Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2016

Παναγιώτης Γεωργουδής,Για τον Γιάννη Καλαϊτζή, EFSYN,14.2.16


«Αφ' υψηλά όμως έπεσεν 
 Κι' απέθανεν ελεύθερος»

Το κάθε σκίτσο του Γιάννη Καλαϊτζή, είναι ένας φλογισμένος δρόμος προς την Ελευθερία. Γράφω Είναι και όχι Ήταν, γιατί η Τέχνη του Γιάννη, έχει μία πυκνότητα του επίκαιρου που συμπυκνώνει τη διαχρονικότητα των μεγάλων μαστόρων. Είναι λοιπόν αυτό που στα μάτια των αναγνωστών μετασχηματίζεται σε Ηρακλείτειον Γίγνεσθαι και μετασχηματίζει τις ψυχές σε βωμούς ελευθερίας.
Ο Καλαϊτζής είχε πλήρη συνείδηση του ρόλου του γι΄αυτό μέσα στην πνευματική πολυπλοκότητά του ήταν τόσο απλός και αυτάρκης στις παρέες και στην έκφρασή του. Το φτωχόπαιδο του καφενείου της Κοκκινιάς, κράτησε τη λαϊκή φωτιά στα κύτταρά του ως θείο δώρο, έκλεισε τις πληγές του, - όσο κλείνουν αυτές-, από τους κατατρεγμούς του συστήματος, με υψηλή πνευματικότητα σε διαφορετικά πεδία δημιουργίας , αποστάγματα Ανθρωπιάς και  Αλήθειας και  μας γέμισε με την πληρότητά του. Η Γαλέρα του είναι ένας σταθμός στην Ελληνική κινηματική  Τέχνη ως μαέστρου , σολίστ  μιας πολύχρωμης ορχήστρας και όχι μόνο.
Σταθμός και αφετηρία  μαζί που θα επανέρχονται οι νέοι δημιουργοί να μεταλαβαίνουν  στην πηγή της.  Ήξερε να αξιοποιεί το ταλέντο του κάθε δημιουργού στην κατάλληλη θέση. Αυτό ήταν ένα μέρος της  μεγαλοσύνης του, γνωρίζοντας πως η αυτογνωσία και η ελευθερία μόνο με αίμα κατακτιέται. Ο αγαπημένος του  διαχρονικός φίλος από την Κοκκινιά και εντεύθεν, Αιμίλιος Καλιακάτσος, θαύμαζε πάντα  τον σημαντικό λογοτέχνη Καλαϊτζή.  Αν και επιβαρυμένος με την υγεία του καθόταν με τις ώρες στις Γενικές Συνελεύσεις των Συντακτών, παθιαζόταν και μας διόρθωνε στις λοξοδρομήσεις, πάντα υπέρ της Άμεσης  Δημοκρατίας, οραματιστής της Συνεταιριστικότητας. Ο λόγος του ήταν όπως τα σκίτσα του, ευθύς , εκλεπτυσμένος και φορτισμένος από υψηλό περιεχόμενο αξιών. Δεν ανεχόταν έκπτωση στην ποιότητα και στην Δημοκρατία. Μας άκουγε ως καλός μαθητής και μας δίδασκε ως άριστος δάσκαλος ακόμα και με την ηχηρή σιωπή του.
Ο Καλαϊτζής , ήταν πολυδιάστατος πολιτικός καλλιτέχνης, που είχε κάνει την καλλιτεχνική πράξη καθημερινό τρόπο ζωής. Μία ημέρα μετά από μια Γενική Συνέλευση γεμάτη ένταση και διαξιφισμούς πήγαμε με τον Γιώργο τον Σταματόπουλο, τον Δημήτρη Νανούρη και τον Στράτο Γερακόπουλο στην πλατεία Καρύτση. Με το κρασί και την κουβέντα  ήρθαν τα κέφια και ο Γιάννης άρχισε να τραγουδά. Τον άκουγα αποσβολωμένος να ερμηνεύει φανταστικά την ωδή του Ανδρέα Κάλβου σε μουσική Θεοδωράκη «Εις Σάμον».    
Όσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται / ζυγόν δουλείας άς έχωσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία./  Αυτή και ο μύθος κρύπτει νουν αληθείας. /  Επτέρωσεν τον Ίκαρον / και αν έπεσεν ο πτερωθείς  / και επνίγη θαλασσωμένος. Αφ' υψηλά  όμως έπεσε/ κι' απέθανεν ελεύθερος.
Στους δύο αυτούς στίχους ο Γιάννης  έφτιαχνε με τέτοιο τρόπο το ηχόχρωμα της φωνής του και γύριζε ανυψωτικά τα Νοήματα που σου έδινε να καταλάβεις πως ο ελεύθερος άνθρωπος δεν πεθαίνει ποτέ. Γιατί  καμία τυραννία δεν υποτάσσει την μαχόμενη Ελευθερία. Στους δύο τελευταίους στίχους της ωδής χρωμάτιζε ξανά το Νόημα με άλλον Τρόπο τον Πλατωνικό και Αριστοτελικό, «Αν γενής σφάγιον άτιμον ενός τυράννου  / νόμιζε τον τάφον».
Ένιωθες πως  στο τέλειωμα του τραγουδιού ,διπλωνόντουσαν σπασμένα φτερά αετού και δίπλα χόρευαν ελεύθερα χωρία των φιλοσόφων όπως χορεύουν Τσάμικο οι αντάρτες. Του ζήτησα και  ξανατραγούδησε την ωδή του Κάλβου άλλες δύο φορές με εκείνη την μαγευτική αρχοντιά που την κρατώ από τότε στην ψυχή μου.
Του είπα πως θέλω  να τον μαγνητοφωνήσω  και χαμογέλασε. Δεν προλάβαμε. Τον πρόλαβε ο θάνατος. Νίκησε όμως την Τυραννία και τη Λήθη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου