Η Μυστική Δύναμη του Έρωτα
Της Βιολέτας Στυλιανίδου //
Μιχάλης Σπέγγος «Ερωτευμένο Αίμα», Εκδόσεις Διόπτρα
Πρόκειται για ένα βιβλίο που διαβάζεται απνευστί, καθώς κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον, λόγω της όμορφης γραφής που ρέει απρόσκοπτα και λόγω της υπόθεσης, που θα κάνει πολλούς αναγνώστες να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους σε κάποια από τις ιστορίες του, να ταυτιστούν και να αγωνιούν για την τύχη και τις αποφάσεις των ηρώων.
Οι ήρωες, την πορεία των οποίων ακολουθούμε με ενδιαφέρον, δε ζουν όλοι στην ίδια εποχή, κάποιοι ζουν στα Ιωάννινα πριν-κατά τη διάρκεια-και μετά τον ΒΠΠ, κάποιοι ζουν στη σύγχρονη Αθήνα. Όμως, χάρη στην πλοκή, όλοι συνδέονται μεταξύ τους, και οι πράξεις των παλαιότερων επηρεάζουν τη ζωή και τις επιλογές των σύγχρονων.
Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες, είναι προτιμότερο να έχετε τη συγκίνηση να ανακαλύψετε μόνοι σας τις διάφορες ανατροπές και αποκαλύψεις στην υπόθεση. Μπορώ να πω όμως ότι κατά τη γνώμη μου το βιβλίο είναι μια ακτινογραφία των σχέσεων, της μοναξιάς, της αδυναμίας να είμαστε ο εαυτός μας μπροστά στους άλλους, και κυρίως σε εκείνον/εκείνη που αγαπάμε. Σαν να έχουμε τον ενδόμυχο φόβο ότι δεν αρέσουμε γι’ αυτό που είμαστε, αυτό που είμαστε είναι ίσως πολύ συνηθισμένο, πολύ βαρετό για τους άλλους.
Μπορούμε να κάνουμε σεξ σαν πρωταθλητές, να επιδεικνύουμε τις ερωτικές μας επιδόσεις, μπορούμε έστω να φροντίσουμε με στοργή την ερωμένη μιας βραδιάς αν έχει κάνει εμετό σπίτι μας, αλλά αδυνατούμε να διαχειριστούμε τον εαυτό μας και τους άλλους στην καθημερινή ζωή, σε βάθος χρόνου, γιατί φοβόμαστε τη φθορά που φέρνει η ρουτίνα. Γι’ αυτό πολλοί παίζουν έναν ρόλο, υποδύονται κάποιον άλλο, προσφέρουν στον σύντροφο είτε αυτό που πιστεύουν ότι περιμένει από αυτούς είτε αυτό που δεν θα κοστίσει στους ίδιους συναισθηματικά.
Ειλικρίνεια βρίσκουμε, αρχικά τουλάχιστον, μόνο στους διαλόγους μεταξύ αδερφών, εκεί δε χρειάζεται να τηρούνται τα προσχήματα. Όπως λέει χαρακτηριστικά η ηρωίδα στον αδερφό της: αίμα μου είσαι. Το πράγμα γίνεται περίπλοκο όταν το αίμα ερωτεύεται.
Όταν το αίμα ερωτευτεί, θα πει σε αγαπώ-σε λατρεύω και θα το λέει τόσο συχνά και με τέτοια ένταση που ίσως να εννοεί θέλω κι εσύ να με αγαπάς-να με λατρεύεις. Μια ηρωίδα αφήνει για χάρη ενός μεγάλου έρωτα τον άντρα και τα παιδιά της. Στην αρχή, της αρκεί να είναι ένα μικρό κομμάτι στη ζωή του. Αργότερα, περιμένει αυτός να το εκτιμήσει, να κάνει χώρο στη ζωή του ως αναγνώριση της θυσίας της και ζητάει χειροπιαστές αποδείξεις, περισσότερες από τις δύο καινούργιες πετσέτες που έχει η ίδια αγοράσει.
Πολύ ενδιαφέρον έχει και η επιλογή του Μιχάλη να ονομάσει τη γυναίκα αυτή Τούλα, από το Δήμητρα. Δεν την ονόμασε Φαίδρα, Νεφέλη ή Αλεξάνδρα, το λαϊκό υποκοριστικό της σηματοδοτεί την αμηχανία που προκαλεί στον διάσημο και καλλιεργημένο σύντροφό της. Στην πορεία της σχέσης τους θα συστήνεται στους διάσημους φίλους του ως Δήμητρα, έχει περισσότερο κύρος από το Τούλα.
Ο Μιχάλης δεν παίρνει καμία ηθικολογική θέση ούτε βάζει στεγανά μεταξύ θύτη και θύματος, καταγράφει τις σκέψεις και τις αντιδράσεις και των δύο πλευρών (αυτού που αγαπιέται κι αυτού που αγαπάει). Αυτός που αγαπιέται, πόσο αυτάρκης ή πόσες κρυφές άμυνες μπορεί να έχει, ώστε να μη δίνει χώρο στον άλλο, να μην επιτρέπει να τον δει ευάλωτο και τρωτό, όπως είμαστε άλλωστε όλοι, να αρνείται να χρησιμοποιήσει τις γνωριμίες του για να εξασφαλίσει στην αγαπημένη του μια δουλειά, τη στιγμή που ξέρει πόσο σημαντικό είναι αυτό για την ίδια;
Αυτός που αγαπάει, είναι ικανός να απατήσει τον σύντροφό του που λατρεύει σα θεό; Ο Μιχάλης λέει ναι! Ίσως γιατί το να έχεις κάποιον σε ένα βάθρο, είναι συχνά κουραστικό, η αυταπάρνηση κάποια στιγμή θα ζητήσει και ανταπόκριση. Ακόμα και ο πιο θερμός θαυμαστής αποθαρρύνεται αν δεν πάρει κάποια στιγμή την επιβεβαίωση με τους όρους που φαντάζεται. Η αγάπη καταδυναστεύει αυτόν που νιώθει ότι δεν υπάρχει αμοιβαιότητα, και τότε προσπαθεί να απομυθοποιήσει το αντικείμενο της λατρείας του.
Τελικά, είμαστε ανθρώπινα όντα, με ανάγκες συναισθηματικές, και προκειμένου να νιώσουμε ζωντανοί και επιθυμητοί, φτάνουμε ακόμα και στο σημείο να χρησιμοποιούμε άλλους ανθρώπους. Δεν είμαστε αθώοι, είμαστε όμως βαθιά ανθρώπινοι.
Αυτό που θεωρώ προτέρημα στο βιβλίο είναι ότι ο Μιχάλης δεν δίνει απαντήσεις και λύσεις, περισσότερο ανοίγει ζητήματα για σκέψη και συζήτηση. Γιατί οι συνταγές ταιριάζουν στην μαγειρική και όχι στον έρωτα.
Κλείνοντας, να σας πω ότι, κατά τη γνώμη μου, ο μόνος ανιδιοτελής έρωτας που γνωρίζω είναι τα βιβλία, που δε γνωρίζουν τι σημαίνει κτητικότητα και ζήλεια. Δεν θα σας κρατήσουν μούτρα, δε θα σας γκρινιάξουν αν στο κομοδίνο έχετε παράλληλα κι άλλα βιβλία, αν η προσοχή σας μοιράζεται ταυτόχρονα σε πολλά βιβλία. Αυτά, σίγουρα για την αυτάρκεια, τη σοφία του δικού τους κόσμο, θα σας περιμένουν υπομονετικά να τα ξαναπιάσετε στο χέρι σας. Ο Ηράκλειτος έλεγε ότι δε μπορούμε να μπούμε δύο φορές στο ίδιο ποτάμι. Το ίδιο ισχύει και για τα βιβλία. Ποτέ δεν πρόκειται να μπούμε στο ίδιο βιβλίο, αυτό πάντα θα βρίσκει έναν καινούργιο τρόπο που θα μας εκπλήσσει και θα το ερωτευόμαστε από την αρχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου