Σάββατο 1 Ιουλίου 2017

Στέφανος Ροζάνης*, Ο αρθρογράφος ως διαμεσολαβητής, EFSYN,26.6.17


Ρ ι ζ ο σ π α σ τ ι κ έ ς     Α ν α γ ν ώ σ ε ι ς

Ερωτας και εξέγερση

Ελεγε ο Καζαντζάκης ότι δεν ανήκει στους συγγραφείς που γράφουν με το μυαλό τους ούτε σ’ αυτούς που γράφουν με την ψυχή τους, αλλά σε εκείνους που γράφουν με τα νεφρά τους.
Ετσι και με τον Περικλή Κοροβέση. Βιολογική η γραφή του· γράφει αυτό που είναι και ταυτόχρονα γίνεται αυτό που είναι, πιστός στον παλιό παππού (Πίνδαρο) «γέννοιο οίος έσσι μαθών»: μάθε και γίνε αυτό που είσαι.
Ο Περικλής γράφει απλά, κατανοητά, κατέχοντας καλά το θέμα που πραγματεύεται -αυτό γιατί σέβεται τους αναγνώστες, τη λαϊκή αγωνία, αλλά και τα παιχνιδίσματα του κορμιού του και του πνεύματός του. Γραφή λιτή κι απείθαρχη σε ακαδημαϊσμούς και γραμματικούς κανόνες (παρότι δεν τους παραβιάζει), ελεύθερη και ανεξάρτητη· γραφή αντάρτισσα και παιχνιδιάρα - επινεφρίδια!
Η καθημερινότητα είναι η ίδια η ζωή του συγγραφέα την οποία μεταφέρει μετά από πολλή ανάλυση στο χαρτί της εφημερίδας. Ψάχνει τη λεπτομέρεια και κυρίως ενδιαφέρεται για τις ιστορικές και ιδεολογικές παρεκκλίσεις· αυτές τον γοητεύουν και τον προσκαλούν στα μυστήριά τους και στη δική τους σαγήνη. Η ουσία βρίσκεται στη διαφορά, η ετερότητα δίνει νόημα στην ταυτότητα.
Ξέχασα (;) να σημειώσω πόσο ερωτικός συγγραφέας είναι - καθόλου μετριοπότης, το αντίθετο. Μια ζωή ψάχνει τους χαμένους και τους «τρελούς», τους εξεγερμένους και τις ωραίες γυναίκες, τον βελτιωμένο πνευματικά και συναισθηματικά άνθρωπο. Ολα αυτά τα γράφει με θάρρος και αγάπη· πολλή αγάπη.
Επιμέλεια: Γιώργος Σταματόπουλος
Το βιβλίο του Περικλή Κοροβέση, το οποίο θα επιχειρήσω εν συντομία να παρουσιάσω, με αναγκάζει να μιλήσω για τον Κοροβέση όχι ως συγγραφέα, με την κλασική έννοια του όρου, δηλαδή ως συγγραφέα μυθοπλασιών και ειδών μυθοπλασίας, όπως κατ' ουσίαν είναι, αλλά ως αρθρογράφο.
Και βέβαια, η διαφορά μεταξύ του συγγραφέα-μυθοπλάστη και του συγγραφέα υπό την ιδιότητα του αρθρογράφου είναι μεγάλη, μιας και η μυθοπλασία διαφέρει κατά το είδος από την αρθρογραφία ή, εν πάση περιπτώσει, η λειτουργία και απεύθυνση των δύο ειδών είναι ασφαλώς απολύτως διακριτές και ως πρόθεση και ως είδος γραφής.
Η αρθρογραφία, παρά την οξύτητα που μπορεί να διαθέτει και παρά την ιδεολογική μαχητικότητα και καθαρότητά της, είναι μια διαμεσολάβηση. Δηλαδή, διαμεσολαβεί ανάμεσα στο έντυπο μέσο επικοινωνίας και τον αναγνώστη του.
Αυτό σημαίνει ότι η αρθρογραφία δεν μπορεί να αυτοπροσδιορίζεται ως είδος γραφής, όπως για παράδειγμα ένα διήγημα ή ένα μυθιστόρημα, αλλά ο οποιοσδήποτε προσδιορισμός της έχει κατ' επέκταση αντίκτυπο στο μέσο επικοινωνίας και μάλιστα ηχηρό αντίκτυπο, αφού παρέχει τη δυνατότητα μιας διαφορετικής ύπαρξης και λειτουργίας στο μέσο επικοινωνίας.
Με αυτό θέλω να πω ότι η αρθρογραφία δεν είναι η καταγραφή των πάσης φύσεως γεγονότων που συμβαίνουν, δεν είναι δηλαδή η καταγραφή ειδήσεων ή η έκφραση γνώμης, όπως απαιτεί η λειτουργία του σχολιασμού των γεγονότων και των ειδήσεων, αλλά είναι ένα εργαλείο παρέμβασης, ένας έλεγχος κριτικός της πληροφορίας, μια διαρκής αναζήτηση πολιτιστικού προτύπου, το οποίο έχει τη δυνατότητα να εισβάλλει μέσα στο κοινωνικό γεγονός και να το αποκαλύπτει ερμηνεύοντάς το στη βάση των αξιακών κλιμάκων του αρθρογράφου.
Και ακριβώς με αυτή την έννοια η αρθρογραφία διαμεσολαβεί μεταξύ του μέσου επικοινωνίας και του αναγνώστη του: ως ανάδειξη αξιακών κλιμάκων που επηρεάζουν ουσιαστικά τη δομή των γεγονότων και διερμηνεύουν την πληροφορία ως «κοινωνία ανθρώπων», για να μεταχειριστώ κάποια μάλλον κλασική έκφραση.
Αυτή η διαρκής αναζήτηση πολιτιστικού προτύπου και αυτή η αγωνία, θα έλεγα, ανάδειξης αξιακών κλιμάκων χαρακτηρίζουν με καθαρότητα την αρθρογραφία του Περικλή Κοροβέση, τον ψυχικό, συναισθηματικό και γνωστικό μόχθο που ο Κοροβέσης καταβάλλει προκειμένου να διαμεσολαβήσει ανάμεσα στο μέσο επικοινωνίας και τον αναγνώστη του μέσου.
Ας μου επιτραπεί εδώ να παραθέσω μια απαξιωτική για τα μέσα μαζικής επικοινωνίας απόφανση του Φρίντριχ Νίτσε, προκειμένου, μέσα από την εν συνόλω απαξίωση ενός είδους μαζικής επικοινωνίας, να επιχειρήσω τη διατύπωση μιας θετικής αντίληψης για τον τρόπο και τη λειτουργία της αρθρογραφίας στη σημερινή αδιέξοδη προοπτική των μετανεωτερικών μας κοινωνιών και πολιτικών πραγμάτων.
Εγραψε ο Νίτσε: «Το δημοσιογραφικό έντυπο παίρνει τώρα τη θέση της παιδείας και όποιος εξακολουθεί να έχει αξιώσεις για μόρφωση στηρίζεται πια -έστω κι αν είναι ο ίδιος επιστήμονας- σε αυτό το ενδιάμεσο κολλητικό στρώμα που στοκάρει τους αρμούς ανάμεσα σε κάθε κοινωνική τάξη, σε κάθε τέχνη, σε κάθε επιστήμη και που είναι τόσο στέρεο και σίγουρο όσο μόνο το δημοσιογραφικό έντυπο μπορεί να είναι. Στην εφημερίδα κορυφώνονται οι ιδιότυποι μορφωτικοί στόχοι της εποχής μας».
Η απόφανση του Νίτσε είναι τραγικά αληθής. Τουλάχιστον σήμερα περισσότερο από το παρελθόν δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Πράγματι, κάτω από τους όρους και τις συνθήκες της μετανεωτερικότητάς μας, της παγκοσμιοποιημένης τάξης πραγμάτων, της μαζοκοινωνίας και της μαζοκουλτούρας, την οποία η μαζοκοινωνία εκτρέφει και διαρκώς ενισχύει παντοιοτρόπως, η αξίωση της μόρφωσης, η αξίωση της εξάπλωσης της μόρφωσης, εκβάλλει σχεδόν αποκλειστικά στη «δημοσιογραφική κοίτη», διαμορφώνοντας ένα διαδεδομένο είδος αναγνώστη, ο οποίος, μολονότι μπορεί να είναι ο ίδιος επιστήμονας, στηρίζει την αξίωσή του για μόρφωση στο μέσο μαζικής επικοινωνίας: στην εφημερίδα που είναι, για να χρησιμοποιήσω τη νιτσεϊκή ορολογία, «ο υπηρέτης της στιγμής».
Και όμως, μέσα από τη δραματική προειδοποίηση του Νίτσε μπορούμε να ανασύρουμε ένα πολιτιστικό κοίτασμα κατάφασης και θετικότητας για την εποχή μας των στερεοτύπων και των ομοιωμάτων, τόσο των κοινωνικών όσο και των πολιτιστικών: την αξίωση της μόρφωσης και της εξάπλωσης της μόρφωσης, έξω όμως, και πέρα από τη δομή της συστημικής γνώσης που οι θεσμοί επιβάλλουν ως εργαλεία χρήσης, δημιουργώντας εργαλειακούς επιστήμονες, οργανικούς διανοουμένους και επαγγελματίες της πληροφόρησης και της επικοινωνίας.
Τα λέω αυτά, διότι πιστεύω ότι, στις πράγματι δημιουργικές της στιγμές, η αρθρογραφία μπορεί να υπηρετήσει τις αξιώσεις για μόρφωση, ενάντια στις θεσμοθετημένες μορφές της γνώσης, της ακαδημαϊκής διαστροφής και της εργαλειακής χρήσης των κοινωνικών, πολιτικών, οικονομικών θεωριών, με το πρόσχημα της εξυπηρέτησης του κοινού αγαθού που είναι η παιδεία και η μόρφωση.
Αλλωστε, έχω τη βεβαιότητα ότι το εγχείρημα του Κοροβέση να λειτουργήσει ως αρθρογράφος ενός μέσου μαζικής επικοινωνίας είναι να υπηρετήσει, με τον δραστικότερο δυνατό τρόπο, την αξίωση της μόρφωσης και της εξάπλωσης της μόρφωσης αντισυστημικά, έστω και αν η ίδια η δομή του μέσου είναι η δομή εκείνη που υπηρετεί τη στιγμή.
Ο Κοροβέσης το ομολογεί απερίφραστα στο προλογικό κείμενο του βιβλίου του. Γράφει για τα αρθρογραφήματά του: «Είναι απλώς μαρτυρίες μιας εποχής, και η όποια αξία τους έγκειται στο κατά πόσον ερμηνεύουν και εξηγούν εκείνη τη στιγμή».
*Καθηγητής Φιλοσοφίας, συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου