου στην Ηπειρο, για λόγους που δεν αποκαλύπτονται στο ημερολόγιο.
Ο γιος του, Σταύρος Πανάς, εικάζει ότι επρόκειτο για εφεδρείες του ΕΛΑΣ σε κοντινή απόσταση από την πόλη των Αθηνών, ώστε να είναι έτοιμες να τον στηρίξουν σε ενδεχόμενη κλιμάκωση της σύρραξης.
Ο Μιχάλης Πανάς περιγράφει από τη μεριά του τα γεγονότα εκείνων των ημερών ως εξής:
«●31η Δεκεμβρίου, Κυριακή:
Πέρασε πολύς καιρός που δεν έχω γράψει.
Σ’ αυτό το διάστημα συνέβησαν τόσα και τόσα γεγονότα που δεν μου έδωσαν τον χρόνο να γράψω.
Στις 8 του μηνός φύγαμε από την Φλώρινα για την Ηπειρο.
Η Θωμαΐτσα μου έφυγε για την Εδεσσα χωρίς να την δω.
Στην Αθήνα μάχονται σκληρά τμήματά μας εναντίον της Ορεινής Ταξιαρχίας και των Αγγλων.
Γίνονται σκληρές οδομαχίες από τις 3 του μηνός.
Η πορεία μας από την Φλώρινα μέχρι το Νεοχώρι κρατά 13 μέρες.
Περνούμε πάνω από την Πίνδο. Σκληρές πορείες, νηστικοί, χιόνια, λάσπες, βροχή.
Τα ζώα περνούν και τέλος φθάνουμε στην Κόνιτσα και εν συνεχεία στην βάση εξορμήσεως.
Στις 21/12 αρχίζει η επίθεσις εναντίον του Ζέρβα.
21 και 22 γίνονται σκληρές μάχες στα υψώματα της Ζούβλας και Μάρμαρα.
Στις 23 του μηνός μπαίνουμε ελευθερωτές στα Γιάννενα. Υποδοχή ένα όνειρο.
Συνεχίζουμε το κυνηγητό και φθάνουμε σε 8 μέρες στην θάλασσα.
Αγγλικός στόλος παίρνει τα υπολείμματα και ο καινούριος χρόνος 1945 βρίσκει την Πρέβεζα ελεύθερη.
Στην Αθήνα συνεχίζονται οι σκληρές μάχες.
Ο Τζώρτσιλ ήλθε για συμβιβασμό αλλά δεν έγινε απολύτως τίποτα».
Πέρασε πολύς καιρός που δεν έχω γράψει.
Σ’ αυτό το διάστημα συνέβησαν τόσα και τόσα γεγονότα που δεν μου έδωσαν τον χρόνο να γράψω.
Στις 8 του μηνός φύγαμε από την Φλώρινα για την Ηπειρο.
Η Θωμαΐτσα μου έφυγε για την Εδεσσα χωρίς να την δω.
Στην Αθήνα μάχονται σκληρά τμήματά μας εναντίον της Ορεινής Ταξιαρχίας και των Αγγλων.
Γίνονται σκληρές οδομαχίες από τις 3 του μηνός.
Η πορεία μας από την Φλώρινα μέχρι το Νεοχώρι κρατά 13 μέρες.
Περνούμε πάνω από την Πίνδο. Σκληρές πορείες, νηστικοί, χιόνια, λάσπες, βροχή.
Τα ζώα περνούν και τέλος φθάνουμε στην Κόνιτσα και εν συνεχεία στην βάση εξορμήσεως.
Στις 21/12 αρχίζει η επίθεσις εναντίον του Ζέρβα.
21 και 22 γίνονται σκληρές μάχες στα υψώματα της Ζούβλας και Μάρμαρα.
Στις 23 του μηνός μπαίνουμε ελευθερωτές στα Γιάννενα. Υποδοχή ένα όνειρο.
Συνεχίζουμε το κυνηγητό και φθάνουμε σε 8 μέρες στην θάλασσα.
Αγγλικός στόλος παίρνει τα υπολείμματα και ο καινούριος χρόνος 1945 βρίσκει την Πρέβεζα ελεύθερη.
Στην Αθήνα συνεχίζονται οι σκληρές μάχες.
Ο Τζώρτσιλ ήλθε για συμβιβασμό αλλά δεν έγινε απολύτως τίποτα».
Οι πειρασμοί της σάρκας και ο δρόμος του γυρισμού
Από την Πρέβεζα, όπου έχει σταλεί με το τάγμα του, ο Μιχάλης Πανάς παρακολουθεί τις προσπάθειες εκτόνωσης της κρίσης των Δεκεμβριανών, αναμένοντας διαταγές για τις επόμενες κινήσεις των ανταρτών.
Συγχρόνως αρχίζει να παλεύει με τον εαυτό του, ώστε να μην απατήσει την αγαπημένη του σύζυγο:
«●1η Ιανουαρίου, Δευτέρα:
Ο καινούριος χρόνος μάς βρίσκει στην Λούτσα. Είναι ένα χωριό στην θάλασσα.
Απέναντί μας είναι η Κέρκυρα, οι Παξοί, η Λευκάδα.
Τον καινούριο χρόνο τον δέχομαι μέσα σ’ ένα μικρό άχαρο δωμάτιο, χωρίς ταβάνι μ’ ένα τζάκι στην μέση.
Ο Αλέκος, Αλέξης, Φρίζος είναι η παρέα μου.
Εξω βρέχει συνεχώς και το μυαλό μου γυρίζει στο σπίτι μου.
Στην γυναικούλα μου, στο κοριτσάκι μου.
Πώς περίμενα να περάσω τις γιορτές κοντά στο σπίτι και τώρα βρίσκομαι τόσο μακριά από την αγάπη μου.
Σου εύχομαι χρόνια πολλά από μακριά.
●5η Ιανουαρίου, Παρασκευή:
[...]Σήμερα αγγλικά αεροπλάνα κατέβηκαν πολύ χαμηλά 70 μέτρα, αλλά ευτυχώς δεν πυροβόλησαν.
●8η Ιανουαρίου, Δευτέρα:
Ουδέν άξιο λόγου. Στην Αθήνα τα τμήματά μας συνεπτύχθησαν βορείως των Αθηνών για ν’ αποφύγει ο άμαχος πληθυσμός τους βομβαρδισμούς και τις σφαγές των Αγγλων.
Μένουμε στην Αμφιλοχία. Σήμερα έγραψα στην γυναικούλα μου.
Η έλλειψις της γυναίκας έγινε πολύ αισθητή.
Τα κορίτσια της περιοχής είναι πολύ ξετσίπωτα. Χρειάζεται μεγάλη θέληση για να κρατηθεί κανείς.
Από την ημέρα που ήλθε η Θωμαΐτσα με την ζεστή της αγκαλιά μού ξύπνησε τις ορμές μου.
●14η Ιανουαρίου, Κυριακή:
Πήγαμε το απόγευμα στο Μεσολόγγι. [...]
Σήμερα η Θωμαΐτσα μου έχει τα γενέθλιά της. Πόσο θα ήθελα να ήμουν κοντά της».
Ο καινούριος χρόνος μάς βρίσκει στην Λούτσα. Είναι ένα χωριό στην θάλασσα.
Απέναντί μας είναι η Κέρκυρα, οι Παξοί, η Λευκάδα.
Τον καινούριο χρόνο τον δέχομαι μέσα σ’ ένα μικρό άχαρο δωμάτιο, χωρίς ταβάνι μ’ ένα τζάκι στην μέση.
Ο Αλέκος, Αλέξης, Φρίζος είναι η παρέα μου.
Εξω βρέχει συνεχώς και το μυαλό μου γυρίζει στο σπίτι μου.
Στην γυναικούλα μου, στο κοριτσάκι μου.
Πώς περίμενα να περάσω τις γιορτές κοντά στο σπίτι και τώρα βρίσκομαι τόσο μακριά από την αγάπη μου.
Σου εύχομαι χρόνια πολλά από μακριά.
●5η Ιανουαρίου, Παρασκευή:
[...]Σήμερα αγγλικά αεροπλάνα κατέβηκαν πολύ χαμηλά 70 μέτρα, αλλά ευτυχώς δεν πυροβόλησαν.
●8η Ιανουαρίου, Δευτέρα:
Ουδέν άξιο λόγου. Στην Αθήνα τα τμήματά μας συνεπτύχθησαν βορείως των Αθηνών για ν’ αποφύγει ο άμαχος πληθυσμός τους βομβαρδισμούς και τις σφαγές των Αγγλων.
Μένουμε στην Αμφιλοχία. Σήμερα έγραψα στην γυναικούλα μου.
Η έλλειψις της γυναίκας έγινε πολύ αισθητή.
Τα κορίτσια της περιοχής είναι πολύ ξετσίπωτα. Χρειάζεται μεγάλη θέληση για να κρατηθεί κανείς.
Από την ημέρα που ήλθε η Θωμαΐτσα με την ζεστή της αγκαλιά μού ξύπνησε τις ορμές μου.
●14η Ιανουαρίου, Κυριακή:
Πήγαμε το απόγευμα στο Μεσολόγγι. [...]
Σήμερα η Θωμαΐτσα μου έχει τα γενέθλιά της. Πόσο θα ήθελα να ήμουν κοντά της».
Δεν είναι ο μόνος. Η Θωμαή Βαλαμίχου-Πανά τρέφει ακριβώς τις ίδιες σκέψεις και αισθήματα, όπως διαβάζουμε στο γράμμα που έστειλε στον άντρα της την ίδια περίοδο από την Αθήνα, όπου είχε κατεβεί με σκοπό να τον συναντήσει, ύστερα από πληροφορίες περί επικείμενης καθόδου των ΕΛΑΣιτών στην πρωτεύουσα.
Το γράμμα, που είχε φυλάξει ο Μιχάλης Πανάς και βρέθηκε μέσα στο ημερολόγιο, δεν φέρει ακριβή ημερομηνία:
«Αγαπημένε μου Μικέλη, σου έχω γράψει δύο γράμματα και φαντάζομαι να τα πήρες.
Αντρούλη μου δεν φαντάζομαι να θύμωσες που έφυγα.
Εκ των υστέρων βέβαια θα με δικαιολογήσεις που έφυγα. Αφού θα ξαναρθήτε πίσω.
Η σκέψις μου δεν φεύγει καθόλου από κοντά σου. Στην Αθήνα γίνονται μεγάλα πράγματα, και δεν ξαίρω πώς θα ξεμπλέξουμε.
Ανδρούλη μου, χωρίς να είσαι δειλός δεν πρέπει να ξεχνάς ότι σε περιμένουμε δύο εδώ πέρα.
Χθες έφαγα το τηλέφωνο για να μπορέσω να σου μιλήσω και ν’ ακούσω τη φωνή σου.
Είμαι πολύ στεναχωρημένη που δεν μπόρεσα να σε φιλήσω εγώ και η μπεμπέκα μου. Θα μου το συγχωρήσεις αυτό;
Αν μείνετε ίσως θα 'ρθώ για λίγες μέρες μόνη μου για να σε χορτάσω. Εχεις χαιρετισμούς απ’ όλους.
Σε φιλούμε με τη Νανά πολλές φορές, και παρακαλούμε το Θεό να 'ρθείς γρήγορα κοντά μας.
Η γυναικούλα σου.
Υ.Γ. Αν βρεις κανέναν, στείλε μου λίγη ζάχαρη και σιμιγδάλι γιατί εδώ τα έκρυψαν όλα.
Σου στέλνω τέσσερις κουραμπιέδες, οι μόνοι που έμειναν.
Είχε κάνει η Ανθούλα για του Νίκου τη γιορτή».
Αντρούλη μου δεν φαντάζομαι να θύμωσες που έφυγα.
Εκ των υστέρων βέβαια θα με δικαιολογήσεις που έφυγα. Αφού θα ξαναρθήτε πίσω.
Η σκέψις μου δεν φεύγει καθόλου από κοντά σου. Στην Αθήνα γίνονται μεγάλα πράγματα, και δεν ξαίρω πώς θα ξεμπλέξουμε.
Ανδρούλη μου, χωρίς να είσαι δειλός δεν πρέπει να ξεχνάς ότι σε περιμένουμε δύο εδώ πέρα.
Χθες έφαγα το τηλέφωνο για να μπορέσω να σου μιλήσω και ν’ ακούσω τη φωνή σου.
Είμαι πολύ στεναχωρημένη που δεν μπόρεσα να σε φιλήσω εγώ και η μπεμπέκα μου. Θα μου το συγχωρήσεις αυτό;
Αν μείνετε ίσως θα 'ρθώ για λίγες μέρες μόνη μου για να σε χορτάσω. Εχεις χαιρετισμούς απ’ όλους.
Σε φιλούμε με τη Νανά πολλές φορές, και παρακαλούμε το Θεό να 'ρθείς γρήγορα κοντά μας.
Η γυναικούλα σου.
Υ.Γ. Αν βρεις κανέναν, στείλε μου λίγη ζάχαρη και σιμιγδάλι γιατί εδώ τα έκρυψαν όλα.
Σου στέλνω τέσσερις κουραμπιέδες, οι μόνοι που έμειναν.
Είχε κάνει η Ανθούλα για του Νίκου τη γιορτή».
(Σ.σ.: Ανθούλα Βαλαμίχου-Σταυριανοπούλου, αδερφή της Θωμαής Βαλαμίχου-Πανά, στο σπίτι της οποίας φιλοξενούνταν στην Αθήνα).
Τον Ιανουάριο του 1945 οι αντιμαχόμενες πλευρές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και της κυβέρνησης Παπανδρέου-βρετανικών δυνάμεων κάνουν ανακωχή και οι αντάρτες διατάσσονται να επιστρέψουν στη Μακεδονία, από όπου είχαν κατέλθει ένα μήνα πριν.
Ο δρόμος της επιστροφής είναι μακρύς και γεμάτος κακουχίες.
Οι άντρες προχωρούν ξυπόλυτοι επί μέρες και υπό εξαιρετικά αντίξοες καιρικές συνθήκες:
Οι άντρες προχωρούν ξυπόλυτοι επί μέρες και υπό εξαιρετικά αντίξοες καιρικές συνθήκες:
«●15η Ιανουαρίου, Δευτέρα:
Το βράδυ ήλθε Δ/γή να γυρίσουμε πίσω. Το πρωί φεύγουμε βιαστικά, περνούμε το ποτάμι και ανταμώνω το τάγμα στο δρόμο.
Γυρίζουμε από το ίδιο δρομολόγιο και μένουμε το βράδυ στο Μαχαλά.
●16η Ιανουαρίου, Τρίτη:
Από χθες έγινε ανακωχή με τους Αγγλους. Το πρωί φεύγουμε και γυρίζουμε το βράδυ στον Καραβασαρά.
Είμαι πολύ κουρασμένος.
●17η Ιανουαρίου, Τετάρτη:
Παραμένουμε εις Καραβασαρά. Στο Ανατολικό οι Ρώσσοι προχωρούν ακάθεκτοι.
●19η Ιανουαρίου, Παρασκευή:
Περνούμε στην Αρτα. Τρώμε πολλά πορτοκάλλια. [...]
●20ή Ιανουαρίου, Σάββατο:
Παραμένουμε στην Φιλιππιάδα. Μεγάλη ξυπολισιά. Μείναν οι μισοί άνδρες στο τάγμα.
Οι άλλοι βαδίζουν ξυπόλυτοι και πηγαίνουν στο νοσοκομείο.
●21η Ιανουαρίου, Κυριακή:
Στις 4.30 το πρωί φύγαμε για τα Γιάννενα. Βρέχει συνεχώς.
Η πορεία μας είναι τρομερή. Ολη την ημέρα βαδίζουμε.
Υστερα από δραματική πορεία 58 χιλιομέτρων φθάνουμε το βράδυ στην Πεδεινή.
Οι αντάρτες τσακίστηκαν. Το βραδυνό μας κατάλυμα είναι μια τρώγλη που βρέχει από παντού.
●22α Ιανουαρίου, Δευτέρα:
Εξω βρέχει συνεχώς. Το μεσημέρι φεύγουμε κάτω από ένα χαλάζι και τρομερό αέρα και φθάνουμε στα Γιάννενα.
Το βραδάκι βγήκα μια βόλτα. Η κίνησις μου κάνει να θυμάμαι παληές μέρες.
Τα ραδιόφωνα, η κίνησις, οι κινηματογράφοι με κάνουν να στέκουμαι σε μια γωνιά και μέσα από τους καπνούς του τσιγάρου μου να θυμάμαι την Θωμαΐτσα μου.
Ποιος ξέρει, πήρε το γράμμα μου;
Η επίθεσις συνεχίζεται ραγδαία στο Ανατολικό μέτωπο.
●23η Ιανουαρίου, Τρίτη:
Ολη την νύκτα χιόνιζε. Το πρωί βγήκε “ήλιος με δόντια”.
Ποιος ξέρει πώς θα περάσουμε την Πίνδο.
Το πρωί κάναμε κομματικό ακτίφ των στελεχών του Συν/τος και μας μίλησε για την κατάσταση που βρισκόμεθα ο σύντροφος Μάδρος της Μεραρχίας.
Ο αγώνας προμηνύεται σκληρός. Το Αγγλικό Κεφάλαιο δεν υποκύπτει εύκολα.
Το απόγευμα νέα σύσκεψις των Δ/σεων Συν/τος, και Ταγ/των για την αντιμετώπισιν της καταστάσεως».
Το βράδυ ήλθε Δ/γή να γυρίσουμε πίσω. Το πρωί φεύγουμε βιαστικά, περνούμε το ποτάμι και ανταμώνω το τάγμα στο δρόμο.
Γυρίζουμε από το ίδιο δρομολόγιο και μένουμε το βράδυ στο Μαχαλά.
●16η Ιανουαρίου, Τρίτη:
Από χθες έγινε ανακωχή με τους Αγγλους. Το πρωί φεύγουμε και γυρίζουμε το βράδυ στον Καραβασαρά.
Είμαι πολύ κουρασμένος.
●17η Ιανουαρίου, Τετάρτη:
Παραμένουμε εις Καραβασαρά. Στο Ανατολικό οι Ρώσσοι προχωρούν ακάθεκτοι.
●19η Ιανουαρίου, Παρασκευή:
Περνούμε στην Αρτα. Τρώμε πολλά πορτοκάλλια. [...]
●20ή Ιανουαρίου, Σάββατο:
Παραμένουμε στην Φιλιππιάδα. Μεγάλη ξυπολισιά. Μείναν οι μισοί άνδρες στο τάγμα.
Οι άλλοι βαδίζουν ξυπόλυτοι και πηγαίνουν στο νοσοκομείο.
●21η Ιανουαρίου, Κυριακή:
Στις 4.30 το πρωί φύγαμε για τα Γιάννενα. Βρέχει συνεχώς.
Η πορεία μας είναι τρομερή. Ολη την ημέρα βαδίζουμε.
Υστερα από δραματική πορεία 58 χιλιομέτρων φθάνουμε το βράδυ στην Πεδεινή.
Οι αντάρτες τσακίστηκαν. Το βραδυνό μας κατάλυμα είναι μια τρώγλη που βρέχει από παντού.
●22α Ιανουαρίου, Δευτέρα:
Εξω βρέχει συνεχώς. Το μεσημέρι φεύγουμε κάτω από ένα χαλάζι και τρομερό αέρα και φθάνουμε στα Γιάννενα.
Το βραδάκι βγήκα μια βόλτα. Η κίνησις μου κάνει να θυμάμαι παληές μέρες.
Τα ραδιόφωνα, η κίνησις, οι κινηματογράφοι με κάνουν να στέκουμαι σε μια γωνιά και μέσα από τους καπνούς του τσιγάρου μου να θυμάμαι την Θωμαΐτσα μου.
Ποιος ξέρει, πήρε το γράμμα μου;
Η επίθεσις συνεχίζεται ραγδαία στο Ανατολικό μέτωπο.
●23η Ιανουαρίου, Τρίτη:
Ολη την νύκτα χιόνιζε. Το πρωί βγήκε “ήλιος με δόντια”.
Ποιος ξέρει πώς θα περάσουμε την Πίνδο.
Το πρωί κάναμε κομματικό ακτίφ των στελεχών του Συν/τος και μας μίλησε για την κατάσταση που βρισκόμεθα ο σύντροφος Μάδρος της Μεραρχίας.
Ο αγώνας προμηνύεται σκληρός. Το Αγγλικό Κεφάλαιο δεν υποκύπτει εύκολα.
Το απόγευμα νέα σύσκεψις των Δ/σεων Συν/τος, και Ταγ/των για την αντιμετώπισιν της καταστάσεως».
Μετά από πολλούς μήνες σχεδόν συνεχούς μετακίνησης και εχθροπραξιών, οι μαχόμενοι έχουν λίγο ελεύθερο χρόνο ξεκούρασης και μπορούν να ξεχάσουν προσωρινά τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις.
Το ημερολόγιο του Μιχάλη Πανά ξεδιπλώνει καθημερινές στιγμές από τη ζωή των ανταρτών σε μια ανάπαυλα από τα καθήκοντά τους:
«Το βράδυ πηγαίνουμε με τον Αλέκο και τον Παλαιολόγον στον κινηματογράφο.
Υστερα από δύο χρόνια ξαναβλέπω έργο. Το έργο λέγεται “Η ζωή μου σου ανήκει”.
Το έργο δεν είναι και τόσο σπουδαίο αλλά το ότι ύστερα από τόσο καιρό ξαναπηγαίνω, μου ξυπνά ένα καινούργιο άνθρωπο.
Πόσες ωραίες στιγμές περνούσαμε με την Θωμαΐτσα.
Τώρα είσαι τόσο μακριά και όμως σ’ αγαπώ τόσο πολύ.
Ποτέ μου δεν φανταζόμουν ότι τόσο θ’ αγαπούσα την γυναίκα μου».
Υστερα από δύο χρόνια ξαναβλέπω έργο. Το έργο λέγεται “Η ζωή μου σου ανήκει”.
Το έργο δεν είναι και τόσο σπουδαίο αλλά το ότι ύστερα από τόσο καιρό ξαναπηγαίνω, μου ξυπνά ένα καινούργιο άνθρωπο.
Πόσες ωραίες στιγμές περνούσαμε με την Θωμαΐτσα.
Τώρα είσαι τόσο μακριά και όμως σ’ αγαπώ τόσο πολύ.
Ποτέ μου δεν φανταζόμουν ότι τόσο θ’ αγαπούσα την γυναίκα μου».
Πόλεμος δεν είναι μόνο οι μάχες, η έχθρα ΕΛΑΣιτών και ΕΔΕΣιτών, οι διαταγές των ανωτέρω. Είναι και η έλλειψη σαρκικής επαφής, η καταπίεση των ορμών.
Οι αντάρτες, ανεξαρτήτως στρατοπέδου, βαθμού και οικογενειακής κατάστασης, διψούν για έρωτα.
Ωστόσο, ένας ανάμεσά τους, σαν λύκος της στέπας, αντιστέκεται στον πειρασμό της γυναικείας σάρκας:
«Μετά τον κινηματογράφο η παρέα προτείνει να πάμε στον οίκο ανοχής. Βρήκαμε σήμερα 300 δρχ. και έτσι...
Αφήνω τους δύο να παν και εγώ γυρίζω στο σπίτι ευχαριστημένος γιατί αγαπώ τόσο πολύ την Θωμαΐτσα μου.
Δυο χρόνια δεν την απάτησα, γιατί λοιπόν τώρα να την ξεχάσω;
Πώς αύριο που θα την βρω θα της πω ότι έμεινα πιστός, άλλωστε και αυτή δεν υποφέρει όπως και εγώ;
Ετσι, τραγουδώντας ένα τραγούδι, αφήνω την παρέα να πάει στα “κορίτσια”, ενώ εγώ γυρίζω σπίτι για να γράψω στο ημερολόγιό μου.
Πολλές φορές αναρωτιέμαι, στο διάστημα αυτό η Θωμαΐτσα μου κοίταζε κανέναν άλλο;
Σ’ αυτό το θέμα, φυσικά, μπορεί να με ξεχάσει μόνο επειδή την άφησα τόσο καιρό μόνη».
Αφήνω τους δύο να παν και εγώ γυρίζω στο σπίτι ευχαριστημένος γιατί αγαπώ τόσο πολύ την Θωμαΐτσα μου.
Δυο χρόνια δεν την απάτησα, γιατί λοιπόν τώρα να την ξεχάσω;
Πώς αύριο που θα την βρω θα της πω ότι έμεινα πιστός, άλλωστε και αυτή δεν υποφέρει όπως και εγώ;
Ετσι, τραγουδώντας ένα τραγούδι, αφήνω την παρέα να πάει στα “κορίτσια”, ενώ εγώ γυρίζω σπίτι για να γράψω στο ημερολόγιό μου.
Πολλές φορές αναρωτιέμαι, στο διάστημα αυτό η Θωμαΐτσα μου κοίταζε κανέναν άλλο;
Σ’ αυτό το θέμα, φυσικά, μπορεί να με ξεχάσει μόνο επειδή την άφησα τόσο καιρό μόνη».
Η εξαντλητική πορεία του γυρισμού από τις ακτές του Ιονίου ώς τη Μακεδονία συνεχίζεται.
Από τη Λούτσα της Πρέβεζας, όπου βρισκόταν την 1η Ιανουαρίου 1945, το τάγμα του Μιχάλη Πανά φτάνει στο Μεσολόγγι, μέσω χωριών -Ριζά, Μεγαδένδρι, Μυρσίνη, Φιλιππιάδα, Χαλκιάδες, Κομπότι, Αμφιλοχία, Στάνος, Μαχαλάς, Σκουρτού, Πρόδρομος, Πεντάλοφος και Αιτωλικό (από όπου κατάγεται και ο ίδιος)-, κι από κει καταλήγει στη Σιάτιστα Κοζάνης την 5η Φεβρουαρίου, μέσω Καραβασαρά, Κρίκελου, Αρτας, Φιλιππιάδας, Ιωαννίνων, Λιγοψάς, Καλπακίου, Μεσοβουνίου, Κόνιτσας, Πυρσόγιαννης, Κάλτσικου, Επταχωρίου, Πεντάλοφου, Αγίου Σωτήρα, Τσωτυλίου, Νεάπολης και Καλονερίου.
Μια βασανιστική περιπέτεια που αποφορτίζεται μόνο μέσα από λίγες γουλιές κρασιού στις μικρές σποραδικές ανάπαυλες:
«●24η Ιανουαρίου, Τετάρτη:
Ο Κόκκινος Στρατός προχωρεί ραγδαία στην Γερμανία. Ο καιρός είναι απαίσιος, συνεχώς χιονίζει.
●25η Ιανουαρίου, Πέμπτη:
Σήμερα μας μίλησε σε συγκέντρωση του Συν/τος ο Μέραρχος και ο Καπετάνιος της Μεραρχίας.
Σήμερα βρέχει συνεχώς. Αύριο φεύγουμε για την Μακεδονία.
●26η Ιανουαρίου, Παρασκευή:
Αφήνουμε τα Γιάννενα. Συνεχώς χιονίζει. Το βράδυ φθάνουμε στην Λιγοψά. Καλό κρασί και όλα περνούν.
●27η Ιανουαρίου, Σάββατο:
Αφήνουμε την Λιγοψά. Βρέχει συνεχώς. Περνούμε το Καλπάκι και φθάνουμε στο Μεσοβούνι.
Καλή φωτιά και κρασί. Σε κάθε χωριό αφήνουμε και ζώα.
●28η Ιανουαρίου, Κυριακή:
Αφήνουμε το Μεσοβούνι και μέσα σε τρομερή βροχή φθάνουμε στην Κόνιτσα.
Βρίσκω τον κουμπάρο (σ.σ.: Παντελής Κυριακίδης). Εχουμε καλό κατάλυμα.
●29η Ιανουαρίου, Δευτέρα:
Μένουμε στην Κόνιτσα για να ξεκουρασθούμε.
Αύριο θα πάρουμε τον δρόμο για την Πίνδο. Από το μεσημέρι άρχισε να χιονίζει.
●30ή Ιανουαρίου, Τρίτη:
Ολη την νύχτα χιόνιζε. Το πρωί έχουμε ήλιο. Φεύγουμε για την Πυρσόγιαννη.
Κάνει τρομερό κρύο. Τα ζώα προχωρούν πολύ δύσκολα.
Το βράδυ περνούμε πολύ καλά στην Πυρσόγιαννη.
●31η Ιανουαρίου, Τετάρτη:
Το πρωί συνεχίζουμε. Η παγωνιά είναι τρομερή. Με πολύ κόπο βαδίζουμε επάνω στον πάγο.
Βαδίζουμε πολύ δύσκολα, το χιόνι περνά το μέτρο. [...]
●2α Φεβρουαρίου, Παρασκευή:
Σήμερα είναι η χειρότερη μέρα της πορείας μας. Το χιόνι είναι πολύ και τα βαριά υλικά θα τα μεταφέρουμε στον ώμο.
Αναγκαστικά παίρνω το γυλιό μου στην πλάτη. Είναι αρκετά βαρύς και μάλιστα που για πρώτη φορά τον παίρνω.
Παίρνουμε τον ανήφορο. Το χιόνι περνά τα 2μισι μέτρα. Προχωρούμε μέσα σ’ ένα άσπρο χαράκωμα.
Οι άνδρες με δυσκολία κουβαλούν τους όλμους και τα πολυβόλα.
Στο δρόμο συναντούμε πολλά συνεργεία που καθαρίζουν το χιόνι.
Επί τέλους φθάνουμε στην ψηλότερη κορυφή και αντικρύζουμε το Σινιάτσικο και τ’ άλλα γνωστά μας βουνά.
Είμαστε πια στην Μακεδονία».
Ο Κόκκινος Στρατός προχωρεί ραγδαία στην Γερμανία. Ο καιρός είναι απαίσιος, συνεχώς χιονίζει.
●25η Ιανουαρίου, Πέμπτη:
Σήμερα μας μίλησε σε συγκέντρωση του Συν/τος ο Μέραρχος και ο Καπετάνιος της Μεραρχίας.
Σήμερα βρέχει συνεχώς. Αύριο φεύγουμε για την Μακεδονία.
●26η Ιανουαρίου, Παρασκευή:
Αφήνουμε τα Γιάννενα. Συνεχώς χιονίζει. Το βράδυ φθάνουμε στην Λιγοψά. Καλό κρασί και όλα περνούν.
●27η Ιανουαρίου, Σάββατο:
Αφήνουμε την Λιγοψά. Βρέχει συνεχώς. Περνούμε το Καλπάκι και φθάνουμε στο Μεσοβούνι.
Καλή φωτιά και κρασί. Σε κάθε χωριό αφήνουμε και ζώα.
●28η Ιανουαρίου, Κυριακή:
Αφήνουμε το Μεσοβούνι και μέσα σε τρομερή βροχή φθάνουμε στην Κόνιτσα.
Βρίσκω τον κουμπάρο (σ.σ.: Παντελής Κυριακίδης). Εχουμε καλό κατάλυμα.
●29η Ιανουαρίου, Δευτέρα:
Μένουμε στην Κόνιτσα για να ξεκουρασθούμε.
Αύριο θα πάρουμε τον δρόμο για την Πίνδο. Από το μεσημέρι άρχισε να χιονίζει.
●30ή Ιανουαρίου, Τρίτη:
Ολη την νύχτα χιόνιζε. Το πρωί έχουμε ήλιο. Φεύγουμε για την Πυρσόγιαννη.
Κάνει τρομερό κρύο. Τα ζώα προχωρούν πολύ δύσκολα.
Το βράδυ περνούμε πολύ καλά στην Πυρσόγιαννη.
●31η Ιανουαρίου, Τετάρτη:
Το πρωί συνεχίζουμε. Η παγωνιά είναι τρομερή. Με πολύ κόπο βαδίζουμε επάνω στον πάγο.
Βαδίζουμε πολύ δύσκολα, το χιόνι περνά το μέτρο. [...]
●2α Φεβρουαρίου, Παρασκευή:
Σήμερα είναι η χειρότερη μέρα της πορείας μας. Το χιόνι είναι πολύ και τα βαριά υλικά θα τα μεταφέρουμε στον ώμο.
Αναγκαστικά παίρνω το γυλιό μου στην πλάτη. Είναι αρκετά βαρύς και μάλιστα που για πρώτη φορά τον παίρνω.
Παίρνουμε τον ανήφορο. Το χιόνι περνά τα 2μισι μέτρα. Προχωρούμε μέσα σ’ ένα άσπρο χαράκωμα.
Οι άνδρες με δυσκολία κουβαλούν τους όλμους και τα πολυβόλα.
Στο δρόμο συναντούμε πολλά συνεργεία που καθαρίζουν το χιόνι.
Επί τέλους φθάνουμε στην ψηλότερη κορυφή και αντικρύζουμε το Σινιάτσικο και τ’ άλλα γνωστά μας βουνά.
Είμαστε πια στην Μακεδονία».
Εν τω μεταξύ, στην Ευρώπη η προέλαση του κόκκινου στρατού με την ταυτόχρονη συντριβή του Χίτλερ συνεχίζεται.
Στο ημερολόγιο του Μιχάλη Πανά στις 3 Φεβρουαρίου 1945 διαβάζουμε:
«Οι Ρώσσοι απέχουν 70 χλμ. από το Βερολίνο.
Στην Αθήνα αρχίσαν διαπραγματεύσεις ειρήνης με την κυβέρνηση Πλαστήρα».
Στην Αθήνα αρχίσαν διαπραγματεύσεις ειρήνης με την κυβέρνηση Πλαστήρα».
Τρεις ημέρες μετά το ημερολόγιο τελειώνει και έξι ημέρες αργότερα, στις 12 Φεβρουαρίου 1945, υπογράφεται η συμφωνία της Βάρκιζας.
Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ διατάσσονται να παραδώσουν τα όπλα τους και να αποστρατευτούν.
Ολα έχουν τελειώσει. Το ημερολόγιο δεν έχει πια λόγο ύπαρξης και κρύβεται μαζί με άλλα ντοκουμέντα και φωτογραφίες της εποχής στο υπόγειο του σπιτιού.
Θα παραμείνει εκεί για τα επόμενα εξήντα πέντε χρόνια.
Η αποστράτευση
Οι μαχητές της Εθνικής Αντίστασης παίρνουν χαρτί αποστρατείας και ετοιμάζονται να γυρίσουν στις εστίες τους.
Ο Μιχάλης Πανάς επιστρέφει στην οικογένειά του ώς το 1946, οπότε καλείται να υπηρετήσει εκ νέου.
Στον Εμφύλιο που ακολουθεί βρίσκεται στο πλευρό του εθνικού στρατού να πολεμάει κάποιους από τους πρώην συναγωνιστές του.
Στα «πέτρινα» χρόνια που ακολουθούν, ο Μιχάλης Πανάς μπαίνει στο στόχαστρο του κράτους της Δεξιάς ως πρώην μέλος του στρατού του ΕΛΑΣ και παρακολουθείται από την Ασφάλεια.
Το 1966 εγκαθίσταται με την οικογένειά του μόνιμα στη Θεσσαλονίκη. Κατά τη διάρκεια της χούντας εκδιώκεται από το στράτευμα, έχοντας συμμετάσχει στο κίνημα του βασιλιά Κωνσταντίνου για την ανατροπή της δικτατορίας των συνταγματαρχών, τον Δεκέμβριο του 1967.
Κατά τη Μεταπολίτευση, επί κυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή, αποκαθίσταται στον στρατό με τον τιμητικό βαθμό του ταξίαρχου, και το 1986, επί κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου, προάγεται σε στρατηγό.
Εναν χρόνο νωρίτερα έχει χάσει την πρωτότοκη κόρη του Νανά από καρκίνο και λίγα χρόνια μετά θα χτυπηθεί από τη νόσο του Αλτσχάιμερ, από την οποία θα φύγει το 1997.
Η σύζυγός του, Θωμαή Βαλαμίχου-Πανά, θα τον ακολουθήσει το 2004, νικημένη από την ίδια νόσο.
Εως τη στιγμή που θα βρει τα δύο τετράδια ο γιος τους Σταύρος, κανείς δεν γνωρίζει την ύπαρξη των ημερολογίων που κρατούσε ο Μιχάλης Πανάς από την εποχή που υπηρετούσε στον ΕΛΑΣ.
Ούτε η γυναίκα του Θωμαή, δέκτης των πολυάριθμων γραπτών εκδηλώσεων αγάπης που αναβλύζουν από τα κείμενα.
Εκτοτε, ο Σταύρος Πανάς θα αρχίσει να διασταυρώνει γεγονότα και πρόσωπα, φωτογραφίες και χάρτες, για να συνθέσει μια πληρέστερη εικόνα από την περίοδο στην οποία ο πατέρας του βρέθηκε να διακινδυνεύει τη ζωή του στα βουνά της Πίνδου για την απελευθέρωση της πατρίδας.
Ο καθρέφτης ενός οράματος
Τα ημερολόγια του Μιχάλη Πανά αντικατοπτρίζουν μέρος της Ιστορίας μας. Τη γενναιότητά μας ως λαού να αντιστέκεται με το μέγιστο κόστος στον ξένο κατακτητή, αλλά και τη διχόνοια που χαρακτηρίζει την ιδιοσυγκρασία των Ελλήνων διαχρονικά, η οποία οδήγησε τους ίδιους τους αντιστασιακούς να μάχονται με λύσσα μεταξύ τους, αντί του κοινού εχθρού.
Η ίδια διχόνοια τους εμπόδισε να συνδράμουν ενωμένοι στην ανοικοδόμηση της πατρίδας μετά την καταστροφή που υπέστη κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Με το τέλος της Κατοχής, ο Μιχάλης Πανάς επέλεξε να μη συμμετάσχει στη συνέχιση της αντίστασης και παρέδωσε το όπλο του.
Είχε ονειρευτεί, μαζί με χιλιάδες συναγωνιστές του, την απελευθέρωση της χώρας όχι μόνο από τον ξένο κατακτητή, αλλά και από το άδικο κοινωνικό σύστημα στο οποίο ζούσε, πιστεύοντας ότι παλεύει για τη δημιουργία ενός καλύτερου, πιο ανθρώπινου, απαλλαγμένου από καταπίεση συστήματος, στο οποίο όλοι οι Ελληνες θα ζούσαν ενωμένοι, με γνώμονα τη δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη.
Το όνειρό του δεν πραγματοποιήθηκε. Το αίμα των μαχητών του ΕΛΑΣ που αντιστάθηκαν έφερε νέο αίμα μεταξύ μαχητών που συνέχισαν να αντιστέκονται, εμπνεόμενοι από το υψηλό ιδανικό μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας -τόσο υψηλό που αποδείχτηκε εκ των υστέρων άπιαστο- και πρώην μαχητών, που προτίμησαν υπέρ όλων την ειρήνη.
Ωστόσο αμφότεροι, μέλη του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας και πρώην μέλη του ΕΛΑΣ και έπειτα του Εθνικού Στρατού, πίστεψαν κάποτε με την ίδια θέρμη στο ίδιο όραμα, μιας ελεύθερης και δικαιότερης Ελλάδας.
Ηταν η εποχή που ο Μιχάλης Πανάς έγραφε στο ημερολόγιό του, στις 20 Ιουλίου του 1944, απευθυνόμενος στην αγαπημένη του σύζυγο:
«Θωμαΐτσα μου, τι γίνεσαι; Με θυμάσαι όπως εγώ; Κουράγιο, ο δίκαιος αγώνας μας τελειώνει.
Θα βρεθούμε μια μέρα και σφίγγοντάς σε στην αγκαλιά μου θα σου πω: “Τώρα βρισκόμαστε και πάλι μαζύ.
Σ’ αγαπώ περισσότερο από κάθε άλλη φορά, σ’ έκανα να υποφέρης τόσο.
Δώσε μου την μεγάλη σου αγάπη και ευτυχισμένοι ας χαρούμε αυτήν την νέαν κοινωνία που δημιουργήσαμε”».
Θα βρεθούμε μια μέρα και σφίγγοντάς σε στην αγκαλιά μου θα σου πω: “Τώρα βρισκόμαστε και πάλι μαζύ.
Σ’ αγαπώ περισσότερο από κάθε άλλη φορά, σ’ έκανα να υποφέρης τόσο.
Δώσε μου την μεγάλη σου αγάπη και ευτυχισμένοι ας χαρούμε αυτήν την νέαν κοινωνία που δημιουργήσαμε”».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου