«Εκείνο που επιλέγουμε να συλλέγουμε είναι σχεδόν ταυτόσημο με το τι γνωρίζουμε, τι καταλαβαίνουμε, τι θυμόμαστε, τι αγαπάμε και τι θέλουμε να διατηρήσουμε και να εκθέσουμε ως τμήμα της δικής μας συλλογικής ταυτότητας και ως δημιούργημα και κτήμα του δικού μας πολιτισμού…», σημειώνει η Ανδρομάχη Οικονόμου που μελετά τον υλικό πολιτισμό σε μια διαλεκτική σχέση με τα κοινωνικο-ιστορικά συμφραζόμενα.
Η συγγραφέας προσεγγίζει τα αντικείμενα ως φορείς της παράδοσης και της ταυτότητας ενός έθνους, ως φορείς αντιλήψεων και συναισθημάτων, όπου αποτυπώνονται πολιτικές και πρακτικές της καθημερινής ζωής. Η σημειολογία των αντικειμένων -χειροποίητων και βιομηχανικών- και τα νοήματα που αυτά εμπεριέχουν, φανερώνουν ότι τα αντικείμενα «ενσωματώνουν» τμήματα της κοινωνικής δράσης, διαφορετικά από κοινωνία σε κοινωνία και από πολιτισμό σε πολιτισμό.
Η Οικονόμου παρουσιάζει αναλυτικά τις θεωρίες που αφορούν τα τέχνεργα των ανθρώπων από τους μυθικούς χρόνους, τότε που η τεχνική γνώση μεταδιδόταν στους ανθρώπους από τους θεούς, από τη θεά Δήμητρα, τον Ήφαιστο, τον Προμηθέα κ.λπ., και συνεχίζει παραλληλίζοντας τους αρχαίους θεούς με τους άγιους προστάτες της χριστιανικής θρησκείας (άγιος Μόδεστος των ζώων, άγιος Τρύφωνας των γεωργών, άγιος Μάμας των κτηνοτρόφων κ.λπ.) αλλά και με υπερφυσικά όντα και περιθωριακές ομάδες. Τα πράγματα αλλάζουν κατά τον 17ο αιώνα, όταν κυριαρχεί ο επιστημονικός λόγος και τα τεχνικά επιτεύγματα, ενώ στις μέρες μας η τεχνολογία προσεταιρίζεται πλέον κοινωνικά, πολιτισμικά και συμβολικά χαρακτηριστικά.
Στο τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου της Οικονόμου γίνεται αναφορά στα μουσεία λαϊκής τέχνης της Ελλάδας και στην ιστορία τους. Από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα (1910), στην Ελλάδα άρχισε η συγκέντρωση αντικειμένων λαϊκής τέχνης που κατέληξε στη δημιουργία του Μουσείου Μπενάκη (1930), το οποίο ουσιαστικά στηρίχθηκε στην πλούσια ιδιωτική συλλογή του ιδρυτή του, Αντώνη Μπενάκη. Την ίδια περίπου εποχή (1911), με πρωτοβουλία της Καλλιρόης Παρρέν δημιουργείται η ιματιοθήκη και η συγκρότηση της συλλογής παραδοσιακών ενδυμασιών. Ακολούθησαν το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης και άλλες λαογραφικές συλλογές.
Μνήμες, ταυτότητες, συναισθήματα -συλλογικά και ατομικά- κρυμμένα στα αντικείμενα αναδεικνύονται μέσα από τη διεισδυτική και ευαίσθητη ματιά της Οικονόμου. Στα συν του σημαντικού αυτού βιβλίου τα ωραία ελληνικά της συγγραφέως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου