Στο ελληνικό περίπτερο της φετινής Μπιενάλε της Βενετίας μπορεί κανείς να δει το «espace trouve», υπό τον τίτλο «Why Look at Animals? AGRIMIKΑ», το οποίο μεταφέρει εκεί, σε κλίμακα 1 προς 1, ένα παραδοσιακό κατάστημα του Βόλου.
Τα λεγόμενα «Παλιά» του Βόλου είναι δίχως αμφιβολία η πιο ενδιαφέρουσα και ζωντανή περιοχή της θεσσαλικής πόλης. Τα δεκάδες ουζερί, ταβέρνες και καφενεία αποτελούν στέκια φοιτητών του τοπικού πανεπιστημίου, ενώ τα στενά δρομάκια και τα χαμηλά κτίσματα φιλοξενούν κάθε λογής καταστήματα, πολλά από τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μιας άλλης εποχής. Ενα από αυτά, το κατάστημα εμπορίας τομαριών και δερμάτων του κ. Δημήτρη Ζιώγου, έκανε εντύπωση στη Μαρία Παπαδημητρίου, δημιουργό του έργου «Why Look at Animals? AGRIMIKA» που παρουσιάζεται στο ελληνικό περίπτερο της εν εξελίξει Μπιενάλε της Βενετίας (9/5 - 22/11).
Το αρχικό ενδιαφέρον προήλθε από την... ταμπέλα του μαγαζιού, στην οποία αναγραφόταν η λέξη «Αγριμικά». «Από όσο έψαξα, η συγκεκριμένη λέξη δεν απαντά αλλού στην Ελλάδα. Στην περιοχή τη χρησιμοποιούσαν οι κυνηγοί για τα ζώα εκείνα (αλεπούδες, κουνάβια, αγριοκάτσικα κτλ.) που, ενώ ζουν κοντά στον άνθρωπο, δεν εξημερώνονται. Βρήκα ακόμη πως κατά την περίοδο του Εμφυλίου με τον ίδιο όρο αποκαλούσαν πολλοί τους αντάρτες», μας είπε η Μαρία Παπαδημητρίου, η οποία αποφάσισε να μεταφέρει αυτούσιο το μικρό μαγαζί, σε κλίμακα 1 προς 1, στο περίπτερο της Μπιενάλε. Η ταυτότητα και ο σκοπός της συγκεκριμένης εγκατάστασης –αν κανείς μπορεί να χρησιμοποιήσει τον συγκεκριμένο όρο– είναι πολλαπλά: αρχικά αποτελεί γνωριμία με ένα κομμάτι κοινωνικής ιστορίας/λαογραφίας. «Μόλις ανακάλυψα το μαγαζί, θεώρησα ότι είναι ιστορικό εύρημα. Είναι ένας χώρος που αφηγείται την ιστορία της ζωής και του εμπορίου στην Ελλάδα από το 1945. Στους τοίχους υπήρχαν αποκόμματα εφημερίδων και στους πάγκους διάφορα αντικείμενα από διαφορετικές εποχές· ο τρόπος που τα έχει τοποθετήσει ο κ. Δημήτρης όλα αυτά έχει κάτι το συγκλονιστικό», εξηγεί εκείνη, τονίζοντας πως δούλεψε σαν αρχαιολόγος.
Η δεύτερη «ανάγνωση» του έργου της κ. Παπαδημητρίου έχει χαρακτήρα αλληγορικό: τα άγρια ζώα, «τα Αγριμικά» που επισημαίνει και η πινακίδα, είναι αλληλένδετα με την ανθρώπινη ύπαρξη και μυθολογία. Από την κατσίκα που τάισε τον Δία με το γάλα της στις κορυφές της Κρήτης μέχρι τη λύκαινα που συνετέλεσε στη δημιουργία της Ρώμης, τα άγρια ζώα ήταν σε επικοινωνία με το ανθρώπινο συνειδητό –πότε αρμονική και πότε εχθρική– ακριβώς γιατί συμβολίζουν τόσο τον θαυμασμό (για τη δύναμη της φύσης) όσο και τον φόβο (για το άγνωστο και το ακατανόητο). «Η βάση των άγριων ζώων που συνάντησα στο μαγαζί του Βόλου μού έδωσε την ευκαιρία να σκεφθώ τη συναναστροφή με αυτά ως μέσο για να ανακαλύψουμε εκ νέου τον εαυτό μας. Η συνάντηση αυτή με ισοτιμία μπροστά στον μεγάλο φόβο καθιστά φανερή, ενσαρκωμένη, τη διαφορά του με τον κανόνα του ανθρώπινου προτύπου. Είναι πάντως άλλο πράγμα να φοβάται κανείς κι άλλο να έρχεται αντιμέτωπος με το θηρίο...».
Το στήσιμο ωστόσο του ελληνικού περιπτέρου της φετινής Μπιενάλε μόνο εύκολη υπόθεση δεν ήταν. Αρχικά η απόφαση της γνωμοδοτικής επιτροπής για την ανάθεση του έργου καθυστέρησε επί τρίμηνο λόγω της υπόθεσης της Αμφίπολης, ενώ με την εκλογή της νέας κυβέρνησης η έλλειψη πόρων μείωσε σημαντικά τον προϋπολογισμό, με συνέπεια η ίδια η συμμετοχή της ελληνικής αντιπροσωπείας να τεθεί σε κίνδυνο.
Τελικά, η βοήθεια ιδιωτών και ιδρυμάτων, καθώς και οι διευκολύνσεις που παρείχε η νέα ηγεσία του υπουργείου, έδωσαν τη λύση και η ελληνική εκπροσώπηση παρουσιάστηκε με μεγάλη, όπως τονίζει η κ. Παπαδημητρίου, επιτυχία: «Αρχικά κάποιοι από τους επισκέπτες ήταν διστακτικοί, ακόμη και επιθετικοί, ρωτούσαν πού βρήκαμε τα λεφτά. Στη συνέχεια όμως εκτίμησαν την προσέγγισή μας, η οποία αποτελεί εξιστόρηση όχι μόνο της ελληνικής κληρονομιάς αλλά έχει ευρωπαϊκό και παγκόσμιο χαρακτήρα. Στόχος δεν ήταν να εξαγάγουμε την εικόνα μιας φτωχοποιημένης Ελλάδας, αλλά αντίθετα μιας χώρας με γνώση της ιστορικότητας και διάθεση να μην επαναλάβει τα λάθη του παρελθόντος».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου