Κυριακή 15 Μαρτίου 2020

Γ. Ν. Περαντωνάκης, Η φωνή της Ηπείρου , Ευάγγελος Αυδίκος. Οδός Οφθαλμιατρείου. Μυθιστόρημα. Εστία, 2019. Σελ. 214, Επιμέλεια: Μισέλ Φάις, ΕΦΣΥΝ, 14-15 Μαρτίου 2020,


Ευάγγελος Αυδίκος

Μυθιστορήματα στηριγμένα σε λογοτεχνικές μορφές έχουμε άφθονα στην Ελλάδα. Ο Φίλιππος Φιλίππου γράφει τις «Τελευταίες ημέρες του Κωνσταντίνου Καβάφη» (2003) και τον «Ερωτευμένο Ελύτη» (2012) για τους ομώνυμους ποιητές, για τον πρώτο από τους οποίους έγραψαν και η Ερση Σωτηροπούλου («Τι μένει από τη νύχτα», 2015) όπως και ο Θωμάς Κοροβίνης («Σκίρτημα ερωτικόν», 2017).
Ο ίδιος πεζογράφος έγραψε «Το πρώτο φιλί» (2015) κι ο Μισέλ Φάις την «Ελληνική αϋπνία» (2004) για τον Γεώργιο Βιζυηνό, ο Κώστας Μουρσελάς το «Στην άκρη της νύχτας» (2011) με ήρωα στην ουσία τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, ο Κώστας Αρκουδέας γράφει «Το χαμένο Νόμπελ» (2015) για τον Νίκο Καζαντζάκη, ο Σταύρος Κρητιώτης το «Δολοφόνος ο κύριος Ροΐδης;» (2017) για τον Εμμανουήλ Ροΐδη, και άλλοι πολλοί.



Είναι τέτοια η αίγλη της λογοτεχνίας μας ή οι δημιουργοί της έχουν τόσο ιδιαίτερη ζωή που προκαλούν μυθοπλαστικές περιπέτειες κι αφορμές για προβληματισμό; Μήπως είναι ένας εύσχημος τρόπος να αναδείξει το κείμενο τις αυτοαναφορικές πλευρές του, καθώς μέσω της ζωής του λογοτέχνη ο συγγραφέας στοχάζεται για την τέχνη και τους λαβυρίνθους της; Ή η ζωή του διάσημου δημιουργού ενέχει πρότυπα μίμησης για τους νεότερους;
Ο Ευάγγελος Αυδίκος θέτει στο κέντρο του μυθιστορήματός του τον παραγκωνισμένο Κώστα Κρυστάλλη, όχι όμως με τους όρους μιας κλασικής και αναμενόμενης βιογραφίας. Με σοφά πελεκημένα και αρμοσμένα τα υλικά της αφήγησης φτιάχνει δύο επίπεδα λόγου που αντικατοπτρίζονται το ένα στο άλλο και αντιστικτικά δείχνουν πώς το παρελθόν μπορεί να αρδεύσει το παρόν, αλλά και το παρόν να δει τον εαυτό του στις άδηλες αξίες του παρελθόντος.
Στον 21ο αιώνα ο Ελληνοαμερικανός Κρυστ/Κριστ (Χρήστος) είναι πολλά υποσχόμενο στέλεχος στην αμερικανική χρηματοοικονομική ζωή, αλλά αποφασίζει να γυρίσει στην Ελλάδα ψάχνοντας τον εαυτό του. Οδηγό του έχει -απρόσμενα- τον Ηπειρώτη ποιητή από τα Γιάννινα που έρχεται το 1889 στην Αθήνα για να σπουδάσει.
Η διαλεκτική των δύο ηρώων ξεδιπλώνεται πολύ έντεχνα, με τον Κρυστ να περιδιαβαίνει την πόλη και τον Κρυστάλλη να ζει τη δική του περιπέτεια της φτώχειας και της προόδου. Οι λόγοι των δύο, είτε σε μορφή εσωτερικού μονολόγου, υφοποιημένου με διακειμενικές στίξεις από στίχους του ποιητή, είτε σε μορφή επιστολών, συντήκονται σε ένα λεκτικό παλίμψηστο.
Ο λόγος έτσι του 19ου αιώνα, προσπαθεί να δείξει ο Ευάγγ. Αυδίκος, δεν είναι παρωχημένος, αλλά ο ορεινός του αέρας έχει να δώσει στον σημερινό κάτοικο της πόλης πολύτιμες αύρες. Δεν είναι μόνο ο Κρυστ που στοιχειώνεται -ξύπνιος και κοιμισμένος- από τα οράματα του Κώστα Κρυστάλλη, αλλά και η αγαπημένη του Φωτεινή διδάσκει τον έρωτα μέσω της ποίησής του και ξαναζωντανεύει τη φωνή και τα αισθήματα του ποιητή.
Το ερώτημα που θέτει το βιβλίο είναι ποιο νόημα μπορεί να φέρει στη σύγχρονη, βιομηχανοποιημένη, μετανεωτερική εποχή μας ένας ορεινός ποιητής, «του βουνού και της στάνης», που πέθανε 26 χρόνων, άρρωστος από το μελάνι του τυπογραφείου όπου δούλευε.
Μια πρώτη απάντηση αφορά τον συμβολισμό του ως ποιητή των ξεριζωμένων που έχασαν -άθελά τους- το βουνό για τις χαρές του κάμπου. Ικανοποιεί μια τέτοια απάντηση, ειδικά αν σκεφτούμε ότι το σχολείο δεν διδάσκει τον Κ. Κρυστάλλη; Μια δεύτερη απάντηση συνδέει το άγονο παρόν με τις ρίζες του παρελθόντος, ειδικά της ηπειρώτικης γης, ενός κόσμου δηλαδή όπου οι προνεωτερικές αξίες χάθηκαν όσο η εποχή μας «εκσυγχρονιζόταν».
Η Ηπειρος, γενέτειρα και του Ευάγγ. Αυδίκου (από την Πρέβεζα), είναι η ιδιαίτερη πατρίδα των Μιχάλη Γκανά, Γιώργου Κοτζιούλα, Θανάση Τζούλη, Σπυρίδωνα Λάμπρου, Μιχαήλ Περάνθη κ.ά. Είναι λοιπόν η επάνοδος στον γενέθλιο τόπο ή μάλλον στο τοπικό πολιτισμικό πεδίο που μπορεί να αποτελέσει αντίβαρο στον υδροκεφαλισμό της πρωτεύουσας ή και στον τεχνοκρατισμό της παγκοσμιοποίησης (θυμίζω ότι ο Κρυστ είναι Ελληνοαμερικανός); Αδηλο.
Εντέλει, μπορεί η επιστολική μορφή να κάνει την αφήγηση νωχελική και απλόκαμη, μπορεί η εμμονή ενός σύγχρονου ανθρώπου με τον Κρυστάλλη να φαίνεται υπερβολική, αλλά αυτό που μένει από το βιβλίο είναι η συναισθηματική κατάβαση της ηπειρώτικης φύσης και της λυρικής αγάπης στα αστικά υπόγεια και στη σημερινή κοινωνία.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου