Ανθολογώ μόνο από τις πρόσφατες εκδόσεις στα ελληνικά: κυνήγι ναζί εγκληματιών πολέμου στη μεταπολεμική Αργεντινή, όπως στο αστυνομικό μυθιστόρημα του Σκοτσέζου Φίλιπ Κερ «Η φλόγα που σιγοκαίει» (Κέδρος), η ιστορία του «Σεντ Λούις» που, το 1939, φορτωμένο με 900 Εβραίους, ψάχνει ματαίως λιμάνι στην αμερικανική ήπειρο («Οι Αιρετικοί», Καστανιώτης) του Κουβανού Παδούρα, ακόμα και ψευδοσυγγραφείς υπηρέτες του ναζισμού, όπως ο Ιγνάσιο Σουμπιέτα, στη «Ναζιστική λογοτεχνία στην Αμερική» (Αγρα) του Χιλιανού Μπολάνιο.
Καμία σχέση με την προσέγγιση του Βάσκες που αποφασίζει να καταδυθεί σε πιο άγνωστες πτυχές της κολομβιανής Ιστορίας: αφού πρώτα αναδυθεί στο δυσθεώρητο υψόμετρο της Μπογκοτά, θα επιχειρήσει μια ελεύθερη πτώση ώς την τρομερή δεκαετία του 1940, όταν στην Κολομβία καταστράφηκαν ζωές και διαλύθηκαν οικογένειες. Πώς το παρελθόν συνεχίζει να ζει στο παρόν, διαμορφώνοντας και επηρεάζοντας τις ζωές των ανθρώπων;
Ο Γκαμπριέλ Σαντόρο υιός εκδίδει τη βιογραφία μιας Γερμανίδας που εγκαταστάθηκε στην Κολομβία λίγο πριν από την έναρξη του πολέμου, για να δεχτεί σχεδόν αμέσως μια κατεδαφιστική κριτική από τον νομικό και δάσκαλο της ρητορικής Γκαμπριέλ Σαντόρο πατέρα!
Τι κρύβεται πίσω από αυτήν την ανεξήγητη αντίδραση; Το βιβλίο καταγράφει το εγχείρημα του δημοσιογράφου να ανακαλύψει την αλήθεια ταξιδεύοντας ελικοειδώς όχι μόνο στους οφιώδεις δρόμους της Μπογκοτά και της επαρχίας της, αλλά και πίσω στον χρόνο και, κυρίως, μέσα στους δαιδάλους της συνείδησης όσων μπλέχτηκαν σε μιαν απίστευτη ιστορία αγάπης, φιλίας και προδοσίας.
«Οι πληροφοριοδότες» είναι η μυθιστορηματική εκδοχή της προσπάθειας να λυθεί το μυστήριο, η περιπέτεια ενός βιβλίου. Οσο για τον τίτλο… αυτός αναφέρεται τόσο σε αυτούς που κατέδιδαν συμπατριώτες τους ως υποστηρικτές των ναζί, με αποτέλεσμα τη συμπερίληψη των τελευταίων στη μαύρη λίστα και τον εγκλεισμό τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, αλλά και με τη σημασία αυτών που δίνουν πληροφορίες σ’ έναν δημοσιογράφο-ερευνητή…
Στους «Πληροφοριοδότες» κυριαρχεί ένας ανταγωνισμός σε όλα τα επίπεδα. Από τη μία, ανταγωνιστικές κουλτούρες που διαφιλονικούν για την ταυτότητα της Κολομβίας: διαφορετικές γενιές και τάξεις, φυλές και έθνη, προαιώνιοι γηγενείς και προαιώνιοι Ευρωπαίοι-άποικοι· από την άλλη, ανταγωνιστικά σχήματα αφήγησης που αναμετρώνται για την ιστορική ταυτότητα του κόσμου: ο ρητορικός μοντερνισμός του πατέρα Γκαμπριέλ, ο τρόπος της «ενθηκευμένης μνήμης» της Σάρας που αρχειοθετεί τα απτά θραύσματα της εβραϊκής εμπειρίας, ερμηνεύοντας την πολιτική και οικογενειακή ιστορία ως προαιώνιο βιβλικό δράμα («Είναι όπως τα λέει η Βίβλος: Παιδιά εναντίον γονιών, γονείς εναντίον παιδιών, αδελφοί εναντίον αδελφών»), οι αναφορές και τα ντοκουμέντα του αφηγητή, τέλος, που αφηγείται τη ζωή της Σάρας και του πατέρα του.
Μικρή και μεγάλη ιστορία, λοιπόν, μνήμη και λήθη, αλλά και το δικαίωμα στη μνήμη ή τη λήθη, αλήθεια και αλήθειες στην Ιστορία, Ιστορία και μυθοπλασία, αντικειμενικό γεγονός και γλωσσικά διαμεσολαβημένη ή ρητορικά δομημένη αφήγηση. Να οι άξονες πάνω στους οποίους κινείται παλινδρομικά το εκκρεμές της αφήγησης που έχει πάλι τις αποχρώσεις ενός ψυχολογικού νουάρ.
Οπως και στα άλλα βιβλία του Βάσκες, ένα έγκλημα ή μια ηθική παράβαση κινητοποιεί αυτόκλητα έναν αφηγητή που, σαν τον Μάρλοου της «Καρδιάς του Σκότους», πραγματώνει ένα ταξίδι αυτογνωσίας. Θυμίζω ότι ο Κόνραντ πρωταγωνιστεί στο τρίτο μυθιστόρημα του Βάσκες («Η μυστική ιστορία της Κοσταγουάνας», 2008), ενώ έχει γράψει και μια βιογραφία («El hombre de ninguna parte», 2004) του Αγγλοπολωνού στιλίστα.
Στην καρδιά του ζοφερού σκότους όπου θα οδηγηθεί, ο υιός Σαντόρο θα βρεθεί ενώπιον του γνωστού διλήμματος: συνέχιση ή ρήξη; Ηθική συνθήκη που δεν περιορίζεται μόνο σε υπέρμετρες περιπτώσεις, όπως θα έλεγε ο Γκίντερ Αντερς, αλλά αφορά κάθε περίπτωση ηθικής πατρικής απαξίας.
Ακόμα και αν η εύκολη απάντηση κλίνει προς τη ρήξη, η λογοτεχνία με την ανθρωπολογική της σοφία θέτει επανειλημμένως στο ίδιο πλαίσιο και το ζήτημα της συγχώρησης και των αποχρώσεών της. Ο Κάρλος Φουέντες, με αφορμή το βιβλίο, μίλησε για μια εξερεύνηση στην «γκρίζα ζώνη της ανθρώπινης συνείδησης», που συνειρμικά ανακαλεί την αντίστοιχη διατύπωση του Πρίμο Λέβι για τα γκρίζα δείγματα ανθρώπων.
Πόσο στεγανές είναι οι κατηγορίες του άσπρου και του μαύρου, πόσο δυσδιάκριτα τα περιγράμματα ανάμεσα στους θύτες και τα θύματα; Πόσο εύκολο είναι να γλιστρήσει κανείς προς τη μία ή την άλλη πλευρά; Και εδώ ή απάντηση θα είναι περίπλοκη, οι ρόλοι εναλλάξιμοι, η ψυχική αποφόρτιση, η ηθική ικανοποίηση και η κάθαρση εκκρεμείς, το τέλος εμφατικά ανοιχτό, σε ένα πολυφωνικό στην οργάνωση, πλην εξαιρετικά προγραμματικό –ως προς τις αρχές της σύνθεσής του– κείμενο.
Οπως και να ’χει, με πατέρα διδάσκαλο ρητορικής και μέγα μετρ της αποσιώπησης, ο ερευνητής και δημοσιογράφος Γκαμπριέλ υιός, στο μάκρος μιας ολόκληρης ζωής κατάλαβε το μάθημά του.
Αποτέλεσμα «του ύψους δεν είναι η πειθώ αλλά η έκσταση» (Ουκ εις πειθώ αλλ’ έκστασιν άγει τα υπερφυά») έλεγε ο Λογγίνος στο «Περί ύψους», το βιβλίο που, μαζί με την «Τέχνη της πειθούς» του Κένεντι, χαρίζει στον υιό ο πατέρας. Πώς συνδυάζονται αυτά τα δύο; Θα το αντιληφθεί ο αναγνώστης που θα χαθεί στις τριακόσιες σελίδες ενός εξαιρετικού ψυχολογικού μικροτεχνήματος, σε ακόμη μία θαυμάσια μετάφραση στα ελληνικά του Αχιλλέα Κυριακίδη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου