Τον μπάρμπα του, τον πατέρα της ψυχανάλυσης Ζίγκμουντ Φρόιντ, τον ξέρουν και οι πέτρες. Τον Εντουαρντ Μπερνέζ, αντίθετα, τον κρυφό αρχιτέκτονα της μοντέρνας καταναλωτικής κοινωνίας, τον μάστορα της προπαγάνδας και της χειραγώγησης του όχλου και έναν από τους κορυφαίους συν-διαμορφωτές όχι μόνο της καθημερινότητάς μας, αλλά και του στρεβλού τρόπου με τον οποίο «ζυγίζουμε» τους εαυτού(ληδέ)ς μας και τους γύρω μας, δεν τον γνωρίζει σχεδόν κανείς.
Αυτό, άλλωστε, είναι το μυστικό των πραγματικών «εγκεφάλων», που πάντα κρύβονται πίσω από τους πολιτικούς και οικονομικούς μας ηγήτορες: δεν τους πιάνει το μάτι σου, ακόμη και την ώρα που σ’ το βγάζουν...
Τον Μπερνέζ τον «ανακάλυψα» πριν από λίγα χρόνια, όταν πρωτοείδα το καταπληκτικό ντοκιμαντέρ του BBC «Century of the Self» (Ο Αιώνας του Εαυτού) –μια ανατριχιαστική ανάλυση για την κυριαρχία του ατομισμού σε βάρος του συνόλου στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, ξεκινώντας από τη «μαμά Αμερική» και προχωρώντας ακτινωτά σε ολόκληρο τον «ελεύθερο κόσμο».
Στην πορεία, καθώς διάβαζα όλο και περισσότερο για την ιστορία της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στις κρίσιμες δεκαετίες του 1950 και ’60, για τα κατά παραγγελία πραξικοπήματα της CIA στις «μπανανίες» της Λατινικής Αμερικής και τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες του Κόλπου, τον έβρισκα συνεχώς μπροστά μου -συνήθως ως «σύμβουλο δημοσίων σχέσεων» των μεγάλων αμερικανικών επιχειρηματικών ομίλων που ανεβοκατέβαζαν (κι ακόμα ανεβοκατεβάζουν) κυβερνήσεις.
Γιατί τις κυβερνήσεις και τους λαούς δεν τους χειραγωγούν μόνο με τα τανκς και τα αεροπλάνα –αυτός είναι ο παλιός τρόπος, στον οποίον καταφεύγουν οι μεγάλες δυνάμεις μόνο όταν αποτυγχάνουν οι ψυχολογικές επιχειρήσεις, τα «psy-ops», όπως τα λένε οι πράκτορες στη γλώσσα τους.
Γιατί, όπως είδαμε το περασμένο καλοκαίρι ξανά, αλλά και γενικώς τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας, τα καλύτερα πραξικοπήματα, τα πιο φτηνά και αποτελεσματικά, γίνονται μέσα στα μυαλά μας.
Ο Μπερνέζ, που λέτε, δεν ήταν γέννημα θρέμμα Αμερικάνος. Στη Βιέννη γεννήθηκε, το 1891 -παιδί Εβραίων, που μεγάλωσε μιλώντας στο σπίτι του γερμανικά και «γίντις».
Η μάνα του, η Αννα, ήταν αδελφή του Φρόιντ και ο πατέρας του, ο Ελάι Μπερνέζ, αδελφός της συζύγου του Φρόιντ, της Μάρθας Μπερνέζ: ήταν, κοντολογίς, ανιψιός του γερο-Ζίγκμουντ από δύο μεριές.
Ομως όταν ήταν ακόμη βρέφος οι γονείς του μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη, και στην αρχή τίποτε δεν έδειχνε ότι θα ακολουθούσε, ή σωστότερα θα εφάρμοζε στην πράξη και σε μαζική κλίμακα, τις ιδέες του διάσημου θείου του: για την ακρίβεια σπούδασε... γεωπόνος και το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου τον βρήκε να δημοσιογραφεί στο «Μεγάλο Μήλο».
Ηδη όμως τον τραβούσε η μαζική ψυχολογία –και δεν διάβαζε με πάθος μόνο τα ψυχαναλυτικά πονήματα του Φρόιντ, αλλά και πιο... χρηστικά συγγράμματα, όπως το «Πλήθος» του Γκιστάβ Λεμπόν -το πρώτο βιβλίο που γράφτηκε για την «ψυχολογία του όχλου», αλλά και τα αντίστοιχα άρθρα και βιβλία του Βρετανού νευροχειρουργού Βίλφρεντ Τρότερ, που πρώτος έγραψε (το 1908) για τα «αγελαία ένστικτα» των ανθρώπων, συγκρίνοντάς τα μάλιστα με αυτά άλλων ζώων, από τους γλάρους ώς τους λύκους...
Σύντομα ήρθε η ώρα να εφαρμόσει τα όσα έμαθε, όταν προσελήφθη από την κυβέρνηση του Γούντροου Γουίλσον στην «Επιτροπή Πληροφόρησης του Κοινού», ένα από τα πρωτοπόρα γραφειοκρατικά όργανα προπαγάνδας της εποχής μας, μαζί με τον Γουόλτερ Λίπμαν, διάσημο πολιτικό αρθρογράφο και πραγματικό «γκουρού» του, όσον αφορά τους διαδρόμους της εξουσίας.
Δική του ιδέα, καθαρά διαφημιστική, ήταν η προώθηση της αμερικανικής εμπλοκής στον πόλεμο ως «εκστρατείας εκδημοκρατισμού της Ευρώπης» -μια σύλληψη που ως γνωστόν χρησιμοποιείται έκτοτε σε όλους ανεξαιρέτως τους κατακτητικούς πολέμους των ΗΠΑ. Η φήμη του ως «γκουρού» της πολιτικής διαφήμισης μεγάλωνε συνεχώς.
Ο Μπερνέζ δεν είχε ίχνος ρομαντισμού, ή αρχών, φράγκο δεν έδινε για ιδεολογίες και «καθαρή» πολιτική: έβλεπε την κοινωνία και τους ανθρώπους σαν εσμούς παράλογων, αναξιόπιστων και εν τέλει επικίνδυνων πλασμάτων, σαν «αγέλες» που πρέπει να χειραγωγούνται από τους μορφωμένους «τσέλιγκες» της ελίτ.
Ο «δεσποτισμός των πεφωτισμένων» ήταν η μοναδική ιδεολογία του, αλλά χωρίς τον πλατωνικό ιδεαλισμό των «βασιλιάδων-φιλοσόφων».
Στα κατοπινά βιβλία του περιγράφει μάλιστα με φοβερή ειλικρίνεια –και χαρακτηριστικό θράσος– πόσο εξεπλάγη από την επιτυχία του πρώτου του σλόγκαν περί «πολεμικής δημοκρατίας», αλλά και πώς επέλεξε να βαφτίσει το νέο του επάγγελμα «δημόσιες σχέσεις» λόγω της αρνητικής χροιάς που πήρε η λέξη «προπαγάνδα» στη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου.
Ομως επέλεξε να τιτλοφορήσει «Προπαγάνδα» το γνωστότερο βιβλίο του, γραμμένο το 1928, το οποίο αποτελεί και έναν ύμνο στον μέντορά του, τον Λίπμαν.
Και σ’ αυτό έγραψε ευθέως ότι: «Η συνειδητή και ευφυής χειραγώγηση των οργανωμένων συνηθειών και των απόψεων των μαζών είναι βασικό στοιχείο μιας δημοκρατικής κοινωνίας. Αυτοί που χειρίζονται αυτόν τον αόρατο μηχανισμό της κοινωνίας αποτελούν τη σκιώδη κυβέρνηση, που είναι η πραγματική κυβερνώσα εξουσία στη χώρα. (...)
Σχεδόν σε κάθε πράξη της καθημερινότητάς μας μάς κυβερνούν, μας βάζουν καλούπια στο μυαλό, διαμορφώνουν τις ιδέες και τα γούστα μας άνθρωποι που δεν έχουμε ούτε ακουστά, ένας μικρός αριθμός προσώπων που αντιλαμβάνονται τις νοητικές διαδικασίες και τις επαναλαμβανόμενες κοινωνικές διαδικασίες των μαζών...
Αυτοί που κινούν τα νήματα, είναι αυτοί που ελέγχουν τον δημόσιο νου»... Αποκαλούσε μάλιστα την επιστημονική μέθοδό του «Μηχανική της Συναίνεσης». Ναι, το βρήκατε: ο Μπερνέζ περιγράφει τον εαυτό του!
Το βιβλίο ήταν τόσο ειλικρινές, τόσο ξεκάθαρο στο θράσος του, ώστε αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό και οργή από πολλούς κριτικούς, που τον αποκάλεσαν «Νεαρό Μακιαβέλι» και «εχθρό της δημοκρατίας».
Ο Μπερνέζ πήρε το μήνυμα και ώς το τέλος της ζωής του -πέθανε βαθύπλουτος...104 ετών, το 1995- απέφυγε το προσκήνιο.
Ομως δεν είχε πια ανάγκη κανέναν: με τον ίδιο τρόπο που διαφήμιζε τα προτερήματα των αυτοκινήτων Dodge, σε μία από τις πρώτες του επιτυχείς διαφημιστικές καμπάνιες, άρχισε αυτός και οι συνεργάτες του να στήνουν προεκλογικές καμπάνιες για πολιτικούς, με πρώτη αυτή για τον πρόεδρο Κάλβιν Κούλιτζ, που εξελέγη το 1924.
Εκτοτε, δεν υπήρξε προεκλογική εκστρατεία που να μην περιλάμβανε επαγγελματίες διαφημιστές, πραξικόπημα που να μην περιλάμβανε χειραγώγηση του αγελαίου φόβου των πολιτών ή καταναλωτική καμπάνια που να μην απευθύνεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στο υποσυνείδητο των δίποδων «στόχων».
Αλλωστε, ανάμεσα στους μόνιμους πελάτες του ήταν μεγαθήρια όπως η Procter & Gamble, το CBS, η United Fruit Company, η American Tobacco Company, η General Electric κ.ά.
Και η βαριά σκιά του, η κληρονομιά των ελιτίστικων ιδεών του, δεν μας εγκατέλειψε ποτέ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου