Ο Φερνάν Ιβτόν ήταν ο μοναδικός Ευρωπαίος από τους 198 πολιτικούς κρατούμενους που καρατομήθηκαν στη διάρκεια του Πολέμου της Αλγερίας. Η λαιμητόμος της Γαλλικής Δημοκρατίας έκοψε το νήμα της ζωής του πριν από 60 χρόνια (11/2/1957) για να ικανοποιήσει τα αποικιοκρατικά αντανακλαστικά της κοινής γνώμης.
Εργάτης τορναδόρος στο Αλγέρι, ήταν 30 χρόνων, κομμουνιστής, προσκείμενος στο Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης (FLN) της Αλγερίας, όταν τοποθέτησε έναν εκρηκτικό μηχανισμό σε μια αποθήκη εξοπλισμού, στο εργοστάσιο αεριόφωτος όπου δούλευε. Θα έσκαγε μετά την τελευταία βάρδια, για να ταρακουνήσει τα πνεύματα ενάντια στο απαρτχάιντ που βίωνε ο αραβικός πληθυσμός.
Υπουργός Δικαιοσύνης ήταν ο 40χρονος τότε Φρανσουά Μιτεράν. Λίγους μήνες αργότερα έφτανε στο Αλγέρι ως στέλεχος της Υπηρεσίας Πληροφοριών ο 29χρονος βουλευτής Ζαν-Μαρί Λεπέν, που αναδείχθηκε σε φανατικό βασανιστή στο όνομα της νομιμότητας!
Η υπόθεση Fernand Iveton έφτασε για πρώτη φορά στο ευρύ κοινό τον περασμένο Μάιο, χάρη στο σύντομο μυθιστόρημα Για τα πληγωμένα μας αδέλφια, του πρωτοεμφανιζόμενου Γάλλου συγγραφέα που χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Ζοζέφ Αντράς και δηλώνει γεννημένος στη Νορμανδία (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, μτφρ. Γιώργος Καράμπελας).
Για τον Ιβτόν, για το ατιμώρητο έγκλημα, τη λήθη, και τη δηλητηριασμένη κοινωνία είχε γράψει ένα σχόλιο ο Καμί το 1957. Εγραψε και ο Σαρτρ στο άρθρο «Είμαστε όλοι δολοφόνοι» το 1958, αλλά η πρώτη εμπεριστατωμένη σχετική μελέτη δημοσιεύτηκε μόλις το 1986 από τον Jean-Luc Einaudi, με πρόλογο του (και) ελληνιστή Pierre Vidal-Naquet.
Παρότι εκδόθηκαν ορισμένες ακόμα μαρτυρίες, η σιωπή του γαλλικού κράτους δεν έπαψε να συνοδεύει τον Ιβτόν, που «παραμένει κάτι σαν καταραμένο όνομα», όπως σημείωσαν το 2010 οι Benjamin Stora και Francois Malye. Αυτό το τοπίο ήρθε να ταράξει ο Αντράς με το λογοτεχνικό έργο του.
Το Για τα πληγωμένα μας αδέλφια δεν είναι ένα πολιτικό μανιφέστο ούτε μοιάζει με δικαστικό θρίλερ, αλλά τυλίγει τον αναγνώστη με μια ενέργεια που τον συγκινεί όσο και τον αφυπνίζει.
Ο Αντράς δεν φορτώνει την αφήγησή του με πραγματολογικές λεπτομέρειες και δεν ανοίγεται στα διακυβεύματα του πολέμου της Αλγερίας (1954-1962). Βάζει τον φακό του στο ύψος των ματιών του πρωταγωνιστή του και μετακινείται από την ιδιωτική στη δημόσια σφαίρα και αντίστροφα, εξερευνώντας σκοτεινές γωνιές. Πίσω από τα γεγονότα ξεπροβάλλει ένας ιδεολόγος αγωνιστής, αντιμέτωπος με ένα κυνικό σύστημα και μια πικρή πραγματικότητα.
Ολα θίγονται εδώ με αξιοζήλευτη οικονομία. Ο χαφιές εργοδηγός, ο βασανιστής που αδιαφορεί για τις αρχές και τη δεοντολογία, οι συναγωνιστές και οι κώδικες της παρανομίας, η ψύχραιμη σύζυγος που θα απολυθεί από σερβιτόρα, ο έρωτάς τους με τον Φερνάν που του δίνει υπόσταση και τον θωρακίζει, η τρυφερότητά του, οι προκλήσεις της αποικιακής διοίκησης, οι ταπεινώσεις του αλγερινού λαού, οι βαρβαρότητες της ένοπλης πάλης και η επιμονή του Ιβτόν να καταδικάζει ηθικά και πολιτικά την τυφλή βία, τα κυρίαρχα ΜΜΕ που τον αποκαλούν «τρομοκράτη», «φονιά» και «προδότη», η εφημερίδα του ΚΚΓ Humanité που κρατά ισορροπίες, το FLN που δεν τον καλύπτει δημόσια, οι δικηγόροι του που εμπλέκονται όλο και πιο ζεστά στην υπόθεση, η εμπιστοσύνη του Ιβτόν στη δημοκρατία, ο γαλλικός ρατσισμός δώδεκα χρόνια μετά την ήττα του ναζισμού…
Ξαναφωτίζοντας μια παλιά υπόθεση, ο Αντράς καταφέρνει να στρέψει το βλέμμα μας στο σήμερα και στο αύριο των σύγχρονων δημοκρατιών.
Μιλώντας για τα πληγωμένα αδέλφια των Γάλλων στο Μαγκρέμπ, μιλά και για τη νέα αποικιοκρατία και για τη νέα ισλαμοφοβία. για την κοινή γνώμη που διψά για αίμα και για τους πολιτικούς που τη χαϊδεύουν. Μιλά ταυτόχρονα για τις κρατικές σκοπιμότητες που συνθλίβουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, για τη Δικαιοσύνη που έχει ακροδεξιά ατζέντα, για τη λογική της τιμωρίας «για παραδειγματισμό». Μιλά και για τις πολιτικές της αποσιώπησης και της λήθης πάνω στις οποίες βασίζονται τα εθνικά αφηγήματα.
Ακούει κανείς;
Χαστούκι στο κυρίαρχο σύστημα των λογοτεχνικών βραβείων
Για τον Ζοζέφ Αντράς έχουν γραφεί ποικίλα σχόλια, εδώ μάλιστα στη στήλη που επιμελείται ο Γιώργος Σταματόπουλος (14/11/2016). Ομως το παράδειγμά του ξαναμπαίνει από το παράθυρο σαν χαστούκι στο ημέτερο κυρίαρχο σύστημα των «Γραμμάτων», το οποίο με τα λογοτεχνικά βραβεία του 2016 μας θύμισε πόσο καλά τα καταφέρνει στο παιχνίδι με τις περιστρεφόμενες πόρτες.
Ο 32χρονος Γάλλος τιμήθηκε τον περασμένο Μάιο με το υψηλού κύρους Βραβείο Γκονκούρ Πρώτου Μυθιστορήματος, όμως το αρνήθηκε. Διότι «…η άμιλλα, ο ανταγωνισμός και η αντιπαλότητα φαντάζουν στα μάτια μου έννοιες ξένες προς τη γραφή και τη δημιουργία. Η λογοτεχνία, όπως την αντιλαμβάνομαι ως αναγνώστης και, πλέον, ως συγγραφέας, νοιάζεται κυρίως για την ανεξαρτησία της και μένει μακριά από βάθρα, τιμές και προβολείς».
Εχασε έτσι τον τίτλο του βραβευμένου που ανοίγει πόρτες εις το διηνεκές και το έπαθλο των 3.800 ευρώ, αλλά κράτησε το δικαίωμα στην ανωνυμία του και την αντισυστημική του αύρα. Και, κυρίως, προκάλεσε τη συγγραφική κοινότητα να ξανασκεφτεί τον λογοτέχνη ως κοινωνικό δρώντα, ένα ζητούμενο των καιρών στη διεθνή σκηνή που, όμως, δεν φαίνεται να απασχολεί πολύ τα «βραβεύσιμα» ονόματα του mainstream στην Ελλάδα.
Σαν έτοιμα από καιρό, τα βραβεία λογοτεχνίας του υπουργείου Πολιτισμού (για εκδόσεις του 2014) και των Ιδρυμάτων Ουράνη και Π. Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών (για εκδόσεις των 2016, 2015, 2014!) που απονεμήθηκαν τις ημέρες των Χριστουγέννων, μαζί με τα βραβεία του ηλεκτρονικού περιοδικού «Ο Αναγνώστης» (Ιούνιος 2016 για το 2015), πριμοδότησαν τα ίδια βιβλία, ένα συγκεκριμένο από τα βασικά λογοτεχνικά ρεύματα, και ταυτόχρονα ένα πνεύμα αντιπολιτικό και συνάμα αντιπολιτευτικό.
Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (από κριτική επιτροπή που ενέκρινε ο Αρ. Μπαλτάς) πήρε ο Χωμενίδης που είχε βραβευτεί πέρσι από τον «Αναγνώστη». Από τον «Αναγνώστη» βραβεύτηκε φέτος ο Μαγκλίνης, που βραβεύτηκε και από την Ακαδημία.
Η Ακαδημία βράβευσε τη Δαράκη (Ποίηση), που επιβραβεύτηκε και από το ΥΠΠΟ. Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου-Κριτικής πήρε για το Καλή και ανάποδη. Ο πολιτισμός του πλεκτού η Σχινά, μέλος της προηγούμενης κριτικής επιτροπής του «Αναγνώστη». Και ο Μπακουνάκης βραβεύτηκε για το Δημοσιογράφος ή ρεπόρτερ του 2014, τόσο από το ΥΠΠΟ όσο και από την Ακαδημία.
Ζοζέφ Αντράς, ακούς;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου