Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2017

οι Ιταλοί βομβαρδίζουν την Πρέβεζα










Η κήρυξη του πολέμου με βρήκε στην πρώτη τάξη του δημοτικού. Ενώ κάναμε μάθημα, ακούστηκαν δαιμονισμένα οι σειρήνες, στην τάξη ακούγονταν τσιριχτές φωνές από τους συμμαθητές μας, εγώ είχα τρυπώσει κάτω από το θρανίο, ακολούθησα τη συμβουλή του πατέρα μου. Και δεν φτάνει αυτό. Πήραν σειρά οι καμπάνες. Ο δάσκαλος επέστρεψε στην τάξη και μας είπε, με αυστηρό τρόπο, να πάμε σπίτια μας. Μην χασομεράτε στους δρόμους. Πόλεμος είναι η τελευταία λέξη που θυμάμαι από τον δάσκαλό μου, οι υπόλοιπες δεν ακούστηκαν. Στους δρόμους οι άνθρωποι έτρεχαν πανικοβλημένοι. Ο θείος μου ήδη είχε έρθει στο σχολείο και τροχάδην επιστρέψαμε στο σπίτι. Η μητέρα μου φαινόταν αναστατωμένη, φεύγουμε , Ηράκλειε, είναι επικίνδυνο να μείνουμε στο σπίτι. Θα μας φιλοξενήσει για λίγες ημέρες ο κουμπάρος μας ο Γάκης στον Ελαιώνα. Κι έτσι έγινε. Οι γονείς μου του ’χαν δώσει μεσιακό το μάζεμα της ελιάς στο προικώο λιοστάσι της μάνας μου κι αυτός μας έφερνε κάθε πρωί γάλα, το Πάσχα είχαμε εξασφαλίσει το αρνάκι. Ο μπάρμπα Γάκης, έτσι τον φώναζα, μας παραχώρησε την καλύβα του στην τοποθεσία Μπούρμπος. Η μητέρα μου όμως ήταν ανήσυχη, οι πόμπες έπεφταν χωρίς σταματημό και μερικές απ’ αυτές έπεσαν και έξω από την πόλη. Φοβήθηκε και ζήτησε
από τον ψαρά αδελφό του να μας μεταφέρει σε μια φιλική οικογένεια τότε στην Καρακονσιά, τότε ανήκε στην Πρέβεζα και συχνά τους φιλοξενούσαμε και τους βοηθούσαμε, όταν έρχονταν με πλοιάρι στην Πρέβεζα για ψώνια και γιατρούς. Περάσαμε καλά εκεί. Θυμάμαι το πασσαλόπηκτο σπίτι και τον παφλασμό της θάλασσας πάνω στα πασσάλια. Εκεί έμαθα να ψαρεύω χέλια, πετάχτηκα στον ουρανό τη στιγμή που έπιασε το πρώτο μου χέλι. Έγλυφα και τα δάχτυλά μου όταν το έτρωγα, ο μπάρμπα Πάνος το είχε κάνει σκέτο γλύκισμα με το ψήσιμό του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου